Με αφορμή δύο δίσκους του Μίμη Πλέσσα που ανέβηκαν στο eBayτον τελευταίο καιρό, δημιουργήθηκε θέμα που αφορούσε τόσο στην τιμή πώλησής τους, όσο και στην καλλιτεχνική αξία τους. Αν και το θέμα της «καλλιτεχνικής αξίας» είναι δύσκολο να το προσδιορίσουμε με κάποια αντικειμενικότητα επειδή ο καθένας μας μπορεί να επικαλεστεί το προσωπικό του γούστο (γούστο επικαλούνται, βεβαίως και όσοι δεν διαθέτουν...), θάβοντας ή εκθειάζοντας έναν δίσκο, το θέμα της «τιμής πώλησης» θα μπορούσε να ήταν κάπως αντικειμενικότερα προσδιορισμένο, αν υπάκουε στον κλασικό κανόνα της αγοράς, που είναι γνωστός ως «προσφορά και ζήτηση».
Βάσει αυτού του κανόνα το βρετανικό περιοδικό RecordCollector, όπως και το Goldmimeστην Αμερική, επιχείρησαν να «αντικειμενικοποιήσουν» τις τιμές των δίσκων (78άρια, LPκαι singles) της αγγλοαμερικανικής παραγωγής προσφέροντας πολυσέλιδα βιβλία με τιμές και προσανατολίζοντας κατά το μάλλον ή ήττον τους αναγνώστες τους. Έτσι, ένας δίσκος των Beatlesή του Elvisπου τον αναζητούν σε όλο τον κόσμο και είναι σπάνιος, μπορεί να έχει τιμή 1000, 2000 ή 3000$, αλλά ένας δίσκος τον οποίον τύπωσε ο… Μπακαφούκας στην Αθήνα κι είναι σπάνιος, αλλά δεν ενδιαφέρεται «κανείς» γι’ αυτόν, δεν μπορεί να έχει την ίδια τιμή. Τοποθετώ το «κανείς» σε εισαγωγικά, επειδή δεν μπορεί μια τιμή να διαμορφώνεται με τη ζήτηση που προκαλείται από έναν ή δύο υποψήφιους αγοραστές. Στην Ελλάδα, όμως, συμβαίνει ακριβώς αυτό. Σπάνιοι δίσκοι (αφήνω το μη σπάνιοι προς ώρας) σκάνε μύτη στο eBay, ή το discogsμε εξωφρενικές τιμές εκκίνησης ή απλησίαστες reserve prices. Πόσοι ψάχνουν αυτούς τους δίσκους σήμερα; Εξαρτάται, αλλά γενικώς ελάχιστοι. Κατ’ αρχάς μηδαμινοί ξένοι –που ανακάλυψαν κάποια στιγμή τη μούφα με την «ελληνική ψυχεδέλεια», έχοντας κλάψει ήδη τα λεφτά τους– και βεβαίως μετρημένοι Έλληνες. Πόσοι, δηλαδή, μπορεί να ενδιαφέρονται για τα «Έρανα» π.χ. του Νίκου Τάτση; Και πόσοι θα ενδιαφέρονταν αν δεν τους χαρακτήριζε ο Αυστριακός Hans Pokoraσ’ ένα από τα βιβλία του με “value 6” (που σημαίνει 1000 ευρώ και άνω); Πρακτικώς, κανένας (εννοώ δυο-τρεις…). Αφήνω, τώρα, το γεγονός πως ακόμη και κάτω απ’ αυτό το σκηνικό ο συγκεκριμένος δίσκος δεν πουλήθηκε ποτέ πάνω από 600 ευρώ. Όχι πως είναι λίγο, αλλά είναι στη μισή τιμή από εκείνη του βιβλίου του Pokora. Καμμιά φορά ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησηςλειτουργεί (ευτυχώς) και εις βάρος των promotersή των εμπόρων.
