Quantcast
Channel: ΔΙΣΚΟΡΥΧΕΙΟΝ / VINYLMINE
Viewing all 5020 articles
Browse latest View live

για τις τιμές των ελληνικών δίσκων

$
0
0
Με αφορμή δύο δίσκους του Μίμη Πλέσσα που ανέβηκαν στο eBayτον τελευταίο καιρό, δημιουργήθηκε θέμα που αφορούσε τόσο στην τιμή πώλησής τους, όσο και στην καλλιτεχνική αξία τους. Αν και το θέμα της «καλλιτεχνικής αξίας» είναι δύσκολο να το προσδιορίσουμε με κάποια αντικειμενικότητα επειδή ο καθένας μας μπορεί να επικαλεστεί το προσωπικό του γούστο (γούστο επικαλούνται, βεβαίως και όσοι δεν διαθέτουν...), θάβοντας ή εκθειάζοντας έναν δίσκο, το θέμα της «τιμής πώλησης» θα μπορούσε να ήταν κάπως αντικειμενικότερα προσδιορισμένο, αν υπάκουε στον κλασικό κανόνα της αγοράς, που είναι γνωστός ως «προσφορά και ζήτηση».
Βάσει αυτού του κανόνα το βρετανικό περιοδικό RecordCollector, όπως και το Goldmimeστην Αμερική, επιχείρησαν να «αντικειμενικοποιήσουν» τις τιμές των δίσκων (78άρια, LPκαι singles) της αγγλοαμερικανικής παραγωγής προσφέροντας πολυσέλιδα βιβλία με τιμές και προσανατολίζοντας κατά το μάλλον ή ήττον τους αναγνώστες τους. Έτσι, ένας δίσκος των Beatlesή του Elvisπου τον αναζητούν σε όλο τον κόσμο και είναι σπάνιος, μπορεί να έχει τιμή 1000, 2000 ή 3000$, αλλά ένας δίσκος τον οποίον τύπωσε ο… Μπακαφούκας στην Αθήνα κι είναι σπάνιος, αλλά δεν ενδιαφέρεται «κανείς» γι’ αυτόν, δεν μπορεί να έχει την ίδια τιμή. Τοποθετώ το «κανείς» σε εισαγωγικά, επειδή δεν μπορεί μια τιμή να διαμορφώνεται με τη ζήτηση που προκαλείται από έναν ή δύο υποψήφιους αγοραστές. Στην Ελλάδα, όμως, συμβαίνει ακριβώς αυτό. Σπάνιοι δίσκοι (αφήνω το μη σπάνιοι προς ώρας) σκάνε μύτη στο eBay, ή το discogsμε εξωφρενικές τιμές εκκίνησης ή απλησίαστες reserve prices. Πόσοι ψάχνουν αυτούς τους δίσκους σήμερα; Εξαρτάται, αλλά γενικώς ελάχιστοι. Κατ’ αρχάς μηδαμινοί ξένοι –που ανακάλυψαν κάποια στιγμή τη μούφα με την «ελληνική ψυχεδέλεια», έχοντας κλάψει ήδη τα λεφτά τους– και βεβαίως μετρημένοι Έλληνες. Πόσοι, δηλαδή, μπορεί να ενδιαφέρονται για τα «Έρανα» π.χ. του Νίκου Τάτση; Και πόσοι θα ενδιαφέρονταν αν δεν τους χαρακτήριζε ο Αυστριακός Hans Pokoraσ’ ένα από τα βιβλία του με “value 6” (που σημαίνει 1000 ευρώ και άνω); Πρακτικώς, κανένας (εννοώ δυο-τρεις…). Αφήνω, τώρα, το γεγονός πως ακόμη και κάτω απ’ αυτό το σκηνικό ο συγκεκριμένος δίσκος δεν πουλήθηκε ποτέ πάνω από 600 ευρώ. Όχι πως είναι λίγο, αλλά είναι στη μισή τιμή από εκείνη του βιβλίου του Pokora. Καμμιά φορά ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησηςλειτουργεί (ευτυχώς) και εις βάρος των promotersή των εμπόρων.
Ο Μίμης Πλέσσας είναι ένας πασίγνωστος και πολυαγαπημένος έλληνας συνθέτης, έχοντας στην δισκογραφία του και σπάνιους δίσκους. Πόσοι ενδιαφέρονται γι’ αυτούς τους σπάνιους δίσκους του; Σίγουρα δεν είναι τόσοι όσοι ακούν το «Βρέχει φωτιά στη στράτα μου», το «Πρώτη φορά» ή το «Άνοιξε πέτρα»… Πάλι πέφτουμε δηλαδή στην κατηγορία των (Ελλήνων) συλλεκτών, οι οποίοι στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι… κάπως περισσότεροι. Εννοώ πως για σπάνιους δίσκους του Πλέσσα μπορεί να ενδιαφέρεται και ο συλλέκτης δίσκων ελληνικής τζαζ, κι εκείνος που μαζεύει ελληνικό ροκ, κι εκείνος που γουστάρει το λεγόμενο «έντεχνο» τραγούδι, γενικά δηλαδή ο συλλέκτης ελληνικών δίσκων. Πόσοι είναι αυτοί οι άνθρωποι σε όλη την Ελλάδα; Δεν μπορεί να πει κανείς με σιγουριά. Πρέπει όμως να είναι μερικές εκατοντάδες (λίγες). Πόσοι απ’ αυτούς μπορούν ή θέλουν να πληρώνουν «ιλιγγιώδη» ποσά για δίσκους; Μετρημένοι στα δάκτυλα. Έτσι, επί της ουσίας, ακόμη κι ένας σπάνιος δίσκος του Πλέσσα δεν μπορεί να αφορά πολύ περισσότερους, απ’ όσους αφορά ένας σπάνιος δίσκος του Πάνου Σαββόπουλου ή του Περικλή Χαρβά (καλλιτέχνες που τους γνωρίζουν ελάχιστοι εν σχέσει με τον Πλέσσα). Αν σκεφθούμε λοιπόν πως οι σπάνιοι δίσκοι των Beatles, του Elvis, του Dylanκ.ά. πιάνουν μερικές χιλιάδες δολάρια επειδή τους ψάχνουν χιλιάδες συλλέκτες απ’ όλον τον κόσμο, δεν είναι δυνατόν ένας σπάνιος δίσκος του Πλέσσα που αφορά στο 5% να πούμε (και πάαρα πολύ λέω) των συλλεκτών ανά τον κόσμο να πουλιέται 2, 3 ή και 4 χιλιάδες δολάρια. Και μην κρίνει κανείς από το γεγονός πως ο ακριβότερος folkδίσκος (popsike.com) που πουλήθηκε στο eBayανήκει σε κάποιους Touchtoneαπό το 1972 (έπιασε πέρυσι 5000 ευρώ), ενώ ο ακριβότερος δίσκος του Dylan (πάντα κατά το popsike) υπήρξε ένα testpressingτου “BloodontheTracks” που ξεπέρασε για λίγο τα 5800 ευρώ. Για αμερικανικούς και αγγλικούς δίσκους ενδιαφέρεται όλος ο κόσμος (όσοι συλλέκτες, το τονίζω «συλλέκτες», ακούν Dylanδηλαδή, μπορεί ν’ ακούν και Touchtone), για τους ελληνικούς δίσκους, όμως, ενδιαφέρονται πια μόνον οι Έλληνες (αφού οι ξένοι τα μάζεψαν, καθώς πιάστηκαν πολλές φορές κορόιδα αγοράζοντας, για χρόνια, φύκια για μεταξωτές κορδέλες). Π.χ. τους «ψυχελικούς προγκρεσιβάδες» Bicycleκαι δεν συμμαζεύεται…
Επίσης και τούτο. Οι τιμές που δίνουν οι κατάλογοι του RecordCollectorή τουGoldmineαφορούν αυστηρώς σε δίσκους ΜΙΝΤ (καινούριους, άπαικτους, ή παιγμένους 2-3 φορές). ΓράφειεπίτούτουτοGoldmine (ταbold γράμματαδενείναιδικάμου): “Prices listed are for mint condition records! That means new, unplayed, not off-center, no writing on labels, near perfect to perfect condition. A record can be played and still be mint (call it near mint). When you see an album for sale for $40 (as listed in this book) that means it is new! Don’t pay $40 if it isn’t. If it’s in nice condition but shows wear from playing (still plays clean) it’s in very good condition, which is 35-50% of the mint value. If there are some marks on the vinyl or markings on the cover, its value drops to about 25% of the mint price. If the record is beat (noisy when playing) and/or the cover is damaged, it’s only worth 5-10% of the mint price! Read this paragraph every day and learn that condition is everythingwhen determining the value. Don’t pay too much for junk. But don’t feel guilty if you have just paid too much for a mint condition classic!”.
η φωτογραφία είναι από το δίκτυο
Ρίχνοντας μια ματιά στο λήμμα “Plessas” στο popsikeβλέπει κανείς πως πέρυσι (21/5/2013) πουλήθηκε μία VG+ κόπια (κατά τον πωλητή) τού “GreeceGoesModern” που είχε startprice 2500 δολάρια («έκλεισε» τελικώς στα 3161$ ή 2298 ευρώ). Με βάση το Goldmineκαι το RecordCollectorδηλαδή, όταν κάποιος αξιολογεί μία VG+ κόπια στα 2500 δολάρια, τότε η ΜΙΝΤκόπια πρέπει να πουληθεί στα 5000 δολάρια. Αυτή είναι η αναλογία. Ε, λοιπόν, εγώ λέω ξεκάθαρα πως δεν είναι δυνατόν ένας σπάνιος ΜΙΝΤδίσκος του Πλέσσα (το “GreeceGoesModern” ή το «Παληές Μελωδίες σε Χορευτικό Ρυθμό») να αξίζει 5000 δολάρια. Δεν μπορεί 2-3 άνθρωποι (και εννοώ αγοραστές) να κανονίζουν με τέτοιο τρόπο τις τιμές, πόσω μάλλον όταν και ορισμένοι πωλητές έχουν εξωφρενικές startprices, για δίσκους που τους ψάχνουν ελάχιστοι (ή κανένας). Έτσι λοιπόν, όπως έχω γράψει πολλές φορές στο δισκορυχείον… στην Ελλάδα οι τιμές δεν διαμορφώνονται από το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης, αλλά μόνον από εκείνον της… προσφοράς. Άρα, αν εξαιρέσεις τους πραγματικά σπάνιους δίσκους που τους ψάχνουν πολλοί κι είναι ακριβοί (καθότι υπάρχουν και σπάνιοι δίσκοι που δεν τους ψάχνει «κανένας» το ξαναλέω), για τις υψηλές τιμές των υπολοίπων δεν φταίνε αυτοί που τους πουλάνε, αλλά κυρίως εκείνοι που τους αγοράζουν.
Δεν μπορεί δηλαδή ένα LPτου Πλέσσα στους Αδελφούς Φαληρέα, το «… και Κάπως Αλλιώς» από το 1986 να το ξεκινά κάποιος με τιμή μεγαλύτερη από τα 15-20 δολάρια. Ούτε βεβαίως να καθορίζεται η τιμή του από το γεγονός πως βρέθηκε ένας και πλήρωσε, για να το αποκτήσει, 150 ευρώ. Μιλάμε για έναν δίσκο που τον έχω δει δεκάδες φορές στο παρελθόν, αφού ένα LPτου Πλέσσα δεν μπορεί να «κόπηκε» σε 300 αντίτυπα το 1986, ενώ και τώρα αν κάποιος ψάξει λίγο μπορεί να τον εντοπίσει – πριν ακόμη τον μαζέψουν τα «κοράκια», εμφανίζοντάς τον στο δίκτυο μια φορά ανά τρίμηνο.
Μιλώντας για τον Πλέσσα και τους «άλλους» δίσκους του της δεκαετίας του ’80, αν εξαιρέσεις τα τζαζ-τζαζ άλμπουμ του που είναι καλά κι αξίζει κάποιος να τ’ ακούσει («40 χρόνια JazzΝο 1» και «Νο 2», «Το Κουαρτέτο του Μίμη Πλέσσα» κ.λπ.) εκείνος ο δίσκος που για μένα έχει αξία (και δεν εννοώ συλλεκτική) είναι το LP«Για το Θέατρο 1» [United, 1985], επειδή περιλαμβάνει αποσπάσματα από το “JesusChristSuperStar” (στην ελληνική εκδοχή των Πλέσσα-Μαλαβέτα). Τα υπόλοιπα LP(με διασκευές) σε κάτι μικρές εταιρείες τύπου Ρυθμός, Atheneaumκ.λπ. (μερικά τα έχω αλλά δεν τα θυμάμαι, που σημαίνει πως δεν μου άφησαν κάποια ξεχωριστή εντύπωση όταν τ’ άκουσα) δεν μπορεί να συγκριθούν με τις ανάλογες δουλειές του από το ’60. Ένας τυπικός «σύνθι» ήχος του ’80 δεν έχει ουδεμία αισθητική σχέση (την προσωπική μου άποψη λέω) με τα κιθαριστικά fuzzτου Καλλίρη, ή τον ήχο της philicorda… Είναι τέτοιο και το «…και Κάπως Αλλιώς»; Ας μας πληροφορήσουν, λοιπόν, όσοι το έχουν ακούσει…

ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ / ΝΙΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ

