Quantcast
Channel: ΔΙΣΚΟΡΥΧΕΙΟΝ / VINYLMINE
Viewing all 5076 articles
Browse latest View live

HEAVEN AND HELL το ωραιότερο ελληνικό heavy metal του ’80

$
0
0
Ήταν να γίνει και αυτό, και έγινε. Να βγει δηλαδή και επίσημα σε δίσκο το «χαμένο» sessionτων HeavenandHell– ίσως του καλύτερου «μεταλλικού» γκρουπ, που εμφανίστηκε στην Ελλάδα στα άγονα χρόνια της δεκαετίας του ’80. Δηλαδή για μένα είναι σίγουρα το καλύτερο (μαζί με τουςFoxesίσως), και αυτό το λέω από τότε που τους πρωτάκουσα, στις αρχές εκείνης της δεκαετίας. Φυσικά, από τα early80sμέχρι σήμερα έχουν συμβεί κοσμογονικές αλλαγές στο heavymetal(και στο ελληνικό heavyεννοείται), θαρρώ όμως πως και οι τωρινοί μεταλλάδες, που τους αρέσει να τιμούν την ιστορία, θα τιμήσουν δεόντως και αυτό το εξαιρετικό συγκρότημα, που κατάφερε να αφήσει γερό ίχνος σε μιαν εποχή που ήταν γεμάτη με ένταση και πάθη (γύρω από τη μουσική) και, δυστυχώς, με συμβολικό ενδιαφέρον για τη μεταλλική δισκογραφία.
Έτσι, δεν είναι καθόλου παράξενο το γεγονός πως οι HeavenandHell, στον καιρό τους, κατόρθωσαν να εκδώσουν ένα μόνο τραγούδι, το “Heavenandhell 1”, στην ιστορική συλλογή “Happening 82” [HappeningRecords, 1982], ενώ δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη και οι συμμετοχή τους, ως Δαναοί, στο άλμπουμ του GeorgeLoukasIlSilenzio” στη Venus, το 1981.
Σ’ αυτά τα τρία sessions, ας τα πούμε έτσι, η line-upτου γκρουπ δεν ήταν η ίδια. Έτσι, στους Δαναούς (άνοιξη του ’81), είναι παρόντες οι Μιχάλης Νικολαΐδης κιθάρες, Γιώργος Γιαμονίτης μπάσο και Γιώργος Γιαρέλης ντραμς, στο τραγούδι του Happeningοι τρεις προηγούμενοι συν τον τραγουδιστή Αντρέα Ριγανά (ηχογράφηση Δεκέμβρης ’81), ενώ στο LPτων VinylMania / B-otherSide(εγγραφή από το δεύτερο μισό του 1982 πια) οι Μιχάλης Νικολαΐδης σύνθεση, στίχοι, κιθάρες, Δημήτρης Δημητριάδης μπάσο, Τάκης Λιαμαρκόπουλος ντραμς και Νικήτας Κωβαίος τραγούδι. Αυτή η τελευταία ήταν και η καλύτερη φάση των HeavenandHell, εκείνη τέλος πάντων που έδωσε και τα τραγούδια του άλμπουμ HeavyRemastered, τυπωμένο τώρα από τις VinylManiaκαι B-otherSideσε 250 αντίτυπα.
Διαβάζουμε στο ένθετο, που συνοδεύει το άλμπουμ, γι’ αυτή τη φάση των HeavenandHell: «Από τις πρώτες πρόβες η δυναμική και ο ήχος του γκρουπ παίρνει άλλη διάσταση. Η επίδοση στα liveείναι θεαματική. Το γκρουπ πλαισιώνεται από μια νεαρή χορεύτρια, την Σίλια και ένα φανταστικό νεαρό ηθοποιό, τον Τζίμη, έτσι το showείναι πολύ θεατρικό (κεριά, ανθρωποθυσίες [σ.σ. βάλτε ρε παιδιά κανένα εισαγωγικό εδώ πέρα, για να μη βάλω sic], τσόπερ μοτοσυκλέτες στο πάλκο κ.λπ.) και το κοινό αποθεώνει κάθε φορά το γκρουπ με ενθουσιασμό».
Ήταν λογικός ο ενθουσιασμός. Στην Ελλάδα δύσκολα άκουγες τέτοιον ήχο εκείνη την εποχή – μόνον οι VavouraBandείχαν αυτό το heavyάκουσμα, στα πιο σκληρά κομμάτια τους, όμως υπολείπονταν σε τραγουδιστή. Καλός ήταν ο Βαβούρας, εν πάση περιπτώσει, αλλά όχι με τα αναγκαία… Ozzyεπιχρίσματα, που είχε ο Κωβαίος αλλά και γενικότερα το συγκρότημα, που ακουγόταν εντελώς μέσα στην «σαμπαθική» παράδοση. Εντάξει οι BlackSabbathυπήρξαν μια σαφής επιρροή για τους HeavenandHell, αλλά ο φίλος του metalμπορεί να διακρίνει κι άλλες επιρροές από πιο… softακούσματα, όπως RoryGallagherας πούμε.
Όλα λειτουργούσαν άψογα λοιπόν σ’ αυτό το γκρουπ, που καταγράφεται εδώ σε εφτά «μεταλλικά» άσματα, που διαθέτουν πολλά από τα προτερήματα των αναγνωρισμένων γκρουπ του είδους. Εντάξει, η τότε παραγωγή να ήταν λίγο καλύτερη –όχι πως δεν είναι για τα ελληνικά δεδομένα και για μια, σε κάθε περίπτωση, αποψυγμένη ταινία 35 ετών– και όλα θα ήταν τέλεια. Κυρίως θα ήταν τέλεια για τους HeavenandHell, ένα συγκρότημα που με κομμάτια όπως το “Slavesofheaven” ή το “Trash(με τον Γιάννη Γιοκαρίνη να βγάζει στο πρώτο ήχο σαν εκείνον του εκκλησιαστικού οργάνου! – εντελώς doomyφάση!) θα μπορούσε να κάνει παντού καριέρα.
Τέλος πάντων. Τα χρόνια πέρασαν. Οι ευκαιρίες χάθηκαν. Αλλά και αυτό που απομένει τώρα δεν είναι ασήμαντο. Η δόξα και η τιμή εννοώ.  

8 ΧΡΟΝΙΑ ΔΙΣΚΟΡΥΧΕΙΟΝ! οι 10 δημοφιλέστερες αναρτήσεις μας

$
0
0
Σήμερα γιορτάζουμε. Όχι ακριβώς εγώ, αλλά το δισκορυχείονπου συμπληρώνει 8 χρόνια καθημερινής παρουσίας! 
Σ’ αυτό το διάστημα έχουμε κάνει πάνω από 3100 αναρτήσεις, έχουμε δεχτεί σχεδόν 15 χιλιάδες σχόλια, ενώ περισσότερα από 2,5 εκατομμύρια είναι τα «χτυπήματά» σας και συνεχίζουμε… Συνεχίζουμε να προσφέρουμε αυτό που καλύτερα μπορούμε, πάντα με επαγγελματισμό, καθαρά, χωρίς μισόλογα, εξαρτήσεις και περιστροφές.
Σας ευχαριστώ όλες και όλους! 
Εδώ οι 10 πιο δημοφιλείς αναρτήσεις μας αυτά τα 8 χρόνια… 
 
1. ΘΟΔΩΡΟΣ ΠΑΠΑΝΤΙΝΑΣ ένα ασύλληπτο ελληνορόκ «εγώ» 
2. ο ERIC CLAPTON στην Κυψέλη… το 1965 
3. ποιο ήταν το πρώτο δισκάδικο του Φώτη; 
4. ΤΟ ΕΧΩ… ΔΕΝ ΤΟ ΕΧΩ… 
5. ΧΙΩΤΗΣ – HENDRIX αποκλείεται σου λέω… 
6. για τις τιμές των ελληνικών δίσκων 
7. ΜΑΝΩΛΗΣ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ η απάντηση… 
8. JEAN VASSILIS Top instrumental music ήψυχώ 2000 (συνέχειακαιτέλος...) 
9. ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ συνέντευξη στον Ρένο Αποστολίδη 
10. η απίστευτη ιστορία του ARIS SAN (στιγμιότυπα) 

ERIC INEKE ένας ολλανδός τζαζ ντράμερ με 50 χρόνια ιστορία

$
0
0
Ο EricInekeείναι ένας ολλανδός τζαζ ντράμερ με ιστορία και αν σε κάποιους το όνομά του δε λέει τίποτα τότε να πούμε πως παίζει και ηχογραφεί από τα sixties. Εφέτος ο Inekeπάτησε τα 70 του – γεγονός που είπε να το γιορτάσει με την κυκλοφορία ενός πολύ ιδιαίτερου CD, στο οποίο ν’ ανθολογεί στιγμές απ’ όλο το διάβα της ηχογραφικής ζωής του (από το 1968 έως το 2014 πιο συγκεκριμένα!).
Το CDαυτό περιέχει οκτώ tracks, στα οποία ο Inekeακούγεται πίσω από διακεκριμένους τενορίστες (και άλλους βεβαίως μουσικούς). Στους τενορίστες όμως είναι αφιερωμένο το άλμπουμ του και αυτούς πρέπει να αναφέρουμε με σειρά εμφανίσεως (στην παρένθεση το έτος ηχογράφησης): EddieLockjawDavis (1984), DexterGordon (1972), JohnnyGriffin (1990), GrantStewart(2013), DavidLiebman (2014), CliffordJordan (1983), LuckyThompson (1968), GeorgeColeman (1974).
Το LetThereBeLifeLoveandLaughter[DayBreak, 2017]παρότι διατρέχει λοιπόν μια 45ετία και παρότι δεν είναι στούντιο (περιλαμβάνει liveκαι ραδιοφωνικές εγγραφές) είναι πολύ καλό – από τεχνικής πλευράς κατ’ αρχάς. Οι ταινίες ήταν σε πολύ καλή ή απλώς καλή κατάσταση (όπως εκείνη με τον Thompsonτου ’68) κι έτσι το αποτέλεσμα είναι συχνότατα πάνω από τις προσδοκίες μας. Μπορώ μάλιστα να πω και «πολύ επάνω», επειδή αυτό που ακούω σε 2-3 περιπτώσεις δεν είναι απλώς… τεχνικώς καλό, αλλά και εκπληκτικό σαν τζαζ, σαν σύνθεση σαν αυτοσχεδιασμός, σαν ένταση, σαν πάθος, σαν… σαν… σαν…
Μνεία λοιπόν στο “Stablemates” (σύνθεση του BennyGolson) με τον DexterGordonστο τενόρο και άλλους Ολλανδούς στο team (με τον Inekeπάντα στα ντραμς), ένα εκπληκτικό bopμε φοβερά φυσήματα του Gordonκαι συνεχείς αλλαγές σε συγχορδίες, σε tempo, σε μελωδικές επινοήσεις στα πάντα. Τρομερό επίσης και το υπερηχητικό “Walkin’” με το τενόρο του GeorgeColemanνα πετάει σπίθες και με το μπάσο (RobLangereis)-ντραμς (EricIneke) να ακολουθεί… ασθμαίνοντας.
Αν και ξεχώρισα δύο tracks, φοβάμαι πως αν πω ότι υπάρχει μέτριο κομμάτι εδώ πέρα θα υποπέσω σε ασυγχώρητο λάθος.
Ένα πέρα για πέρα απολαυστικό CDείναι το “LetThereBeLifeLoveandLaughter”, που ήρθε στα χέρια μου από το… πουθενά. Ειλικρινάτολέω.

DUSAN JEVTOVIC fusion του παλιού καιρού με πολλές αναφορές και προσωπικά στοιχεία

$
0
0
Για το σέρβο κιθαρίστα DusanJevtovicέχουμε γράψει κι άλλη φορά, όταν αναφερθήκαμε στο άλμπουμ του “AmIWalkingWrong?”, που είχε κυκλοφορήσει κι εκείνο από την MoonJune, το 2013. Στο παρόνNoAnswer [MoonJune, 2017] ο Jevtovic«απλώνει» εννέα δικές του συνθέσεις, τις οποίες διεκπεραιώνουν (πλην του ιδίου) οι VasilHadzimanovδιάφορα πλήκτρα και AsafSirkisντραμς. Δεν υπάρχει μπάσο δηλαδή στην ηχογράφηση, αν και κάποιο πλήκτρο κάνει καλή δουλειά.
Ο Jevtovicείναι βασικά συνθέτης – όχι πως δεν είναι και επαρκής ως εκτελεστής. Εννοώ πως έχει άποψη για το τι θέλει να κάνει, να προτείνει, και για το πώς γουστάρει, περαιτέρω, να ηχεί η κιθάρα του. Κάτι που ήταν φανερό και από το προηγούμενο CDτου εξάλλου. Έτσι λοιπόν μέσα στο κυρίως σώμα του fusion, τη ηλεκτρικής επικοινωνίας της jazzμε το rock, ο Jevtovicπαίρνει θέση. Μια θέση δική του, κοντολογίς, που χαρακτηρίζεται από τους υπαινιγμούς στον κιθαριστικό ήχο της ECM (TerjeRypdalκυρίως, λιγότερο JohnAmbercrombie), αλλά και στο κλασικό ροκ… των PinkFloydπ.χ. (άκου το φερώνυμο track, το τέταρτο τού CDτου, που συνδυάζει και τα δύο). Υπάρχουν επίσης συνθέσεις, όπως η “Lifetime” που ηχούν περισσότερο bluesy, και με επαρκή μέτρα αυτοσχεδιασμού, ενώ άλλες είναι πιο απλωμένες στο χρόνο, πιο ambientνα τις πούμε, εμφανίζοντας σχεδόν πάντα εκείνο το nordicκλίμα (του Rypdalκαι άλλων – μη κιθαριστών εννοώ). Συχνά, συχνότατα επίσης, συνοδοιπόρος του Jevtovicείναι ο Hadzimanovστο πιάνο, ενώ ο Sirkisέχει ενισχυμένο ρόλο – να κρατάει το ρυθμικό τμήμα, συχνά, με ελεύθερους ρούλους.
Ωραίο ηλεκτρικό άλμπουμ, που δεν θα περάσει απαρατήρητο από τους φίλους του είδους.
Επαφή: www.moonjune.com

Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΥΡΚΑΓΙΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 100 ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΙΝ

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 45

$
0
0
25/9/2017
Κάποτε (τις παλιές εποχές) νόμιζα πως δεν υπήρχε γελοιοδέστερο από το ν’ ακούς ρεφορμιστές να τραγουδούν το «Πάγωσε η τσιμινιέρα». Τώρα το τραγουδούν στο φεστιβάλ της ΚΝΕ υποστηρικτές των μνημονίων… και κιχ δεν ακούγεται.
Ασ’ το κάτω το τραγούδι ρε φίλε…

24/9/2017
Με συγχωρείς που σε απασχολώ. Δε θα το ξανακάνω…

23/9/2017
Οι δικηγόροι εξακολουθούν να έχουν τις πιο ψαρωτικές βιβλιοθήκες. Σειρές «μαυρίλα» αδερφάκι μου… Ερήμην παράσταση τώρα... Χάθηκαν ένα-δυο στικάκια;
(Ο νομικός και καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Νίκος Αλιβιζάτος σε φωτό από το protagon)

23/9/2017
Δημοκρατία είναι να ανεβάζει ποστ στο facebook ο Τζήμερος.
Ολοκληρωτισμός είναι να τα διαβάζουν και να γελάνε όλοι.