Ο Μίμης Πλέσσας είναι ένας πασίγνωστος και πολυαγαπημένος έλληνας συνθέτης, έχοντας στην δισκογραφία του και σπάνιους δίσκους. Πόσοι ενδιαφέρονται γι’ αυτούς τους σπάνιους δίσκους του; Σίγουρα δεν είναι τόσοι όσοι ακούν το «Βρέχει φωτιά στη στράτα μου», το «Πρώτη φορά» ή το «Άνοιξε πέτρα»… Πάλι πέφτουμε δηλαδή στην κατηγορία των (Ελλήνων) συλλεκτών, οι οποίοι στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι… κάπως περισσότεροι. Εννοώ πως για σπάνιους δίσκους του Πλέσσα μπορεί να ενδιαφέρεται και ο συλλέκτης δίσκων ελληνικής τζαζ, κι εκείνος που μαζεύει ελληνικό ροκ, κι εκείνος που γουστάρει το λεγόμενο «έντεχνο» τραγούδι, γενικά δηλαδή ο συλλέκτης ελληνικών δίσκων. Πόσοι είναι αυτοί οι άνθρωποι σε όλη την Ελλάδα; Δεν μπορεί να πει κανείς με σιγουριά. Πρέπει όμως να είναι μερικές εκατοντάδες (λίγες). Πόσοι απ’ αυτούς μπορούν ή θέλουν να πληρώνουν «ιλιγγιώδη» ποσά για δίσκους; Μετρημένοι στα δάκτυλα. Έτσι, επί της ουσίας, ακόμη κι ένας σπάνιος δίσκος του Πλέσσα δεν μπορεί να αφορά πολύ περισσότερους, απ’ όσους αφορά ένας σπάνιος δίσκος του Πάνου Σαββόπουλου ή του Περικλή Χαρβά (καλλιτέχνες που τους γνωρίζουν ελάχιστοι εν σχέσει με τον Πλέσσα). Αν σκεφθούμε λοιπόν πως οι σπάνιοι δίσκοι των Beatles, του Elvis, του Dylanκ.ά. πιάνουν μερικές χιλιάδες δολάρια επειδή τους ψάχνουν χιλιάδες συλλέκτες απ’ όλον τον κόσμο, δεν είναι δυνατόν ένας σπάνιος δίσκος του Πλέσσα που αφορά στο 5% να πούμε (και πάαρα πολύ λέω) των συλλεκτών ανά τον κόσμο να πουλιέται 2, 3 ή και 4 χιλιάδες δολάρια. Και μην κρίνει κανείς από το γεγονός πως ο ακριβότερος folkδίσκος (popsike.com) που πουλήθηκε στο eBayανήκει σε κάποιους Touchtoneαπό το 1972 (έπιασε πέρυσι 5000 ευρώ), ενώ ο ακριβότερος δίσκος του Dylan (πάντα κατά το popsike) υπήρξε ένα testpressingτου “BloodontheTracks” που ξεπέρασε για λίγο τα 5800 ευρώ. Για αμερικανικούς και αγγλικούς δίσκους ενδιαφέρεται όλος ο κόσμος (όσοι συλλέκτες, το τονίζω «συλλέκτες», ακούν Dylanδηλαδή, μπορεί ν’ ακούν και Touchtone), για τους ελληνικούς δίσκους, όμως, ενδιαφέρονται πια μόνον οι Έλληνες (αφού οι ξένοι τα μάζεψαν, καθώς πιάστηκαν πολλές φορές κορόιδα αγοράζοντας, για χρόνια, φύκια για μεταξωτές κορδέλες). Π.χ. τους «ψυχελικούς προγκρεσιβάδες» Bicycleκαι δεν συμμαζεύεται…
Επίσης και τούτο. Οι τιμές που δίνουν οι κατάλογοι του RecordCollectorή τουGoldmineαφορούν αυστηρώς σε δίσκους ΜΙΝΤ (καινούριους, άπαικτους, ή παιγμένους 2-3 φορές). ΓράφειεπίτούτουτοGoldmine (ταbold γράμματαδενείναιδικάμου): “Prices listed are for mint condition records! That means new, unplayed, not off-center, no writing on labels, near perfect to perfect condition. A record can be played and still be mint (call it near mint). When you see an album for sale for $40 (as listed in this book) that means it is new! Don’t pay $40 if it isn’t. If it’s in nice condition but shows wear from playing (still plays clean) it’s in very good condition, which is 35-50% of the mint value. If there are some marks on the vinyl or markings on the cover, its value drops to about 25% of the mint price. If the record is beat (noisy when playing) and/or the cover is damaged, it’s only worth 5-10% of the mint price! Read this paragraph every day and learn that condition is everythingwhen determining the value. Don’t pay too much for junk. But don’t feel guilty if you have just paid too much for a mint condition classic!”.
