Όταν ένας φίλος με πληροφόρησε, πριν τις διακοπές του Αυγούστου, πως πρόκειται να προβληθεί στην ΝΕΡΙΤ, στη σειρά
Τα Στέκια/ Ιστορίες Αγοραίου Πολιτισμού, ένα επεισόδιο για την… εισβολή του
rockn’
rollστην Αθήνα του ’56 και του ’57 (έτσι υπέθεσα ο άμοιρος) είπα κατ’ ευθείαν… ποιος ο λόγος, από τη στιγμή που υπάρχει το ντοκιμαντέρ του Βασίλη Μάρου
Η Αθήνα Χορεύει Ροκ Εντ Ρολγυρισμένο το 1957, την εποχή που έβραζε το πράμα; Εννοώντας πως με βάση την ταινία τού Μάρου θα μπορούσε να ειπωθεί μια σημερινή ιστορία, που να μην ακυρώνει εκείνο που πραγματικά συνέβη και δείχνει το φιλμ του ’57
– να μην ανακατευτεί δηλαδή το
rockn’
roll(στην Ελλάδα) με την νεανική ανυπακοή και κατ’ επέκταση με την παραβατική συμπεριφορά.
Υπάρχουν ορισμένοι, ήδη από την εποχή της ταινίας του Νίκου Νικολαΐδη
Τα Κουρέλια Τραγουδάνε Ακόμα… (1979), που θέλουν να το παίζουν «βαριά πεπόνια», συνδέοντας το
rockn’
rollστη χώρα μας με την βία και την εγκληματικότητα. Ευτυχώς, όμως, και για καλή μας τύχη, εδώ δεν ήταν ούτε Αμερική, ούτε Βρετανία, με αποτέλεσμα ο ελληνικός τεντυμποϊσμός των
latefifties(που δεν είχε ουδεμία σχέση με τον εγγλέζικο ή τον αμερικανικό) να διατηρεί από ελάχιστη έως ανύπαρκτη (και άρα αμελητέα) σχέση με το
rockn’
roll. Και βεβαίως δεν αρκούν τα αρθρίδια των συντηρητικότερων φυλλάδων της εποχής, ούτε φυσικά οι κραυγές της Εκκλησίας για να περιγράψουν την ροκεντρολάδικη επικινδυνότητα, όταν ακόμη και η κεχαριτωμένη Θεία από το Σικάγο (Γεωργία Βασιλειάδου), στην φερώνυμη ταινία του Αλέκου Σακελάριου από το 1957, κερνά ένα…
rockn’
rollτον μέλλοντα γαμπρό τής ανιψιάς της πολιτικό μηχανικό Τάκη Ζέριγκα (ο Θεόδωρος Δημήτριεφ, που αργότερα τραγούδησε στο «Άξιον Εστί» των Θεοδωράκη-Ελύτη). Θέλω να πω –και τούτο φαίνεται ακόμη περισσότερο στην ταινία του Μάρου– πως το
rockn’
roll, όταν εισήλθε στην Ελλάδα, έγινε μέσα σε λίγους μήνες
mainstream, περνώντας τόσο στον εμπορικό κινηματογράφο όσο και στο θέατρο (
«τα φινάλε των επιθεωρήσεων στηρίζονται πάνω σε πόδια που χορεύουν ροκ εντ ρολ»ακούμε να λέει ο αφηγητής Σταύρος Ξενίδης στην ταινία του Μάρου), ενώ το στήριξαν με δηλώσεις τους διάφοροι επιφανείς της εποχής, όπως ο Παύλος Παλαιολόγος, ο Φωκίων Δημητριάδης, μα ακόμη και ο Σπύρος Μελάς (αν και με μια κάπως διφορούμενη δήλωση). Ακόμη και στο εξώφυλλο των συντηρητικών
Εικόνωντης Ελένης Βλάχου βρήκε χώρο για να τρυπώσει το
rockn’
roll (
«η αθηναϊκή νεολαία χορεύει τώρα ροκ ν’ ρολλ»διαβάζουμε στο τεύχος 70, της 25/2/1957), για να μην παραλείψουμε και τα πρώτα ελληνικά
rockn’
rollτραγούδια που παρουσίασε το συγκρότημα του Γιώργου Μουζάκη στον
Καρυστινό (με τον Γεράσιμο Λαβράνο στο πιάνο), ένα τουλάχιστον εκ των οποίων πέρασε και στην δισκογραφία – και αναφέρομαι στο «Ροκ εν ρολλ» με το Τρίο Μπελ-Κάντο και την ορχήστρα του Γιώργου Μουζάκη στο τεσσαράκι της
Columbiaμε τα στοιχεία
SEGG 2531. (Ως γνωστόν το
rockn’
rollείχε να κάνει με το ρεπερτόριο των ορχηστρών και ουχί με των, ανύπαρκτων ακόμη τότε, νεανικών συγκροτημάτων).
