Quantcast
Channel: ΔΙΣΚΟΡΥΧΕΙΟΝ / VINYLMINE
Viewing all 5014 articles
Browse latest View live

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 2

$
0
0
23/1/2017
Πάει και ο Jean Georgakarakos, o Jean Kastro Kornflakes του πανθέου των Gong, κι ένας από τους μεγαλύτερους γάλλους (είχε φυσικά ελληνική καταγωγή) promoters της free jazz και του progressive rock – βασικά μέσα από την BYG (το “G” ήταν δικό του), τη φοβερή εταιρεία που ξεπήδησε από το περιοδικό Actuel, και αργότερα τη Celluloid. Δεν ήταν, φυσικά, μόνον οι παραγωγές του Karakos, ήταν κι εκείνο το ιστορικό φεστιβάλ στην Amougies του Βελγίου (24-28 Οκτ. 1969), που με ελάχιστα άλλα θα μπορούσε να συγκριθεί (δείτε ονόματα... να πάθετε), και στο οποίο ο Ελληνογάλλος ήταν βασικός κουμανταδόρος.
O Γεωργακαράκος ανάμεσα σε άλλα είχε κάνει παραγωγή και στο καλύτερο τραγούδι που είπε ποτέ η Whitney Houston (με τον Archie Shepp στο τενόρο!), το “Memories”, που ήταν σύνθεση του Hugh Hopper και που είχε πει πρώτος ο Robert Wyatt με τους Soft Machine. Εκείνο το “Memories” με τους Softs, το έβγαλε πρώτη φορά σε bootleg ο Γεωργακαράκος το 1972 στην BYG.
Μεγάλη μορφή, θεός σχωρέστον.

23/1/2017
Πέθανε ο JakiLiebezeit, oντράμερ των CAN. Πάνω σ'αυτόν και στο μπάσο του Holger Czukay στηρίχτηκε ο ήχος του γερμανικού συγκροτήματος, που έγραψε ίσως το πιο σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία του krautrock.

22/1/2017
Ακούω-διαβάζω διάφορα για το νέο αμερικάνο πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ – τα περισσότερα, φρονώ, ανόητα. Ο καθένας από τη μεριά του (πολιτική, κοινωνική κ.λπ.) λέει το μακρύ του και το κοντό του. Να πω κι εγώ, δημοσίως (γιατί, ιδιωτικώς, λέω πολύ περισσότερα), το δικό μου «μακρύ» ή «κοντό» ή «ανόητο», πείτε το όπως θέλετε, που είναι το ελάχιστο.
ΜΑΚΑΡΙ Ο ΤΡΑΜΠ, ΚΑΤΑ ΠΡΩΤΟΝ, ΝΑ ΑΙΜΑΤΟΚΥΛΗΣΕΙ ΣΤΗ ΘΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΛΙΓΟΤΕΡΕΣ ΧΩΡΕΣ ΑΠ'ΟΣΕΣ ΑΙΜΑΤΟΚΥΛΗΣΕ Ο ΟΜΠΑΜΑ.
Αυτό.
Για όλα τα υπόλοιπα εδώ είμαστε…

22/1/2017
Δήλωσε η Madonna: “Welcometotherevolutionoflove. To the rebellion. To our refusal as women to accept this new age of tyranny”. Για ποια “newageoftyranny” των γυναικών μιλάει; Υπάρχει κάτι καινούριο από το οποίο κινδυνεύουν οι γυναίκες, και από το οποίο δεν κινδύνευαν πριν τον Τραμπ; Έχουμε τρελαθεί τελείως; Μήπως κινδυνεύουν και οι Ελληνίδες, που διαδήλωναν χθες; Μιλάμε για απίστευτες γελοιότητες.