η φωτογραφία είναι από το δίκτυο |
Ρίχνοντας μια ματιά στο λήμμα “Plessas” στο popsikeβλέπει κανείς πως πέρυσι (21/5/2013) πουλήθηκε μία VG+ κόπια (κατά τον πωλητή) τού “GreeceGoesModern” που είχε startprice 2500 δολάρια («έκλεισε» τελικώς στα 3161$ ή 2298 ευρώ). Με βάση το Goldmineκαι το RecordCollectorδηλαδή, όταν κάποιος αξιολογεί μία VG+ κόπια στα 2500 δολάρια, τότε η ΜΙΝΤκόπια πρέπει να πουληθεί στα 5000 δολάρια. Αυτή είναι η αναλογία. Ε, λοιπόν, εγώ λέω ξεκάθαρα πως δεν είναι δυνατόν ένας σπάνιος ΜΙΝΤδίσκος του Πλέσσα (το “GreeceGoesModern” ή το «Παληές Μελωδίες σε Χορευτικό Ρυθμό») να αξίζει 5000 δολάρια. Δεν μπορεί 2-3 άνθρωποι (και εννοώ αγοραστές) να κανονίζουν με τέτοιο τρόπο τις τιμές, πόσω μάλλον όταν και ορισμένοι πωλητές έχουν εξωφρενικές startprices, για δίσκους που τους ψάχνουν ελάχιστοι (ή κανένας). Έτσι λοιπόν, όπως έχω γράψει πολλές φορές στο δισκορυχείον… στην Ελλάδα οι τιμές δεν διαμορφώνονται από το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης, αλλά μόνον από εκείνον της… προσφοράς. Άρα, αν εξαιρέσεις τους πραγματικά σπάνιους δίσκους που τους ψάχνουν πολλοί κι είναι ακριβοί (καθότι υπάρχουν και σπάνιοι δίσκοι που δεν τους ψάχνει «κανένας» το ξαναλέω), για τις υψηλές τιμές των υπολοίπων δεν φταίνε αυτοί που τους πουλάνε, αλλά κυρίως εκείνοι που τους αγοράζουν.
Δεν μπορεί δηλαδή ένα LPτου Πλέσσα στους Αδελφούς Φαληρέα, το «… και Κάπως Αλλιώς» από το 1986 να το ξεκινά κάποιος με τιμή μεγαλύτερη από τα 15-20 δολάρια. Ούτε βεβαίως να καθορίζεται η τιμή του από το γεγονός πως βρέθηκε ένας και πλήρωσε, για να το αποκτήσει, 150 ευρώ. Μιλάμε για έναν δίσκο που τον έχω δει δεκάδες φορές στο παρελθόν, αφού ένα LPτου Πλέσσα δεν μπορεί να «κόπηκε» σε 300 αντίτυπα το 1986, ενώ και τώρα αν κάποιος ψάξει λίγο μπορεί να τον εντοπίσει – πριν ακόμη τον μαζέψουν τα «κοράκια», εμφανίζοντάς τον στο δίκτυο μια φορά ανά τρίμηνο.
Μιλώντας για τον Πλέσσα και τους «άλλους» δίσκους του της δεκαετίας του ’80, αν εξαιρέσεις τα τζαζ-τζαζ άλμπουμ του που είναι καλά κι αξίζει κάποιος να τ’ ακούσει («40 χρόνια JazzΝο 1» και «Νο 2», «Το Κουαρτέτο του Μίμη Πλέσσα» κ.λπ.) εκείνος ο δίσκος που για μένα έχει αξία (και δεν εννοώ συλλεκτική) είναι το LP«Για το Θέατρο 1» [United, 1985], επειδή περιλαμβάνει αποσπάσματα από το “JesusChristSuperStar” (στην ελληνική εκδοχή των Πλέσσα-Μαλαβέτα). Τα υπόλοιπα LP(με διασκευές) σε κάτι μικρές εταιρείες τύπου Ρυθμός, Atheneaumκ.λπ. (μερικά τα έχω αλλά δεν τα θυμάμαι, που σημαίνει πως δεν μου άφησαν κάποια ξεχωριστή εντύπωση όταν τ’ άκουσα) δεν μπορεί να συγκριθούν με τις ανάλογες δουλειές του από το ’60. Ένας τυπικός «σύνθι» ήχος του ’80 δεν έχει ουδεμία αισθητική σχέση (την προσωπική μου άποψη λέω) με τα κιθαριστικά fuzzτου Καλλίρη, ή τον ήχο της philicorda… Είναι τέτοιο και το «…και Κάπως Αλλιώς»; Ας μας πληροφορήσουν, λοιπόν, όσοι το έχουν ακούσει…