Έχοντας όλα τούτα κατά νου έπεσα από τα σύννεφα όταν στα πρώτα κιόλας λεπτά της ταινίας του Νίκου Τριανταφυλλίδη
Η Εισβολή του Ροκ Εντ Ρολ–προβλήθηκε από την ΝΕΡΙΤ την 7/8/2014, αλλά εγώ την είδα χθες στο δίκτυο–, ακούω τον ιστορικό Κώστα Κατσάπη (Πάντειος) να μιλάει για «ηθικό πανικό» και τον καθηγητή Κοινωνικής Ψυχολογίας Νικόλαο Χρηστάκη (Πανεπιστήμιο Αθηνών) να είναι επί της ουσίας εκτός θέματος μιλώντας μας για το
rockn’
rollστην Αμερική και όχι στην Ελλάδα. (Αναφέρεται σ’ εκείνους που δεν ταυτίζονταν με τα υπάρχοντα μοντέλα επιτυχίας κ.λπ. – «επιτυχία» στην Ελλάδα του ’50, δεν είμαστε καλά…). Οι πανεπιστημιακοί όταν ασχολούνται με το
rockείναι γεγονός πως λένε ό,τι τους κατέβει.
Έχοντας λοιπόν μια πρώτη γεύση από το επεισόδιο
Η Εισβολή του Ροκ Εντ Ρολ είπα πως θα δω άλλη μια «σούπα» γαρνιρισμένη με τους γνωστούς ελληνικούς μύθους, δίχως να μπορώ να προβλέψω, πάντως, και την πλήρη λοξοδρόμησή της μετά το τριακοστό λεπτό. Κάπως έτσι και τα άσχετα με το θέμα μας περιστατικά, που διηγούνται ο Λουκιανός Κηλαηδόνης και ο μακαρίτης Οδυσσέας Χατζόπουλος, έρχονται απλώς να επιβεβαιώσουν τον κανόνα. Να λέμε ό,τι θέμε και τούτο να το αποκαλούμε
rock…
Κολλημένος με την Εκκλησία, τους παπάδες (μέχρι κι ένας αρχιμανδρίτης από τα Βίλλια έσκασε μύτη, που δεν μας είπε απολύτως τίποτα!), την μαύρη κριτική στην Αριστερά, τις υποτιθέμενες ακρότητες και παραβατικότητες ο Κατσάπης, και σε πλήρη αντιδιαστολή μ’ εκείνο που συνέβαινε στα κλαμπ και τα μαγαζιά, στο θέατρο και τον κινηματογράφο, παραπλανά κατά βάσιν τους θεατές της εκπομπής εμμένοντας στο ανύπαρκτο μέρος, αγνοώντας συγχρόνως ή υποτιμώντας το όλον. Εμφανίζει δηλαδή το rockn’ rollσαν να ήταν υπό διωγμό, όταν μέσω αυτού ξεσάλωνε ολόκληρη η Αθήνα!Τούτο, πράγματι, μου κάνει τεράστια εντύπωση και για έναν ακόμη λόγο. Στο βιβλίο του Ήχοι και Απόηχοι/ Κοινωνική Ιστορία του Ροκ Εν Ρολ Φαινομένου στην Ελλάδα 1956-1967 [ΙΑΕΝ/ΙΝΕ, Αθήνα 2007] ο Κατσάπης γράφει πολύ σωστά πως… «δίχως ίχνος υπερβολής, στα τέλη του 1956 το ροκ εν ρολ (σ.