21/1/2017
Ποιος Πουλικάκος μωρέ τώρα…
(χρόνια πολλά και σ’ εκείνον, να τα κατοστήσει)
Εδώ είχε ο συνομήλικός του Γιώργος Χατζηνάσιος γενέθλια πριν δυο μέρες (χιλιόχρονος κι αυτός!) και δεν είδα κανέναν να ποστάρει τραγουδάρες του.
Για σας παρακαλώ πολύ.
Να τηρούμε τουλάχιστον τα προσχήματα…

21/1/2017
Το τρομερό σ’ αυτή τη φωτογραφία δεν είναι τα μπούτια με τη γκόμενα, δεν είναι ο Τζίμης στον τοίχο, δεν είναι ο αγροίκος/μακαρίτης Τσαχιρίδης, είναι το τεράστιο μπαμπάκι-χωρίς-αίμα με τα ξεκολλημένα λευκοπλάστ στον ώμο του Τσαχιρίδη…

ΦΙΛΟΠΟΙΜΗΝ ΦΙΝΟΣ με αφορμή τα 40 χρόνια από το θάνατό του, που συμπληρώνονται σήμερα

$
0
0
Ο Φιλοποίμην Φίνος γεννήθηκε το 1908 στην Κάτω Τιθορέα της Λοκρίδας (Φθιώτιδα) και πέθανε στην Αθήνα την 26η Ιανουαρίου του 1977. Λίγες μέρες νωρίτερα (12/1) η FinosFilmκατέβαζε ρολά, μετά από 34 χρόνια, με την πρώτη προβολή τής τελευταίας ταινίας της Ο Κυρ-Γιώργης Εκπαιδεύεται. Σ’ αυτό το διάστημα ο «πατριάρχης» του ελληνικού σινεμά κατάφερε να ολοκληρώσει 187 ταινίες, δίνοντας οριστική πνοή σ’ εκείνο που αποκαλούμε Ελληνικός Κινηματογράφος. Ούτε Νέος, ούτε Παλιός, απλά Ελληνικός – καθότι χωρίς τις ταινίες τού Φίνου δεν θα είχε υπάρξει ούτε ο λεγόμενος «νέος» κινηματογράφος. Πρώτα-πρώτα από την τεχνική πλευρά του, το ανθρώπινο (τεχνικό) δυναμικό του.
Για τη ζωή του Φίνου έχουν γραφτεί και ειπωθεί πολλά, παρότι ο ίδιος σπανιότατα μιλούσε δημοσίως για τον εαυτό του και πολύ περισσότερο για τα τεχνικά επιτεύγματά του – για το γεγονός π.χ. πως είχε καταφέρει από το τίποτα, πριν από τον πόλεμο, να φτιάξει μηχανή, που να «γράφει» και να «μιλάει» ελληνικά. Έτσι, αποτέλεσμα αυτού ήταν να ετοιμάσει την πρώτη ομιλούσα ταινία του κινηματογράφου μας, Το Τραγούδι του Χωρισμού (1939), την οποία σκηνοθέτησε κιόλας. Ήταν η πρώτη και η τελευταία απόπειρά του στο ρόλο αυτό. Την ταινία, στην οποία πρωταγωνιστούσε ο Λάμπρος Κωνσταντάρας (στα τραγούδια τον ντουμπλάριζε ο φημισμένος τενόρος Πέτρος Επιτροπάκης), την είδαμε για πρώτη φορά στα τέλη του’95-αρχές ’96, στο Παλλάς, με αφορμή τις εκδηλώσεις για τα «Τα πρώτα 100 χρόνια του κινηματογράφου», καθώς έως τότε εθεωρείτο χαμένη.
Το 1943 είναι η κομβική χρονιά για την FinosFilmκαθώς προβάλλεται, μέσα στην Κατοχή (29 Μαρτίου) η Φωνή της Καρδιάς σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ιωαννόπουλου και με πρωταγωνιστές τους Αιμίλιο Βεάκη, Δημήτρη Χορν, Καίτη Πάνου, Σμαρούλα Γιούλη, Λάμπρο Κωνσταντάρα κ.ά. Η μεγάλη, για τα δεδομένα της εποχής, επιτυχία της ταινίας δεν ευοδώθηκε, καθώς ο Φιλοποίμην μαζί με τον πατέρα του Γιάννη συλλαμβάνονται από τους Γερμανούς. Η κατάληξη; Ο απαγχονισμός του Γιάννη Φίνου, τον Ιούλιο του ’44 με την κατηγορία τού «δρώντος κομμουνιστή».