21/9/2017
Δεν ξέρω πόσοι από ’σας θυμούνται το PHENOMENON ένα ηχομουσικό περιοδικό που έβγαινε το 1982-83. Πρέπει να τυπώθηκαν καμιά δεκαριά τεύχη (παραπάνω μάλλον) και αυτό που βλέπετε είναι το 4 (με τον David Byrne στο εξώφυλλο) από τον Αύγουστο του ’82.
Το PHENOMENON έμοιαζε με τον Ήχο, αλλά ήταν χειρότερο. Λίγα πράγματα άξιζαν απ’ αυτά που διάβαζες εδώ, παρότι μέσα υπήρχαν πολλές και γνωστές πένες (και της εποχής και του σήμερα). Θέλετε ονόματα; Να μερικά: η Μαρία Μαρκουλή, ο Ίκαρος, ο Νταλούκας, ο Ραράκος κ.ά. Διευθυντής σύνταξης ήταν ο Μάκης Χ. Μηλάτος, αλλά δεν ξέρω ποιος από τους δύο Μηλάτους ήταν αυτός. Μάλλον ο γνωστότερος. Υπάρχει η εύκολη λύση με τις συνεντεύξεις (Σιδηρόπουλος, Μικρούτσικος, Ross Daly…) που τις περισσότερες φορές –όχι πάντα– είναι βαρετές και βεβαίως ελάχιστη άλλη ύλη που έχει κάτι να πει – με τις μεταφράσεις να κρατάνε το όποιο ενδιαφέρον. Από μια τέτοια μεταφρασμένη συνέντευξη του Paul Weller διαβάζουμε:
– Πολλοί λένε πως τα ελαφρά ναρκωτικά ή ακόμα και η ηρωίνη με μέτρο κρατάει καθαρό το μυαλό… 
–Βλακείες. Λένε ότι οι αμφεταμίνες σε βοηθούν να γράψεις, αλλά όλα αυτά είναι γελοία, αν θες τη γνώμη μου. Τα ναρκωτικά, τα παραισθησιογόνα, ακόμα και το χασίς ή η μαριχουάνα σου δημιουργούν μιαν άλλη αίσθηση, σε βάζουν σε διαφορετική διάσταση. Δεν είναι όμως δικιά σου αυτή η διάσταση. Δεν είναι ΕΣΥ.

20/9/2017
Αυτοί οι πονηροί που λένε ότι από την Αθήνα μέχρι τα Γιάννενα είναι «λιγότερο από 3,5 ώρες» μέσω Ολυμπίας και Ιονίας οδού καμώνονται τους οδηγάρες.
Μόνο άμα σε κυνηγάνε… εκατό, λιμενικό και στρατονομία μαζί μπορεί να το κάνεις τόσο. Σε κάθε άλλη περίπτωση θα υπερβείς σίγουρα τα κατά τόπους όρια ταχύτητας σε στροφές, σήραγγες κ.λπ. (άρα θα παρανομήσεις), δεύτερον θα έχεις γερό προστάτη (αν είσαι άντρας) και δε θα σταματήσεις ούτε για κατούρημα και τρίτον θα έχεις κινηθεί στους δρόμους στις… 32 του άλλου του μηνός τότε που είναι τελείως άδειοι και χωρίς διόδια (με τις φυσιολογικές καθυστερήσεις τους).
Κανονικά, θες πάνω από 4 ώρες (χωρίς στάση). Ή και πολύ επάνω, αν πρέπει να διανύσεις και τη μισή Αθήνα ή να κάνεις τον κύκλο της Αττικής Οδού.

20/9/2017
ΠΑΝΤΑ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ
>> Μητέρα όλων των μαχών υπήρξε ωστόσο το ντέρμπι των μεγιστάνων (Ωνάσης, Νιάρχος, Βαρδινογιάννης, Ανδρεάδης, Λάτσης κ.ά) για το 3ο διϋλιστήριο της χώρας. Ο Παπαδόπουλος τάχθηκε αποφασιστικά υπέρ του Ωνάση, σε βίλα του οποίου (στο Λαγονήσι) έμενε αντί συμβολικού ενοικίου, ενώ ο Μακαρέζος υπέρ του Νιάρχου. Η σύγκρουση έφτασε στα άκρα, με απόπειρες πραξικοπημάτων κι έκτακτους ανασχηματισμούς. Τελικά ο Ωνάσης τα παράτησε, ακυρώνοντας τη «μεγαλειώδη» σύμβαση που είχε υπογράψει και παίρνοντας πίσω την εγγύησή του, το 3ο διϋλιστήριο μοιράστηκε μεταξύ Ανδρεάδη και Λάτση (ΦΕΚ 1972/Α/130) κι ένα 4ο παραχωρήθηκε στο Βαρδινογιάννη (ΦΕΚ 1972/Α/181)<<

20/9/2017
Φτάνει πια μ’ αυτά τα ανελέητα μνημόσυνα στο facebook. Κάθε μέρα του χρόνου έχουν πεθάνει δεκάδες… φίρμες μέσα στους αιώνες. Όλες θα τις «θυμηθείτε»; Βρείτε καμιάν άλλη αφορμή για να γράψετε για το Σκαλκώτα και τον Jim Croce, που πέθαναν «σαν σήμερα». Ή ακόμη καλύτερα να γράφετε χωρίς γενική αφορμή. Επειδή, απλά, κάτι θυμηθήκατε εσείς…
Πάντως το πιο αστείο του πράγματος είναι όταν τα μνημόσυνα περιλαμβάνουν και άτομα που έζησαν στην Αναγέννηση ή και ακόμη πιο πίσω… Βυζάντιο ξέρω ’γω, αρχαιότητα… 

20/9/2017
Το πολιτικό κέντρο είχε ένα νόημα μέσα στην ιστορία, σε συγκεκριμένες περιόδους, καθώς αποτέλεσε ανάχωμα στην εμφυλιοπολεμική δεξιά και ακροδεξιά λαίλαπα (Γκοτζαμάνηδες κ.λπ.). Σήμερα το κέντρο είναι ουσιαστικά ανύπαρκτο, και σωστά, όπως ανύπαρκτες είναι και οι υποκατηγορίες του «κεντροαριστερά», «κεντροδεξιά» κ.λπ. Η ψευτο-ανασύστασή του τύπου «μεγάλη δημοκρατική παράταξη» υπό κάποιον κύριο-τίποτα (π.χ. Καμίνης) έχει ολοφάνερα μιντιακό και δημοσκοπικό σπρώξιμο και δεν αφορά καθόλου την κοινωνία, όπως έχει αποδειχθεί εσχάτως πολλές φορές (βλ. τα αποτυχημένα παραδείγματα των κομμάτων Θεοδωράκη, Ντόρας, Μάνου και λοιπά και λοιπά.).

LOSEN RECORDS μια νορβηγική εταιρεία με πολύ και καλό υλικό – και όχι μόνο τζαζ

$
0
0
Γράφουμε συχνά για άλμπουμ της Losenστο δισκορυχείον. Οι Νορβηγοί χτίζουν σιγά-σιγά έναν πολύ ενδιαφέροντα κατάλογο εντός του οποίου ο καθένας από ’μας μπορεί, πάντα, να ανακαλύψει ουκ ολίγες «εκπλήξεις».
MARILENA PARADISI, KIRK LIGHTSEY: Some Place Called Where [LOS 187-2, 2017]
Διαβάζοντας το όνομα “MarilenaParadisi” μού δημιουργήθηκε η εντύπωση πως είχαμε να κάνουμε με Ελληνίδα (του εξωτερικού). Το έψαξα λίγο στο δίκτυο, αλλά δεν βρήκα κάτι σχετικό. Η κυρία Paradisiείναι Ιταλίδα, γεννημένη στο Μιλάνο, κάνει από τα ninetiesκαριέρα στην jazz, ως τραγουδίστρια, έχοντας τώρα να μας προτείνει ένα άλμπουμ, για πιάνο-φωνή, που ολοκλήρωσε με το θρύλο πιανίστα KirkLightsey. Εντάξει, μπορεί να μην είναι πολύ γνωστός ο Lightsey, έχει όμως μια φοβερή ιστορία πίσω του (και προσωπική και μέσα από συνεργασίες), που χάνεται στα sixties. Στην μπάντα του ChetBakerστα μέσα του ’60, ο Lightseyέχει ένα jazz-funkLPαπό το 1974 (τυπωμένο στη Νότια Αφρική!), που είναι το πρώτο προσωπικό του, και που αξίζει πολλά λεφτά (κυριολεκτικώς και μεταφορικώς). Έχει και άλλα πολλά βεβαίως στην πορεία…
Εδώ, στο “SomePlaceCalledWhere”, Paradisiκαι Lightseyσυνεργάζονται σε μια σειρά κομμάτια, διασκευές βασικά, φανερώνοντας την άνεσή τους στην ερμηνεία του κλασικού και λιγότερο κλασικού αμερικανικού ρεπερτορίου. Τραγούδια, με άλλα λόγια, των LeonardBernstein, DoriCaymmi, RonCarter, WayneShorterκ.λπ., συν ένα πρωτότυπο (το τελευταίο), στο οποίο ο Lightseyακούγεται και στο φλάουτο – με την Paradisiνα κυριαρχεί, ως φωνή, και με το πιάνο να δημιουργεί όλα εκείνα τα ρυθμικά και μελωδικά περιβάλλονται πάνω στα οποία «κάθονται» τα λόγια. Η φωνή τής Paradisiείναι mezzo, που σημαίνει πως έχει και υψηλές και χαμηλές καλές περιοχές, άρα και το πλεονέκτημα να διαχειρίζεται τη φωνητική της γκάμα με τον δικό της τρόπο, αξιοποιώντας στο έπακρο τις ποικίλες τεχνικές της. Άλλοτε σε χαμηλούς τόνους, άλλοτε με πιο θεατρική εκφορά, άλλοτε με αυτοσχεδιαστικές παρεκκλίσεις κ.λπ., η Paradisiείναι πάντα εκεί για να πει με τον τρόπο της μερικά κλασικά τραγούδια, όπως το “Autumnnocturne” (1941) ή το “Likealover”. Καιταλέειπολύκαλά.
LRK TRIO: If you Have a Dream [LOS 186-2, 2017]
Οι LRKTrioείναι Ρώσοι, από τη Μόσχα, και αποτελούνται από τους EvgenyLebedevπιάνο, πλήκτρα, ακορντεόν, AntonRevnyukκοντραμπάσο, ηλεκτρικό μπάσο και IgnatKravtsovντραμς, πλήκτρα – με τα αρχικά των επωνύμων τους (L, R, K) να δίνουν την ονομασία στο σχήμα τους. Στην ηχογράφηση τού “IfyouHavea  Dream” δεν είναι πάντως οι τρεις τους. Συμμετέχουν ακόμη ένας αρμονικίστας, δύο πνευστοί κι ένα κουαρτέτο εγχόρδων (δύο βιολιά, βιόλα, τσέλο). Όχι σε όλα τα κομμάτια εννοείται… σε κάποια. 
Δεν ξέρω αν οι e.s.t. αποτελούν μιαν αναφορά για τους Ρώσους, όμως το άλμπουμ τους πάλλεται από ’κείνα τα έντονα, τα δυναμικά ηχοχρώματα του τζαζ-ρομαντισμού, με τα οποία μας είχαν συνηθίσει οι Σουηδοί από τα nineties. Βεβαίως οι Ρώσοι, που διαθέτουν επίσης ισχυρό μελωδικό οπλοστάσιο, είναι πιο ηπίων τόνων και με μικρότερη πειραματική διάθεση από τους e.s.t. – και άρα ίσως να είναι πιο κοντά στο Marcin Wasilewski Trio κ.λπ. Σε κάθε περίπτωση το LRKTrioέχει πράγματα να πει, με το IfyouHavea  Dream” να διαθέτει εξαιρετικές, πρωτότυπες στιγμές, καθώς και μια διασκευή (τη μόνη) στο “Zingaro” του A.C. Jobim (εδώ με έγχορδα και φυσαρμόνικα).
LUCA AQUINO: Aqustico Vol 2 [LOS 182-2, 2017]
Εντάξει, το “AqusticoVol2” είναι από ’κείνα τα άλμπουμ, που επιχειρούν εξ αρχής να πρωτοτυπήσουν – και κάποια, πολλά ή λίγα, έχουν τον τρόπο και το καταφέρνουν. Άλμπουμ για δύο είναι το παρόν. Για τον τρομπετίστα-φλουγκελχορνίστα LucaAquinoκαι για τον ακορντεονίστα CarmineIoanna. Οι δυο τους, που χειρίζονται και εφφέ, και που βοηθιούνται και από έναν περκασιονίστα σε δύο tracks, περιπλανιούνται σε δικό τους βασικά υλικό (εφτά θέματα δικά τους, δύο διασκευές), συγκεράζοντας ποικίλες αναφορές – αλλά βασικά από την jazzκαι τις «μουσικές του κόσμου». Όχι δεν είναι ethnicτο “AqusticoVol2”, και, γενικώς, είναι δύσκολο να το χαρακτηρίσεις με μια λέξη. Οπωσδήποτε η jazzκαι η λελογισμένη αυτοσχεδιαστική προσέγγιση είναι προφανείς, αλλά άλλο τόσο προφανής είναι και η διάθεσή τους να προσεγγίσουν τις διάφορες παραδόσεις (ακόμη και τις βαλκανικές) με μια πρωτοτυπία. Το καταφέρνουν, επειδή είναι λιτοί, οι Ιταλοί, κι έχουν ιδέες.
AINA FRIDÉN: Up High [LOS 176-2, 2017]
Η τραγουδίστρια AinaFridénείναι περίπτωση. Αν και έχει μια 20ετία τουλάχιστον στη σκηνή, όντας γνωστή σε τοπικό (νορβηγικό) επίπεδο, συνήθως σε συνεργασία με τον κιθαρίστα FrodeKjekstad, μόλις τώρα κυκλοφορεί το πρώτο προσωπικό CDτης. Ο Kjekstadείναι φυσικά πάντα δίπλα της, δίπλα της όμως είναι και άλλοι καλοί μουσικοί (UlfJohanssonWereπιάνο, RogerWilliamsenμπάσο, HermundNygårdντραμς), που όλοι μαζί δημιουργούν ένα θαυμάσιο άλμπουμ τραγουδιστικής τζαζ – ασυζητητί απ’ αυτά που εσχάτως ξεχωρίζουν. Γιατί το λέω αυτό; Λόγω της φωνής της Fridén… κι εδώ θα πω μία μεγαλύτερη ακόμη κουβέντα. Η Fridénφέρνει στο νου μου τον τρόπο της μεγάλης KarinKrog, όχι μόνο επειδή διαθέτει «κάτι» από το ηχόχρωμά της, όσο γιατί έχει τις τεχνικές τής Krogκαι κυρίως την ικανότητα να «κρατάει» τις λέξεις στο στόμα της, πλουτίζοντας ή γενικότερα αλλάζοντας το τελικό «σκάσιμό» τους. Τούτο δεν το ακούς συχνά από τις τζαζ τραγουδίστριες, που νομίζουν ότι το να τραγουδάς τζαζ είναι κάτι σαν να τραγουδάς pop, rockή ό,τι άλλο σχετικό.
Εδώ, θέλω να πω, έχουμε μια τζαζ-τζαζ φωνή, με μεγάλες δυνατότητες σε κάθε επίπεδο (δεν λείπει ακόμη και η θεατρικότητα από την Fridén), που αξίζει και με το παραπάνω να προσεχτεί.
(Το ρεπερτόριο της Fridén, όπως μας αποκαλύπτεται εδώ, αποτελείται από jazzstandards, συν κάποια originals, συνθέσεις της Fridénκαι του Kjekstad).
THE TRONOSONIC EXPERIENCE: S/T [LOS 174-2, 2017]
Για το τέλος μια ακόμη νορβηγική έκπληξη από τον πάντα ενδιαφέροντα κατάλογο της Losen. Πρόκειται για το παρθενικό άλμπουμ των TronosonicExperience, μιας τετράδας (OleJørganBardalσαξόφωνα, ØyvindNypanκιθάρες, PerHaraldOttesenμπάσο, IverLoeBjørnstadντραμς, κρουστά) που κινείται στο μεταίχμιο της jazzμε το rock– αν και τις περισσότερες φορές το rockείναι εκείνο που υπερισχύει.
Να τους πεις progressiveτους Νορβηγούς, σύγχρονο progressive, χωρίς ανεξόφλητα γραμμάτια, δεν θα ήταν και άσχημο, καθότι, και όπως διάβασα, οι ίδιοι ομνύουν σε BlackSabbath, KingCrimson, TerjeRypdal, μα και σε JohnColtrane, CecilTaylorκ.λπ. (Ρίχνουμε και λίγο Canterburysoundανάμεσα – δε χάλασε ο κόσμος). Με ολοδικές τους συνθέσεις, που εναλλάσσονται από… πιο-jazz, σε… πιο-rock, με αξιοπρόσεκτα riffsκαι πενιές καθαρές και «βρώμικες» (τα wah-wahπάνε σύννεφο), με rhythmsectionακμαίο και δυναμικό, και με τα σαξόφωνα να τονίζουν τις σκληρές μελωδικές αρετές τους, οι TronosonicExperienceείναι ένα συγκρότημα, που μπορεί να ψαρέψει ακροατήρια από πολλές και διαφορετικές περιοχές. Ψάξτε τους…
Επαφή: www.losenrecords.no
  