σ. στην Αθήνα)είχε μεταβληθεί σε απόλυτη μόδα και βρισκόταν παντού»και λίγο πιο κάτω πως… «σε αυτήν την πρώτη περίοδο, το ροκ εν ρολ στην Ελλάδα υπήρξε περισσότερο μία μόδα, που ακολουθούσε την παράδοση των προηγουμένων μουσικών, οι οποίες κατά καιρούς είχαν κυριαρχήσει στις αθηναϊκές νύχτες, παρά μία μουσική που απευθυνόταν αποκλειστικά στους τηνέιτζερ. Το γεγονός αυτό υπογραμμίζει η παρουσία του σε ένα πλήθος κοσμικών ή εμπορικών εκδηλώσεων…». Τι μεσολάβησε από τότε και δεν λέγεται, σήμερα, η αλήθεια; Μήπως η τρόικα και τα μνημόνια; Δεν κάνω πλάκα. Μήπως μια γλειψιματική ταύτιση με τους σύγχρονους (ευρωπαίους) διαφωτιστές, και τα σαμαροβενιζελικά υποκατάστατά τους, που θέλουν να μας εκσυγχρονίσουν με τη βίτσα βάζοντάς μας στον ίσιο δρόμο, έχοντας ως ένα από τα πιο βασικά μελήματά τους την κατασυκοφάντηση της Αριστεράς; Λέω, μήπως…
Με τα μέλη των LastDriveνα λένε ακατανόητα πράγματα (στην κυριολεξία) και με το φιλμικό μέρος να αποτελείται από νεανικές ταινίες των earlysixties (Τα Παλιόπαιδατου Νέστορα Μάτσα, Αμαρτωλά Χέριατου Δημήτρη Γαλάτη, Αυτό το Κάτι Άλλοτου Γρηγόρη Γρηγορίου κ.λπ.), που δεν είχαν καμμία σχέση με την εισβολή του rockn’ roll, δεν είναι ν’ απορεί κανείς γιατί απουσιάζει από τα «καρέ» της ταινίας του Τριανταφυλλίδη η Θεία από το Σικάγο– μία πρωτότυπη ελληνική… rockn’ rollταινία των fiftiesτην οποίαν απόλαυσε όλος ο κόσμος. Θα χάλαγε η σούπα. Θα αποδεικνυόταν δηλαδή πως το rockn’ rollστην Αθήνα του ’57 υπήρχε σε πάμπολλα σπίτια στα οποία ζούσαν παιδιά-έφηβοι, και που το χόρευαν (τα παιδιά-έφηβοι) ξετρελαμένα δίχως να οδηγούνται σώνει και καλά σε παραβατικές συμπεριφορές (όπως θα ήθελε ο Κατσάπης, ο Τριανταφυλλίδης και πριν απ’ αυτούς ο αμερικανόπληκτος Νικολαΐδης). Χρειάζεται να επισημάνω το γεγονός ή όχι –ερωτώ– πως ο Κατσάπης στο βιβλίο του γράφει ότι… «ηπρώτη κινηματογραφική ταινία στην οποία είναι εμφανής ο απόηχος του ροκ ενρολ στην Ελλάδα είναι η ταινία Η θεία από το Σικάγο που προβλήθηκε το 1957 (σε σενάριο και σκηνοθεσία του Αλέκου Σακελλάριου, με πρωταγωνιστές τους Ορέστη Μακρή και Γεωργία Βασιλειάδου)»; Και όμως στο ντοκιμαντέρ του Τριανταφυλλίδη δεν υπάρχει ουδεμία αναφορά σ’ αυτήν την ακρογωνιαία για το θέμα μας ταινία, επειδή δεν συνάδει, προφανώς, με την αποφοράκαι την παραβατικότηταπου έχει σφηνωθεί στα κεφάλια ορισμένων. Αυτός ο μύθος του «καταραμένου» είναι η μεγαλύτερη ηλιθιότητα που ακούγεται στην Ελλάδα εν σχέσει με το rockτα τελευταία 40 χρόνια.