Η συνέχεια εδώ…

ΝΑΤΑΣΑ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ (1946-2017)

$
0
0
Η ποιήτρια ήταν κατηγορούμενη, μαζί με άλλους, πριν 40 χρόνια για τη δημοσίευση ενός διηγήματος του Τάσου Φαληρέα, με γκέι αναφορές, στο περιοδικό ΣΗΜΑ
Το ΣΗΜΑ ήταν το κορυφαίο περιοδικό Τέχνης της δεκαετίας του ’70. Κυκλοφόρησε για πρώτη φορά τον Φλεβάρη του ’75 από τον Νίκο Παπαδάκι, με διευθυντή σύνταξης τον Δημήτρη Νόλλα και συντακτική ομάδα αποτελούμενη από τον Γιάννη Γαϊτάνο, τον Γιάννη Δραγώνα, τον Μιχαήλ Μήτρα και τη Νατάσα Χατζιδάκι, τη σημαντική  ποιήτρια της γενιάς του ’70, που έφυγε χθες/ προχθές από τη ζωή. Η Χατζιδάκι ήταν η ψυχή του περιοδικού, καθώς έγραφε (για σινεμά, για θέατρο, για βιβλία), μετέφραζε, έπαιρνε συνεντεύξεις, έκανε ρεπορτάζ κ.λπ.
Μάλιστα, σ’ εκείνη και στον Μήτρα είχε ανατεθεί η υλοποίηση ενός μοναδικού έως τότε θέματος – να γίνει μια ενδελεχής καταγραφή της άλλης «σκηνής» της Αθήνας. Των ανθρώπων, δηλαδή, που έκαναν τέχνη πίσω από τα φώτα, εκείνης (της τέχνης) που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί και ως underground. (Προσωπικά δεν με βρίσκει και τόσο σύμφωνο ο όρος, αλλά τον αποδέχομαι, για την εξέλιξη της ιστορίας, και επειδή έτσι καθιερώθηκε).
Οι κατηγορούμενοι: (μπροστά, από αριστερά) ο εκδότης Νίκος Ε. Παπαδάκις, ο Δημήτρης Πουλικάκος, ο Γιώργος Χρυσοβιτσάνος και η Νατάσα Χατζιδάκι, (πίσω, από αριστερά) Γιάννης Γαϊτάνος (με το μουστάκι), Μιχαήλ Μήτρας, Τάσος Φαληρέας (επίσης με το μουστάκι)
Το Σεπτέμβριο του 1975, λοιπόν, τυπώνεται το περίφημο ένατο τεύχος του περιοδικού, του επικαλούμενου και «Η ΣΚΗΝΗ», με κείμενα (λογοτεχνία, ποίηση), μεταφράσεις, σκίτσα κ.λπ., που συγκέντρωσαν η Χατζιδάκι και ο Μήτρας, και που παρουσιάστηκαν σε μιαν έκδοση ξεχωριστή από κάθε πλευρά.
Σ’ εκείνο το τεύχος είχαν δώσει πληροφορίες και υλικό ο ποιητής Σπύρος Μεϊμάρης, ο ποιητής, συγγραφέας και σκιτσογράφος Πάνος Κουτρουμπούσης, ο παραγωγός δίσκων (τότε) Τάσος Φαληρέας, ο ποιητής Τάσος Δενέγρης, ο Δημήτρης Πουλικάκος, ο Γιώργος Μπαράκος (του Τζαζ Κλαμπ), ο Θανάσης Σβορώνος, ο Κώστας Θεοφιλόπουλος, η Μαρία Μήτσορα κ.ά.
Ανάμεσα στα κείμενα και το διήγημα του Τάσου Φαληρέα ΚΑΙ ΤΟ ΤΡΑΙΝΟ ΕΤΡΕΧΕ ΟΛΗ ΝΥΧΤΑ, που περιέγραφε ψωνιστήρια στην Αθήνα των μέσων του ’70. Ένα απόσπασμα…