$
0
0
Τις τελευταίες ημέρες, ψάχνοντας σε μια κούτα με κινηματογραφικά προγράμματα, θυμήθηκα τον μακαρίτη Βασίλη Ραφαηλίδη. Έτσι, είπα να χαζέψω μερικές τηλεοπτικές εμφανίσεις του από την δεκαετία του ’90 που έχουν ανεβεί στο YouTube (χαμός γίνεται!), αφού τα βιβλία του (όσα μ’ ενδιαφέρουν εν πάση περιπτώσει) τα έχω διαβάσει και ξαναδιαβάσει από χρόνια. Είχα γνωρίσει και προσωπικώς τον Βασίλη Ραφαηλίδη (στην ατζέντα μου υπάρχει ακόμη το τηλέφωνό του και η διεύθυνση του σπιτιού του, κάπου στην Ιπποκράτους), ενώ είχαμε συνεργαστεί κιόλας και κατά μίαν έννοια, τον Απρίλιο του 1997, στο Jazz& Τζαζ. Τον είχα πάρει τηλέφωνο και του είχα ζητήσει να αναδημοσιεύσουμε στο περιοδικό ένα κείμενό του από τον Φεβρουάριο του 1974 για τον γερμανό σκηνοθέτη GeorgWilhelmPabst (υπήρχε λόγος), το οποίον (κείμενο) είχα εντοπίσει σ’ ένα ωραίο 30σέλιδο πρόγραμμα-αφιέρωμα του Ινστιτούτου Goethe. «Κανένα πρόβλημα»μου είχε πει ή κάτι ανάλογο, παρότι δεν το θυμόταν (το κείμενο), ζητώντας μου μόνο το τεύχος του περιοδικού, όταν εκείνο θα κυκλοφορούσε…
Ένα από τα διάφορα βίντεο που είδα (μερικά τα πήγαινα στο γρήγορο…) αφορούσε στο πρώτο μέρος μιας εκπομπής του MEGAυπό τον τίτλο Εκπομπή, την οποίαν παρουσίαζε ο Νάσος Αθανασίου. Ήταν Ιούνιος 1998, βάσει των στοιχείων του «χρήστη», και σ’ εκείνο το επεισόδιο εκτός από τον Βασίλη Ραφαηλίδη ήταν καλεσμένη και η Μαλβίνα Κάραλη. Θέμα; Η ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου Μια Αιωνιότητα και μια Μέρα. Κάποια στιγμή ο Αθανασίου, λίγο μετά την αρχή, αναφέρεται σε κάποιο παλαιό περιοδικό (που δεν το κατονομάζει) στο οποίο… υπήρχε μια συζήτηση ανάμεσα στον Ραφαηλίδη και τον Αγγελόπουλο σχετική με τον ελληνικό κινηματογράφο. Ο Αθανασίου μιλάει για το πρώτο ή το δεύτερο τεύχος εκείνου του περιοδικού, το οποίον, κατά τον Ραφαηλίδη ήταν πλέον… συλλεκτικό αντικείμενο, που πουλιόταν τότε (το 1998) 500 χιλιάδες δραχμές!!
Μόλις άκουσα το συγκεκριμένο νούμερο, παραλίγο να κάτσει μια ρόγα (σταφύλι) στο λαιμό μου! Η αλήθεια είναι πως ο Ραφαηλίδης, εκείνη την περίοδο, όντας περιζήτητος «πέταγε» ό,τι ήθελε στα κανάλια (τα οποία τον πολιορκούσαν για μιαν εμφάνισή του) και θα ’πρεπε κάποιος να είχε πολύ μεγάλη υπομονή… ώστε να πάρει την κρησάρα κατακρατώντας από τον πληθωρικό λόγο, ενός πράγματι σοφού ανθρώπου, εκείνο που άξιζε. Και δεν αναφέρομαι σ’ ένα λανθασμένο από μνήμης ντοκουμεντάρισμα ή σε μια μπαρούφα, αλλά στα πιο σοβαρά ζητήματα.
Το '69 10 δραχμές, τώρα μέχρι 10
Τέλος πάντων. Το περιοδικό, βεβαίως, ήταν ο Σύγχρονος Κινηματογράφος, και μάλιστα το τρίτο τεύχος του (από τον Νοέμβριο του ’69) και όχι το πρώτο ή το δεύτερο. Το πιο πιθανόν είναι, δηλαδή, ο Ραφαηλίδης να είχε πει offtherecordτου Αθανασίου πως γνωριζόταν με τον Αγγελόπουλο από την εποχή του περιοδικού (και νωρίτερα) και πως στα πρώτα τεύχη του είχαν κάνει μια συζήτηση για το μέλλον του ελληνικού κινηματογράφου και όλα τα σχετικά… Έτσι, κατά την διάρκεια της εκπομπής, είναι λογικό να υποθέσεις πως ο δημοσιογράφος εμφάνισε για δικά του –μέσω μιας προσυνεννοημένης ερώτησης– όσα του είχε πει (πριν το «γύρισμα») τσάτρα-πάτρα ο Ραφαηλίδης. Τούτο δεν συνηθίζεται (ερώτηση κάνω), όταν δημοσιογράφος και συνεντευξιαζόμενος τα λένε πριν βγουν «στον αέρα» προβάροντας διάφορες ερωτήσεις; «Α πολύ ενδιαφέρον αυτό που είπες… Αυτό θα σε ρωτήσω, μόλις ξεκινήσουμε…»…
Δεν θα έγραφα τίποτα απ’ όλα τούτα –ούτε για την γνωριμία μου με τον μακαρίτη Ραφαηλίδη, ούτε, εννοείται, είχα την οποιαδήποτε καΐλα να κάνω κριτική σε μια τηλεοπτική εκπομπή του 1998– αν δεν έψαχνα να βρω το συγκεκριμένο τεύχος του Σύγχρονου Κινηματογράφου (ναι αυτό των… 500 χιλιάδων) να το ξεφυλλίσω, να προσέξω… και να σκανάρω για εσάς μια ωραία φωτογραφία από μια σπανιότατη ταινία του Νίκου Νικολαΐδη, την οποία δεν έχει δει «κανείς».Η ταινία, που ήταν η δεύτερη του σκηνοθέτη, είχε τίτλο Άνευ Όρων, ήταν μεσαίου μήκους και είχε προβληθεί στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1968 (σε πολλά sites–και στον imdb.com– αναφέρεται ως ταινία του 1964, αλλά είναι λάθος).
Η συμπαραγωγός, σεναρίστα και πρωταγωνίστρια της ταινίας Έλλη Λοΐζου...
Ο Γιάννης Σολδάτος γράφει στην Ιστορία του Ελληνικού Κινηματογράφου [Αιγόκερως, Αθήνα 1982] αναφερόμενος στο Φεστιβάλ του ’68: «Ο Νίκος Νικολαΐδης παρουσιάζει τη δεύτερη μικρού μήκους ταινία του, το “Άνευ Όρων”. Πρόκειται για μια άνευ όρων παράδοση στον κόσμο της ρεκλάμας. Η δημόσια προβολή της ταινίας απαγορεύτηκε». Ενώ στηνΜακεδονίατης 20/9/1968 διαβάζουμε: «Την 10.30 μ.μ. προεβλήθη η ελληνική ταινία μικρού μήκους “Άνευ Όρων”. Παραγωγή: Νίκος Νικολαΐδης, Έλλη Λοΐζου. Σκηνοθεσία: Νίκος Νικολαΐδης. Σενάριο: Έλλη Λοΐζου. Φωτογραφία: Χρήστος Μάγκος. Πρωταγωνιστεί: Έλλη Λοΐζου. Το εικοσιτετράωρο ενός κοριτσιού που κινείται μέσα στην επικαιρότητα». Τέλος, από το blogΛευκός Θόρυβος (5/9/2011) έχουμε και τα λόγια του ιδίου του Νικολαΐδη, τα οποία πρέπει να ειπώθηκαν μάλλον σε κάποιον… φίλο μου από την Πάτρα: «Το ΑΝΕΥ ΟΡΩΝ για την ακρίβεια είναι μια ταινία μεσαίου μήκους γύρω στα 40-45 λεπτά. Ήταν ένα ψάξιμο και δεν την θεωρώ ολοκληρωμένη ταινία. Ψάξιμο κυρίως πάνω στην αφήγηση, γιατί εκείνο που με απασχολούσε ήταν πώς θα μπορέσεις να αφηγηθείς μια ιστορία με βάση ένα κακό σενάριο.(…)».
Εγώ πάντως θα ήθελα κάποια στιγμή να δω αυτή την ταινία του Νίκου Νικολαΐδη που απαγορεύτηκε (όπως λέει ο Σολδάτος)…

ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΒΙΒΛΙΑΡΑΚΙ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

$
0
0
Οι παλαιότεροι, που ήταν μαθητές (ή μπορεί και φοιτητές) στα μέσα της δεκαετίας του ’70, πιθανώς να θυμούνται ακόμη ένα κόκκινο βιβλίο που είχε κυκλοφορήσει στις αρχές του 1975 από τις εκδόσεις Βέργος, υπό τον τίτλο Το Κόκκινο Βιβλιαράκι των Μαθητών. Το βιβλίο αυτό γραμμένο από τους δανούς εκπαιδευτικούς BoDanAndersen, Søren Hansen και Jesper Jensen το 1969 (κατά την Wikipediaμόνον οι Hansenκαι Jensenτο έγραψαν…) γνώρισε τεράστια «διανομή» στα χρόνια του ’70, προκαλώντας «θύελλα» και αντιδράσεις. Ο φιλελεύθερος τρόπος με τον οποίον ήταν γραμμένο το βιβλίο, που καταπιανόταν με ό,τι θα μπορούσε να αφορά σ’ έναν έφηβο-μαθητή (βασικά), είχε ενοχλήσει πλείστες όσες κοινωνίες, με αποτέλεσμα Το Κόκκινο Βιβλιαράκι των Μαθητώννα κακοπέσει (παρά τον θόρυβο που δημιουργούσε), αφού η κυκλοφορία του φαίνεται πως απαγορεύτηκε ή εμποδίστηκε σε μια σειρά από χώρες (Γαλλία, Ιταλία, Ελβετία, Μεγάλη Βρετανία…). Στο Den Lille Røde Bog For Skoleeleverόπως ήταν ο πρωτότυπος τίτλος του (ή TheLittleRedBookForStudentsστην αγγλική μετάφρασή του) μπορούσε κάποιος νέος να πληροφορηθεί όχι μόνον τα της σχολικής ζωής (με ποιον τρόπο μαθαίνουμε, πώς διδάσκουν οι καθηγητές, τι φοβούνται οι ίδιοι ή οι μαθητές, τον ρόλο της τιμωρίας, το νόημα των βαθμών και των διακρίσεων κι ένα σωρό άλλα), όσο κυρίως τα της εξωσχολικής (που σχεδόν πάντα είναι πιο ενδιαφέρουσα…). Υπήρχαν, έτσι, κείμενα για τον «ελεύθερο χρόνο», τις σεξουαλικές σχέσεις, τον αυνανισμό, την πορνογραφία, την ομοφυλοφιλία, την έκτρωση, τα ναρκωτικά, το αλκοόλ και άλλα διάφορα, τα οποία, φαντάζομαι, πως θα διεκδικούσαν το αμέριστο ενδιαφέρον και των (απληροφόρητων) ελλήνων μαθητών της εποχής (στη στρωτή μετάφραση και... προσαρμογή της Ελένης Βαρίκα). Προσωπικώς, είχα διαβάσει Το Κόκκινο Βιβλιαράκι των Μαθητών δέκα χρόνια μετά την πρώτη ελληνική κυκλοφορία του και θυμάμαι πως, και τότε, το είχα βρει πολύ ενδιαφέρον (είχα μάθει πράγματα δηλαδή). Και το σημειώνω τούτο, επειδή και τώρα ακόμη με εκπλήσσει με τον τρόπο που έθιγε ζητήματα «ταμπού», αδιανόητα δηλαδή για τις μαθητικές κοινότητες της εποχής. Δεν ξέρω τι επίσημες αντιδράσεις και αν… είχε προκαλέσει αυτό το πόνημα στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης (αν και το πιθανότερο είναι να παρασύρθηκε από τα… βιβλία για μεγάλους), κρίνω, όμως, ως θετικό το γεγονός πως εκδόθηκε κανονικά, πως διαβάστηκε και επανεκδόθηκε στην πορεία, και πως ακόμη και σήμερα (κάποιοι, λίγοι, παλαιότεροι) φαίνεται να το θυμούνται (όπως διαπίστωσα και από μια-δυο περιπτώσεις στο διαδίκτυο). Λίγα αποσπάσματα, επειδή πριν λίγο ξεκίνησε και η σχολική χρονιά… 
Οι σεξουαλικές σχέσεις 
Τα αγόρια και τα κορίτσια έχουν σχέσεις για διάφορους λόγους:
– γιατί συμπαθιούνται μεταξύ τους και τους αρέσει να ’ρχονται σε επαφή και με το σώμα
– γιατί, και τα αγόρια και τα κορίτσια αισθάνονται, μετά από ένα ορισμένο χρόνο, την ανάγκη μιας πραγματικής σεξουαλικής ικανοποίησης
– γιατί έχουν ανάγκη από στοργή και τρυφερότητα και νομίζουν ότι θα τα βρουν στις σχέχεις
– γιατί στην παρέα τους υπάρχουν συμμαθητές τους που διαρκώς περηφανεύονται για τις κατακτήσεις τους.
Όποιοι και να ’ναι οι λόγοι για τους οποίους τ’ αγόρια και τα κορίτσια έχουν σχέσεις, εκείνο που πρέπει να ξέρουν είναι ότι αυτό έχει επιπτώσεις και για τους δυο.
Μπορεί κανείς να κοιμηθεί με μια κοπέλα ή αντίστοιχα μ’ ένα αγόρι, όντας πολύ ερωτευμένος, αλλά αυτό δεν γίνεται πάντα. Μπορεί κανείς να ’ναι ερωτευμένος με μια κοπέλα χωρίς να κοιμηθεί μ’ αυτήν. Για να μην έχουν δυσάρεστα και απρόοπτα αποτελέσματα οι σεξουαλικές σχέσεις, πρέπει οι ενδιαφερόμενοι να αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλο με τιμιότητα και ευθύτητα: πρέπει να έχουν τον ίδιο σκοπό και να ψάχνουν να βρουν τα ίδια πράγματα.
– Αν ζητάς λίγη τρυφερότητα και αγάπη δε θα τα βρεις σε κάποιον που ζητά μόνο και μόνο σεξουαλική ικανοποίηση.
– Αν κάποιος αναγκαστεί για οποιοδήποτε λόγο να έχει σεξουαλικές σχέσεις, είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα απογοητευτεί.
– Όταν αυτό που επιδιώκεις είναι να αισθανθείς ικανοποίηση, δεν πρόκειται ποτέ να το πετύχεις με το να υποχρεώσεις –με οποιοδήποτε τρόπο– το αγόρι ή την κοπέλα να κοιμηθεί μαζί σου.
Θα υπάρχουν πάντα άνθρωποι που θα σου λένε ότι τα αισθήματα είναι πολύ επικίνδυνα κι οι σεξουαλικές σχέσεις ακόμα περισσότερο. Οι άνθρωποι αυτοί, όμως, στα λένε αυτά γιατί, τις περισσότερες φορές, φοβούνται οι ίδιοι τα αισθήματα και τις σχέσεις. Σχεδόν ποτέ δεν τόλμησαν ν’ αγαπήσουν πραγματικά. Εσείς πρέπει να ’χετε το κουράγιο να αποκτάτε μόνοι σας τις εμπειρίες. Μόνο έτσι θα μπορέσετε να μάθετε και, γιατί όχι, να μας διδάξετε και μας. 

Η ομοφυλοφιλία 
Όλοι οι άνθρωποι είναι διαφορετικοί. Αυτό ισχύει και όσον αφορά τον σεξουαλικό τομέα. Εδώ και πάρα πολύ καιρό έχουν διαιρέσει τους ανθρώπους σε δύο κατηγορίες: Σ’ αυτούς που επιθυμούν σεξουαλικά ανθρώπους του άλλου φύλου. Σ’ αυτούς που επιθυμούν ανθρώπους του ίδιου φύλου.
Υπολογίζεται ότι 5% των ανδρών,δηλαδή ένας στους 20, είναι ομοφυλόφιλοι. Στις γυναίκες το ποσοστό είναι πιο μικρό. (σ.σ. το κείμενο, υπενθυμίζω, είναι γραμμένο το 1969)
Η αγάπη των ομοφυλόφιλων και τα αισθήματά τους μπορεί να ’ναι το ίδιο ειλικρινά με τα αισθήματα των άλλων.
Πολλοί απ’ αυτούς έχουν πολλά προβλήματα και φασαρίες λόγω της ομοφυλοφιλίας τους. Αυτό συμβαίνει γιατί η χριστιανική κουλτούρα και ηθική θεωρεί τους ομοφυλόφιλους ανθρώπους άρρωστους, μη φυσιολογικούς ή και εγκληματίες. Υπάρχουν κοινωνίες με διαφορετικούς ηθικούς νόμους και διαφορετική κουλτούρα, που θεωρούν ότι η ομοφυλοφιλία είναι το ίδιο φυσιολογική όσο και η ετεροφιλία. Άλλωστε σε ορισμένες χώρες υπάρχουν οργανώσεις που αγωνίζονται για την αναγνώριση των δικαιωμάτων των ομοφυλόφιλων.

Και λίγη ψυχεδέλεια… 

LSDκαι μεσκαλίνη 
Οι επιπτώσεις του LSDκαι της μεσκαλίνης διαφέρουν φοβερά από άνθρωπο σε άνθρωπο. Υπάρχουν άνθρωποι που παίρνουν συστηματικά LSDεπί μήνες ολόκληρους χωρίς να έχουν πάθει τίποτα.
Υπάρχουν, όμως, και περιπτώσεις ανθρώπων που, με την πρώτη φορά που το δοκίμασαν, έπαθαν αγιάτρευτες αρρώστιες, που σκότωσαν ή αυτοκτόνησαν. Το LSDείναι ένα υγρό χωρίς χρώμα και γεύση που υπάρχει και με τη μορφή χαπιού. Η μεσκαλίνη είναι μια ουσία που εξάγεται από ένα μικρό κάκτο που υπάρχει σε αφθονία στο Μεξικό.
Το LSDκαι τη μεσκαλίνη τα παίρνει κανείς από το στόμα(σ.σ. το ότι ο Αλέξης Ακριθάκης ζωγράφιζε το 1967… σύριγγα με LSDδεν πρέπει να αφήνει κανέναν ασυγκίνητο…) και δεν υπάρχει κανένας τρόπος να ελέγξει κανείς αν πήρε αρκετή δόση και όχι υπερβολική.
Οι δόσεις τις οποίες πουλάνε παράνομα, είναι πάντα υπερβολικά δυνατές. Ο πιο σίγουρος τρόπος, για κάποιον που θέλει σώνει και καλά να δοκιμάσει μεσκαλίνη, είναι να πιπιλήσει ένα κομμάτι απ’ αυτόν τον κάκτο που περιέχει τη μεσκαλίνη. Σ’ αυτή την περίπτωση η επίδραση έρχεται προοδευτικά και μπορεί να σταματήσει πριν είναι πια πολύ αργά.
Μια μέση δόση από LSDαρχίζει να επιδρά σ’ αυτόν που την παίρνει ύστερα από μισή ώρα. Η επήρεια διαρκεί γύρω στις 8-9 ώρες και συνήθως συνοδεύεται από δεκάξη ώρες αϋπνία. Η επίδραση της μεσκαλίνης αρχίζει ύστερα από 2-3 ώρες και διαρκεί περίπου δώδεκα ώρες. Αν η δόση είναι πολύ δυνατή, η επίδραση έρχεται γρηγορότερα και διαρκεί περισσότερο.
Το LSDκαι η μεσκαλίνη προκαλούν, πολλές φορές, ισχυρές κρίσεις αγωνίας και απρόβλεπτες αντιδράσεις. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο, αν κάποιος δοκιμάσει τέτοια ναρκωτικά, να βρίσκονται μαζί του άνθρωποι που να τον παρακολουθούν συνέχεια και στην ανάγκη να του δώσουν αντίδοτα.
Υπάρχουν άνθρωποι που διηγούνται, προφορικά ή γραπτά, ότι έκαναν υπέροχα «ταξίδια» με το LSDκαι τη μεσκαλίνη. Πιθανόν να λένε αλήθεια. Αλλ’ αυτό δε σημαίνει σε καμιά περίπτωση, ότι θα συμβεί και στους άλλους που παίρνουν LSD. Όταν ακούτε για αγόρια και κορίτσια που βρέθηκαν στο ψυχιατρείο επειδή πήραν LSDή μεσκαλίνη, είναι κι αυτό αλήθεια, αφού αυτά τα παιδιά βρίσκονται στο ψυχιατρείο.
Βιολογικές έρευνες έχουν αποδείξει ότι το LSDκαι η μεσκαλίνη μπορούν να καταστρέψουν τα χρωματοσώματα, δηλαδή τα στοιχεία κληρονομικότητας που μεταδίδουμε στα παιδιά μας.
Αποφεύγετε σαν τον διάβολο το λιβάνι, το LSD, τη μεσκαλίνη κι όλα τα παρόμοια ναρκωτικά.