Ο Κατσάπης βρίσκει ξανά την ευκαιρία να χύσει κατράμι στην Αριστερά της εποχής, όταν το rockn’ rollτο είχε αποκηρύξει η Αριστερά τόσο στην Μεγάλη Βρετανία (EwanMacColl), όσο και στην Αμερική (Irwin Silber, PeteSeeger), αφού έπρεπε να ’ρθει ο BobDylanβασικά, καμμιά δεκαριά χρόνια αργότερα, για να αποδείξει πως μπορεί να γραφτεί προοδευτικό τραγούδι που να συνοδεύεται από ηλεκτρικές κιθάρες. Κάποιοι, μάλιστα, όπως ο MacColl, ούτε και τότε πείστηκαν. Γενικώς, τόσο στην Αγγλία, όσο κυρίως στην Αμερική εκείνο που ήταν κατά βάθος επικίνδυνο δεν ήταν το rockn’ roll, αλλά η folk, που εκρατείτο υπό των κομμουνιστών – “mineenemy, thefolksinger”ανέκραζε ο ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής KennethB. Keatingτον Σεπτέμβριο του ’63 (δες το ξεχωριστό κεφάλαιο στο βιβλίο “TheAmericanFolkScene: Dimensionsofthefolksongrevival” των εκδόσεων Dellαπό τον Ιούλιο του ’67, ανάμεσα σε άλλα διάφορα). Έτσι, είναι παντελώς ανεδαφικό (εγώ θα πω και ύποπτο, αν δεν είναι ανόητο) όταν η Αριστερά στην Αγγλία και την Αμερική αντιμετώπιζε το rockn’ rollαπό θέσεις αρνητικές έως καχύποπτες (και ως προϊόν του αμερικανικού ιμπεριαλισμού αν μιλάμε για την Αγγλία), να κάνει κάποιος κριτική στην ελληνική Αριστερά της εποχής (εν σχέσει με το rockn’ roll), που μόλις είχε βγει από τις (αμερικανικές) ναπάλμ του Γράμμου. Σε τελευταία ανάλυση τι θέλει να μας πει ο Τριανταφυλλίδης όταν φιλμάρει άρθρο της Αυγήςστο οποίο διαβάζουμε για τον… «τεντυμποϋσμό», που «απειλεί την νεολαία μας»; Έπρεπε η Αριστερά να ήταν υπέρ εκείνων που έκλεβαν αυτοκίνητα π.χ.; Δεν είμαστε καλά. Και το λέω τούτο παραβλέποντας το γεγονός πως η σχέση τους με το rockn’ rollπαραμένει για μένα επί της ουσίας ανύπαρκτη. Τούτο το υποστηρίζει κάποια στιγμή στην ταινία της ΝΕΡΙΤ και ο Νίκος Μαστοράκης, πως οι τεντυμπόυδες δηλαδή δεν είχαν ουδεμία σχέση «μ’ εκείνους που πήγαιναν στα κλαμπάκια και χόρευαν ροκ εν ρoλ»– πράγμα που το βρίσκω πολύ σωστό. Το αν ο Πουλικάκος ήταν αστός/ροκεντρολάς, αλλά πέταγε και γιαούρτια (όπως είπε και ο Πολύτιμος στην εκπομπή), αυτή ήταν η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.
![]() |
Τούτον εδώ τον ροκεντρολά τον «κόβω»περισσότερο να τρώει μόνος του μια... τσανάκα γιαούρτι, παρά να την πετάει... |
Ο ελληνικός τεντυμποϊσμός κατασκευάστηκε και μεγεθύνθηκε από τον Τύπο (το λέει και ο Κατσάπης στο βιβλίο του αυτό και μπράβο του δηλαδή) για ευνόητους λόγους θα πω εγώ. Για να προκαλέσει βασικά μία νομοθετική ρύθμιση (Νόμος 4000), η οποία θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε μια ποικιλία παραβατικών συμπεριφορών, που θα στόχευαν βασικά όχι στο κυνήγι των... ροκεντρολάδων (θα έκανε ποτέ ο Καραμανλής τέτοιο χουνέρι στους Αμερικάνους; – έλα Παναγία μου!), αλλά στο αγωνιστικό φρόνημα της Νεολαίας της ΕΔΑ (η οποία ήταν ήδη από το 1958 αξιωματική αντιπολίτευση). Η ΕΔΑ μπορεί να ψήφισε το Νόμο 4000, επειδή πήρε διαβεβαιώσεις πως δεν θα αφορούσε σε πολιτικής φύσεως... παραβατικότητες, αλλά επί της ουσίας έσκαψε το λάκκο της με τα ίδια της τα χέρια, αφού το συγκεκριμένο νομοθέτημα χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές εναντίον της στο μέλλον.