τρία free / jazz / avant CD της ιταλικής Amirani Records

$
0
0
GIANNI LENOCI, FRANCESCO CUSA: Wet Cats [Amirani]
Ο 54χρονος GianniLenociείναι από τους σημαντικούς, σημερινούς, ιταλούς πιανίστες-αυτοσχεδιαστές. Είναι δε, φρονώ, γνωστός και στην Ελλάδα, αφού έχει συνεργαστεί σε παραστάσεις και στη δισκογραφία με τον Σάκη Παπαδημητρίουκαι την Γεωργία Συλλαίου (άκου, ας πούμε, το “Nosferatu A Monopoli” από το 2005). Έχουμε γράψει κι άλλες φορές στο δισκορυχείονγια δίσκους στους οποίους συμμετέχει ο Lenociκαι τώρα έχουμε ακόμη έναν.
Αυτή τη φορά ο ιταλός μουσικός, που χειρίζεται πιάνο, προετοιμασμένο πιάνο και ξύλινο φλάουτο, συνεργάζεται με τον ντράμερ FrancescoCusa, σε μια σύνθεση για πιάνο-κρουστά (βασικά). Λέω «μια σύνθεση», επειδή υπάρχει ένα μόνο κομμάτι στο άλμπουμ, που διαρκεί σχεδόν 52 λεπτά.
Είναι ολοκληρωμένο αυτό που παρουσιάζουν οι Lenociκαι Cusa. Έχει συνοχή, εκπλήξεις, αλλαγές, ειρμό και συνεχείς αυτοσχεδιαστικές περιδινήσεις, που κάνουν «εύκολη» την παρακολούθησή του. Φυσικά, κάτι τέτοιο οφείλεται κατά πρώτον στη φαντασία και το ταλέντο του Lenoci, που ξέρει, χρόνια τώρα, να «τραβάει» απ’ όλο το σώμα του πιάνου ξεχωριστά ηχοχρώματα, ενώ και ο Cusa, που συνοδεύει με διαφόρων ειδών μπαγκέτες, είναι πάντα «εκεί» έτοιμος να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ενός τέτοιου ντούο. Έτσι, λοιπόν, σε μια σύνθεση που ξεπερνάει τα 50 λεπτά, την “Wetcats”, δεν είναι… παράλογο να συναντήσεις μέρη κάπως πιο συμβατικά (με τη μελωδική γραφή να ακολουθεί minimalκατευθύνσεις), περάσματα που να έχουν εντός τους τη δύναμη του rock (περί το 25ο-26ο λεπτό) και βεβαίως φάσεις ήπιες, χαμηλών τόνων, με πιο σαφή ρομαντική διάσταση. 
Όλα αυτά εν σειρά σ’ ένα άλμπουμ ελεύθερο και μελετημένο στον ίδιο βαθμό.
LUCA SEGALA LIBERTRIO: La Rete di Indra [Amirani]
Πολύ ωραίο κλασικό τζαζ σχήμα, οι Libertrioτου τενόρο σαξοφωνίστα LucaSegalaμας συστήνονται εδώ μ’ ένα CD, που πετάει φωτιές. Εννοώ πως το σχήμα (GianlucaAlbertiκοντραμπάσο, TonyBoselliντραμς οι υπόλοιποι δύο) είναι πολύ δυνατό παίζοντας σε φουλ φάση και πάντα επάνω στην αμερικάνικη blues, bopκαι post-bopπαράδοση. Έτσι, είτε στις μπαλάντες (μέσω των οποίων καταγράφονται οι πιο ισχυρές και κολλητικές μελωδίες – άκου π.χ. το “Aprayer”), είτε στα πιο γρήγορα θέματα οι Ιταλοί αποδεικνύονται πολύ διαβασμένοι… σ’ αυτό το κλασικό για τους Αμερικανούς τζαζ ύφος, το οποίο οι Ευρωπαίοι το έχουν πια, στην καθαρότητά του, μάλλον λησμονημένο. Εννοώ πως εδώ έχουμε καθαρή... αμερικάνικη τζαζ, παιγμένη με πολύ εκφραστικό τρόπο, χωρίς ευρωπαϊκές «έντεχνες», αβάντ, ρομαντικές ή… μεσογειακές προσμείξεις. Και είναι αυτό, εν τέλει, που κάνει το “LaRetediIndra” ενδιαφέρον. Η καθαρότητα και η σαφήνεια του ή και το χιούμορ του (“Tonyshungry”).
SZILÁRD MEZEI, NICOLA GUAZZALOCA: Lucca and Bologna Concerts [Amirani]
Να ’μαστε λοιπόν και στα δικά μας. Σ’ ένα άλμπουμ, εννοώ, που ταιριάζει απολύτως με το προφίλ, που έχει οικοδομήσει αυτά τα τελευταία χρόνια η ιταλική εταιρεία – ένα προφίλ που υπηρετεί επακριβώς το “LuccaandBolognaConcerts” (τα κονσέρτα στις πόλεις Λούκκα και Μπολόνια δηλαδή) των SzilárdMezeiβιόλα και NicolaGuazzalocaπιάνο, αντικείμενα. Πρόκειται λοιπόν για τις ζωντανές ηχογραφήσεις των δύο αυτοσχεδιαστών σ’ αυτές τις πόλεις, που προαναφέραμε, εγγραφές που συνέβησαν τον Αύγουστο του ’15 και τον Απρίλιο του ’16.
Το υλικό που ακούγεται εδώ είναι τελείως αυτοσχεδιαστικό, ασχέτως αν ο καθείς μπορεί να διακρίνει μέσα από το… ωραίο χάος κάποιες καλυμμένες ή λιγότερο καλυμμένες αναφορές. Βασικά, αυτό που «ξεσκεπάζει», εδώ, τους δύο μουσικούς είναι το κομμάτι “ThirdimprovisationinLucca”, στο οποίο διασκευάζεται ένα ουγγρικό λαϊκό τραγούδι (δεν χρειάζεται να ξέρεις και πολλά, για να καταλάβεις πως πρόκειται για κάτι τέτοιο). (Η Ουγγαρία είναι η πατρίδα του Mezei, ασχέτως αν ο ίδιος είναι γεννημένος στη Σερβία). Αυτό το κομμάτι χαρακτηρίζει το πρώτο live, που αποτελείται από τέσσερα tracksπου κινούνται στα κλασικά πεδία της free / avant / jazz.
Παρότι το δεύτερο live(κι αυτό των τεσσάρων tracks) δεν απέχει χρονικά και τόσο πολύ από το πρώτο ακούγεται κάπως «αλλιώς». Είναι πιο εικονοκλαστικό, πιο δυναμικό και εν τέλει πιο «άγριο», με εξάπτουσα φαντασία και εντυπωσιακά παιξίματα.

Γιατί δεν υπάρχουν πλέον μεγάλα μουσικά κινήματα; Γιατί δε βγαίνουν πια πολύ μεγάλοι δίσκοι και διαχρονικά τραγούδια; Τι πήγε στραβά στη δισκογραφία, μετά την εξάπλωση του ιντερνέτ;

$
0
0
Πολύ δύσκολα τα ερωτήματα, και γι’ αυτό το λόγο το κείμενο είναι παντελώς ανοιχτό. Και για μένα, και για όποιον άλλον θελήσει να πει μια γνώμη. Να διαφωνήσει, να συμφωνήσει ή να προσθέσει κάτι ακόμη.
Πρόκειται, εξάλλου, για μια συζήτηση που γίνεται χρόνια τώρα στις παρέες των μουσικόφιλων –τουλάχιστον τον παλιότερων, που έζησαν και την προ-ιντερνέτ εποχή– και που δεν έχει, οριστικά, καταλήξει κάπου. Ακούγονται απόψεις – άλλες σοβαρές και γόνιμες και άλλες εξωπραγματικές ή αφοριστικές. Φυσικά, το θέμα είναι ευρύτερο, απασχολεί και έξω, για να μην πω κυρίως έξω (γράφονται βιβλία, άρθρα κ.λπ.), αλλά, εδώ, δεν θα συνοψίσω το τι διαβάζω, τι ακούω ως συμμετέχων σε κουβέντες, ούτε το τι φτάνει από μακριά στ’ αυτιά μου. Θα παραθέσω κάποιες δικές μου σκέψεις, που με απασχολούν καιρό τώρα (που μπορεί να είναι και άλλων) και τις οποίες θέτω, τώρα, προς… δημόσια διαβούλευση.
Κατ’ αρχάς πρέπει να συμφωνήσουμε σε κάτι βασικό. Πως η εμφάνιση και η εξάπλωση του ιντερνέτ άλλαξε τον τρόπο που ακούμε και σκεφτόμαστε γύρω από τη μουσική. Άρα, χοντρικά, από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 και μετά, κάτι αλλάζει.
Επίσης, πρέπει να συμφωνήσουμε στον τίτλο του κειμένου. Πως δεν υπάρχουν πια μουσικά κινήματα που ν’ αποτελούν παγκόσμια φαινόμενα (τύπου beat, soul, punk, disco, grunge κ.λπ.) και πως δεν βγαίνουν πια οι πολύ μεγάλοι δίσκοι και τα πολύ μεγάλα τραγούδια, που θα χαρακτηρίσουν βαθιά ένα κίνημα (που δεν υπάρχει έτσι κι αλλιώς), μιαν εποχή ή μια δεκαετία.
Φυσικά παγκόσμιες επιτυχίες παράγονται, βλέπε το “Despacito” φερ’ ειπείν που πλησιάζει τα 4 δισεκατομμύρια χτυπήματα στο YouTube, ή το “Gangnam style”, πριν λίγα χρόνια, που πλησιάζει κι αυτό τα 3 δισεκατομμύρια, αλλά τούτο δε σημαίνει κάτι. Δεν υπάρχει τίποτα πίσω απ’ αυτά τα τραγούδια. Κανένα κίνημα μουσικό, τίποτα που να κομίζει κάτι νέο, μια καινούρια πρόταση. Στην ποπ έστω.