PHIL HAYNES/ NO FAST FOOD

$
0
0
ΟντράμερPhil Haynesδενείναιχθεσινός. Βρίσκεται 30 χρόνια στη σκηνή και δισκογραφεί από το 1986, καθώς υπήρξε μέλος του PaulSmokerTrio (με τον PaulSmokerστην τρομπέτα και τον RonRohovitστο μπάσο). Μάλιστα στο ντεμπούτο άλμπουμ τους, που είχε τίτλο “QB”, συμμετείχε και ο AnthonyBraxtonστο άλτο σαξόφωνο. Με το σχήμα αυτό ο Haynesθα πάει μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’90, ενώ από το 1991 και μετά θα συνεχίσει τόσο με εμφανίσεις σε projectsτρίτων, όσο και με τα προσωπικά του γκρουπ, με τα οποία θα γράψει μέχρι σήμερα περισσότερα από δέκα άλμπουμ. Το τελευταίο του έχει τίτλο InConcert [CornerStoreJazz, 2014] είναι διπλό και ζωντανό (ηχογραφημένο το 2012 στο Rochesterτης Νέας Υόρκης και στο Milheimτης Pennsylvania) και περιλαμβάνει στην line-up (εκτός από τον ίδιο τον Haynesπου παίζει ντραμς), τον σαξοφωνίστα (τενόρο, σοπράνο) και φλαουτίστα DavidLiebmanκαι τον μπασίστα DrewGress. Ο Liebman–για τον οποίον, ορισμένες φορές, έχεις την αίσθηση πως τον συναντάς παντού– είναι βεβαίως ο… Liebman, ένας μουσικός που ξεκινά από τις μπάντες του MilesDavis, του ElvinJonesκαι του JohnMcLaughlinνωρίς στα seventiesγια να καταλήξει σε κάθε χώρο του improv-jazzεπιστητού, ενώ και ο Gressέχει και αυτός την ιστορία του, καλώς καταγραμμένη δίπλα στους FredHersch, JohnAbercrombie, DonByron, JohnSurmanκαι πολλούς άλλους.
Στο “InConcert” οι τρεις μουσικοί, υπό το όνομα NoFastFood, προσφέρουν ένα ξεχωριστό set, το οποίον αντιλαμβανόμαστε ως τέτοιο όχι μόνο εξ αιτίας των τριών οργάνων (οι ίδιοι φαίνεται πως είναι επηρεασμένοι από τoNewElvinJonesTrio, με ElvinJones, JoeFarrellκαι JimmyGarrison), αλλά κυρίως της διάθεσής του να επεκταθούν προς πάσα αισθητική κατεύθυνση, χρησιμοποιώντας όλη την εμπειρία τους στον «συμφωνημένο», αλλά και στον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό. Έτσι, υπάρχουν tracksπου καλύπτουν όλες τις… ταχύτητες, από τους φουριόζους και «πανικόβλητους» διαξιφισμούς, μέχρι τα μεσαία tempiκαι τις μπαλάντες, ενώ και τα τρία όργανα, που ακούγονται και μαζί και μόνα, προσφέρουν ξεχωριστές στιγμές ομαδικής και σολιστικής δράσης, με τον Liebmanνα παρουσιάζει, ως συνήθως, απίστευτα πράγματα (όπως στο σχεδόν 8λεπτο “Thecode” που… αναπλάθει με ευρηματικότητα τα timbreτου τενόρου). Βεβαίως και οι άλλοι δύο μουσικοί, το rhythmsectionδηλαδή, έχει ένα ρόλο εντελώς δημιουργικό προσφέροντας ακόμη και καινοφανή ηχοχρώματα, όταν οι περιστάσεις το απαιτήσουν. Για παράδειγμα στο “Zenlieb”, το… nativeφλάουτο του Liebmanδιαχέεται πάνω από ένα… newageυπόστρωμα, ανακαλώντας στη μνήμη μου τις εγγραφές του R. CarlosNakai– ένα έξοχο, ένα εντυπωσιακό κομμάτι. Σε γενικές γραμμές θα χαρακτήριζα το πρώτο CDπερισσότερο improvκαι πιο κοντά στα αναμενόμενα ακουστικά πρότυπα, και το δεύτερο περισσότερο… περιπετειώδες, με ιδιαίτερη προσέγγιση στον μελωδικό τομέα (από το τενόρο βασικά, αλλά και το φλάουτο του Liebman) και με το rhythmsectionνα κεντρίζει διαρκώς το ενδιαφέρον με τους συνεχείς ρούλους του Haynesκαι το πλήρες παίξιμο του Gressστο κοντραμπάσο.
Αν έβαζα βαθμολογία, το δεύτερο CDδεν θα μπορούσε να πέσει κάτω από το «άριστα»…
Επαφή: www.philhaynes.com

REVERSED NATURE ελληνικό κοσμικό μάτι

$
0
0
Η δέκατη κυκλοφορία της ελληνικής CosmicEyeείναι ελληνική. Μετά από εννέα… κοσμικά βινύλια από τα πέρατα της γης (Περού), έως και τη γειτονιά μας (Κροατία), ήρθε και η ώρα για μία ελληνική μπάντα, που αποτελεί ταυτοχρόνως και πρόταση του labelόσον αφορά στο εγχώριο… διαστημικώς «χαμένο». Αν και έχουν μερικά χρόνια στο πάλκο, οι ReversedNature(αυτό είναι το όνομά τους) είναι βασικά καινούριοι στο χώρο, αποτελούμενοι εκ των Λευτέρη Βουτσά ντραμς, TonyCiminoμπάσο, Μιχάλη Ανδρεσάκη κιθάρες και Δήμητρα Τζημούρτου φωνή. Τετράδα λοιπόν, άνευ πλήκτρων, αλλά με τη φωνή σε πρώτο ρόλο. Τέσσερα, περαιτέρω, είναι και τα κομμάτια που μας παρουσιάζει το συγκρότημα σε τούτο το παρθενικό LPτου –τιτλοφορήθηκεIntotheLimboκαι «κόπηκε» σε 300 αντίτυπα–, κομμάτια που εμφανίζουν και τις διαφορετικές cosmicπροσεγγίσεις του, ενταγμένες όλες σ’ ένα «ενιαίο» πλάνο.
Υπάρχουν, δηλαδή, ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά της μουσικής των ReversedNature, που δίνουν και μια ταυτότητα στο εγχείρημα. Το πρώτο είναι η αίσθηση του jam, που αφήνουν οι συνθέσεις τους. Κομμάτια χωρίς… αρχή και τέλος εννοώ, αλλά με ισχυρή, ισχυρότατη… μέση. Έπειτα είναι τα φωνητικά τής Τζημούρτου, τα οποία, ενίοτε, δεν είναι από εκείνα που θα περιμέναμε από ένα κλασικό cosmicσχήμα. Απεναντίας, τούτα έρχονται από «πολύ μετά», ή «απλώς μετά», κατακρατώντας στοιχεία από τα late 70s-early 80s (είναι κάπως «ξερά» και απoστασιοποιημένα, επιχειρώντας να συνδέσουν μια κάπως punkyαίσθηση με την μεγαλύτερη φόρμα). Το πρώτο trackτου άλμπουμ, που έχει για τίτλο του τον τίτλο του LP, είναι χαρακτηριστικό αυτoύ που υποστηρίζω. Πάνω σ’ ένα βαρέων-βαρών rhythmsectionκαι με την κιθάρα να δημιουργεί μέσω των παρατεταμένων riffsένα ακόμη πιο «υποχθόνιο» πλαίσιο, έρχεται η φωνή για να επιτείνει την αίσθηση του εξώκοσμου. Στη συνέχεια, όμως, και στην… έξοδο του Limbo, το περιβάλλον που οικοδομείται είναι ακόμη πιο τελετουργικό, με το slow-tempoνα προσδίδει επιπλέον βαρύτητα και με τη φωνή, τούτη τη φορά, να ακούγεται πιο «ικετευτική» και πιο «απόκοσμη». Αν η είσοδος προσέκρουε πάνω σε μια περίπου… progressivepunkάποψη, η έξοδος είναι περισσότερο αισθησιακή, με το συγκρότημα, εν τέλει, να αποδίδει εξ ίσου καλά καθ’ όλη την διάρκεια του «ταξιδιού».
Στο ίδιο μοτίβο θα συνεχίσουν οι ReservedNatureκαι στην δεύτερη πλευρά του άλμπουμ τους, με το μεγαλόπνοο “MotherMaryandtheChicken-Snakes” να κάνει ακόμη πιο σαφή την προσπάθειά τους να κινηθούν στο μεταίχμιο του progressiveμε το krautrock, και με τους κιθαριστικούς όγκους να συναγωνίζονται σε σφοδρότητα την ρυθμική ακολουθία. Κάποιοι, μάλιστα, μπορεί να μιλήσουν και για ένα είδος… stoner, αν και είναι καλύτερο, νομίζω, να συνεννοούμαστε με πιο… κλασικούς όρους. Και σ’ αυτό το track, πάντως, η φωνή συμβάλλει προς τη θετική κατεύθυνση είτε με το πιο καθαρό τραγούδι, είτε με τα φωνητικά «γεμίσματα», την ώρα κατά την οποίαν η tribalprog«αλλαγή» προς το τέλος δίνει extraπόντους στο κομμάτι, που, ως μεγάλης διάρκειας, έχει ανάγκη την «περιπέτεια». Το έσχατο “Understudiojammingsession” δεν παρεκκλίνει από τη «γενικότερη θέση». Ίσα-ίσα υπογραμμίζει την αίσθηση, ου μην και την βεβαιότητα, του jamming, που τροφοδοτεί με ακατέργαστη ύλη τούτο το αθηναϊκό συγκρότημα.
Επαφή: www.musicbazz.com

KEN THOMSON AND SLOW/FAST

$
0
0
Αν υπάρχει κι έχει νόημα ο όρος progressive-jazzστην εποχή μας, τότε η jazzτου μπασοκλαρινετίστα και αλτοσαξοφωνίστα KenThomsonείναι τέτοια. Είναι progressiveδηλαδή – και όχι αναγκαστικώς με την βρετανική έννοια των seventies (περνάει κι από ’κει), αλλά μέσα από μιαν ευρύτερη αναδιάταξη και προσαρμογή εις σώμα ένα jazz, rockκαι σύγχρονων κλασικώνστοιχείων. Το αποτέλεσμα είναι ένα CD, το Settle [NCMEast], έξι συνθέσεων (όλες του Thomson) η κάθε μία εκ των οποίων ανοίγει κι ένα διαφορετικό «παράθυρο» σ’ αυτό το ευρύτατο ηχητικό πλαίσιο, που απασχολεί από καιρό. Jazz, rockκαι κλασική… Πόσα και πόσα δεν έχουν ειπωθεί/ηχογραφηθεί τα τελευταία 45 χρόνια μέσα και γύρω απ’ αυτό το «κεφάλαιο»… Και όμως… τέλος δεν υπάρχει. Και δεν μπορεί να υπάρξει, όταν συνθέτες και εκτελεστές με γνώσεις και φαντασία, παίρνουν τη σκυτάλη στα χέρια τους και προχωρούν σε δρόμους «άλλους»… Φυσικά σ’ αυτή την διαδρομή, στην συγκεκριμένη διαδρομή εννοώ, δεν είναι μόνος του ο KenThomson. Έχει δίπλα του άξιους συμπαραστάτες όπως τον τρομπετίστα RussJohnson, τον κιθαρίστα NirFelder, τον μπασίστα AdamArmstrongκαι τον ντράμερ FredKennedy, οι οποίοι, ως Slow/Fast(το όνομα της μπάντας), έχουν διακριτούς ρόλους στην δόμηση του “Settle”.
Εκείνο που πρέπει να πω από την αρχή είναι πως εδώ, στην περίπτωση του “Settle”, κυριαρχούν οι... συνθέσεις. Δεν μπορώ να γνωρίζω τι ποσοστό αυτοσχεδιασμού χωρά στο έργο του Thomson, εκείνο όμως που γνωρίζω και ακούω είναι μια μουσική που ενώ είναι εύληπτη στο αυτί, είναι ταυτοχρόνως και «αλλιώτικη» στην διαμόρφωσή της, καθότι όλα φαίνονται «υπολογισμένα». Ηλεκτρική jazzδωματίου θα μπορούσε να είναι ένας καλός προσδιορισμός εκείνου που ακούμε, με τις τρεις λέξεις («ηλεκτρική», “jazz”, «δωματίου») να έχουν τη δική τους συμμετοχή-παρουσία στην τελική ισοζυγία. Υπάρχει λοιπόν, από την μια μεριά, η ηλεκτρική κιθάρα του Felder (από τους ανερχόμενους κιθαρίστες της σκηνής που έχει παίξει με όλη την σύγχρονη «αφρόκρεμα»), ο οποίος, είτε με το ρυθμικό παίξιμό του είτε με το lead, ενσωματώνει στις «ευγενείς» συνθέσεις του Thomsonμία rockδιάσταση. Όταν μάλιστα τα tempiανεβαίνουν, τότε, και σε συνδυασμό με το ρυθμικό τμήμα, το αποτέλεσμα ξεφεύγει – εννοώ πως παρέχεται η αφορμή και στα υπόλοιπα leadόργανα (τα πνευστά) να συνδράμουν προς την κατεύθυνση μιας μουσικής απολύτως συναρπαστικής, που να μπορεί να τεντώνει τις αισθήσεις (το εισαγωγικό, 10λεπτο και φερώνυμο “Settle” είναι ένα καλό δείγμα). Σε άλλες πάλι συνθέσεις, ο Thomsonεμφανίζεται να κινείται περισσότερο προς την «δωματίου» μεριά, με το μπάσο κλαρίνο να παίζει «κυκλικά» μελωδικά soli, πριν αναλάβει και πάλι η κιθάρα για να… αποπροσανατολίσει το άκουσμα. Το παίξιμο του Felderέχει, εδώ, ένα βασικό χαρακτηριστικό. Ενώ βρίσκεται σχεδόν παντού, δεν κυριαρχεί. Με riffs, με ξαφνικούς αρπισμούς, με «κοντές» φράσεις, ώρες-ώρες και με κάποια Fripp-οειδή συμπεριφορά, η κιθάρα δεν παύει να είναι το όργανο που υποσκάπτει τόσο την jazz, όσο και την «δωματίου» μεριά. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που πρέπει να είναι… όπως, επί παραδείγματι, στο “Bendtowardslight” με το… brechtianpunkτων Slow/Fastνα χτυπάει κόκκινο, ή στο “Spring” ας πούμε, με το ανορθόδοξο παίξιμο στο μπάσο να πυροδοτεί την γενικότερη… ανοιξιάτικη έκρηξη. 
Απαιτητικές μουσικές οπωσδήποτε, χωρίς να είναι επί τούτου «δύσκολες».
Επαφή: www.ktonline.net

ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΟΤΗΤΑΣ σε τραγούδια της Κέρκυρας

$
0
0
Τα 3/5 της τελευταίας line-upτων Κόρε.Ύδρο. (Π.Ε. Δημητριάδης φωνή, κιθάρες κ.λπ., Μάριο Πλασκασοβίτης πιάνο, κιθάρες κ.λπ., Ντέλος Πέτρου μπάσο, ντραμς, Farfisaκ.λπ.,) μαζί με τους Νίκο Ραράκο κιθάρες και Χριστίνα Παπαλίτσα τσέλο αποτελούν σήμερα ένα καινούργιο γκρουπ που ακούει στο όνομα Τα Παιδιά της Παλαιότητας. Τώρα, αν αυτοί οι… νέοι Κερκυραίοι αποτελούν ή όχι μια μετεξέλιξη των παλαιοτέρων δεν έχει και τόσο σημασία – υπό την έννοια πως εκείνο που έχει νόημα να διακριβωθεί είναι αν τα «12 Τραγούδια από τις Κατακόμβες» [InnerEar, 2014] κομίζουν κάτι καινούριο, κάτι «άλλο» στο σύγχρονο ελληνικό ροκ, ή γύρω από το ροκ, τραγούδι. Εγώ θα πω πως «ναι, κομίζουν κάτι άλλο» και αυτό θα επιχειρήσω να εξηγήσω/αναπτύξω στο κείμενο που ακολουθεί. Στο ψητό λοιπόν…
Ακούμε δεκάδες ελληνικά συγκροτήματα, τα τελευταία χρόνια (να μείνω μόνο στα τελευταία) από την Αθήνα, την Θεσσαλονίκη, την Πάτρα, την Κρήτη, τα νησιά, τον κάμπο, τα όρη και τα βουνά της πατρίδας και «όλα» ακούγονται (όταν τραγουδούν στην αγγλική) σαν να προέρχονται από το Λονδίνο, το Καράκας ή τη Μόσχα… (δίχως να έχουν, σώνει και καλά, ρόλο «φτωχού συγγενούς»… κάθε άλλο μάλιστα). Αν, τώρα, τυγχάνει να τραγουδούν και στην ελληνική, και πάλι δεν γίνεται να καταλάβεις αν προέρχονται από την Δράμα, τη Σπάρτη ή την Καβάλα… Τι γίνεται εδώ πέρα; Τι συμβαίνει; Τι μπορεί να σημαίνει αυτή η εξωτερική ομοιομορφία; (Γιατί εσωτερική ανομοιομορφία υπάρχει, κι ας είναι υποταγμένη). Τι απέγινε η… ιδιοσυστασία του μικρού τόπου, της κωμόπολης, της μικρής ή της μεγαλύτερης πόλης; Τι σημαίνει πλέον τοπική ιστορία, τοπικά ήθη κι έθιμα, τοπική εορτήκαι λατρεία; Όλοι… από την Νέα Υόρκη μέχρι την Αθήνα και από την Γιοκοχάμα μέχρι την… Κωλοπετινίτσα θα πρέπει να ασχολούμαστε με το iphone 6 και τις AndroidApps; Κι αν πρέπει ν’ ασχολούμαστε εν τοιαύτη περιπτώσει μπορεί να γίνουν όλα τούτα «σκέψεις», «έργα», «λόγια» ή «τραγούδια»; Από πού θ’ αντλήσει ο νέος έλληνας τραγουδοποιός –γιατί αυτός μας ενδιαφέρει εδώ– αν δεν αντλήσει απ’ ό,τι του εμπιστεύθηκαν εκείνοι που τον μεγάλωσαν, απ’ όσα ο ίδιος αντιλαμβάνεται (ή πρέπει να αντιλαμβάνεται) ως ζωτικά στοιχεία μιας ύπαρξης που δεν είναι απλώς «σημερινή», αλλά κρατάει από τα βάθη των αιώνων; Τι σημαίνει ζω «στο σήμερα», όταν αγνοώ την… μικροϊστορία του τόπου μου, όταν δεν αντιλαμβάνομαι εκείνο που ραγίζει τις καρδιές των γειτόνων μου, καθώς ανακινείται η μνήμη;