Στην Ελλάδα το rockn’ rollστηρίχθηκε από την αμερικανόδουλη Δεξιά, ως πρόδηλο αμερικανικό προϊόν (με ποιανού άδεια… κατασκήνωσαν οι ναύτες του Έκτου Στόλου στο Ζάππειον τον Οκτώβριο του ’56;), ενώ του δόθηκαν άπασες οι δυνατότητες ώστε να αναπτυχθεί μέσα από τον κινηματογράφο, το θέατρο, τα κλαμπ, και τα έντυπα της εποχής. Έτσι, εκείνο που ακούγεται στην εκπομπή του Τριανταφυλλίδη (πάλι από τον Κατσάπη) πως η Δεξιά κυνήγησε το rockn’ rollείναι εντελώς εκτός τόπου και χρόνου. Το τι προέβαλλε η Εκκλησία και το τι έγραφαν οι φασιστοφυλλάδες δεν είχε καμμία αξία – για να μην πω πως με την αρνητική «κριτική» τους βοηθούσαν, απλώς, στην εδραίωση του φαινομένου. Τούτο αποδεικνύεται εξάλλου και από την ταινία του Μάρου. Ο ευφυής και πρωτοπόρος ντοκιμαντερίστας, το 1957, δεν κωλώνει να εμφανίσει τα κατάπτυστα δημοσιεύματα ως ατού, κατ’ ουσίαν της πάνδημης προβολής του rockn’ roll, βάζοντας τον Ξενίδη να λέει το σαφές πως… «τα πρακτορεία ειδήσεων όλου του κόσμου τηλεγραφούν τις απίθανες ειδήσεις τους…» («Που αλλού; Εις την Αγγλία/ Διεγερτικά για τα πάρτυ ροκ εντ ρολ», «Ειδικές αίθουσες-κελλιά για τους πιστούς του ‘ροκ’»και άλλα τέτοια). Κι ενώ στην ταινία του Μάρου αυτές οι αηδίες χρησιμοποιούνται «σωστά» ως μέρος της προσπάθειας για να φανεί το περιβάλλον μέσα από το οποίον εδραιώθηκε το rockn’ roll, στην ταινία του Τριανταφυλλίδη, 57χρόνια μετά, (οι ίδιες αηδίες) επέχουν ρόλο… διαφωτιστικής προπαγάνδας! Το rockn’ rollήταν επικίνδυνο, το λέγαν κι οι παπάδες! Πάμε μίλια πίσω, και όχι μπροστά…
Από κείνο το σημείο και μετά (το τριακοστό λεπτό της ταινίας) η μπάλα χάνεται. Για τα υπόλοιπα 19 λεπτά το «θέμα» μεταφέρεται στα μέσα των sixtiesκαι από ’κει στον Νίκο Νικολαΐδη με την… Εισβολή του Ροκ Εντ Ρολστην Ελλάδα των mid-fifties να μένει, απλώς, στα χαρτιά. Ολέθριο αφηγηματικό-σεναριακό λάθος (μάλλον ο Κατσάπης πήρε στον λαιμό του τον Τριανταφυλλίδη, αν κρίνω και από τα χρονικά όρια του βιβλίου του Ήχοι και Απόηχοι) που παραμένει ως τέτοιο (ολέθριο) παρ’ όλη την προσπάθεια να εντοπιστεί κάποια σύνδεση ανάμεσα στις δύο εποχές. Δεν θ’ ασχοληθώ. Τα έχουμε πει εξάλλου – και θα τα ξαναπούμε και στο μέλλον με άλλες πιο σοβαρές αφορμές. Όπως δεν θ’ ασχοληθώ και με τις διάφορες ανακρίβειες (το rockn’ rollπροηγήθηκε του JazzClubτης Ελληνοαμερικανικής Ένωσης επί της Ηρώδου Αττικού 25, κ. Πολύτιμε, και όχι το αντίθετο) ή τις υπερβολές που ακούστηκαν (μόνον οι Juniorsκαι οι MGCέπαιζαν rockστην Ελλάδα των sixtiesκατά τον Αλέκο Καρακαντά – αχ κατακαημένε Μάικ Ροζάκη)…
Όταν η βάση είναι σαθρή δεν έχει κανένα νόημα ν’ ασχολείσαι με το εποικοδόμημα.