Η συνέχεια εδώ…

LAUREN KINHAN φωνή των New York Voices

$
0
0
Γνωστή στους παροικούντες από τη συμμετοχή της, βασικά, στο φωνητικό σχήμα NewYorkVoices(με το οποίο ηχογραφεί εδώ και δεκαετίες), η τραγουδίστρια LaurenKinhanέχει καινούριο προσωπικό CDυπό τον τίτλο ASleepinBee[DottedI, 2017], στο οποίο αποτίνει φόρο τιμής στη NancyWilson, που εφέτος κλείνει τα 80 χρόνια της. Η Laurenεστιάζει κυρίως στην καριέρα της Wilsonστη δεκαετία του ’60, όταν η μεγάλη τραγουδίστρια της jazzσυνεργαζόταν με το κουιντέτο του πιανίστα GeorgeShearing (δες το άλμπουμ “The Swingin’s Mutual!” στην Capitolαπό το 1961), όπως και με το κουιντέτο του άλτο σαξοφωνίστα CannonballAdderley (δες το LP“Nancy Wilson/ Cannonball Adderley” επίσης στην Capitolαπό την ίδια χρονιά).
Έτσι, απότοδεύτεροάλμπουμ(ηKinhan) διαλέγειναπειτα“Save your love for me”, “Never will I marry”, “The old country”, “Happy talk” και“A sleepin’ bee”, ενώαπότοπρώτοτα“Born to be blue” και“Let’s live again”, συμπληρώνονταςμετο“Guess who I saw today” (πουείχεπειηWilson στο“The Nancy Wilson Show!” του 1965), το“(You don’t know) How glad I am” (απότο“How Glad I am” του 1964) καιτοκλασικό“You don’t know what love is” (πουείχεπεισε 45άριηWilson το’63).
Hενορχήστρωση (πιάνο, μπάσο, ντραμς, τρομπέτα – η τρομπέτα της IngridJensen) είναι φυσικά προσεγμένη, με την Kinhanνα κινείται με παροιμιώδη άνεση σ’ αυτά τα κλασικά φωνητικά jazzμονοπάτια, δείχνοντας στόφα πολύ μεγάλης τραγουδίστριας σε κομμάτια όπως το “Youdontknowwhatloveis”, που το λέει έξοχα (με τη mezzoφωνή της να ανεβαίνει και να κατεβαίνει, αλλάζοντας συνεχώς χρωματισμούς) ή το “GuesswhoIsawtoday”, που και αυτό –όπως και κάθε ένα, εδώ που τα λέμε, απ’ αυτά τα τραγούδια– διακρίνεται για την ίδιαν απέριττη και ουσιαστική προσέγγισή του, όχι μόνον από την ίδια την Kinhan, μα και απ’ όλη την ορχήστρα.

o FRED HERSCH είναι ένας σημαντικότατος, σύγχρονος, τζαζ πιανίστας

$
0
0
Πρόκειται για έναν από τους μεγαλύτερους, σημερινούς,πιανίστες της jazz, καθώς τυγχάνει καθολικής αναγνώρισης και κάθε εμφάνισή του, κάθε ηχογράφησή του, είναι πάντα ένα σημαντικό γεγονός. Για τον Fred Herschο λόγος που είναι επίσης γκέι ακτιβιστής, κάτι που οπωσδήποτε δεν αφορά μόνο στη ζωή του, αλλά και στην τέχνη του και που έχει κι ένα βιβλίο, προσφάτως, σε κυκλοφορία – την αυτοβιογραφία του βασικά, που έχει τίτλο GoodThingsHappenSlowly: ALifeInandOutofJazz.
Έτσι, και μαζί με το βιβλίο του, ο Herschείπε να μας ψυχαγωγήσει κιόλας μ’ ένα ακόμη τζαζ σόλο-πιάνο άλμπουμ του (το εντέκατο σόλο του!), το οποίο είναι ηχογραφημένο τον προηγούμενο Απρίλιο στη Σεούλ της Νότιας Κορέας. Όπως λέει και ο ίδιος στο εσώφυλλο:  
«Παίζω τζαζ για περισσότερο από 40 χρόνια και μπορώ να πω ότι η καλύτερή μου φάση είναι όταν κάθομαι μόνος μου απέναντι στο πιάνο και λέω… “άιντε, για να δούμε τώρα τι θα συμβεί”. Έχω ανακαλύψει πως η τζαζ δεν είναι ακριβώς το να παίξεις αυτά που ξέρεις, αλλά μουσικά να πας σ’ εκείνα τα μέρη που δεν έχεις πάει ποτέ».
Αυτή τη βασική αρχή ο Herschτην εφαρμόζει και στο “{openbook}” [Palmetto, 2017], είτε παρουσιάζει δικά του κομμάτια, όπως το 20λεπτο “Throughtheforest”, είτε στις διασκευές του – BennyGolson, A.C. Jobim, BillyJoelκαι TheloniousMonk, όπως πάντα. Το παίξιμό του έχει μια φινέτσα και μια ιδιοτροπία ταυτοχρόνως, που το κάνει μοναδικό. Χωρίς να είναι γρήγορος, απεναντίας προτιμάει τις μέσες και τις αργές ταχύτητες, oHerschέχει έναν τρόπο να σε κερδίζει με την ηρεμία του στυλ του, τις «περίεργες» εναλλαγές συγχορδιών, την αρμονική ανάπτυξη των κομματιών του, την άνεσή του να συνθέτει σαν να αυτοσχεδιάζει και τούμπαλιν, το πάθος του στο παίξιμο που δεν είναι συγκρατημένο, αλλά ευγενές.
Το “{openbook}” φαίνεται να είναι ένα απλό σόλο άλμπουμ, αλλά παρακολουθώντας το αντιλαμβάνεσαι πως οι διαστάσεις του είναι πολλές και ποικίλες, και ρωμαλέες με τον τρόπο τους – καθορισμένες άπασες από το ταλέντο ενός σημαντικότατου μουσικού.
Επαφή: www.fredhersch.com

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 46

$
0
0
29/9/2017
Η ΟΡΧΗΣΤΡΑ ΤΟΥ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΛΑΒΡΑΝΟΥ (περί το 1967-68)
Γεράσιμος τρομπέτα, Χάρης Χαλκίτης μπάσο (πίσω αριστερά), Νίκος Λαβράνος ντραμς... Τους υπόλοιπους τρεις βαριέμαι τώρα να τους ψάξω, αλλά κάποια στιγμή θα το κάνω. Εκτός κι αν με προλάβετε... 

28/9/2017
Αυτή η ιστορία με τις διαδικτυακές αξιολογήσεις, σε τουριστικούς προορισμούς, ξενοδοχεία, εστιατόρια, ακόμη και σε ταινίες κ.λπ. –εκεί όπου ο κάθε πικραμένος μεταφορικά ή κυριολεκτικά μπορεί να γράψει ό,τι του κατέβει… ελεύθερα πάντα– πρέπει να είναι μία από τις μεγαλύτερες ηλεκτρονικές μπαρούφες, γύρω από την οποία απλώνονται πολλά εκατομμύρια. Το παιγνίδι είναι χοντρό και μια «κακή» αξιολόγηση, που μπορεί να είναι και κατευθυνόμενη –ποιος θα ελέγξει την αυθεντικότητα και την αξιοπιστία των κρίσεων;– μπορεί να βάλει λουκέτο σε υγιείς επιχειρήσεις ή να δώσει φτερά σε απατεώνες.
Εγώ προτιμώ να την πατάω, και να λαμβάνω μόνος μου τα μέτρα μου όταν υπάρχει λόγος σοβαρός, παρά να εμπιστεύομαι τις σαχλαμάρες του ενός και του άλλου.

28/9/2017
Σταματάτε ρε να λέτε πως οι καινούριοι δρόμοι μηδένισαν τις αποστάσεις. Δίνετε πάτημα στους ηλίθιους να σκοτωθούνε, και να σκοτώσουν και αθώους ενδεχομένως. Τώρα είναι η ώρα για να πηγαίνουμε πιο σιγά, ώστε ν’ απολαμβάνουμε τις διαδρομές και ν’ ακούμε ήσυχα τις μουσικούλες μας…
 

28/9/2017
ΨΗΛΑ ΤΑ ΕΙΚΟΝΙΣΜΑΤΑ
Αίθουσα σχολείου στη Σοβιετική Ένωση.
«Μια ξένη γλώσσα είναι ένα όπλο στους αγώνες της ζωής» 
Καρλ Μαρξ
Καλό μάθημα…

27/9/2017
Δεν το λέω με αφορμή δικά μου κείμενα. Και προσωπικά δεν με νοιάζει καθόλου, μα εντελώς καθόλου, το πώς θα αντιμετωπιστούν από το κοινό – αν θα τα έχει εικόνισμα δηλαδή, αν θα σκουπίσει απλώς τον κώλο του (το κοινό) ή κάτι ενδιάμεσο τέλος πάντων. Θέλω να πω, όμως, τι μου τη σπάει, όταν διαβάζω σχόλια στο ιντερνέτ, σε κείμενα άλλων. Και όχι όποιων άλλων, αλλά σε κείμενα κάποιων κατά μίαν έννοια επιφανών.
Κάνει κάποιος ένα κείμενο. Κοπιάζει, όταν κοπιάζει, να γράψει χίλιες πεντακόσιες, δυο χιλιάδες λέξεις, καταθέτοντας απόψεις, επιχειρήματα, συσσωρευμένη εμπειρία εν πάση περιπτώσει, έχοντας κι ένα σκεπτικό. Δημοσιεύεται το κείμενό του στο διαδίκτυο και βλέπεις από κάτω διάφορα «ευγενή» σχόλια, που δε λένε τίποτα ουσιαστικό (προβάλλουν απλώς την αντίθετη ατεκμηρίωτη άποψη), να το ακυρώνουν. Δεν μιλάω για τα υβριστικά, αυτά είναι ούτως ή άλλως απαράδεκτα, αλλά για τα μη υβριστικά. Για ’κείνα που δεν σέβονται τον κόπο και τη δουλειά τού άλλου.
Δεν μπορεί κάποιος με 50 λέξεις να επιχειρεί να ακυρώσει κάτι που γράφεται ή αναλύεται σε 1500. Και είναι ντροπή να σχολιάζεις κάτω από ένα κείμενο ενός ανθρώπου με μια κάποια ιστορία στο στυλ… «είναι λάθος… μπλα, μπλα, μπλα», «δεν είναι έτσι… μπλα μπλα μπλα», «δεν τα λέτε καλά…» ή «δεν τα λες καλά…» κ.λπ.
Έρχεται δηλαδή το κάθε τσουτσέκι, ο κάθε αγράμματος, να κηλιδώσει το κείμενο ενός επιφανούς γραφιά και μάλιστα ακριβώς κάτω από το δικό του κείμενο, χωρίς κανέναν σεβασμό… τουλάχιστον για τον κόπο του άλλου. Εγώ αυτό το θεωρώ μέγα λάθος (των σάιτ).
Οι σοβαρές και… ιστορικές πένες, που εξακολουθούν να τιμούν το γραπτό λόγο και που δεν γράφουν σώνει και καλά για τα μνημόνια, τον Τσίπρα ή τον Τζήμερο (ώστε να έχουν έναν αυτόματο καφενειακό αντίλογο), πρέπει να προστατεύονται όχι μόνο από τα υβριστικά σχόλια, αλλά και από τα «ευγενή», που «αποδομούν», υποτίθεται, με 30 λέξεις.
Φτάνω ορισμένες φορές στα άκρα. Μ’ αρέσουν κείμενα (επιστημονικά, φιλοσοφικά κ.λπ.), είτε συμφωνώ μαζί τους είτε διαφωνώ, που δεν έχουν καθόλου σχόλια από κάτω, ακριβώς γιατί οι σχολιαστές τής πλάκας αλλάζουν δρόμο από την πρώτη κιόλας παράγραφο. Στο διάολο… 

26/9/2017
Τι παίζει με τη Βόρεια Κορέα και με τις απειλές του Τραμπ δεν είναι εύκολο να καταλάβεις. Το πιο πιθανόν είναι ο Αμερικάνος να μπλοφάρει, προκειμένου να πουλήσει σιδερικά σε Νότια Κορέα και Ιαπωνία. Tα ξέρει καλά αυτά τα παιγνίδια… Ντήλερ κανονικός... Το λέει και ο ίδιος εξάλλου…
25/9/2017
Γράφει ο άλλος / η άλλη, δεν έχει σημασία… «σαν σήμερα γεννήθηκε ο Ρομπέρ Μπρεσόν». Σέβομαι Μπρεσόν, αλλά μετά συγχωρήσεως… χεστήκαμε.
Τίποτα που να σου έμεινε από καμιά ταινία του έχεις να μας πεις; 

25/9/2017
Ακροδεξιοί υπήρχαν στην πρώην Ανατολική Γερμανία και επί κομμουνισμού, φυσικά, αλλά δεν τολμούσαν να σηκώσουν κεφάλι. Τους καθάριζαν σαν αυγά οι... σύντροφοι. Τώρα από την πτώση των «τούβλων του μίσους» έχουν περάσει 28 χρόνια, και μια γενιά ολόκληρη έχει μεγαλώσει σε καθεστώς… δημοκρατίας (ΤΙΝΑ κ.λπ., ξέρετε εσείς) και ουχί κομμουνισμού. Το να λες λοιπόν, σήμερα, ότι οι πρώην κομμουνιστές ψηφίζουν ακροδεξιούς ή νεοναζί σημαίνει πως είσαι ή εντελώς ηλίθιος ή εντεταλμένος χαζοφιλελές.