Παλαιά, πριν εκατό χρόνια ας πούμε, είχαμε το ηπειρώτικο δημοτικό, που δεν μπορούσε κανείς να το μπερδέψει με το ρουμελιώτικο ή το μωραΐτικο. Στην πορεία αυτή η βεβαιότητα, δεν μετατράπηκε απλώς σε αίσθηση… εξαφανίσθηκε εντελώς. Όλα έγιναν «ένα». Ομογενοποιήθηκαν μέσα από τον καταναλωτική λαίλαπα, το μανιπουλάρισμα και την προπαγάνδα της παγκοσμιοποιημένης αγοράς, που καταδίκασε το μερικόπρος όφελος του γενικού, ισοπεδώνοντας ιστορίες και αξίες. Λοιπόν, για να το πω με απλά λόγια. Τα Παιδιά της Παλαιότητας έκαναν έναν δίσκο, που από την αρχή έως το τέλος του… μυρίζει Κέρκυρα. Την… Θεία Κέρκυρα. Όχι την Κέρκυρα του Κάβου ή του Rothschild, αλλά την Κέρκυρα της πίστης, του Αγίου, της θρησκείας (και της θρησκοληψίας), των θαυμάτων και των ταμάτων, των άδολων ανθρώπων, των ταραγμένων καντουνιών, των… θεσπέσιων κηδειών, της μαγείας και της λατρείας. Είναι μια Κέρκυρα που υπάρχει (και σήμερα) και για την οποίαν τραγουδούν Τα Παιδιά της Παλαιότητας, προτείνοντας έναν δίσκο που ΔΕΝ θα μπορούσε να δημιουργηθεί πουθενά αλλού στον κόσμο. Αυτό για ’μένα είναι το σημαντικότερο όλων – και είναι αυτό το οποίον προηγείται οποιασδήποτε επιμέρους κρίσης ή ανάλυσης. Έτσι, και για να μην υπάρξει παρεξήγηση, το συγκρότημα φροντίζει, από την αρχή, από το εξώφυλλο κιόλας, να διασαφηνίσει το conceptτου, μέσω μιας φωτογραφίας από την αυγουστιάτικη λιτανεία του σκηνώματος του Αγίου Σπυρίδωνος, με τις σειρές των πιστών να περιμένουν καθιστοί στα πλακάκια της πλατείας, για να περάσει από πάνω τους… το θαύμα. Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι τι ακριβώς πιστεύουμε (και αν πιστεύουμε) εμείς ή ο καλλιτέχνης, αλλά τι ακριβώς πιστεύουν οι άλλοι· καθώς οι άλλοι είναι ο κόσμος, δεν είμαστε εμείς…

Ο Π.Ε Δημητριάδης είναι ένας αποφασισμένος παρατηρητής εκείνων που συμβαίνουν, βαθιά, στις ανυπόκριτες ψυχές του λαού. Αυτές επιδιώκει να εντοπίσει και να αναδείξει. Συγκινείται από την πίστη προς το θείο, αντιλαμβάνεται και κατανοεί την ανάγκη της λατρείας και της προσευχής, αντιμετωπίζει με κατανόηση την εκκλησιαστική άγραφη παράδοση, σεβόμενος την «άλλη άποψη», την αίρεση ή την πνευματική αντιστροφή, επειδή κι εκείνες αποτελούν μια το ίδιο βαθιά πίστη προς το ίδιο (ή το αντίθετο). Ενσωματώνει, επίσης, στην στιχουργική τέχνη του τον φόβο του πιστού προς τον Σατανά, κατανοώντας, υποθέτω, την αναγκαιότητα των αγιασμών π.χ., ή των εξορκισμών. Αποδέχεται, δηλαδή, μια θρησκευτική ή θρησκοληπτική διαδικασία, όχι επειδή αναγκαστικώς ο ίδιος πιστεύει σ’ αυτήν, αλλά επειδή τούτες ακριβώς οι διαδικασίες προσφέρουν ένα άνωθεν ή χθόνιο, κατά περίπτωση, αποτύπωμα σε μια κοινωνία, που δεν αφήνει τη συνείδησή της (και όχι οπωσδήποτε το σώμα της) να ενσωματωθεί.. Έτσι, αν στο τελευταίο άλμπουμ των Κόρε. Ύδρο. εικονιζόταν στο εξώφυλλο ο Σατανάς υπό τον Σταυρό (εικόνα από το ταβάνι του Αγίου στην Κέρκυρα), σε τούτο, το πρώτο των Παιδιών της Παλαιότητας, η ξεθωριασμένη φωτογραφία της λιτανείας είναι μιαν υπενθύμιση της Καρτερίας, της Ευχής και της Ελπίδας. Πως τα πράγματα, ακόμη και αν δεν αλλάξουν (όσο θα θέλαμε) δεν πρόκειται ποτέ να μείνουν ίδια («Μαραμένα λουλουδάκια/ πέφτουν από το ταβάνι/ στο όνειρό μου τα μαζεύω/ μα δε φτάνουν για στεφάνι»).

Το «12 Τραγούδια από τις Κατακόμβες» είναι οπωσδήποτε (και) ένα άλμπουμ που αγκαλιάζει τη Μνήμη. Την κερκυραϊκή μνήμη, έτσι όπως εκείνη συνεχίζει να επικαθορίζει τον βίο των ανθρώπων (κάποιων ανθρώπων τέλος πάντων). Ακόμη και οι «Μνήμες ’85» (της αλήστου πασοκοκρατίας) εγώ θα πω πως δεν ασκούν επί της ουσίας κριτική (ο λόγος του Δημητριάδη δεν μου μοιάζει για πολιτικός, ακόμη και όταν αναφέρεται στην… ακαδημία των ρουσφετιών), εμμένοντας στην ερωτική άλω της προσωπικότητας του Ανδρέα και στον τρόπο που… εκείνος μετέφερε το θαύμα. Αυτό είναι και το μοναδικό, γενικό, συμπέρασμα (που εμπεριέχει όλα τ’ άλλα) μετά τις απανωτές ακροάσεις των… τραγουδιών από τις κατακόμβες. Ποιο;
Μα η μεταφορά του Θαύματος στην καθημερινή ζωή, και πώς εκείνο μπορεί να διασφαλίσει μιαν εσωτερική ισορροπία κάνοντας ευτυχισμένους, έν τινι μέτρω, τους ανθρώπους.
Επαφή: www.inner-ear.gr

P.L.J BAND τι έγινε με τον νέο Αρμαγεδδώνα;

$
0
0
Τι συνέβη, εν τέλει, με τη συναυλία των… P.L.JBandστο Ηρώδειο, που θα δινόταν σήμερα (16/9), και στην οποία θα ακουγόταν ο «Αρμαγεδδών» στην πλήρη(;) και ολοκληρωμένη(;) μορφή του; Διαβάζω (Αθηνόραμακ.ά.) πως μετατέθηκε για την 5/10, αφού έχει αλλάξει ήδη και το περιεχόμενό της… Ενώ αρχικώς διαφημίστηκε ως συναυλία των Τερμιτών/ P.L.JBandκαι με τίτλο «Armageddon/ Η Παράσταση» (με τις συμμετοχές του Γιάννη Κότσιρα και της Εστουδιαντίνας), στη συνέχεια μετατράπηκε σε συναυλία του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα (με… μεγάλα γράμματα), του Αντώνη Μιτζέλου και των Τερμιτών (με μικρότερα…), έχοντας πλέον και διαφορετικό τίτλο («Τα Τραγούδια της Γενιάς μας/ Armageddon»)… Φαίνεται πως εκείνος ο παλαιός progressiveδίσκος από το 1982, που έκαναν οι P.L.JBand(και μετέπειτα Τερμίτες) σε ετικέτα Vertigoεξακολουθεί να μην συγκινεί το… πολυπληθές κοινό, το οποίο γουστάρει προφανώς ν’ ακούει και να ξανακούει το βαρετό και κουραστικό «Πόσο σε θέλω» και όχι τις… εξ ίσου αδιάφορες προφητείες του Ιεζεκιήλ και του Ζαχαρία. Αλλά, έτσι είναι αυτά τα πράγματα… Όσο και… cultνα έγινε το “Armageddon” στα πέρατα του κόσμου, στην Ελλάδα δεν μπορεί παρά να αφορά λίγες εκατοντάδες άτομα (ούτε το 1/10 του Ηρωδείου δεν γεμίζουν). Κάποιους, εννοώ, από εκείνους που είχαν αγοράσει το LP, όταν πρωτοβγήκε (παρά τα… θρυλικά «θαψίματα» των κριτικών της εποχής) και το γουστάρουν ακόμη, ή όσους (νεότερους), σήμερα, τη βρίσκουν (και καλά κάνουν) με τις «προγκρεσιβάδικες» επανεκδόσεις.
Με αφορμή λοιπόν την συγκεκριμένη συναυλία, που μετατέθηκε, το ξαναλέω, για τις αρχές Οκτώβρη, γράφτηκαν πολλές υπερβολές στο internetσε σοβαρές και λιγότερο σοβαρές ιστοσελίδες. Στην σοβαρή naftemporiki.grδιαβάζεις π.χ. πως… «το έργο(ο “Αρμαγεδδών”)αποδεικνύεται εξαιρετικά επίκαιρο»(!) –οι προφητείες είναι παντός καιρού, έτσι δεν είναι;–, πως «εστιάζει στην τελική αναμέτρηση του καλού με το κακό, στον επερχόμενο ανεξέλεγκτο παγκόσμιο πόλεμο, στην απειλή του χάους και την ολοκληρωτική καταστροφή» (τρέχα γύρευε δηλαδή…), πως οι… «οι Τερμίτες (σ.σ. δηλαδή οι P.L.JBand) έκαναν έναν δίσκο, που, στο πέρασμα των χρόνων, δημιούργησε τον δικό του μύθο» (προσωπικώς δεν γνωρίζω κανένα «μύθο» να δημιουργήθηκε γύρω από τους P.L.JBand– εκτός και αν αναφέρεται κανείς σε κάτι μπούρδες που διαβάζαμε παλαιότερα πως ο δίσκος θεωρήθηκε… βλάσφημος, χτυπήθηκε από την Εκκλησία και αποσύρθηκε), πως το άλμπουμ… «…εκτός από τη συλλεκτική του αξία που συνεχώς αυξάνεται[sic],εμφανίζει και «καλλιτεχνική δυναμική» πουαναγνωρίζεται διεθνώς.Από τη Γερμανία μέχρι την Αυστραλία και από την Κίνα[sic] μέχρι το Μεξικό θεωρήθηκε ως ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του progressive και του ethnic rock[sic], αλλά και της underground[sic] σκηνής»και πως… «εδώ και τρεις δεκαετίες, διαρκώς ανεβαίνει “υπογείως”στην κορυφή πολλών έγκριτων μουσικών Top 10 του πλανήτη». Αν και δεν ξέρω ποια είναι τα «έγκριτα μουσικά Top 10 του πλανήτη» (αφήνω το underground, που, στα στομάτα και τις γραφίδες κάποιων, έχει καταντήσει χειρότερο και από την... κοκακόλα), ξέρω, όμως, πως πριν δύο ημέρες μία EXκόπια πουλήθηκε στο eBayγια 147 ευρώ… και άρα η συλλεκτική αξία του συγκεκριμένου δίσκου δεν μπορεί να «αυξάνεται συνεχώς».
Εύχομαι να γεμίσει το Ηρώδειο με τον «Αρμαγεδδώνα» (που εν τω μεταξύ ξεχείλωσε με τα… τραγούδια της γενιάς μας και άρα το βλέπω πιθανότερο), αν όμως δεν... υπάρχει και η πλατεία Τιεν αν Μεν, ή έστω η Zócalo στο Μεξικό…

10+1 ελληνικά soundtracks

$
0
0
Ο Σεπτέμβριος, κατά παράδοση, είναι ο μήνας του κινηματογράφου. Κλείνουν τα θερινά σινεμά και ανοίγουν οι αίθουσες, αναπτύσσονται οι Νύχτες Πρεμιέρας, Σεπτέμβριο «πιάνει» πάντα το Φεστιβάλ Βενετίας, ενώ για περισσότερο από 30 χρόνια, αυτό το μήνα, ξεκινούσε το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης… Το δικό μου μέλημα μπορεί να είναι η μουσική, αλλά επειδή το να συνδέσεις τον κινηματογράφο με τη μουσική είναι ό,τι πιο απλό, είπα να καταγράψω μερικές σύντομες σκέψεις για δέκα συν μία ταινίες που έχω αγαπήσει μέσα στα χρόνια και φυσικά για τα αντίστοιχα ελληνικά soundtracks (μουσικές επενδύσεις γραμμένες από έλληνες συνθέτες).
Είναι γνωστό πως υπάρχουν μέτριες ή και κακές ταινίες με καλά soundtracks (όπως και το αντίθετο) θεώρησα σκόπιμο όμως να αποφύγω τέτοιες επιλογές, γιατί –όπως θα έλεγε και ο Βασίλης Ραφαηλίδης μεταφέροντας τονRolandBarthesστην ελληνική κινηματογραφική κριτική– μια καλή μουσική σε μια κακή ταινία θα ήταν, απλώς, μια κακή μουσική, επειδή το κινηματογραφικό έργο νοείται ως αδιάσπαστο «ένα». Με «καλές» ταινίες, βασικά, θ’ ασχοληθώ εδώ στις οποίες και τα soundtracks ακολουθούν τη γενικότερη γραμμή…

TWINK AND THE TECHNICOLOUR DREAM

$
0
0
Είχα πολλά χρόνια ν’ ακούσω καινούριες ηχογραφήσεις του Twink (από το 1990 και το φοβερό “MagicEye”, τη συνεργασία του δηλαδή με τον BevisFrond) και μπορώ να πω πως τούτο το… ελληνικό LP, το YouReachedfortheStars, ήταν ό,τι έπρεπε για να με ξανασυνδέσει με το παρελθόν και το παρόν ενός ξεχωριστού μουσικού, που έχει γράψει το δικό του συναρπαστικό κεφάλαιο στην ιστορία του britishrock. Γιατί ο Twinkυπήρξε ντράμερ και βασικό στέλεχος μερικών σημαντικών γκρουπ της δεκαετίας 1965-1975 (TheFairies, Tomorrow, PrettyThings, PinkFairies…) που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση του freakbeat, του ψυχεδελικού και του progressiverockμα ακόμη και του punk, έχοντας υπό το όνομά του κι ένα «διαμάντι» της εποχής, το μαγικό “ThinkPink” από το 1970. Ακόμη ανατριχιάζω (κυριολεκτώ) στο άκουσμα του εισαγωγικού “ThecomingoftheOtherOne” (με την προφητεία του Νοστράδαμου για τον ερχομό του… Νυαρλαθοτέπ, πίσω στο μακρινό 1999…) και του αμέσως επόμενου “Tenthousandwordsinacardboardbox”, καθώς… χιλιάδες πολύχρωμες σκιές χορεύουν γύρω απ’ το κεφάλι μου

Πέρυσι, ο Twink(που εν τω μεταξύ έχει ασπαστεί τον μουσουλμανισμό και λέγεται πλέον Mohammed Abdullah, παρότι εξακολουθεί να ηχογραφεί με το παρατσούκλι του – το πραγματικό όνομά του είναι John Charles Edward Alder) έδωσε καινούρια κομμάτια γραμμένα στη Ρώμη (και με masteringαπό το AbbeyRoad), τα οποία κυκλοφόρησαν αρχικώς σε CDαπό την Sunbeamκαι τώρα σε βινύλιο από την ελληνική G.O.D. Records– με το “YouReachedfortheStarsLPνα τυπώνεται σε 500 αριθμημένα κομμάτια, αλλά και σε 50 κουτιά με t-shirt, βινύλιο και CD. Οι μουσικοί που κλήθηκαν να αποδώσουν αυτά τα καινούρια tracksήταν οι PaoloContiντραμς, FabioPorrettiκιθάρες και MarcoContiμπάσο, φωνή (οι Ιταλοί TechnicolourDreamδηλαδή), οι οποίοι δίπλα στον Twinkαποδεικνύονται ιδανικοί διαχειριστές τόσο της σημερινής τραγουδοποιίας, όσο και της ιστορίας του.
Το άλμπουμ, που έχει και αυτοβιογραφικά χαρακτηριστικά σχετικά με το πέρασμα του Twinkαπ’ το L.A. στις αρχές των seventies, απαρτίζεται βασικά από επτά tracks (συν δύο ακουστικές versions), τα οποία κατά τον ίδιον τον Twinkαποτελούν…«ένα πολύ ιδιαίτερο έργο, μια συνέχεια κατά κάποιον τρόπο του “NeverNeverLand”, που ηχογράφησα με τους PinkFairiesτο 1971»… όπως διάβασα στο facebook. Και όντως δηλαδή, αφού ένα από τα κομμάτια τού YouReachedfortheStars” είναι το ψυχεδελικό “Thedreamisjustbeginning”, που έκλεινε εκείνο το πρώτο LPτων PinkFairies. Αν και υπάρχει άλλο ένα τραγούδι στο νέο άλμπουμ που μου είναι γνωστό, το φερώνυμο (επίσης ψυχεδελικό) “Youreachedforthestars”, το οποίο ακουγόταν στο LPTheLostExperimentalsRecordings1970” [GetBack, 1999], το… ειδικό και το συνολικό αποτέλεσμα είναι εντελώς διαφορετικό, αφού οι Ιταλοί δίνουν άλλον αέρα στα κομμάτια.
Έτσι λοιπόν ξεκινώντας με τα τέσσερα tracksτης πρώτης πλευράς (“Deadend”, “Thedreamisjustbeginning”, “Afterglow”, “Moonchild”) δεν γίνεται να μην ανακαλέσω στη μνήμη του τόσο το “ThinkPink”, όσο και το “NeverNeverLand” (με τις απίθανες ψυχεδελικές μπαλάντες του), καθώς οι κιθάρες και το rhythmsectionτων Ιταλών είναι όσο ντελικάτο απαιτείται κάποιες φορές, και όσο τραχύ επιβάλλεται κάποιες άλλες. Το “Deadend” που με «πήγε» (για κάποια μέτρα και σε πιο αργό τέμπο) στο θρυλικό “Childrenoftomorrow” των MikeStuartSpanείναι ιδανική εισαγωγή… όπως ιδανική είναι και η εκδοχή του “Thedreamisjustbeginning”, που αφήνει όλην εκείνη την folk-psychμαγεία των συγκροτημάτων του ’70. Το “Afterglow”, που ακολουθεί, δεν είναι έξω από αυτήν την ατμόσφαιρα, απλώς οι κιθάρες με το wah-wahκαι την κάπως σκληρότερη διαχείριση δεν απέχουν και πολύ από τον θαυμαστό ήχο των PinkFairies, εκείνης της πρώτης περιόδου. Το “Moonchild” που κλείνει την πλευρά έχει ένα ακόμη πλεονέκτημα – έχει την κιθάρα ενός από τους μεγαλύτερους παίκτες του βρετανικού rock, του BrianGodding (BlossomToes, Centipede, MikeWestbrookOrchestra, Magmaκ.λπ.) και αυτό από μόνο του λέει πολλά.
Το “Insidetheoldones” που ανοίγει την SideBξεκινά με μερικά μέτρα από τις ακουστικές κιθάρες, για ν’ ακολουθήσουν οι ηλεκτρικές και τα «πειραγμένα» φωνητικά, που παραπέμπουν κατ’ ευθείαν στο “ThinkPink” του ’70. Ο Twink, σαράντα τέσσερα χρόνια μετά εξακολουθεί να πραγματοποιεί το ίδιο ταξίδι (από το Μαρόκο, που μένει πια, προς όλον τον… εσωτερικό του κόσμο). Στο “Ladylove”, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα σε διάρκεια tracksτου LPαφού αγγίζει τα πέντε λεπτά, οι TechnicolourDreamκάνουν πολύ καλή «πίσω» δουλειά (εδώ ακούγεται και όργανο), αφήνοντας μπροστά τον Twink(με τα σχεδόν αναλλοίωτα από το χρόνο φωνητικά του). Το τελευταίο κομμάτι του LP (και πριν από τις δύο ακουστικές versions) είναι το “Youreachedforthestars”. Πρόκειται για ένα από τα ωραιότερα τραγούδια που έχει συνθέσει και ερμηνεύσει ο Twink, μια ψυχεδελική μπαλάντα εφάμιλλη των καλυτέρων του “ThinkPink”. Η εν λόγω εκδοχή είναι εξαιρετική, με ωραία ακουστικά και ακόμη ωραιότερα ηλεκτρικά μέρη, χαμηλά-διαπεραστικά φωνητικά και μαγική-αποκαλυπτική ατμόσφαιρα. Εν ολίγοις; Τραγουδάρα. Οι δύο ακουστικές εκδοχές που κλείνουν το άλμπουμ (η μία στο “Thedreamisjustbeginning” και η άλλη στο “Youreachedforthestars”) δείχνουν το προφανές. Άμα έχεις υλικό που φυσάει, τούτο φαίνεται στις πρώτες και πρωτόλειες ενοργανώσεις. Μια κιθάρα και μια φωνή αποτελούν τα πιο ασφαλή δεδομένα, ώστε να πει κάποιος πόσο μετράνε εκείνα που ακούει – και τα δυο αυτά τραγούδια, είτε «ντυμένα», είτε «γυμνά», είναι μοναδικά.

FRANK KIMBROUGH κουαρτέτο

$
0
0
Πιανίστας με περγαμηνές, ο FrankKimbroughέχει νέο CDστην Palmetto (στην εταιρεία που έχει ηχογραφήσει τα επτά από τα δώδεκα άλμπουμ της καριέρας του). Εμφανιζόμενος με κουαρτέτο (SteveWilsonάλτο, σοπράνο, JayAndersonκοντραμπάσο, LewisNashντραμς), ο Kimbroughεπιτυγχάνει να καταγράψει και προσωπικό στίγμα, δίνοντας συγχρόνως στους μουσικούς του (και ιδίως στον σαξοφωνίστα Wilson) την ευκαιρία να ξεδιπλώσουν τις ικανότητές τους στον οργανωμένο αυτοσχεδιασμό, προσφέροντας μια σειρά πρωτότυπων συνθέσεων και στάνταρντ, οι οποίες, το λέω, αναδεικνύονται στο έπακρο. Ξεκινώντας από τα στάνταρντ θα έλεγα πως το “Troubleman” του KurtWeillδεν απεμπολεί ίχνος της μελωδικής ευστροφίας του (πιανίστας, σαξοφωνίστας και rhythmsectionτο μετατρέπουν, απλώς, σε μία ξεχωριστή και με μαεστρία «αποδομημένη» jazz-ballad), με το “AfternooninParis” του JohnLewisνα χρωστά πολλά στο παίξιμο του μπάσου, που ορθώνει ανυπέρβλητο σκηνικό (είτε παίζει soli, είτε συνοδεύει) και με το “Itneverenteredmymind” των Rodgers& Hart (που έχουν αποδώσει απαξάπαντες – από τον MilesDavisκαι τον StanGetz, μέχρι τον KeithJarrettκαι τον LarryCoryell) να χαρακτηρίζεται από την πάντα «αισθαντική» μελωδική γραμμή του.
Και αν οι διασκευές είναι επιλεγμένες, λες, για να προσφέρουν αυτά τα τόσο... θεραπευτικά slowvibes, τα πρωτότυπα κομμάτια (άπαντα συνθέσεις του Kimbrough) ξεκινώντας από το εισαγωγικό “Thecall” και καταλήγοντας στο “Beginning”, διαθέτουν σε επάρκεια όλο εκείνο το τζαζ οπλοστάσιο, που είναι ικανό να συγκινεί και να γοητεύει κάθε μουσικόφιλο, που εξακολουθεί να διακατέχεται από τις bopκαι blues«αγωνίες». Και αναφέρομαι σε tracksόπως το… soul-jazzKudzu” π.χ. ή το “Herbivore” («κολλημένο» στην Coltrane-ική παράδοση), τα οποία αποτελούν άψογα δείγματα σύγχρονης jazz, βαθιά μελετημένης και εμπεριστατωμένης.
Με πιανιστική τακτική που εκθειάζει πάθος και συναίσθημα ο FrankKimbroughείναι ο πιανίστας που, αν και πλησιάζει τα 60, έχει ακόμη «ιδέες» να προσφέρει…

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΚΑΛΕΝΑΚΗΣ οι μουσικές/οι ταινίες του

$
0
0
Πριν λίγες ημέρες (14/9) πέθανε στα 88 χρόνια του ο σκηνοθέτης Γιώργος Σκαλενάκης. Ο Σκαλενάκης είχε γεννηθεί στο PortSaidτης Αιγύπτου το 1926, ενώ είχε σπουδάσει κινηματογράφο στην Πράγα (ήταν συμμαθητής του Miloš Forman) όπου και «μεγάλωσε» καλλιτεχνικώς πριν επιστρέψει στην Ελλάδα στα μέσα του ’60, ξεκινώντας, εδώ, μια δεύτερη καριέρα.
Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που γύρισε ο Σκαλενάκης (ως Georgis Skalenakis) στην Τσεχοσλοβακία ήταν το Pražské Βlues (1963), ένα φιλμ που πιάνει το μοντέρνοκλίμα που άρχιζε να αναπτύσσεται στα νεανικά-φοιτητικά κυκλώματα της Πράγας στις αρχές του 60(πρωταγωνιστούσαν ερασιτέχνες ηθοποιοί, Τσχεχοσλοβάκοι και αλλοδαποί) και το οποίον, από μουσικής πλευράς, συνδεόταν άμεσα με τους ήχους της jazz(της μεγάλης τσεχοσλαβακικής jazzτης περιόδου). Στην ταινία συμμετείχαν μουσικοί που έκαναν τρανό όνομα αργότερα όπως ο φλαουτίστας Jiří Stivín, η τραγουδίστρια Jarmila Veselá, ο ντράμερ Alan Vitouš (αδελφός του μπασίστα Miroslav Vitouš), αλλά κι ένα από τα πολύ σημαντικά γκρουπ της εποχής, οι SHQτου τενορίστα και βιμπραφωνίστα Karel Velebnýμέλη των οποίων ήταν (ανάμεσα σε άλλους) οι Jan Konopásek βαρύτονο, Rudolf Dašekηλεκτρικές κιθάρες και Ladislav “Laco” Décziτρομπέτα (όσοι γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα της czechjazzαντιλαμβάνονται το «βάρος» των ονομάτων). Απόσπασμα από το soundtrackτου Pražské Βlues ακούγεται στο LP-συλλογή “Československý Džez 1963”, με την ταινία να θεωρείται (τσεχοσλοβακικό) μνημείο του κλίματος της εποχής.
Ερχόμενος στην Ελλάδα ο Σκαλενάκης μπορεί να ξέχασε την αγάπη του για την jazz, δεν… ξέχασε όμως την σημασία της μουσικής στον κινηματογράφο και πώς εκείνη (η μουσική) μπορεί να βοηθήσει μια ταινία ώστε να κάνει το μεγάλο (εμπορικό) άλμα. Το 1966-67 ο Γιώργος Σκαλενάκης γυρίζει τις ταινίες Διπλοπεννιές (μουσική Σταύρος Ξαρχάκος), Ντάμα Σπαθί (μουσική Γιάννης Μαρκόπουλος) και Αχ! Αυτή η Γυναίκα μου (μουσική Μίμης Πλέσσας, με το γνωστό… τζαζοσέικ της Βουγιουκλάκη που σπάει καρδιές), στις οποίες η ηχητική μπάντα παίζει οπωσδήποτε μεγάλο ρόλο, ενώ ακόμη μεγαλύτερο φαίνεται πως έπαιζε στις ταινίες που σκηνοθέτησε το 1968, δηλαδή την Επιχείρησις Απόλλων(μουσική Γιάννης Μαρκόπουλος), αλλά και την Βυζαντινή Ραψωδία (Imperiale) (μουσική Θόδωρος Ρουμπάνης), ίσως την πιο φιλόδοξη, καλλιτεχνικώς, προσπάθειά του για να περάσει τα σύνορα μέσω μιας υποψηφιότητας για OscarΚαλύτερης Ξένης Ταινίας (το Imperialeπροτάθηκε από την Ελλάδα, αλλά δεν υπήρξε τελικώς «υποψήφια»). Μνεία επίσης και στην ταινία Το Νησί της Αφροδίτης (1969) με την Κατίνα Παξινού, σε μουσική Μίμη Πλέσσα και με τον Μιχάλη Βιολάρη να τραγουδά «Αν βουληθώ»…
Τα εξώφυλλα των soundtracks… εις μνήμην Γιώργου Σκαλενάκη…
“Československý Džez 1963” [CZ. Supraphon/ Gramofonový Klub DV 10150, 1964]
ΣταύροςΞαρχάκος– Dancing the Sirtaki/ Διπλοπενιές– Lyra International XLP 13001 – 1966
Γιάννης Μαρκόπουλος – Ντάμα Σπαθί – 7"EP, LyraLE 2051 – 1966
“Reine de Trefles” [7", JAP. GlobeJET-1783, 1966;]
(Toιαπωνικό εξώφυλλο προέρχεται από την ταινία Ντάμα Σπαθί, αλλά τα τραγούδια που ακούγονται στο singleείναι των Μίκη Θεοδωράκη – Ιάκωβου Καμπανέλλη από την Γειτονιά των Αγγέλων, με τη φωνή της Σούλας Μπιρμπίλη!)
Γιάννης Μαρκόπουλος – Επιχείρησις Απόλλων – Polydor 45.291 – 1968
Theo Roubanis – Imperiale – Seagull SL7 – 1978
(Ενορχήστρωση, μουσική  διεύθυνση: Πάνος Τριανταφυλλίδης/ Συμφωνική Ορχήστρα της Νέας Υόρκης υπό τον LehmanEngel)