SATOKO FUJII, WADADA LEO SMITH, NATSUKI TAMURA, IKUE MORI μια συνάντηση κορυφής

$
0
0
Συνάντηση κορυφής έχουμε εδώ. Το τρομερό δίδυμο Fujii-Tamura (για το οποίο γράφουμε τακτικά στο δισκορυχείον), ο θρύλος τρομπετίστας του AACMWadadaLeoSmithκαι ακόμη η κυρίαIkueMori, από το ιστορικό νεοϋορκέζικο nowave, τα γκρουπ τού JohnZornκαι δεκάδες άλλα projectsσυναντιούνται, εδώ, σε μια ηχογραφική sessionπου έλαβε χώρα τον Νοέμβριο του ’16 στο NewHavenτου Connecticut. Τι ακούμε στο Aspiration” [LibraMusic, 2017];Απλά πράγματα. Δύο τρομπέτες (Smith-Tamura), ένα πιάνο (Fujii) και τα ηλεκτρονικά της Mori. Ουσιαστικά τέσσερα όργανα δηλαδή, που παίζουν ασυζητητί για περισσότερα. Τούτο είναι προφανές – για όσους γνωρίζουν την πορεία των συγκεκριμένων μουσικών και ιδίως των Ιαπώνων. Δεν λέμε κάτι καινούριο εννοώ. Τόσο τα ηλεκτρονικά, αλλά κυρίως η τρομπέτα του Tamuraκαι το πιάνο της Fujiiπαράγουν απίστευτα timbre, τα οποία άλλοτε είναι… εξώκοσμα και άλλοτε μοιάζουν με κρουστά (όταν δεν είναι κανονικά). Σ’ αυτή την ιαπωνική ομάδα έρχεται να προστεθεί ο Smith (που έχει συνεργαστεί στο παρελθόν με την Ikue), προσθέτοντας τα δικά του vibes.
Το άκουσμα είναι οπωσδήποτε προχωρημένο, με πολλά στοιχεία freeimprovisation, κάτι που χοντρικά είναι αναμενόμενο. Όσο αναμενόμενο και να είναι, όμως, μοιάζει δύσκολο να πεις ποιος, πραγματικά, κάνει εδώ τη διαφορά. Ίσως η Moriνα έχει τον πιο «διαβρωτικό» ρόλο, καθώς τα ηλεκτρονικά της, χωρίς να είναι ποτέ ανεξέλεγκτα, δημιουργούν πάντα κάποια ακαθόριστα περιβάλλοντα, με τις δύο τρομπέτες (διακριτές ασυζητητί) να συμβάλλουν πότε υπαινικτικά (Tamura) και πότε μελωδικά (Smith), αφήνοντας στο πιάνο τον πιο δύσκολο ρόλο. Και τον πιο εντυπωσιακό, συγχρόνως, αν σκεφτούμε πως η Fujiiχρησιμοποιεί συχνά σκληρές τεχνικές (ογκώδη clusters, σφυροκοπήματα), φέρνοντας στη μνήμη τον CecilTaylorας πούμε.
Γενικώς, ισχύει εκείνο που συμβαίνει σε κάθε εγγραφή τούτων εδώ των Ιαπώνων. Ό,τι  ακούς ξέρεις πως παράγεται εκείνη τη στιγμή που το ακούς και πως δεν πρόκειται ποτέ να το ξανακούσεις.

ΜΠΑΜΠΗΣ ΛΑΣΚΑΡΙΣ το αγγλόφωνο ελληνικό ροκ στη δεκαετία του ’80 – κριτική σ’ ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε προσφάτως