δύο πιάνο τρίο

$
0
0
Δενέχειπολλάάλμπουμστηνκατοχήτουωςleader οπιανίσταςLarry Fullerμάλλονέχειμόλιςδύο, το“Easy Walker” το1998, μετον«θρύλο» Ray Brown καιτονJeff Hamilton στοteam καιτοπαρόνφερώνυμο [Capri, 2014], μετουςHassan Shakur καιGreg Hutchinson σεμπάσο, ντραμςαντιστοίχως. Το αποτέλεσμα, στην περίπτωση του δεύτερου «άτιτλου» CD, είναι ένα setδώδεκα κομματιών, τα οποία (και τα δώδεκα) αποτελούν διασκευές σε τζαζ, λιγότερο τζαζ ή μη τζαζ στάνταρντ. Συνθέσεις δηλαδή των ColePorter, RayBrown, CliffordBrown, JoniMitchell, JohnLewis, OscarPeterson, DukeEllington (2), WillardRobison, BurtonLane, JohnnyMandelκαι BudPowell, οι οποίες αναδεικνύουν τις ποιότητες του πιανίστα και της… συνοδείας αυτού. 
Όπως, ίσως, αντιλαμβάνεστε ένας από τους μουσικούς που επηρέασαν στην διαδρομή τον αμερικανό jazzman (ο Fullerείναι γεννημένος στο Τολέδο του Ohioτο 1965, αλλά τώρα ζει και εργάζεται στην Νέα Υόρκη) ήταν ο RayBrown (1926-2002). Fullerκαι Brownυπήρξαν συνεργάτες τα τελευταία χρόνια της ζωής τού διάσημου μπασίστα, γεγονός που οδηγεί σήμερα τον Fullerνα δηλώνει πως… αν και παίζει χρόνια jazz, την αξία της παρουσίασής της την διδάχθηκε μόνον από τον RayBrown. Τι να εννοεί άραγε μ’ αυτό ο πιανίστας; Μάλλον το γεγονός πως ο Brown, όντας δασκαλεμένος και αυτός για χρόνια (1951-1966) στο τρίο του OscarPeterson, είχε διαμορφώσει την δική του «εικόνα» για το πώς πρέπει να ηχεί ένα τζαζ-τρίο, εκμεταλλευόμενο το πάσης φύσεως (pop) ρεπερτόριο και επιμένοντας σε λυρικές-συναισθηματικές αποδόσεις. Τούτο «βγάζει μάτι», σήμερα, όχι μόνο στην συγκρότηση του ρεπερτορίου του LarryFuller, αλλά κυρίως στον τρόπο που οδηγεί τον εαυτό του, και το rhythmsection, προς την αναζωογόνηση του «ήχου Peterson». Θαυμάσιες, λυρικές versions, με το swing, το bop, το bluesακόμη και το boogieνα καθορίζουν το ακρόαμα, και με τους στυλοβάτες του ρυθμού να αποδεικνύονται ισάξιοι συμπαραστάτες.
Από τα νέα ταλέντα του τζαζ πιάνου, ο 27χρονος JasonYeagerμε καλές σπουδές στο Tuftsκαι το NEC(δάσκαλοί του υπήρξαν οι DaniloPerez, FredHersch, RanBlakeκαι FrankCarlberg) μάς προτείνει το ολοκαίνουριο CDτου που έχει τίτλοAffirmationκι είναι τυπωμένο για την InnerCircleMusicτου GregOsby. Αν και φαινομενικώς έχουμε να κάνουμε μ’ ένα πιάνο-τρίο (με τον μπασίστα DannyWellerκαι τον ντράμερ MattRousseauνα συμπληρώνουν το σχήμα), στην πράξη, και σε διάφορα tracks, συμμετέχουν επιπλέον μουσικοί, με αποτέλεσμα η έννοια του τρίο να βρίσκεται κάπως στον αέρα. Anyway… δεν μας χαλάει αυτό. Έτσι, λοιπόν, δίπλα στους τρεις βασικούς μουσικούς προστίθενται κατά περίπτωση ο τρομπετίστας και φλουγκελχορνίστας JeanCaze, η τραγουδίστρια AubreyJohnson, καθώς και ο γνωστός μας τενορίστας NoahPreminger. Μετά απ’ αυτό είναι φανερό πως ο κύκλος των συνθέσεων του Yeager (όπως και των διασκευών στο “Julia” των Beatlesκαι σε κάτι από το “Quartetfortheendoftime” του Messiaen) αποκτά και άλλα «εξωτερικά» χαρακτηριστικά, χωρίς η συγκεκριμένη εξέλιξη να σημαίνει πως δεν μπορεί να εκτιμηθεί και η περισσότερο αυστηρή πιάνο-τρίο γραμμή. Πόσω μάλλον όταν σε κομμάτια όπως το “Achi” ή το “BluesforBillyP” το JasonYeagerTrioαποδίδει με ολοφάνερη ευαισθησία, κοντά σε μιαν αυστηρή, όσο και υψηλή, αισθητική γραμμή. Το παίξιμο του Yeagerπου είναι περιγραφικό, με δυνατό αριστερό, περικλείει κάτι (αρκετό) από την «ηρεμία» των δασκάλων του, βγάζοντας όμως και πιο «σκληρά» vibesσε κομμάτια όπως το “Keepthefire”, όταν η τρομπέτα του Cazeκαι το τενόρο του Premingerέρχονται να τονώσουν το σολιστικό μέτωπο. Εκείνο, πάντως, που είναι φανερό ακούγοντας το “Affirmation” σχετίζεται, περισσότερο, με τον ντελικάτο και αβίαστο ήχο του Yeager, που διατηρεί αμέριστα επικοινωνιακά στοιχεία. Ακόμη και στην σύνθεση τού Messiaenο νεαρός αμερικανός καταφέρνει να είναι απλός και προσεγγίσιμος, δίχως να χάνει σε μεστότητα και πάθος. Παίζει με τις ταχύτητες (από την ένταση μέχρι την ηρεμία), κρατάει ρυθμικό ρόλο με την άνεση του βιρτουόζου, μελωδεί δημιουργώντας «ατμόσφαιρες» και «περιβάλλοντα», αυτοσχεδιάζει δίχως να απεμπολεί την ουσία της αφήγησης. Εν τέλει; Ένα άλμπουμ, που γράφτηκε όχι μόνο για ν’ ακουστεί… αλλά και για να ξανακουστεί.

ΔΙΣΚΟΡΥΧΕΙΟΝ 5 χρόνια

$
0
0
Πέρασαν 5 χρόνια από την 22/9/2009, όταν αποφάσισα να ξεκινήσω το διαδικτυακό Δισκορυχείον– το σημειώνω τούτο, επειδή το Δισκορυχείονεμφανίστηκε για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 1996, ως στήλη, στο περιοδικό Jazz& Τζαζ.

Μέσα σ’ αυτά τα πέντε χρόνια υπήρξαν 1901 αναρτήσεις (αυτή είναι η υπ’ αριθμόν 1902), οι οποίες διαβάστηκαν και δέχτηκαν πολλαπλάσιες χιλιάδες σχόλια. Τα «χτυπήματα» έχουν ξεπεράσει προ πολλού το ένα εκατομμύριο, με το Δισκορυχείον να αποτελεί πλέον μία σοβαρή «οντότητα» στο δίκτυο (μικρή, μεγάλη ή μεγαλύτερη δεν έχει ουδεμία σημασία), με τις απόψεις που καταγράφονται εδώ να «μοιράζονται» και να σχολιάζονται τόσο στις ιντερνετικές αγορές (facebookκ.λπ.), όσο και στις κανονικές παρέες (εξ όσων δύναμαι να γνωρίζω και συνεχώς να διαπιστώνω). Δεν λέω ότι είμαστε οι πρώτοι (προς θεού… πρώτοι σε τι;… αν είναι δυνατόν), λέω όμως πως ο «χώρος» μάς υπολογίζει (και αυτό είναι το σημαντικότερο) μετρώντας όσα γράφονται, παρουσιάζονται και αναλύονται στις αναρτήσεις μας.

Ευχαριστώ, λοιπόν, όλες τις φίλες αναγνώστριες και όλους τους φίλους αναγνώστες που βρίσκονται καθημερινά, συχνά, ή περιστασιακώς εδώ για να διαβάσουν κάτι, σχολιάζοντας όποτε κρίνουν τα γραφόμενα. Μετά από πέντε χρόνια καθημερινής και ενίοτε επίπονης δουλειάς λέω πως δεν υπάρχει ίχνος καταπόνησης από μέρους μου, και πως όσο θα έχω κάτι να πω θα είμαι εδώ για να το μοιράζομαι μαζί σας.
ΧΡΟΝΙΑ ΜΑΣ ΠΟΛΛΑ!

ΣΧΟΛΙΟ το σημαντικότερο τραγούδι του Διονύση Σαββόπουλου

$
0
0
Το «Σχόλιο» το άκουσα πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν είχα αγοράσει και… εμπεδώσει όλα τα κλασικά άλμπουμ του Σαββόπουλου. Το «Φορτηγό» (σήμερα νομίζω πως είναι ό,τι σημαντικότερο ηχογράφησε ποτέ στη μεγάλη φόρμα – ένα συγκλονιστικό άλμπουμ), το μεταβατικό «Περιβόλι του Τρελλού», τα… αμετάβατα ροκάδικα «Μπάλλος» και «Βρώμικο Ψωμί», τα… σοφά ανακατεμένα «10 Χρόνια Κομμάτια», τους... διανοουμενίστικους «Αχαρνής», την ετεροβαρή «Ρεζέρβα»… Είχα αγοράσει το “HappyDay” πιο πολύ από κεκτημένη ταχύτητα («Σαββόπουλος είναι, δεν μπορεί να είναι για πέταμα» πρέπει να είχα πει…), και τούτο παρά το γεγονός πως δεν είχα ουδεμία παράσταση της ταινίας του Παντελή Βούλγαρη (την οποίαν είδα αργότερα). Έτσι, και με το πρώτο άκουσμα, δεν θυμάμαι να είχα συγκρατήσει και πολλάόπως συνήθως συμβαίνει με τα soundtracks, όταν δεν σου λέει τίποτα και η ταινία… Πιο πολλά, μάλιστα, φαίνεται πως είχε συγκρατήσει ο μακαρίτης ο πατέρας μου, ο οποίος ακούγοντας τον Σώτο Παναγόπουλο στη «Νινόν», με τους στίχους του Ορέστη Λάσκου, είχε πάθει πλάκα, αφού η συγκεκριμένη τραγουδάρα ηχούσε για ’κείνον (και δεν είχε άδικο), όπως τα… «Μόνο κοντά σου», «Θα σε λατρεύω», «Χαρά μου» και όλα τα υπόλοιπα «ελαφρά» του καλλίφωνου τραγουδιστή. Χρειάστηκαν, θυμάμαι, μερικές απανωτές ακροάσεις προκειμένου να προσέξω… εκεί παραπεταμένο, στο τέλος της πρώτης πλευράς, ένα κρυμμένο τραγούδι (κρυμμένο πίσω από το «Γελεκάκι») που άρχιζε σιγά-σιγά να μου κάνει εντύπωση. Ήταν το «Σχόλιο»που εξέπεμπε, σταδιακώς, αναπάντεχα και εν τέλει ανατριχιαστικά vibes… Ακουστικές-ηλεκτρικές κιθάρες, μια φωνή με πολύ μελετημένα «τσακίσματα», κάποια έγχορδα, λίγα κρουστά, ένα μπουζούκι προς το τέλος, μια μελωδία που συνηγορούσε σ’ ένα κλίμα… επιταφίου, μία ελληνική… διεθνής με άλλα λόγια, σοφά δομημένη πάνω και γύρω από το μεγαλύτερο έγκλημα (ή έστω από τα μεγαλύτερα) της νεότερης ιστορίας μας. Τον «Νέο Παρθενώνα», το κολαστήριο της Μακρονήσου… Άκουγα, λοιπόν, με κατάνυξη… «Τηνε λένε Μακρονήσι/ ο λαός έχει νικήσει/ σκάει αλυσιδωτός/ μεσ’ το αίμα του παντός»… αλλά από την άλλη απορούσα κιόλας μ’ εκείνο που διάβαζα στο οπισθόφυλλο του άλμπουμ… Προσαρμόζω… Το… «“Σχόλιο” δεν χρησιμοποιήθηκε από τον σκηνοθέτη, ούτε και ηχογραφήθηκε για το soundtrack. Υπάρχει μόνο στο δίσκο αυτό».
Τι κουβέντα ήταν τούτη; «Χώσιμο» στον Βούλγαρη, ο οποίος, αν και είχε στη διάθεσή του ένα τέτοιο τραγούδι, τελικώς δεν το χρησιμοποίησε στην ταινία; (Το τραγούδι δεν ακούγεται στο Χάππυ Νταίη, αφού υπάρχει μόνον ως ορχηστρικό). Όντως δεν ηχογραφήθηκε το «Σχόλιο» για το soundtrack; Και τι ακριβώς σήμαινε αυτό, από την στιγμή κατά την οποίαν το τραγούδι είναι ολοφάνερο πως σχετίζεται με την ταινία («κι όμως τώρα που κι εγώ είμαι ’κει/ μεσ’ στο φιλμ του Παντελή»); Τι νόημα είχε η επισήμανση… «υπάρχει μόνο στο δίσκο αυτό»; Πως στην ταινία δεν ήταν δυνατόν (για ποιον ακριβώς λόγο) να υπάρχει, αλλά στο δίσκο υπάρχει και μπορούμε να το ακούσουμε; Τι είχε συμβεί; Τι μπορεί να είχε συμβεί; Γιατί ο Παντελής Βούλγαρης στην ταινία του, στα πρώτα καρέ, μας βάζει να διαβάσουμε πως…«ο χώρος της ταινίας, ο χρόνος και τα πρόσωπα είναι φανταστικά»;
Δεν χρειάζεται να πω πως η λέξη «Μακρόνησος» ήταν απαγορευμένη στο φιλμ. Είναι ολοφάνερο – και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο (εγώ θα πω) δεν χρησιμοποιήθηκε και το «Σχόλιο» στο soundtrack. Δεν ήταν ανεκτή, ακόμη και το 1976, μία στροφή σαν κι αυτήν: «Ξέρω ανθρώπους σαν κι εσάς/ που μου λεν "μην τα ρωτάς/ γύρω στο ’48 πέρασα από ’κει κι εγώ/ ήταν μέρες φοβερές η Μακρόνησο που λες"». Το ερώτημα είναι εύλογο. Δεν ήταν ανεκτή η λέξη στην ταινία, και ήταν ανεκτή στην δισκογραφία; Φυσικά… θα μπορούσε να συμβεί. Και συνέβη. Αλλιώς κινητοποιεί το σινεμά (όταν μερικές εκατοντάδες άνθρωποι βρίσκονται σε μιαν αίθουσα) και αλλιώς κινητοποιεί ένας δίσκος, που μπορεί να τον ακούει κάποιος σπίτι του, δίχως να αναμεταδίδεται δημοσίως. Θέλω να πω πως στο μουσικό κομμάτι υπήρχε μεγαλύτερη ανοχή, επειδή η λογοκρισία λειτουργούσε και σ’ ένα δεύτερο πιο αποτελεσματικό επίπεδο. Το τραγούδι «περνούσε» από τις Επιτροπές Ελέγχου του Υπουργείου Προεδρίας, αλλά δεν μεταδιδόταν από το (κρατικό) ραδιόφωνο και την (κρατική) τηλεόραση. Οπότε ήταν το ίδιο και καλύτερο (για τους λογοκριτές), αφού έκαναν τη δουλειά τους βγάζοντας, ταυτοχρόνως, την ουρά τους απ’ έξω…
Ειδικώς για την λογοκρισία είχε πει μερικές κουβέντες ο Σαββόπουλος στο περιοδικό Καλλιτεχνική Επιθεώρηση (Περίοδος Β, Τεύχος 2, Φλεβάρης 1979), που έβγαζαν οι αδελφοί Χατζάρα (ο Αντώνης και ο Σπύρος Χατζάρας): «Κανείς δεν έχει το δικαίωμα ν’ ακούει εκ των προτέρων και ν’ αποφασίζει τι είναι κατάλληλο για τ’ αυτιά των νεοελλήνων και τι όχι. Ακόμα κι αν δεχθούμε την περίπτωση ότι μέσα σε κάποιο τραγούδι υπάρχει κάτι που προσβάλλει τα ήθη λόγου χάρη, νομίζω ότι είναι αρκετός ο εισαγγελέας, ο οποίος, αφού βγει το κομμάτι, κινεί μια διαδικασία για να το σταματήσει. Αυτό είναι υπεραρκετό και δεν χρειάζονται, από πριν, προληπτικά μέτρα, που σε αναγκάζουν να καταφεύγεις σε χίλιους δυο τρόπους –με κίνδυνο να μειωθεί η ποιότητα– ώστε να «περάσεις» ένα τραγούδι. Για παράδειγμα αναφέρω το “Σαν βγω απ’ αυτή τη φυλακή”, που για να μην κοπεί μπερδεύτηκε μέσα ο Δημοσθένης(σ.σ. καλό!), το πνεύμα το αρχαιοελληνικό (σ.σ. κι αυτό καλό! ωραία η απομυθοποίηση)κ.λπ. Στα μέσα μαζικής ενημέρωσης τώρα –τηλεόραση, ραδιόφωνο– έχουμε μιαν άλλη λογοκρισία, έμμεση, ανεπίσημη και περισσότερο αποτελεσματική. Με μοναδική εξαίρεση το Γ Πρόγραμμα, όλα τα άλλα προγράμματα έχουν λογοκρισία, που δεν ξέρω πως ακριβώς λειτουργεί. Δεν ξέρω αν κοινοποιούν τις αποφάσεις τους –δεν έχω λάβει καμμιά– το μόνο που ξέρω είναι ότι για κάποιο λόγο κόβονται τραγούδια (δικαίωμά μας είναι να υποθέσουμε ότι υπάρχει “μαύρη λίστα” καλλιτεχνών)».
Το «Σχόλιο» μπορεί να μην κόπηκε εξ ολοκλήρου από την λογοκρισία, ταλαιπωρήθηκε όμως σε μια πολύ κρίσιμη φάση της πορείας του. Είναι η τελευταία και πιο σημαντική στιγμή του τραγουδιού. Ο Σαββόπουλος έχει περιγράψει την εμπειρία που είχε μπαίνοντας στο πετσί της ταινίας (ή μάλλον της Ιστορίας), έχει συγκλονιστεί από ’κείνα που αντιλήφθηκε ότι συνέβαιναν στο κάτεργο της Μακρονήσου, ξυπνάει μέσα του η φωνή της βασανισμένης Αριστεράς και γεμάτος έπαρση και υπερηφάνεια τραγουδά, χρωματίζοντας αναλόγως τη φωνή του: «Νιώθω άλλος, κι άλλη μια/ χαιρετώ με την πρωτ(θ)ιά/ δεν έχει τι, δεν έχει που/ στις οθόνες του λαού». Μα για μια στιγμή… Τι ανοησία είναι αυτό το… «χαιρετώ με την πρωτ(θ)ιά»; Βγαίνει κανένα νόημα; Άκου ’κει «πρωτ(θ)ιά»… Προφανώς… «γροθιά» ήθελε να τραγουδήσει ο άνθρωπος και τον εμπόδισαν.
Το τραγούδι θα είχε περάσει έτσι «σακατεμένο» στον κόσμο, αν κάποιος outis 27 δεν είχε ανεβάσει στο YouTube(την 7/12/2009) την ορθή απόδοση του «Σχολίου», επιτελώντας… εθνικόν έργο. Η πλάκα, μάλιστα, είναι πως όσοι έχουν αντιγράψει, στο δίκτυο, τους στίχους του Σαββόπουλου από το «Σχόλιο», το έκαναν όχι από τον δίσκο, αλλά από το βίντεο του outis 27 – γεγονός που σημαίνει δύο πράγματα. Ή πως είναι τόσο ξύπνιοι (λες;), ή αντέγραψαν ό,τι βρήκαν μπροστά τους αφού ούτε το δίσκο είχαν, ούτε την «πρωτ(θ)ιά» είχαν προσέξει. Δεν χρειάζεται να πω πως αν χτυπήσεις το «χαιρετώ με την πρωτιά» ή«πρωτ(θ)ιά»στο Google (τον επίσημο στίχο δηλαδή) δεν θα βρεις ούτε ένα αποτέλεσμα! Το βίντεο λοιπόν του outis 27, που προέρχεται από το αρχείο της ΕΡΤ Α.Ε., είναι «τραβηγμένο» στην τελετή λήξης του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1976 (προφανώς την 3/10/1976, όταν έπεσε η αυλαία της γιορτής) με τον Σαββόπουλο να αρνείται το Βραβείο Μουσικής για το Χάππυ Νταίη, προσφέροντας στον κόσμο ένα μοναδικό τραγούδι. Πρόκειται για μεγάλη στιγμή, για ένα έπος, που εξελίσσεται μπροστά από τα μάτια της κριτικής επιτροπής, η οποία, δυστυχώς, δεν δείχνει και τόσο… συγκεντρωμένη. Δεν αντιλαμβάνεται, εννοώ, τι ακριβώς «παίζει». (Για την ιστορία… την αποτελούσαν οι Γεώργιος Σαββίδης, Θόδωρος Αγγελόπουλος, Απόστολος Μαγγανάρης, Φιλοποίμην Φίνος, Τώνης Τσιρμπίνος, Γρηγόρης Δανάλης, Μελίνα Μερκούρη, Μάνος Λοΐζος και Αντώνης Σαμαράκης – οι περισσότεροι φαίνονται, κανα-δυο είναι «κρυμμένοι»).
Προσέξτε το χρώμα της φωνής του Σαββόπουλου όταν τραγουδά «ΧΑΙΡΕΤΩ ΜΕ ΤΗ ΓΡΟΘΙΑ»… Πόσο «μέσα» είναι, πόσο βαθιά νοιώθει εκείνο που τραγουδά σ’ αυτή την ανεπανάληπτη στιγμή…

THE VICKERS αγωνία με λαχτάρα

$
0
0
Ιταλοί, νεο-ψυχεδελικοί (πιοπολύνέοκαιλιγότεροψυχεδελικοί) είναιοιVickers, μιατετράδααπότηΦλωρεντίατηνοποίαναποτελούνοιAndrea Mastropietro φωνή, κιθάρες, πλήκτρα, εφφέ, Francesco Marchi φωνή, κιθάρες, πλήκτρα, εφφέ, Federico Sereni φωνή, μπάσο, πλήκτρα, εφφέκαιMarco Biagiotti φωνητικά, ντραμς, κρουστά, εφφέ. Το συγκρότημα σχηματίστηκε προς το τέλος της προηγούμενης δεκαετίας και μέχρι σήμερα έχει καταφέρει να δώσει τρία ολοκληρωμένα άλμπουμ, συν κάποια singlesκαι EPs, πράγμα που σημαίνει, εκ πρώτης, πως έχουμε να κάνουμε μ’ ένα «ζεστό» γκρουπ, με σταθερή και δυνατή παρουσία στο χώρο. Η πιο πρόσφατη δουλειά των Vickersέχει τίτλο Ghostsκυκλοφόρησε σε CDτον περασμένο Μάρτιο στην Ιταλία, ενώ τώρα τυπώνεται και σε βινύλιο από την πατρινή InnerEar. Στρίβει ο δίσκος στο πλατώ και ακούμε…
Θα πω κάτι και ας διαψευστώ. Οι Vickersείναι επηρεασμένοι (αυτό το λέω με μεγαλύτερη σιγουριά) από τους μεγάλους Καναδούς Collectors(των sixties), διαλέγοντας για όνομά τους το… επώνυμο του τραγουδιστή των Collectors, του Howie Vickers (αν δεν είναι έτσι δεν πειράζει…). Έχουμε να κάνουμε δηλαδή μ’ ένα συγκρότημα που από την μια μεριά κοιτάει «σωστά» προς τα πίσω, ενώ από την άλλη πατάει γερά στα πόδια του, συνθέτει και αποδίδει, έχοντας κατά νου ένα απλωμένο pop-psychσκηνικό, το οποίο βαραίνει από το «καρφωμένο» rhythmsection– κι ας έρχεται σε… κόντρα με τις «αισθησιακές» πρώτες φωνές και τα φωνητικά. Κι εδώ έγκειται το «νέο», για το οποίον έγραψα στην αρχή. Οι Vickers, δηλαδή, δεν είναι μια μπάντα που παίζει πιστά στο πνεύμα των sixties (δεν είναι ή δεν επιχειρεί να είναι μία tributeμπάντα). Απεναντίας, είναι ένα σημερινό συγκρότημα που αφουγκράζεται όχι μόνο τις ηχητικές… ταλαντώσεις της εποχής (μάλλον κάποιες εξ αυτών), αλλά και την κοινωνική διάσταση της καθημερινότητας… με τον ολοκληρωτικό πόλεμο που έχουν εξαπολύσει οι αγορές έναντι του… μικροκλίματος των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων (everydaythesametricks/ nodirectionlefttogo/ wedontevenknowifwecanstilldream/ orifwerejustabunchofabones/ it’satotalwar).
To “Ghosts” περιέχειδυνατάτραγούδια, διανθισμέναμεωραίααρμονικάφωνητικά, πουμελίγηπροσπάθειαμπορείναφθάσουνσταχείληπολλών (ήέστωπερισσοτέρων), όπωςαςπούμετο“It keeps going and on” (“I lost my feeling for the world/ my position is unknown/ I talk to the ceiling/I’m alone…”), το“Total war” (στίχουςτουοποίουμετέφεραλίγοπιοπάνω) ήτοέσχατοφερώνυμο“Ghosts”, πουέχειωραίες«αλλαγές» και«κόλπα» συνδυάζονταςτοbeat μετο«χάσιμο». Αυτά.
Επαφή: www.inner-ear.gr

ταφικές συνήθειες στην νεοδημοκρατική Ελλάδα

$
0
0
Η αηδία, με την κυβερνητική επικοινωνιακή διαχείριση του μακεδονικού τάφου στην Αμφίπολη του νομού Σερρών, έχει ξεπεράσει προ πολλού τα όρια. Πρόκειται για μία συντονισμένη και βεβαίως ξιπασμένη εθνικολαϊκή αρλούμπα που επιχειρεί από την μια μεριά να εκμεταλλευτεί προς ίδιον όφελος την σημασία μιας επιστημονικής/ιστορικής ανακάλυψης και από την άλλη, μέσω αυτής, να επικαλυφθούν άλλα καθημερινά ζητήματα, που ταλανίζουν την κοινωνία και που χρήζουν αμέσων χειρισμών και απαντήσεων. Κάθε τέτοιο σχετικό ή λιγότερο σχετικό ζήτημα, τα τελευταία χρόνια, απεικονίζει τον βούρκο και την κακομοιριά της κεντρικής πολιτικής εξουσίας, η οποία, είναι αποδεδειγμένο πλέον, δεν ορρωδεί μπροστά σε τίποτα. Έτσι, εκείνο που ακούγεται πανταχόθεν πως… «το κράτος…» τάχα «δεν λειτουργεί…» είναι μια καφενειακή πομφόλυγα, αφού το «κράτος» μια χαρά λειτουργεί, όταν πρόκειται να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά του και να ασκήσει την ξεδιάντροπη και εμετική πολιτική του.
Ήμουν μεγάλο παιδί, πήγαινα στο Γυμνάσιο δηλαδή το 1977, την… 8η Νοεμβρίου 1977, και θυμάμαι σε γενικές γραμμές το κλίμα που επικρατούσε όταν ο Μανόλης Ανδρόνικος ανακάλυψε τους βασιλικούς τάφους στην Βεργίνα. Ησυχία, τάξη… και πάντα ανασφάλεια. Προεκλογική περίοδος ήταν, δεξιά κυβέρνηση υπήρχε στον τόπο υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, η κρατική τηλεόραση και το κρατικό ραδιόφωνο είχαν τεράστια δύναμη, και βεβαίως ο Τύπος, συμπολιτευόμενος ή αντιπολιτευόμενος, καθόριζε (και αυτός) σε μεγάλο βαθμό την… ατζέντα της ημέρας. Έριξα μια ματιά, λοιπόν, στο ψηφιακό αρχείο των εφημερίδων της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδοςκι άρχισα να… ξεφυλλίζω την Μακεδονίατων ημερών εκείνων (μια… μακεδονίτικη εφημερίδα δηλαδή) προκειμένου να επιβεβαιώσω, απλώς, την παλαιά αλλά τόσο έντονη παιδική εντύπωσή μου. Προσέξτε λοιπόν…
Μέχρι την 8/11/1977, την ημέρα που θεωρείται επισήμως ως η… ημέρα των ανακαλύψεων στην Βεργίνα, δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά στην εφημερίδα! Τι σημαίνει τούτο; Απλώς πως οι αρχαιολόγοι (ο Μανόλης Ανδρόνικος και οι συνεργάτες του) δούλευαν όπως δουλεύει ένας επιστήμονας στο (κλειστό) εργαστήριό του. Μόνοι τους, δίχως κάμερες και δημοσιογράφους πάνω από τα κεφάλια τους, δίχως ανακοινώσεις στα Μέσα και τον Τύπο και με το κράτος (ένα δεξιό κράτος, υπενθυμίζω) να κοιτάει την δουλειά του, την όποια δουλειά του τέλος πάντων. Ορίστε και η συνέχεια…
Στο φύλλο τής 9/11/1977, πάντα στην Μακεδονία, υπάρχει, στην πρώτη σελίδα στο κάτω μέρος, ένα απίστευτο μονόστηλο. Διαβάστε τι λέει: «Ανοίχθηκε χθες στη Βεργίνα ασύλητος Μακεδονικός τάφος από την ομάδα αρχαιολογικών ερευνών του καθηγητή της κλασσικής αρχαιολογίας του πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Ανδρόνικου». Πιθανώς να πει κάποιος πως η εφημερίδα δεν πρόλαβε την είδηση, και γι’ αυτό οι δυο γραμμές… Δεν είναι όμως έτσι. Την επόμενη ημέρα (10/11/1977) υπάρχει ένα τρίστηλο στην τρίτη σελίδα της Μακεδονίας, (τρίστηλο στην τρίτη, το ξαναλέω…), το οποίον και αυτό φανερώνει τη λιτότητα που απαιτεί στην διαχείρισή της μία τέτοιου είδους αρχαιολογική ανακάλυψη. Να και ο τίτλος εκείνου του άρθρου: «Ο τάφος μακεδόνα ευγενούς με πλούσια κτερίσματα ανακαλύφθηκε στη Βεργίνα. Βρέθηκε ασημένια πανοπλία και στεφάνι. Χρυσή λαβή έχει το ξίφος του νεκρού. Θα ερευνηθεί και θα γίνουν ανακοινώσεις».
Η επόμενη αναφορά στην εφημερίδα είναι την 16/11/1977. Είναι ένα δίστηλο αυτή τη φορά και πάλι στην τρίτη σελίδα, στο οποίο διαβάζουμε: «Συγκεντρώνει διεθνές ενδιαφέρον. Ο τάφος της Βεργίνας ενδέχεται να είναι του βασιλιά Φιλίππου. Θα προκύψουν ιστορικά στοιχεία υψίστης σημασίας. Μπορεί να εντοπιστούν και οι αρχαίες Αιγές». Η λιτότητα και η σοβαρότητα των ανακοινώσεων των συμβάντων στον Τύπο (δεν αναφέρομαι στις επιστημονικές ανακοινώσεις… πόσω μάλλον!) είναι εντυπωσιακή. Δώστε σημασία για λίγο και στη συνέχεια…
Από ’κει, την 16/11/1977, μέχρι και το τέλος του μήνα υπάρχουν σχεδόν καθημερινές ανακοινώσεις στην εφημερίδα, αλλά μόλις μία(!) ημέρα μπαίνουν αυτές στην πρώτη σελίδα. Είναι το πρωτοσέλιδο της 25/11/1977, εκεί που υπάρχει μία όντως εντυπωσιακή κάλυψη (τα 2/3 του φύλλου με κείμενα και φωτογραφίες), στο οποίο διαβάζουμε: «Από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις του αιώνα. Του Φιλίππου είναι ο τάφος που βρέθηκε στη Βεργίνα. Έγινε επίσημη ανακοίνωση στο πανεπιστήμιο παρουσία πολλών Ελλήνων και ξένων επιστημόνων. Ποια ανεκτίμητης αξίας ευρήματα θεμελίωσαν την άποψη ότι ανήκουν στον Μακεδόνα βασιλιά. Τι απέδωσαν οι έρευνες στο Δίο».
Δείτε τη σοφία που κομίζουν αυτοί οι τελευταίοι τίτλοι. Ενώ έχει ανακαλυφθεί ο τάφος από την 8/11, πέρασαν 17 ημέρες ώστε να γίνει «θέμα». Κι έγινε «θέμα» όταν η σκαπάνη είχε φθάσει σ’ ένα όριο. Παραλλήλως, τις επίσημες ανακοινώσεις δεν τις έκανε κάποιος δημοσιογράφος στην τιβί –η… κυβερνητική εκπρόσωπος τάφου (κλεμμένο από τον Πανούση είναι αυτό) Άννα Παναγιωταρέα–, αλλά οι επιστήμονες στο πανεπιστήμιο. Το γεγονός δηλαδή δεν ξεφεύγει από την επιστημονική κοινότητα. Δεν αφήνεται να φθάσει στο στόμα του κάθε ασχέτου και του κάθε βλαμμένου…
Τι άλλο να γράψεις για τα χάλια της νεοελληνικής κυβερνητικής πραγματικότητας; Για την επίσκεψη του ιδίου του πρωθυπουργού στον τάφο, παρουσία της κάμερας, η οποία (κάμερα) ακυρώνει το όποιο (αν υπάρχει κιόλας) ουσιαστικό ενδιαφέρον; Για τις στάγδην επιστημονικές ανακοινώσεις, πάντα μπροστά στις κάμερες, που λειτουργούν κάπως σαν… Τόλμη και Γοητεία; Ή για την… αρχαιολογία της ταβέρνας, με τους διαφόρους βλάκες-αξιωματούχους να μιλάνε δημοσίως για… μεγαλέξαντρους, γοργόνες και κατηραμένους όφιδες; Ένα ξέρασμα.

JIM PEMBROKE ένας φίλος από τα παλιά

$
0
0
Αν και Άγγλος (γεννημένος στο Λονδίνο το 1946) ο Jim Pembroke είναι ένας από τους «ήρωες» του φινλανδικού rock στα sixties. Ως «ήρωας» δηλαδή αναγνωρίζεται, τιμάται και βραβεύεται στη Χώρα με τις Χίλιες Λίμνες. Δεν είναι άστοχο, φυσικά, κάτι τέτοιο. Ο Pembroke ηχογραφεί στην Φινλανδία από το 1965 (με τους Boys), για να αναδειχθεί με τα χρόνια σε κορυφαία προσωπικότητα της τοπικής σκηνής παίζοντας και γράφοντας, κατά σειρά, με τους Pems, τους καταπληκτικούς Blues Section και τους παγκόσμιους progsters Wigwam – όλα τούτα μέχρι το 1980. Ηχογραφώντας προσωπικά LP ήδη από το 1972, ο Pembroke θα σχηματίσει στα τέλη των seventies την Jim Pembroke Band, με την οποία θα πορευτεί για κάποιο διάστημα, μπαίνοντας, όμως και στο πιο εμπορικό να-το-πούμε κύκλωμα. Το 1981-82 θα γράψει τα τραγούδια που θα αντιπροσωπεύσουν την Φινλανδία στους τότε διαγωνισμούς της Eurovision (το “Reggae Ok” με τον Riki Sorsa και το“Nuku pommiin” με τον Kojoαντιστοίχως), θα ξαναβάλει σε κίνηση κανα-δυο φορές τους Wigwam, ενώ από το 1995 και μετά θα ζει και στην Αμερική (στο KansasCity), υπενθυμίζοντας ανά καιρούς την παρουσία του. Εξάλλου στην πόλη Olatheτου Kansasείναι κυρίως ηχογραφημένη και η τελευταία του δουλειά που έχει τίτλο IftheRainComesκαι η οποία κυκλοφορεί τώρα σε περιποιημένο CDαπό την φινλανδική TUMRecords.
Φυσικά, ένα άλμπουμ του JimPembrokeδεν γίνεται να μην έχει σχέση με τη Φινλανδία. Και δεν αναφέρομαι μόνο στην εταιρεία που τύπωσε το “IftheRainComes”, αλλά και στο γεγονός πως η μπάντα που τον συνοδεύει είναι φινλανδική (PedroHietanenόλα τα πλήκτρα, JukkaOrmaόλες τις κιθάρες, UlfKrokforsκοντραμπάσο, MikaKallioντραμς) με «τμήματα» των ενορχηστρώσεων, της εγγραφής και του τελικού mixνα έχουν γίνει στο Tammisaariκαι το Ελσίνκι. Βασικά τα περισσότερα από τα ανωτέρω περιστρέφονται γύρω από τον HenrikOttoDonner (1939-26/6/2013), τον… «MilesDavisτου Αρκτικού Κύκλου» όπως τον αποκαλούν οι δημοσιογράφοι στην Φινλανδία, ο οποίος έκανε την παραγωγή, ενορχηστρώνοντας τα έγχορδα και τα πνευστά τού “IftheRainComes”. Σ’ αυτόν είναι αφιερωμένο και το CD
Η σημερινή τραγουδοποιία του JimPembrokeδεν αγνοεί το παρελθόν του… το επεκτείνει, όμως, και προς έτερες κατευθύνσεις. Υπάρχουν τραγούδια, όπως το εισαγωγικό “Iftheraincomes”, το “Gonewiththesong” ή το “Mytimeagain” που κουβαλούν κάτι από το αμερικανικό rockτων Byrds, των Bandκαι του Dylan, ενώ άλλα κομμάτια σχετίζονται περισσότερο με το progressiverock, έτσι όπως αυτό θα παιζόταν σήμερα, όχι ως tributeσε κάτι ή αναμάσημα, αλλά ως υπαρκτή και ζώσα κατάσταση. Το 4λεπτο “Doo-wah” π.χ., με το μανιασμένο τέμπο και το διαπεραστικό παίξιμο στο hammond, είναι από τα κομμάτια που μπορεί να κάνουν τη διαφορά, όπως και το “Thebirdsofsummer” εξάλλου, με το κιθαριστικό σόλο του Orma… να σπέρνει και να θερίζει. Πολύ ωραίο και το “Aformerarmy”, μία αντιπολεμική country-rockμπαλάντα, από ’κείνες που δεν έχουν ξεχάσει να γράφουν οι άνθρωποι που μεγάλωναν στα sixties.
Ο Pembroke, που εκτός από το να τραγουδά (όπως έκανε πάντα στα γκρουπ που συμμετείχε) παίζει πιάνο, έχοντας στην επίβλεψή του και τα φωνητικά, έχει κάνει μία πράγματι πολύ ενδιαφέρουσα δουλειά (γράφοντας και αποδίδοντας δικό του, πρωτότυπο υλικό), φανερώνοντας πως ακόμη και σήμερα, στα 68 του, έχει λόγο να καταθέσει. Έναν λόγο, που πιθανώς να μην κινητοποιεί τους πάντες, κινητοποιεί, όμως, όλους εκείνους που έχουν τον τρόπο να ψυλλιαστούν τι μπορεί να σημαίνει, σήμερα, ένας δίσκος του «Φινλανδού»…