$
0
0
Συγγραφέας είναι, βασικά, ο Μπάμπης Λάσκαρις–τουλάχιστον ως συγγραφέας θα κριθεί εδώ– με το NoiseFullofLove: Το αγγλόφωνο ελληνικό ροκ στη δεκαετία του ’80 [Τυφλόμυγα, Μάρτιος 2017] να αποτελεί το δεύτερο μουσικό βιβλίο του (τον ευχαριστώ για το πρόμο αντίτυπο που μου έστειλε και βεβαίως για την αφιέρωση). Να υπενθυμίσω πως το πρώτο μουσικό βιβλίο τού Λάσκαρι ήταν το Punk: Η ιστορία μιας επανάστασης στις εκδόσεις οξύ, το 2007. Το λέω αυτό για να δείξω πως ο Λάσκαρις είναι «ειδικευμένος» στις μουσικές από το πανκ και μετά, κάτι που φαίνεται όχι μόνο από τους τίτλους και τα περιεχόμενα και του πιο τελευταίου βιβλίου του, αλλά και από τα κενά, που εμφανίζει ως μουσικοσυγγραφέας στην περιγραφή-αξιολόγηση και των ελληνικών eighties.
Ο Λάσκαρις επιχειρεί να δει «επιστημονικά-κοινωνιολογικά» το θέμα των αγγλόφωνων ελληνικών ροκ eightiesκαι αυτό κάνει το βιβλίο του βαρετό σ’ ένα μεγάλο βαθμό. Μπορεί το ανάγνωσμα να παίρνει καλό βαθμό ως… διδακτορικό, αλλά ως μιαν αφήγηση, που αφορά βασικά στο… μη-πανεπιστημιακό κοινό θα αντιμετωπίσει ζόρια.Εγώ είμαι της γνώμης πως ο συγγραφέας, γενικά το λέω αυτό, πρέπει να γνωρίζει ποιο είναι το κοινό του – πού απευθύνεται. Αν θέλει το κοινό του να είναι οι πανεπιστημιακοί ας διανείμει το πόνημά του εκεί και ας αφήσει την αγορά να ασχοληθεί με τα πιο… λαϊκά αναγνώσματα. Το να βγάζει κάποιος ένα… επιστημονικό σύγγραμμα μιλώντας όχι για τις νομολογίες του Συμβουλίου Επικρατείας π.χ. αλλά για τους LastDriveκαι τον Λάμπρο Τσάμη νομίζω –η γνώμη μου είναι αυτή– πως κάπου έχει χάσει τον μπούσουλα.
Τα ερωτήματα που ανακύπτουν από ένα και μόνο απλό ξεφύλλισμα του βιβλίου τού Λάσκαρι είναι πολλά. 
Κατ’ αρχάς τι σημαίνει «αγγλόφωνο ελληνικό ροκ»; Το ροκ στην Ελλάδα των eightiesείτε αγγλόφωνο είτε ελληνόφωνο στο ίδιο κοινωνικό καζάνι έβραζε. Ο Λάσκαρις νομίζει, για να το πω χοντρά, πως αγγλόφωνο ροκ άκουγαν οι… εξεγερμένοι και ελληνόφωνο οι συμβιβασμένοι. Αυτά είναι αστειότητες βεβαίως – και για μένα ένας διαχωρισμός τέτοιου τύπου είναι χαμένος από χέρι. Ας το παραβλέψουμε, όμως, αυτό.
Όταν διαβάζεις στον τίτλο του βιβλίου «το αγγλόφωνο ελληνικό ροκ στη δεκαετία του ’80» περιμένεις να γίνεται λόγος, εντός, για πολλές και διαφορετικές μπάντες. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Ο Λάσκαρις επιλέγει κάποια ονόματα μόνον, και γύρω απ’ αυτά αρθρώνει ένα λόγο. Ποια είναι αυτά τα ονόματα; Οι LastDrive, οι SexBeatαπό το Ηράκλειο της Κρήτης, που είχαν βγάλει μόνο κασέτες και στους οποίους έπαιζε ο ίδιος ο συγγραφέας(!), οι NoMansLand, ο R.R. Hearse (Λάμπρος Τσάμης), οι AntiTroppauCouncilκαι οι SouthofNoNorth, ενώ στη γενικότερη κουβέντα συμμετέχουν ο Πέτρος Κουτσούμπας (Πήγασος, ΑΝ) και ο Χρήστος Δασκαλόπουλος.
Ο Λάσκαρις, προφανώς, θεωρεί ως αντιπροσωπευτικά αυτά τα ονόματα, για τα αγγλόφωνα ελληνικά rockeighties, και άρα περιττεύει κάθε άλλη αναφορά σε… πολυεθνικά γκρουπ τύπου SharpTiesκαι Scraptown, σε γκρουπ σαν τους MagicdeSpellκαι τους FMQ, στα γκρουπ της CVRκαι της Creep, στα συγκροτήματα του ελληνικού «μετάλλου» ή σε γκρουπ που δεν τα ήξερε ούτε η μάνα τους όπως οι Plasisπ.χ. (πού τους θυμήθηκα;). Αλλά, ας το προσπεράσουμε κι αυτό και να δούμε τι γράφεται μέσα στο βιβλίο πλέον. Εδώ θα παραθέσω συγκεκριμένα χωρία-σημεία και όπου κρίνω θα τα σχολιάζω.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
«Κύριος άξονάς μας θα είναι συνεπώς το αγγλόφωνο ανεξάρτητο ροκ, μια και είναι αυτό που δείχνει να έχει πάρει οριστικά διαζύγιο από τα κυρίαρχα ρεύματα των μουσικών δρωμένων στην Ελλάδα. Αντίθετα το ελληνόφωνο “ροκ” ούτε και τόσο ανεξάρτητο είναι, ούτε και αντιτίθεται συμπαγώς στη μουσική κατάσταση του τόπου – με εξαίρεση ίσως το σινγκλάκι των Clownκαι τις πασίγνωστες Τρύπες».
Εδώ, σ’ αυτή την παράγραφο, φαίνεται όλο το μύθευμα, για να μην γράψω η ασχετοσύνη και το βαρύνω, κάτω από το οποίο είναι γραμμένο το βιβλίο.
Κατ’ αρχάς να πούμε πως υπάρχει και αγγλόφωνο ελληνικό ροκ που δεν ήταν ανεξάρτητο (σαν εκείνο των SharpTiesπ.χ.) και που ήταν, μάλιστα, και πολύ επιτυχημένο. Αλλά, το να ηχογραφείς για πολυεθνική και να σε γουστάρει ο λαός αντιβαίνει με το μύθευμα τού… undergroundκαι τού… έξω από τα κυρίαρχα ρεύματα. Επίσης, ο Λάσκαρις όταν μιλάει για ελληνόφωνο «ροκ» τοποθετεί το ροκ μέσα σε εισαγωγικά(!), για να δείξει πως το ελληνόφωνο δεν είναι, στην πραγματικότητα, ροκ και πως σε κάθε περίπτωση είναι κάτι πολύ συμβιβασμένο! Ναι! Και κάπως έτσι εξαιρεί τους Clownκαι τις Τρύπες, ενώ δεν εξαιρεί τους Εν Πλω και τη Λευκή Συμφωνία π.χ. Τους δε Φατμέ και Μουσικές Ταξιαρχίες, που βγάλανε δυο-τρία από τα σημαντικότερα ροκ άλμπουμ στην Ελλάδα του ’80, φοβάμαι πως ο Λάσκαρις ούτε που θα καταδέχεται να τους πιάσει στο στόμα του.
«… και από την άλλη, η αποτυχία δημιουργίας του κατάλληλου υποβάθρου για καθαρό ροκ στην Ελλάδα, έστρεψε τη δίψα του κοινού σχεδόν αποκλειστικά στα ξένα συγκροτήματα».
Ο όρος, ας τον πω έτσι, «καθαρό ροκ» είναι τελείως αποπροσανατολιστικός, κοινώς μπαρούφα. Ας μας πει ο Λάσκαρις τι σημαίνει «καθαρό ροκ», ώστε να ξέρουμε κι εμείς τι ν’ ακούμε και να μην την πατάμε με το... ακάθαρτο των Χωρίς Περιδέραιο και των Μωρών στη Φωτιά.
“TOP OF THE WORLD, MA!” (το κεφάλαιο για τους LastDrive)
Ο Λάσκαρις παραθέτει εδώ μια συνέντευξη των LastDrive, που δόθηκε στο περιοδικό Μικρό Παρά Πέντετο 1986. Το να καθίσουμε τώρα και να σχολιάσουμε μια συνέντευξη του ’86 δεν το βρίσκω και τόσο σώφρον – αν και θα πρέπει να πούμε πως το interviewέχει μέσα πολλές υπερβολές (κι αυτός είναι ένας κομψός χαρακτηρισμός). Θα μείνω όμως σε μια κουβέντα, που για μένα αποτελεί διαχρονική βλακεία.
Λένε κάπου οι LastDrive: «Παλιότερα το ροκ στην Ελλάδα πιστεύω ότι δεν είχε πολύ τσαμπουκά».
Δεν ξέρω τι σημαίνει η λέξη «τσαμπουκάς» στο ροκ και αν συνδέεται με το «κάνω ό,τι μου κατέβει», «δε δίνω λογαριασμό σε κανέναν», «τους γράφω όλους στ’ αρχίδια μου» και τέτοια. Πάντως εγώ τα τσαμπουκαλεμένα συγκροτήματα δεν τα γουστάρω να τα βλέπω live. Μ’ ενοχλούν αισθητικώς κατ’ αρχάς. Ενώ, αν ο «τσαμπουκάς» βγαίνει και στα λόγια τότε, περαιτέρω, τα βαριέμαι ή και τα σιχαίνομαι και ως ακροάματα (οίκαδε). Και γι’ αυτό το λόγο δεν γουστάρω σχεδόν καθόλου το χιπ-χοπ. Γιατί έχει έναν κακώς εννοούμενο τσαμπουκά, που για μένα είναι εντελώς απωθητικός.Πάντως, δίσκους των LastDrive, για να το ξεκαθαρίσω, έχω –τους δύο πρώτους– και τους θεωρώ «διαμάντια» για τα ελληνικά eightiesκαι καθόλου τσαμπουκαλίδικους. Δεν ξέρω… μπορεί να γίνανε μετά τσαμπουκάδες…
Ο AlexK. λέει, πάντως, ασυνάρτητα πράγματα και πολύ πιο μετά. Από μεταγενέστερη συνέντευξη, του 2007, διαβάζουμε:
«Πιστεύω ότι ήταν θέμα χρονικής συγκυρίας ότι γεννηθήκαμε σε ένα πρώιμο μετα-μεταπολιτευτικό περιβάλλον ας πούμε, και είχαμε απενοχοποιήσει το funτου rocknroll, ενώ πριν ήταν η παλιά γραμμή της παραδοσιακής Αριστεράς, για το “ξενόφερτο rock” που ήταν καταδικαστέο».
Αυτά τα θέματα τα έχουμε αναλύσει δεκάδες φορές στο δισκορυχείον. Το απενοχοποιημένο fun, που είχαν τα συγκροτήματα του ’60, όπως οι Forminx, οι Charmsμε τον Μάικ Ροζάκη, οι Cinquettiκαι δεκάδες άλλα δεν το απέκτησαν ποτέ οι LastDriveκαι τα γκρουπ του ’80. Αφήνω το γεγονός πως οι Cinquettiείχαν συνεργαστεί με τον Μάνο Λοΐζο πριν τη χούντα, που ήταν «λαμπράκης» και «παραδοσιακή αριστερά».
Τα κολλήματα που έχουν πολλοί στο κεφάλι τους, ακόμη και σήμερα, σε σχέση με το ροκ, στην Ελλάδα, είναι εξοργιστικά. Πόσω μάλλον όταν νομίζουν κιόλας πως απ’ αυτούς ξεκίνησε το… απενοχοποιημένο ροκ.
Να πω επίσης πως το βιβλίο σε μπερδεύει ενίοτε με τα τριών ειδών εισαγωγικά που χρησιμοποιούνται από τον συγγραφέα  (>> <<, « », “ ”), καθώς κάποιες φορές δεν καταλαβαίνεις αμέσως αν αυτά που διαβάζεις τα λέει ο Λάσκαρις ή κάποιος άλλος. Αλλά κι αυτό μικρή σημασία έχει, γιατί όποιος και να λέει ασυνάρτητα πράγματα, άμα τα διαβάζεις σ’ ένα βιβλίο, το ίδιο κάνει.
Από το ίδιο πάντα κεφάλαιο (με δικά μου εισαγωγικά και με δικά μου bold) μερικές ατάκες, τώρα, που μας πάνε πίσω στα αλήστου μνήμης «Ροκ Ημερολόγια»:
«Μου φαίνεται ότι ο κόσμος ξαφνικά σχεδόν άρχισε να φοβάται το ελληνικό ανεξάρτητο ροκ. Άρχισε να φοβάται το μήνυμά του, το πάρε τη ζωή σου στα χέρια σου».
«…το στοιχείο αυτό της ανατροπήςυπήρχε συνυφασμένο στον καθημερινό αγώνα για ύπαρξη, που έδιναν τα καθαράροκ συγκροτήματα».
«Όλο το νόημα εκπηγάζει από την κατανάλωση εγγυημένων προϊόντων και όχι από την ουσία της ‘υπόσχεσης ζωής’που καταθέτουν τα ανεξάρτητα ροκ συγκροτήματα».
«Ήταν το αγγλόφωνο, ήταν πάντα στη γωνία, λόγω περιορισμένης εξάπλωσης».
«Όταν είσαι στην Ελλάδα περιμένεις πολλά από έναν πολύ μικρό τόπο και αυτό σε κάνει νευρικό και σε απογοητεύει».
ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΗΓΑΣΟ ΣΤΟ GAGARIN: ΑΓΑΠΗ ΕΠΙΜΟΝΗ ΚΑΙ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ
Στο κεφάλαιο αυτό μιλάει ο Πέτρος Κουτσούμπας, που επίσης λέει ανιστόρητα πράγματα:
«Στην Ελλάδα δυστυχώς επειδή η καλύτερη περίπτωση του ροκ συνέπεσε με τη χούντα των συνταγματαρχών, παρέμεινε τρομερά περιθωριακό. Λόγω του ότι η κοινωνική κριτική που ασκούσε η Αριστερά ήταν πιο πολύ ‘θέμα διαχείρισης της πολιτικής εξουσίας’ – οι κομμουνιστές ήταν πιο συντηρητικοί από τους φιλελεύθερους αστούς, μπορεί πολιτικά να ζητάγανε πιο πολλή δημοκρατία, όσον αφορά όμως την καθημερινότητα, τον καθημερινό τρόπο ζωής και την αντίληψη του ανθρώπου σαν ένα ον το οποίο χρειάζεται ελευθερία για να ζήσει και μια διαφορετική σχέση με την κοινωνία, είχανε μια συντηρητικότητα η οποία είχε να κάνει τότε με τη Σοβιετική Ένωση, με τον σοβιετικό άνθρωπο κ.λπ. Αυτό δημιουργούσε στους ροκάδες ένα τεράστιο πρόβλημα, διότι από τη μεν χούντα καταδιώκονταν –τους κόβανε τα μαλλιά, τους λέγανε τεντυμπόυδες, τους περιορίζανε, τους κατηγορούσανε για ναρκομανείς και για άρρωστους– από τη δε μεριά του επαναστατικού κινήματος, που διεκδικούσε μεγαλύτερες ελευθερίες στη χώρα αντιμετωπίζονταν τρομερά καχύποπτα σαν απόβλητα: αμερικάνικος τρόπος ζωής δηλαδή – Αριστερά μας έλεγε Αμερικανάκια και η  Δεξιά μας μπουντρούμιαζε».
Κατ’ αρχάς σ’ ένα βιβλίο για τα eightiesθα έπρεπε να αποφεύγονται τέτοιες κουβέντες, που αφορούν παλιότερες δεκαετίες. Δεύτερον, αυτά που αντέγραψα παραπάνω δεν έχουν ουδεμία σχέση με την πραγματικότητα. Το ροκ δεν παρέμεινε «τρομερά περιθωριακό» επί χούντας, καθώς ακουγόταν από το κρατικό ραδιόφωνο και προβαλλόταν (το ελληνικό) από την τηλεόραση. Όλα τα σχετικά και τα λιγότερο σχετικά έντυπα γράφανε τότε για τους Beatles, τον Hendrix, τους DeepPurpleκ.λπ. Όλοι αυτοί έκαναν εξώφυλλα σε περιοδικά, ενώ οι δίσκοι τους κυκλοφορούσαν ελεύθερα στη χώρα. Πόθεν «περιθωριακό» λοιπόν;
«Η κριτική που ασκούσε η Αριστερά ήταν πιο πολύ ‘θέμα διαχείρισης της πολιτικής εξουσίας’». Τι λέει ο άνθρωπος; Αγνοεί πως η Αριστερά τότε ήταν παράνομη (όταν δεν ήταν φυλακισμένη και εξορισμένη); Για ποια «πολιτική εξουσία» μιλάει, όταν εκλογές δεν φαίνονταν στον ορίζοντα ούτε με το κιάλι; Και πού κολλάνε τώρα οι κομμουνιστές; Ορισμένοι νομίζουν πως άλλη δουλειά δεν είχαν οι κομμουνιστές να κάνουν επί χούντας, παρά να συκοφαντούν το ροκ!Πληροφορώ τον Κουτσούμπα πως οι κομμουνιστές μια χαρά τα λέγανε τότε (επί χούντας), όταν είχαν κάτι να πουν επί του θέματος – εκείνοι που λέγανε βλακείες ήταν οι δεξιοί και «φιλελεύθεροι αστοί», που γράφανε στα περιοδικά και τις εφημερίδες, μεταδίδοντας τα τραγούδια στο ραδιόφωνο λες και ήταν... άλογα κούρσας. Νούμερο ένα, νούμερο δύο, νούμερο τρία… Τώρα κατά πόσον η Δεξιά μπουντρούμιαζε τους ροκάδες… εδώ σηκώνω ψηλά τα χέρια. Παραδίνομαι! Τέτοιες κουταμάρες θα ντρεπόταν να τις ξεστομίσει ακόμη και ο… θείος Μαστ.
ΟΙ NOMANSLAND, Ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ, Η ΡΟΚ ΣΤΙΓΜΗ ΚΑΙ Η «ΨΥΧΕΔΕΛΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ»
Γράφει κάπου ο Λάσκαρις:
«Μια και μιλήσαμε όμως ήδη για τις οικονομικές παραμέτρους του ροκ, και πριν παραθέσουμε την αφήγηση του Βασίλη Αθανασιάδη για τον πρώτο κύκλο της πορείας του συγκροτήματος, καλό θα ήταν να έχουμε κατά νου μια φράση του Κώστα Σφακιανάκη, ντράμερ των SexBeatκαι της Σάρκας: “Όλο το ροκ είναι ψυχεδελικό”. Κι αυτό μου φαίνεται ότι αληθεύει, τόσο στις πρόβες κάθε συγκροτήματος, όπου κυριαρχεί κάποτε το συναίσθημα ή κάποιες σκέψεις ή κάποια μυστηριώδης ροή αδρεναλίνης, όσο και στις συναυλίες, όπου η επιτέλεση…»... και λοιπά, και λοιπά…
Κανένα σχόλιο δεν έχει νόημα να γίνει σ’ αυτές της ασυναρτησίες, όπου όλο το ροκ χαρακτηρίζεται ως «ψυχεδελικό», καθώς η αδρεναλίνηκαι η επιτέλεση και... μπλα, μπλα, μπλα. 
Ευτυχώς εμφανίζεται κάπου ο Αθανασιάδης και διαβάζεις και κάποια σωστή κουβέντα στο βιβλίο:
«Υπάρχει μια κοινωνική αντιπαράθεση στο ροκ, αλλά δεν έχει σχέση με το μύθο του: δεν έχει σχέση με επαναστατικές ιδέες(…) δεν είναι όντως μία επαναστατική πράξη, όπως θέλουνε να την παρουσιάζουνε».
Φυσικά, και το να παίζεις μουσική δεν σημαίνει πως πράττεις κάποια επαναστατική πράξη, ούτε κάθε συγκρότημα που μπορεί να παίζει «ψυχεδελικό ροκ», οπουδήποτε στον πλανήτη, σήμερα, σχετίζεται με κάποιο είδος μουσικού underground(τουλάχιστον με την έννοια που είχε το undergroundστα sixties). Η Τέχνη δεν άλλαξε ποτέ την κοινωνία, ούτε προκάλεσε, ούτε επιτάχυνε ποτέ επαναστατικές διαδικασίες. Μπορεί να εξέφρασε εκ των υστέρων την επανάσταση (δες σοβιετική πρωτοπορία στη δεκαετία του ’20 π.χ.), αλλά ακολούθησε αυτής (της επανάστασης) δεν προηγήθηκε.
Αυτή η προσγείωση δεν αρέσει, φαίνεται, στο Λάσκαρι, ο οποίος μοιάζει να «κατηγορεί» τους NoMansLand, που έκαναν απλώς το κέφι τους, χωρίς να βαυκαλίζονται πως θα άξιζε ν’ αλλάξουν την κοινωνία μέσω της μουσικής τους. Γράφει:
«Βλέπουμε εδώ στην αφήγηση του Βασίλη, ότι φαινομενικά και ίσως ακόμη περισσότερο ουσιαστικά, οι NoMansLandτείνουν πολύ περισσότερο προς την καθαρή μουσική συνιστώσα του ροκ, παρά προς εκείνες τις παραμέτρους που θα μπορούσαν να θεωρηθούν κοινωνικές ή τουλάχιστον να εκτιμηθούν σαν τέτοιες».
Ο R.R. HEARSEΚΑΙ ΤΟ ΑΝΤΙΘΕΤΟ ΤΟΥ ΘΟΡΥΒΟΥ
Ο R.R. Hearse (Λάμπρος Τσάμης) είναι φίλος, αλλά εδώ πέρα λέει κάτι που… πάει πολύ:
«Πλέον (σ.σ. σήμερα) δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στον ρόκερ και τον τυπικό μουσικό. Εκείνη την εποχή όμως το ροκ ήτανε ένα είδος αντι-μουσικής. Δε στόχευε στη δημιουργία μιας μουσικής κατάστασης, αλλά πιο πολύ στην ουσία της διοχετευμένης ενέργειας».
Για κάτσε ρε Λάμπρο! Ποτέ το ροκ δεν ήταν αντι-μουσική. Πού το είδες αυτό γραμμένο; Επειδή εσύ έκανες τότε τα σώου σου, βγάζεις συμπεράσματα γενικώς για το ροκ βάσει των δικών σου και μόνον αντιλήψεων-παραστάσεων; Πολύ υπερφίαλο δεν είναι αυτό; Δηλαδή θα έπρεπε κάποιος να ήταν άσχετος ως μουσικός (να μην ήξερε δηλαδή να παίξει ούτε ένα ακόρντο στην κιθάρα) και απλώς να «διοχέτευε ενέργεια» για να γράψουμε για «ροκ», ενώ έναν άλλον που θα γνώριζε επαρκώς το όργανό του και που θα έφτιαχνε σοβαρά τραγούδια θα τον απορρίψουμε; Αν είναι δυνατόν! Να μη γυρίσουν τώρα τα πόδια και βαρέσουν το κεφάλι!!
ΧΡΗΣΤΟΣ ΔΑΣΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ: ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ
«Και οι περισσότεροι στην Ελλάδα δεν ενδιαφέρονται για το ροκ γιατί δεν τους το επιτρέπει η καθημερινότητά τους. Δέχονται τα εύκολα επειδή αυτό το πράγμα [το καθαρό ροκ] είναι underground, δεν μπορεί να το βρει ο άλλος εύκολα. Δεν μπορώ να θεωρήσω με τίποτα ότι είναι ροκ ο Πορτοκάλογλου ή ο Τσακνής ή ο Μαχαιρίτσας – αυτό είναι όμως το mainstream. Αυτό θεωρείται ροκ στην Ελλάδα, αυτό παρουσιάζεται απλόχερα όσο γίνεται, κι έτσι το ακούει ο κόσμος ο περισσότερος, νομίζει ότι αυτό είναι ροκ, και δε θα μάθει ποτέ ότι υπάρχουνε οι τάδε και οι τάδε».
Και ο Δασκαλόπουλος δεν διαφέρει από τους προηγούμενους.
Να βγούνε λοιπόν οι… Jefferson Handkerchief  και να κατηγορήσουν τους JeffersonAirplane, πώς ήταν εκείνοι underground(οι Handkerchief), επειδή ο κόσμος δεν… μπορούσε να τους βρει εύκολα, ενώ τους Jeffersons (που είχαν τραγούδι τους στο νούμερο 5 του Billboardκαι το χόρευε όλος ο κόσμος το ’67) να τους πούμε… Αμερικάνους Φατμέ και Πορτοκάλογλου… φτύνοντάς τους. Το παράδειγμα, προκειμένου να αντιληφθείτε τις χοντράδες που λένε κάποιοι. Κάποιοι που νομίζουν ότι οι Φατμέ του «Πάλκου» δεν ήταν ροκ και πως ροκ ήταν μόνον οι… SexBeat!
(Δεν έχω τίποτα με τους SexBeat, που τους άκουγα στα eightiesαπό κασέτες και ήταν συμπαθείς, αλλά… να είμαστε και λογικοί-να μην είμαστε και πλεονέκτες…).
Ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΖΑΒΑΡΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ANTITROPPAUCOUNCIL
Κι εδώ μία από τα ίδια…
«Δεν μπορείς να φανταστείς ότι θα τραγουδήσεις στα ελληνικά, τα οποία ήτανε ταυτισμένα[sic] τότε με τον Θεοδωράκη, έστω και με τους Φατμέ, οι οποίοι όλοι για μας ήτανε “ανάθεμα”[sic.
Βαρέθηκα… Κουράστηκα…