ΕΛΕΝΑ ΚΑΚΑΛΙΑΓΚΟΥ ασκήσεις για improv κόρνο

$
0
0
Πριν λίγες ημέρες έλαβα δύο CDαπό το Βερολίνο, από την κορνίστα Έλενα Κακαλιάγκου. Κάποιος μου είχε μιλήσει τον τελευταίο καιρό (δεν μπορώ να θυμηθώ ποιος) για την ελληνίδα μουσικό που διαπρέπει στο εξωτερικό, στους χώρους της σύγχρονης μουσικήςκαι του αυτοσχεδιασμού (είχα ήδη ένα άλμπουμ της), με αποτέλεσμα τα δύο CD, που έφθασαν στα χέρια μου με την μεσολάβηση του Κωστή Δρυγιανάκη (τον ευχαριστώ), να τ’ ακούω πάνω στην ώρα (όπως λέμε). Στο πρώτο συναντάμε την Κακαλιάγκου ως μέλος του φινλανδικού κουαρτέτου RankEnsemble, ενός σχήματος που τύπωσε προσφάτως το άλμπουμ “PapilioNoblei” στη γνωστή μας βρετανική Leo, ενώ στο δεύτερο ως μέλος του τρίο Para, το CDτου οποίου “PARAphore” κυκλοφόρησε κι αυτό εσχάτως από την αυστριακή ListenClosely.
Οι RankEnsembleείναι κουαρτέτο με μια κάποια ιστορία, αφού το υλικό του “PapilioNoblei” αφορά σε εγγραφές των ετών 2009-2013. Το σχήμα αποτελείται από τον Νορβηγό SolmundNystabakkκιθάρες, φωνή, την Έλενα Κακαλιάγκου κόρνο, φωνή, την Φινλανδή SaaraRautioάρπα, ukulele, springdrum (κρουστό που πάλλεται μέσω της δόνησης ενός ελατηρίου) και τον επίσης Φινλανδό(μάλλον) JamesAdeanσε πιάνο, ηλεκτρονικά, φλάουτο και μελόντικα. Το υλικό του σχήματος που καταγράφεται στο CDτης Leoείναι πρωτότυπο – και το σημειώνω τούτο επειδή στο ρεπερτόριο των RankEnsembleανήκουν έργα των JohnCage, DavidToop, αλλά και άλλων περισσότερο σύγχρονων (σημερινών) συνθετών και πειραματιστών (Andrew Bentley, Alejandro Olarte, Shinji Kanki κ.ά.). Το “PapilioNoblei” ξεκινά με το μικρής διάρκειας (2:27) “Janner”, μία αυθόρμητη κατασκευή πλημμυρισμένη από τα ανορθόδοξα timbreτων οργάνων (βόμβοι, σφυρίγματα, σειρήνες και ό,τι άλλο σε μία μάλλον «λογική» ακολουθία, με συνεπείς στιγμές «εκπλήξεων). Στο 6λεπτο “Thepromise” πάνω σ’ ένα πρωτόλειο, αλλά κάπως σταθερό ρυθμικό υπόβαθρο απλώνονται μερικές νότες στο πιάνο (εξωτερικές και εσωτερικές), οι οποίες στην πορεία γίνονται… περισσότερες (πρόκειται για ένα πιανιστικό βασικά κομμάτι, που μπορεί να χρωστά στον CecilTaylorκαι σε άλλους διαφόρους αβαντγκαρντίστες της jazzκαι του αυτοσχεδιασμού). Το τρίλεπτο “Papilionoblei” ξεκινά ορίζοντας ένα noisyπεριβάλλον, εκεί όπου ηλεκτρονικά και μικροκρουστά τεντώνουν στην διαδρομή την ακουστική αίσθηση. Στα τρία επόμενα tracks, που έχουν γενικώς μεγάλες διάρκειες, οι RankEnsembleφανερώνουν το ταλέντο τους στην οικοδόμηση ενός «αφηρημένου» ηχητικού κόσμου, ικανού να σε παρασύρει σ’ ένα περιπετειώδες ταξίδι. Αναφέρομαι στο χαμηλών τόνων 9λεπτο “Myluckystar” (εδώ η μελόντικα του Adeanέχει πρωταγωνιστικό ρόλο), στο σχεδόν 20λεπτο “Huget” (ένας αυτοτελής όσο και συναρπαστικός ηχητικός κόσμος, φυσικής και… μηχανικής απλότητας, εντός του οποίου συνωθούνται από απλές «συμβατικές» κιθαριστικές μελωδίες και αρχετυπικά αρπίσματα, μέχρι εξώκοσμοι-αλλόκοτοι θόρυβοι και επίμονα ρυθμικά υποστρώματα, που αποτελούν βάσεις για μια σειρά παρεμβάσεων από το κόρνο, το πιάνο κ.λπ.) και ακόμη το 17λεπτο “Weitersfeld” (ένα λιγότερο εικονοκλαστικό πλαίσιο του αυθόρμητου, με τις μικρο-μελωδικές φράσεις του κόρνου και τις άρπας να δημιουργούν ένα «φιλικό» περιβάλλον, το οποίο μετά τα μέσα της διαδρομής διαλύεται μέσα σ’ ένα ρευστό σκηνικό). Το άλμπουμ θα ολοκληρωθεί με το 3λπετο σχεδόν “Revenge”, ένα κάπως ελεγειακό κομμάτι με πρωταγωνιστή το κόρνο της Έλενας Κακαλιάγκου.
Οι Para, όπως έγραψα και στην αρχή είναι τρίο το οποίο αποτελούν η Έλενα Κακαλιάγκου κόρνο, φωνητικά, η Αυστριακή IngridSchmolinerπιάνο και ο συμπατριώτης της ThomasStempkowskiκοντραμπάσο. Το “PARAphore” είναι μάλιστα το δεύτερο CDτου σχήματος, αφού έχει προηγηθεί το “para-ligo” [creativesourcesrecordings, 2012], ένα άλμπουμ που μπορεί να βρίσκεται στα χέρια μου από τότε που κυκλοφόρησε, αλλά για έναν αδιευκρίνιστο λόγο δεν πρόλαβα να γράψω κάτι ούτε στο Jazz& Τζαζ, ούτε στο δισκορυχείον. Εν αντιθέσει με τα εκτεταμένα γενικώς στο χρόνο θέματα των RankEnsemble, τα θέματα των Paraστο εν λόγω CDείναι γενικώς μικρά σε διάρκεια, ενώ και το… συμπυκνωμένο settingβοηθά, όπως και να το κάνουμε, προς μιαν άλλου είδους ηχητική κατεύθυνση. Στο “PARAphore”, επιπλέον, οι «όγκοι» είναι περισσότερο προσπελάσιμοι, με τα τρία βασικά όργανα να μεριμνούν για όλες τις μεταλλαγές. Υπάρχει, πάντα, το πείραμα, η έκπληξη, το μη αναμενόμενο, αλλά υπάρχουν και στιγμές με τις οποίες μπορεί να ταυτιστεί ακόμη κι ένα μη εξοικειωμένο αυτί. Και τούτο γιατί οι μουσικές των Paraακούγονται περισσότερο ως φυσικά αποκυήματα, παρά ως στουντιακές μετατροπίες. Πολλοί τίτλοι (“Zygoptera”, “Uroboros”, “Neδa”, “NukuHiva”…) αφορούν σε κάπως αρχαϊκά ή εν πάση περιπτώσει απομακρυσμένα τοπία, μέρη ή περιβάλλοντα, μα ακόμη και σε παμπάλαιες οργανικές μορφές (δέντρα, έντομα κ.ά.), και είναι αλήθεια πως με την ακρόαση των συγκεκριμένων κομματιών αναπτύσσεται εντός σου ένα είδος φυσικής (γιατί όχι και φυσιολογικής) αντίστασης απέναντι σε κάθε τι που θα επιχειρήσει να διασπάσει τούτη την ατμόσφαιρα της… βράζουσας ηρεμίας. 
Επαφή:www.elenakakaliagou.com, www.rankensemble.com, www.leorecords.com, www.listenclosely.at

ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΑΣ ροκ ποίηση

$
0
0
Έχω ξαναγράψει γύρω από το θέμα τής ροκ ποίησης, τονίζοντας πως… μια σχετική συζήτηση θα πρέπει να ξεκινά από την αρχή – από το αν υπάρχουν δηλαδή ροκ ποιητέςκαι ροκ ποίηση. Και το πρώτο για το οποίο θα πρέπει να συμφωνήσουμε σε μια τέτοια κουβέντα (αν δεν συμφωνήσουμε σ’ αυτό δεν θα μπορέσουμε να πάμε παρακάτω) είναι πως αν υπάρχει ροκ ποίηση (προσωπικώς λέω πως υπάρχει) αυτή, οπωσδήποτε, θα πρέπει να είναι συνυφασμένη με το τραγούδι. Δεν νοείται δηλαδή ροκ ποίηση, η οποία δεν τραγουδιέται, και δη από εκείνους που την έγραψαν. Αν δεν τοποθετήσουμε εξ αρχής αυτόν τον περιορισμό είναι βέβαιο πως θα οδηγηθούμε σε ακρότητες, αν όχι σε γελοιότητες. Και στην Ελλάδα ως γνωστόν, σε τέτοια ζητήματα, οι γελοιότητες περισσεύουν…
Οι στίχοι του Γιάννη Αγγελάκα, που θα παρατεθούν στη συνέχεια αποτελούν ένα τυπικό δείγμα τού τι μπορεί να σημαίνει ροκ ποίηση (στην Ελλάδα) – πόσω μάλλον όταν οι στίχοι αυτοί έχουν τυπωθεί, κιόλας, στα σχετικά βιβλία. Φυσικά, το να τυπώνεται η ροκ ποίησηκαι να εκδίδεται το ανάλογο βιβλίο (από τον ίδιο τον στιχουργό-μουσικό) δεν είναι απαραίτητο, όταν όμως συμβαίνει τότε στενεύει ακόμη περισσότερο το χάσμα που υφίσταται μεταξύ τους (μεταξύ του rockκαι της ποίησης εννοώ). Τούτο το σημειώνω, επειδή υπάρχουν ορισμένοι μουσικογραφιάδες (στο εξωτερικό – για το εσωτερικό δεν γνωρίζω) που δεν αποδέχονται καν τον όρο «ροκ ποίηση»… ένα ζήτημα θεωρητικό εν πάση περιπτώσει, που μπορεί να αφορά περισσότερο στους... φιλολόγους όμως, παρά στους ακροατές/μελετητές του rock (έτσι νομίζω).
Το πιο γνωστό ποιητικό βιβλίο του Γιάννη Αγγελάκα είναι, θα πω, το Σάλια Μισόλογα και Τρύπιοι Στίχοι, που τυπώθηκε κατά πρώτον το 1988 από το Πλέθρον. Από ’κει αντιγράφω ένα πρώτο δείγμα…

ΑΜΝΗΣΙΑ 
Δεν ξεσηκώνομαι δεν ψάχνω δεν ξεσπάω 
Δεν προχωράω πίσω ή μπροστά 
Κι όλα αυτά που θέλω ν’ αγαπάω 
Δεν μ’ ανατριχιάζουν πια

Γύρω μου οι σκιές έχουν παγώσει 
Κι έχω μείνει με το χέρι απλωμένο 
Τι ήθελα να κάνω έχω ξεχάσει 
Θα περιμένω ώσπου να θυμηθώ θα περιμένω

Λειώνουν τα μάτια μου στο φως της τηλεόρασης 
Με νανουρίζει μια στριμμένη μελωδία 
Όσοι περνάν τη χώρα της απόγνωσης 
Παθαίνουν αμνησία

Δεν μπορώ ούτε καταλαβαίνω 
Πώς συνεχίζω να υπάρχω μ’ όλα αυτά 
Θέλω να βγω από δω μέσα κι όμως μένω 
Σε μια ομίχλη που ναρκώνει την καρδιά

Γύρω μου το τζάμι έχει σπάσει 
Κι έχω μείνει με το βλέμμα καρφωμένο 
Τι ήθελα να δω έχω ξεχάσει 
Θα περιμένω ώσπου να θυμηθώ θα περιμένω

Τόσο στο βιογραφικό του Γιάννη Αγγελάκα στο siteτής alltogethernow, όσο και στο facebookτου συγκροτήματος Τρύπες, δίνονται πλημμελή ή λανθασμένα στοιχεία γύρω από τις εκδόσεις του βιβλίου. Στο πρώτο διαβάζουμε πως το Σάλια Μισόλογα και Τρύπιοι Στίχοι τυπώθηκε το 1988 από τις εκδόσεις Λιβάνη, όταν η πρώτη έκδοση είχε γίνει στο Πλέθρον, ενώ πουθενά δεν καταγράφεται η δεύτερη έκδοση του βιβλίου, που συνέβη στις Εκδόσεις Άνω Κάτω, στη Θεσσαλονίκη, το 1993. Από το συγκεκριμένο βιβλίο (της Άνω Κάτω) που έχει το ίδιο ακριβώς τυπογραφικό κασέ μ’ εκείνο των εκδόσεων Πλέθροναντιγράφω ένα δεύτερο δείγμα… 

ΒΡΑΔΥΝΗ ΠΛΑΝΗ 
Αδέσποτες χορεύουν οι ζωές μας 
Ξηλώνουν και τους εφτά ουρανούς 
Κι οι πρόστυχες φοβισμένες ματιές μας 
Σφηνώνουν σ’ άδειους καιρούς

Υγραίνοντας τη βραδινή μας πλάνη 
Μόνοι γλυκοφιλάμε το σκοτάδι 

Ανέραστες σβήνουν οι ηδονές μας 
Μαυρίζουν διψασμένα κορμιά 
Ψεύτικες τρομαγμένες οι φωνές μας 
Γκρεμίζουν τείχη φανταστικά

Υγραίνοντας τη βραδινή μας πλάνη 
Μόνοι γλυκοφιλάμε το σκοτάδι 

Όταν ο χώρος με κυκλώνει σα πνεύμα 
Με καθηλώνει η αλήθεια που σπρώχνω 
Καθώς αγγίζω το πιο όμορφο ψέμα 
Τ ε λ ε ι ώ ν ω

Την τρίτη έκδοση του βιβλίου, που συνέβη για τις εκδόσεις Νέα Σύνορα – Α.Α. Λιβάνη το 1995, δεν την έχω αγοράσει. Φαίνεται όμως πως έχει το ίδιο ακριβώς κασέ με τις δύο προηγούμενες (στο Πλέθρονκαι την Άνω Κάτω). Το λέω γιατί, όπως διάβασα στο BiblioNet, και αυτή η έκδοση έχει 58 σελίδες (όπως και οι άλλες δύο δηλαδή).
Ένα τρίτο και τελευταίο δείγμα από το Σάλια Μισόλογα και Τρύπιοι Στίχοι 

ΑΚΡΟΒΑΤΗΣ 
Πάρε τον εύκολο δρόμο 
Να ’ρθεις πιο γρήγορα 
Σαλτάρω σπάζομαι μόνος 
Σε θέλω σίγουρα

Τ ώ ρ α 
Που μ’ έχουν κάνει ακροβάτη 
Πάνω σε σάπιο νήμα 
Και περιμένουν από κάτω 
Το μοιραίο μου βήμα
 
Viewing all 5020 articles
Browse latest View live