Εν κατακλείδι θα έλεγα πως δεν τον καταλαβαίνω τον Λάσκαρι.
Ξόδεψε ένα σωρό χαρτί (το βιβλίο του είναι όμορφο και καλοτυπωμένο παρεμπιπτόντως), για να μας πει τι νομίζει ο ένας κι ο άλλος για το ροκ, καθώς τα 3/4 εκείνων που γράφει είναι αφηγήσεις. Αυτή η… επιστημονική μέθοδος γραφής με στοιχεία «προφορικής ιστορίας» για μένα δεν λειτουργεί (πέραν του ότι είναι η εύκολη λύση για να χριστεί συγγραφέας και η… κουτσή Μαρία) από τη στιγμή που κάποιος ακούει σαν χάνος τι του λένε οι άλλοι, δίχως καμμία διάθεση να παρέμβει, να κοντράρει και εν τέλει να διορθώσει.
Έτσι, όταν και άμα γράψω κι εγώ κανα βιβλίο θα ενδιαφερθώ να πω τι νομίζω εγώ πως είναι ροκ, ελληνικό ροκ κ.λπ. και όχι τι νομίζει ο… Δασκαλόπουλος, ο Ζήλος ή ο Μαχαιρίτσας. Ας βγάλουν κι αυτοί, τέλος πάντων, δικά τους βιβλία και ας τα πούνε μόνοι τους εκεί. Δεν είμαστε εδώ για να δίνουμε το λόγο στον έναν και τον άλλον.
Είμαστε εδώ για να γράφουμε τις δικές μας απόψεις.

LASZLO GARDONY ένας ούγγρος πιανίστας γνωστός και στην Ελλάδα

$
0
0
Εκείνο που πρέπει να λέμε πάντα για τον ούγγρο πιανίστα LaszloGardony, ή Gardonyiόπως γραφόταν παλαιότερα, είναι συνεργασία του με τον Γιώργο Τρανταλίδη στις DebrecenJazzDaysτου ’82 και βεβαίως στο άλμπουμ που προέκυψε από ’κει, το “One, Two, Three, Four” [EMI/ Columbia, 1982]. Από το 1983 στην ανατολική ακτή (αρχικώς ως σπουδαστής στο Berklee και εν συνεχεία ως καθηγητής), ο Gardony έχει ισχυρή παρουσία στο τζαζ κύκλωμα της περιοχής, παίζοντας live και ηχογραφώντας για διάφορα labels (κυρίως όμως για τη Sunnyside Communications).
Έχουμε γράψει κι άλλες φορές, εδώ, για προσωπικά άλμπουμ του Gardonyκαι πάντα θα το κάνουμε με χαρά, γιατί μερικά απ’ αυτά τα άλμπουμ του είναι, όντως, καταπληκτικά. Και λέμε για τα πιάνο-σόλο άλμπουμ του, όπως αυτό τοSeriousPlay, στο οποίο ο Gardonyσυνθέτει και διασκευάζει.
Εφτά originalsκαι τρεις versions(“Georgiaonmymind”, “Naima”, “Overtherainbow”) περιέχει το νέο άλμπουμ του Gardonyκαι… ξεκινώντας από τις versionsθα λέγαμε πως η “Naima” του Coltraneακούγεται εντυπωσιακά, με φοβερή δουλειά και στα δύο χέρια, κερδίζοντας με την πρώτη ακρόαση της εντυπώσεις. Ο Gardonyενσωματώνει στη διασκευή του αίσθημα και δεξιοτεχνία, βγάζοντας αγέρωχα και την ένταση και το meditationκλίμα της σύνθεσης. Ακολουθεί μια σειρά δικών του tracksαπό ’κει και κάτω, που εναλλάσσουν θα έλεγα ρυθμικά σλάλομ, με πιο ήπιες και χαλαρές στιγμές, με εμφανείς, σε αρκετές περιπτώσεις και κλασικές αναφορές. Η μικρή σχετικώς διάρκεια των κομματιών δεν αποτελεί, από την άλλη μεριά, εμπόδιο, ώστε να ξεδιπλώσει τις αρετές του ο Gardony. Το πράττει δε πάντα με εντυπωσιακό τρόπο – αν μιλάμε για το grooveστο “Forwardmotion” ή για την αρμονική ανάπτυξη στο “Truthtopower”.
Επαφή: www.lgjazz.com

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ Εν Πυρί / Βάκχες

$
0
0
Ο Στέφανος Βασιλειάδης (1933-2004) υπήρξε μια τρανή περίπτωση για την ελληνική σύγχρονη μουσική – περίπτωση, που παραμένει άγνωστη σ’ εκείνο που αποκαλούμε «πλατύ κοινό». Κάτι μάλλον αναμενόμενο.
Ο Βασιλειάδης υπήρξε διακεκριμένος και βραβευμένος συνθέτης τόσο των απλών φορμών (παιδικά τραγούδια), όσο και της πιο… σκληρής πρωτοπορίας (με έργα τύπου Ιάννη Ξενάκη – πολύτεχνα κ.λπ.), ενώ διακρίθηκε περαιτέρω και ως μουσικολόγος, συγγραφέας μουσικών κειμένων, διευθυντής και θιασώτης χορωδιών, δάσκαλος-μουσικοπαιδαγωγός και άλλα τινά (π.χ. ψυχή του Κέντρου Σύγχρονης Μουσικής Έρευνας), που μένει να ανακαλυφθούν απ’ όσους δεν τα γνωρίζουν και να αξιολογηθούν (και) από τους σημερινούς επαΐοντες. Αν το έργο του δεν έγινε γνωστό ευρύτερα, ούτε ενόσω ζούσε, οφειλόταν, πάντως, και στη σεμνότητα του χαρακτήρα του.
Το 1985 ο Στέφανος Βασιλειάδης είχε τυπώσει το πολύ καλό βιβλίο του «Για τη Μουσική» [εκδόσεις Citibank], ένα θαυμάσιο ανάγνωσμα σχετικό με την ιστορία της Μουσικής από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας, που περνούσε από κάθε μήκος και πλάτος της γης από κάθε πολιτισμό, από κάθε εποχή. Φυσικά, υπήρχε και κεφάλαιο για τη σύγχρονη ελληνική μουσική, στο οποίο αναφέρονταν όλοι οι διακεκριμένοι έλληνες συνθέτες (πολλοί και με φωτογραφίες τους). Εννοώ τους Σκαλκώτα, Δραγατάκη, Παπαϊωάννου, Αδάμη, Λογοθέτη, Ξενάκη, Χρήστου, Τερζάκη, Αντωνίου κ.ά. Σ’ όλο αυτό το κεφάλαιο δεν υπήρχε η παραμικρή αναφορά στο πρόσωπο και το έργο του, η παραμικρή νύξη στο όνομά του, όταν η θέση του, ασυζητητί, ήταν ανάμεσα σε όλους τους προαναφερθέντες!
Προσφάτως συνέβη κάτι ανέλπιστο σε σχέση με το πρωτοποριακό δισκογραφημένο έργο τού Στέφανου Βασιλειάδη, που είναι ούτως ή άλλως ελαχιστότατο και που αποτελεί την αφορμή, φυσικά, γι’ αυτό το κείμενο. Τυπώθηκε, εννοούμε, ένα LPαπό την ελληνική εταιρεία HolotypeEditionsμε δύο έργα του, τα Εν Πυρί (1973) και Βάκχες (1974).
Αυτό το άλμπουμ είναι το μοναδικό που υπάρχει με σύνθετα έργα του Βασιλειάδη και κυκλοφορεί 13 ολόκληρα χρόνια μετά το θάνατό του.

Η συνέχεια εδώ…

PAUL JONES ένα νέο όνομα στο τζαζ κύκλωμα

$
0
0
ΟPaulJonesείναι τενορίστας και ανερχόμενος, πολύ ανερχόμενος, εξ όσων διαβάζω, στο jazzcircuitτης Νέας Υόρκης. Μαγκιά του. Το Clean [OutsideinMusic, 2017]είναι μόλις το δεύτερο προσωπικό CDτου κι εκείνο που λογικώς θα τον πάει ακόμη πιο μπροστά. Εντάξει, είναι νωρίς να μιλήσουμε για… ένα ταλέντο που θ’ αφήσει εποχή, όμως είναι φανερό από το “Clean” πως οι συνθετικές, πρώτα-πρώτα, δυνατότητες δεν απολείπουν από τον νεαρό μουσικό, κάτι, και κατ’ αρχάς, όχι αυτονόητο.
Για το “Clean” ο Jones, λέει, πως είχε ως φάρο το προπέρσινο επιτυχημένο “To Pimp A Butterfly” του Kendrick Lamarκαι πως ήθελε να κάνει ένα τζαζ άλμπουμ με τον τρόπο του Lamar, που να λέει κάποια ιστορία από την αρχή έως το τέλος. Ok. Διαλέγει λοιπόν μιαν… ιδέα γιγαντισμού και πάνω από ’κει προσπαθεί να ρίξει «άκρες» και να πιαστεί από διάφορα. Ο γιγαντισμός δεν αφορά μόνο στη διάρκεια του CD, που ξεπερνά την μιαν ώρα (δεν είναι δα και κάτι πρωτόφαντο αυτό), αλλά και σ’ αυτήν καθ’ αυτήν την ομάδα που δουλεύει για τον Jonesκαι η οποία αποτελείται από ένα βασικό σεξτέτο (AlexLoReάλτο, MattDavisκιθάρα, GlennZaleskiπιάνο, JohannesFelscherμπάσο, JimmyMacbrideντραμς), συν κλαρινέτο, όμποε, μπασούν, τσέλο, συν το SNAPSaxophoneQuartet (σοπράνο, άλτο, τενόρο, βαρύτονο), συν τις RighteousGirls(φλάουτο, πιάνο). Η ικανότητα του Jonesνα ενσωματώνει στο “Clean” όλον αυτό τον κόσμο είναι ένα πρώτο «συν», όπως και να το κάνουμε – υπό την έννοια πως το «πράγμα» είναι σωστά κατανεμημένο, δίχως να σου δημιουργείται η αίσθηση πως αυτό που ακούς κάπου «χάνει» κ.λπ. Και τούτο παρά το γεγονός πως ο Lamarδεν είναι η μοναδική επιρροή του Jones, αφού το… τετράδιό του συμπληρώνεται, κατά τα λεγόμενά του πάντα, από τους PhilipGlassκαι SteveReich.
Τέλος πάντων και για να είμαι δίκαιος (όσο μπορώ περισσότερο) λίγα πράγματα απ’ αυτά που υποστηρίζει ο ίδιος ο Jonesείναι φανερά στο “Clean” αμέσως και δια γυμνού οφθαλμού. Στην πράξη ψάχνεις να βρεις τόσο την ιστορία (υπάρχουν διάφορες μικροϊστορίες πίσω από τα tracks, που δεν κάνουν πάντως μια μεγάλη), όσο και τις επιμέρους επιρροές/ αναφορές. Και αυτό όχι απλώς είναι καλό, είναι και κάτι παραπάνω από καλό – πράγμα που δείχνει το ταλέντο αυτού του παίκτη και τις δυνατότητές του, που λογικά θα τις αποδείξει και στο επόμενο διάστημα.
Κατά τα λοιπά εδώ υπάρχει πολύ καλή jazz, διαρθρωμένη μέσα από σύνθετες ενορχηστρωτικές τεχνικές και προσεγγίσεις, με εξ ίσου δεξιοτεχνικά σόλι και δυνατό ομαδικό παίξιμο. Μέρη για αυτοσχεδιασμούς οπωσδήποτε υπάρχουν, αλλά είναι όλα τόσο μελετημένα και καταγραμμένα στο χαρτί, ώστε τελικώς εκείνο που μένει είναι η ακεραιότητα και μόνον τούτου του νεαρού σαξοφωνίστα και συνθέτη.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΚΑΛΕΝΑΚΗΣ το μοντέρνο, λαϊκό και κοσμοπολίτικο σινεμά του στα χρόνια του ’60

$
0
0
Ο σκηνοθέτης και δάσκαλος του κινηματογράφου Γιώργος Σκαλενάκης μπορεί να έφυγε από τη ζωή, στα 88 του, πριν τρία χρόνια, όμως οι ταινίες του είναι πάντα παρούσες στην τηλεόραση (κάποιες τουλάχιστον απ’ αυτές) και στο YouTube (όταν δεν τις κατεβάζουν).
Ο κόσμος τις βλέπει και τις ξαναβλέπει γιατί είναι άψογα γυρισμένες, έχουν «αέρα», χάρη, δροσιά, λαμπερούς πρωταγωνιστές και επίσης ξεχωριστή μουσική. Χοντρικά, είναι προϊόντα ενός έλληνα σκηνοθέτη, που ήξερε να κάνει κινηματογράφο όσο ελάχιστοι άλλοι, συνάδελφοί του, στη δεκαετία του ’60.
Μπορεί ο Σκαλενάκης να μην έκανε ποτέ μια ταινία, που θα σφράγιζε για πάντα την εγχώρια κινηματογραφία (όπως έκαναν άλλοι συνοδοιπόροι του στα σίξτις), έκανε όμως ταινίες που είχαν πολλά επιμέρους προτερήματα – και αυτό δεν πρέπει να παραβλεφθεί.
Με σπουδές στην πρώην Τσεχοσλοβακία, στην περίφημη σχολή FAMU (μία από τις παλιότερες κινηματογραφικές ακαδημίες της Ευρώπης) κι έχοντας ως συμμαθητές μεγάλες μορφές του τσεχοσλοβάκικου σινεμά, όπως τους Miloš Forman και IvanPasser, oΣκαλενάκης μπλέκει από νωρίς με τις παραγωγές, συμμετέχοντας ως ηθοποιός σε ταινίες άλλων και γυρίζοντας ο ίδιος φιλμ μικρού μήκους.
Το 1963 του δίνεται μάλιστα η δυνατότητα να γυρίσει και την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, τηνPrazské Blues (Τα Μπλουζ της Πράγας), η οποία διακρίνεται για τα πολλά και πρωτότυπα χαρακτηριστικά της, αποτελώντας σταθμό για τον τσεχοσλοβάκικο κινηματογράφο των αρχών του ’60.
Ο Σκαλενάκης κινηματογραφεί, βασικά, το πώς διασκέδαζαν οι ξένοι φοιτητές στην Πράγα της εποχής, καταγράφοντας το μοντέρνο κλίμα που αρχίζει να αναπτύσσεται στα νεανικά κυκλώματα της πόλης στις αρχές των σίξτις  (πρωταγωνιστούσαν ερασιτέχνες ηθοποιοί, Τσεχοσλοβάκοι και αλλοδαποί), παράλληλα με την αποκάλυψη (είναι η σωστή λέξη) της μεγάλης τσεχοσλαβακικής τζαζ της περιόδου.
Να πούμε λοιπόν πως στην ταινία Prazské Bluesσυμμετείχαν μουσικοί που έκαναν τρανό όνομα αργότερα στα πάλκα και την τζαζ δισκογραφία όπως ο φλαουτίστας Jiří Stivín, η τραγουδίστρια Jarmila Veselá, ο ντράμερ Alan Vitouš (αδελφός του διάσημου μπασίστα των WeatherReportMiroslav Vitouš), αλλά κι ένα από τα πολύ σημαντικά γκρουπ της εποχής, οι SHQτου τενορίστα και βιμπραφωνίστα Karel Velebnýμέλη των οποίων ήταν (ανάμεσα σε άλλους) οι Jan Konopásek βαρύτονο σαξόφωνο, Rudolf Dašekηλεκτρικές κιθάρες και Ladislav “Laco” Décziτρομπέτα (όσοι γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα της czechjazzαντιλαμβάνονται το «βάρος» αυτών των ονομάτων). Στιγμές από το soundtrackτου Pražské Βluesακούγονται στο LP-συλλογή “Československý Džez 1963” [Supraphon], με την ταινία να θεωρείται, το ξαναλέμε, μνημείο του μοντέρνου νεανικού κλίματος της περιόδου.
Λάτρης της τζαζ, και γενικότερα της μουσικής (και) ως ακρογωνιαίο κινηματογραφικό στοιχείο, ο Σκαλενάκης φύλαξε τις υπόλοιπες ιδέες του για την ελληνική πλέον παραγωγή.
Τον Απρίλιο του 1965, επί Ένωσης Κέντρου, ο Γιώργος Σκαλενάκης έρχεται στην Ελλάδα (ως ένας σκηνοθέτης που διέπρεπε στην Πράγα), στο πλαίσιο των τότε επαναπατρισμών (σε ατομική βάση) από τις χώρες του πρώην easternμπλοκ. Μάλιστα πολύ γρήγορα θα βρεθεί να σκηνοθετεί την πρώτη ελληνική ταινία του, για τους παραγωγούς Δαμασκηνό-Μιχαηλίδη, την περίφημη Διπλοπεννιές, με την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ – και βεβαίως με την απαστράπτουσα μουσική τού Σταύρου Ξαρχάκου ως συμπρωταγωνίστρια.

Η συνέχεια εδώ…

οι 5 K HD είναι Αυστριακοί

$
0
0
Κουιντέτο, αυστριακό κουιντέτο είναι οι 5 KHD, με μέλη τους MiraLuKovacsφωνή, MartinEberleτρομπέτα, BennyOmerzellπλήκτρα, ManuMayrμπάσο και LukasKönigντραμς. Οι μουσικοί έχουν «όνομα» στην τοπική σκηνή (την αυστριακή εννοώ) και κάποιους απ’ αυτούς τους έχουμε γνωρίσει και στο δισκορυχείον (όπως τον Eberleπ.χ.) σε άλμπουμ της JazzWerkstattκαι αλλού.
Είναι δύσκολο να κατατάξεις κάπου τους 5 KHDτού Andtoina[seayourecords, 2017]. Το να τους αποκαλούσες… eighties-avant-popίσως να έλεγε κάτι, αν δεν παρεμβάλλονταν και πιο ροκ-πειραματικά στοιχεία και κάποιες δόσεις αυτοσχεδιασμού. Γενικώς, θα έλεγα πως τα πλήκτρα του Omerzellκάνουν την πιο σκοτεινή δουλειά, με τη φωνή της Kovacsνα προσφέρει ένα πιο pop(και ενίοτε punky) ηχόχρωμα. Οι ίδιοι οι Αυστριακοί μιλάνε για… jazzydubstep, με προσθήκες funk, progrockκαι pop. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν τι παίζει… Παίζουν πολλά, αυτή είναι η πρώτη αλήθεια. Και μια δεύτερη αλήθεια λέει πως εδώ υπάρχει αληθινό ενδιαφέρον, άποψη ενοργανική και δημιουργική φρεσκάδα.
Πολύ καλοί και στο μέτρο του δυνατού πρωτότυποι.
Επαφή: www.5khd-music.com

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 47

$
0
0
5/10/2017
Διαχρονικά πολλοί την πέφτουν στην Κλειώ Δενάρδου πως ήταν τραγουδίστρια της χούντας κ.λπ. (το έχω δει σε πάρα πολλά σχετικά κείμενα). Την έχουν ταυτίσει εννοώ με το καθεστώς, τις Ολυμπιάδες Τραγουδιού και άλλα τέτοια. Λες και η φοβερή αυτή τραγουδίστρια ξεκίνησε και ολοκλήρωσε την καριέρα της στην επταετία. Τους είδαμε και τους… μη ταυτισμένους (δες το προηγούμενο ποστ).

4/10/2017 
Οι φωτογραφίες είναι πάντα φωτογραφίες...
>>Ντοκουμέντο: ο Νταλάρας τραγουδάει στη γιορτή της 21ης Απριλίου στο Βόλο -μαζί ο Πάριος και ο Δάκης! Πηγή: www.lifo.gr<< 
http://www.lifo.gr/articles/retronaut_articles/162783

4/10/2017
Ο Τσιάρτας έγραψε άσχετα και βλακείες γύρω από το θέμα του νομοσχεδίου για τη «νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου», που αφορά στα τρανς άτομα –βιάστηκε να πει, όντας ανενημέρωτος, την παρλαπίπα του–, αλλά δεν πρέπει να του πάρουμε το κεφάλι. Δεν αξίζει της αποκαθήλωσής μας. Εμείς ως «χανούμια» το εννοούμε και κάπως παραπάνω. Υπήρξε μεγάλος παίκτης και έχει πει την ωραιότερη κουβέντα, που έχω ακούσει ποτέ από ποδοσφαιριστή για το ποδόσφαιρο.
Τον ρώτησαν κάποτε, γιατί είναι αργός μέσα στο γήπεδο. Και ο μάγος Τσιάρτας απάντησε ευφυώς: «Σημασία δεν έχει να τρέχω εγώ, αλλά να τρέχει η μπάλα»!
Βασίλη Τσιάρτα να είσαι πιο προσεκτικός άλλη φορά. Δεν αρμόζουν στο τεράστιο ποδοσφαιρικό ταλέντο σου τέτοια ατοπήματα. Διαφύλαξε πάση θυσία την ποδοσφαιρική υστεροφημία σου.

4/10/2017
Κοιτάξτε εδώ τις βλακείες που γράφουν το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (ΛΚΝ) και ο Μπαμπινιώτης (το σκάναρε κάποιος σχολιαστής κάπου αλλού) σε σχέση με το ροκ εν ρολ και με το ροκ.
Πρώτον, και όσον αφορά το ΛΚΝ, το ροκ δεν είναι «σύγχρονο» είδος μουσικής. Έχει ιστορία 50 χρόνων. Και ούτε χαρακτηρίζεται από «έντονους ρυθμούς». Ο ρυθμός, στη μουσική, είναι ένα κλάσμα που μπαίνει στην αρχή του πενταγράμμου μετά το κλειδί και δεν είναι… έντονος, γιατί είναι απλά ένας αριθμός. Ο ρυθμός δεν έχει καμμία σχέση με τη «δύναμη» ή την ταχύτητα του κομματιού. Επίσης το ροκ εντ ρολ δεν εμφανίστηκε στα τέλη του ’50, αλλά στα μέσα του ’50.
Ο δε Μπαμπινιώτης είναι ακόμη πιο άσχετος, όταν μιλάει για «επαναλαμβανόμενους ρυθμούς». Ο ρυθμός είναι σταθερός και αν μιλάμε για το ροκ εντ ρολ σχεδόν πάντα ήταν 4/4. Φυσικά το ροκ δεν έχει ως κύριο χαρακτηριστικό την «έντονη δυνατή μουσική» καθότι υπάρχει και soft rock και άλλα πολλά, ούτε σώνει και καλά είναι «αντισυμβατικό» (κι εδώ η καραμέλα της δήθεν «επαναστατικότητας»).
Anyway… για να ξέρουμε τι σαχλαμάρες γράφουν και τα λεξικά μας…

3/10/2017
Πήξαμε στους ροκάδες! Τι θέλουνε να παραστήσουν δεν μπορώ να καταλάβω…

3/10/2017
Αν έδινα ακόμη δίσκους έξω αυτό το εκπληκτικό τραγούδι του Κόκοτου θα το έλεγα… folk-psych. Θα τσίμπαγε μάλλον κανας… κολέκτορας από την Ιαπωνία ή τη Σουηδία, αλλά το πιο πιθανόν είναι πως θα μου έκοβε την καλημέρα.
Μπορεί και να του άρεσε όμως…
 

3/10/2017
Ο Μητσοτάκης, ο Βορίδης και ο Άδωνις παρεξηγήθηκαν, γιατί ο Ντάισελμπλουμ είπε πως δεν πρέπει να γίνουν εκλογές στην Ελλάδα. Το θεωρούν «ρεσάλτο», λέει, στα πολιτικά πράγματα της χώρας.
Προσέξτε το λόγο που βρήκαν για να παρεξηγηθούν και (ξανα)βγάλτε τα συμπεράσματά σας για τα άτομα…

3/10/2017
Έβαλα 5-6 «λυπάμαι…» και για τον Τομ Πέτι, πόσα να βάλω; Φυλάω μερικά για τότε που θα πεθάνει και ο Ρότζερ Γουώτερς…

3/10/2017
Αυτή η τακτική με το Ελληνικό, εκεί όπου κάθε αυτονόητος έλεγχος της όλης διαδικασίας διαβάλλεται ως «καθυστέρηση από συμφέροντα», που πάνε κόντρα στην… πρόοδο της χώρας και τις επενδύσεις είναι εντελώς γελοίος. Μόνο τα γνωστά φερέφωνα των «αγορών» τα λένε αυτά και ο Κουρής.
Οι άνθρωποι βιάζονται για την επέλαση της «ανάπτυξης» και τους μισθούς των 300 ευρώ… Έχουν σχέδιο για τη χώρα, όχι τρίχες...

2/10/2017
Συνήθως βάζω λάικ στα σχόλια κάτω από τα ποστ μου στο facebook πρώτον απ’ όλα για λόγους ευγενείας. Θέλω να προλαβαίνω να το κάνω, και τούτο ανεξαρτήτως αν συμφωνώ λίγο, περισσότερο ή και καθόλου μ’ αυτά που διαβάζω.
Έχω τη γνώμη πως κάθε ένας που έρχεται να σχολιάσει στο ηλεκτρονικό σπίτι σου σε τιμά – γι’ αυτό εξάλλου έρχεται. Άρα πρέπει κι εσύ να ανταποδώσεις την τιμή μ’ ένα λάικ. Εντάξει, υπάρχουν και οι εξαιρέσεις, όταν κάποιοι έρχονται άκομψα για να στην πουν ή και να σε βρίσουν. Αλλά αυτοί είναι λίγοι και ούτως ή άλλως ανίκανοι για να βλάψουν τη γενικότητα.

2/10/2017
Δεν υπάρχει καμμία… χρυσή εποχή του βινυλίου. Σκατά ήταν και τότε. Σαβούρα έβγαινε και τότε, πάντα ακριβά ήταν (σχεδόν όσο το μεροκάματο), πάντα τις ίδιες μαλακίες γράφανε οι κριτικοί, το ίδιο μπουρδέλο ήταν οι χώροι και τα live. Μην πουλάτε φετίχ-νοσταλγία σε όσους τα ζήσανε, γιατί ξέρουμε. Και όσοι δεν τα ζήσανε να μην νοσταλγούν κάτι που δεν ζήσανε.

2/10/2017
ΛΑΚΗΣ ΠΑΠΠΑΣ + DONOVAN
(κάπου στην Πλάκα, προς τα τέλη του '60)
Viewing all 5076 articles
Browse latest View live