Η συνέχεια εδώ…

THE MAN FROM MANAGRA το νέο άλμπουμ

$
0
0
Διάβασα τι είχα γράψει για τον TheManfromManagra/ CotiK. πριν τρία χρόνια (4/3/2014), με αφορμή το πρώτο, τότε, άλμπουμ του κάτω απ’ αυτή την επωνυμία… και θέλω να το επαναλάβω. Όχι γιατί δυσκολεύομαι να γράψω κάτι καινούριο, αλλά γιατί είναι τόσο «ακριβές» σε σχέση και με το έσχατο “HalfaCenturySun” [InnerEar, 2017], ώστε να με κάνει κομματάκι να απορώ. Τον ίδιο δίσκο έκανε ο CotiK.; Στη βάση του ναι, κι αυτό είναι μαγκιά – εννοώ πως το προσμετρώ θετικά.
Τι λέγαμε, τότε, λοιπόν; Αντιγράφω… με κάποιος ελάχιστες προσαρμογές:
«Όντας ολοκληρωμένο στην Τήνο και την Αθήνα το άλμπουμ αυτό επιχειρεί να προσεγγίσει την πλευρά του “καθαρού” τραγουδιού, με τον τρόπο ενός SydBarrett (των προσωπικών του LP) ή ακόμη καλύτερα ενός KevinAyers (για να μην αναφερθώ σε μεταγενέστερους τραγουδοποιούς, όπως ο DavidSylvianπ.χ.). Υπάρχει λοιπόν μία… ταπεινών vibesμουσική συνοδεία –ένα προσαρμοσμένομπάσο, κατ’ αρχάς, που κάνει σχεδόν τα πάντα, και βεβαίως η φωνή που είναι, ίσως, το βασικότερο όργανο– και από ’κει και πέρα μία ανάλογη διάθεση παραγωγής, που μεγεθύνει επί των “στοιχειωδών”, ώστε να δίνεται η εντύπωση του “ολοκληρωμένου” και του “πλήρους”.(…) Δεν χρειάζονται πολλά πράγματα για να κάνεις την διαφορά, και ο CotiK. το γνωρίζει».
Αυτά τα λόγια ταιριάζουν γάντι και στο παρόν “HalfaCenturySun”, ένα LPπου διακρίνεται κατ’ αρχάς για τη λιτότητά του. Όσο και αν, εδώ, έχουμε κάτι φαινομενικώς πιο «απαιτητικό» από το παρθενικό “TheManfromManagra” (καθότι υπάρχουν περισσότερα όργανα και άρα περισσότερες συμμετοχές), στην πράξη πρόκειται για ένα δεύτερο άλμπουμ που βαδίζει, εντελώς, στα χνάρια του πρώτου.
Ο CotiK. ενδιαφέρεται για τα πρωταρχικά στοιχεία του τραγουδιού: τη μελωδία, τον καθαρό λόγο και από ’κει και πέρα την ενοργάνωση και παραγωγή τού υλικού του, στηριγμένος πάντα σ’ αυτό το πνεύμα της ολιγάρκειας. Έχοντας, λοιπόν, ένα πρωτογενές υλικό που ν’ ανταποκρίνεται στις συγκεκριμένες απαιτήσεις δεν έχει παρά να το κατανείμει, απλώς, στο χρόνο. Και αυτό πράττει στο “HalfaCenturySun”.
Το άλμπουμ ανοίγει με το “Sailor”, ένα από τα ωραιότερα τραγούδια που έχει γράψει ο CotiK. Απολαυστικό… KevinAyersstyle, που με κάνει να ανατριχιάσω. Αρχοντική ερμηνεία, άψογη μελωδική γραμμή, ωραία φωνητικά γεμίσματα από τη Ρένα Ρασούλη και γερή συνοδεία από τον πάντα παρόντα Χρήστο Λαϊνά. Στο δεύτερο και στο τρίτο κομμάτι της πρώτης πλευράς ντραμς παίζει ο JimWhiteτων DirtyThree–ωραία τραγούδια–, είναι στο τέταρτο όμως, το “Setirivedro’”, όταν η τραγουδοποιία του CotiK. εξακοντίζεται στο αχανές. Έξοχο τραγούδι που θα το ζήλευαν οι πάντες (ακόμη και ο Bowieτων earlyseventies) και που κερδίζει ακόμη περισσότερο από τα πλήκτρα (του Coti) και από την τρομπέτα του Γιώργου Αβραμίδη. Η πλευρά θα κλείσει με το επίσης εξαιρετικό “Marthashome”, που ρέει σαν… ποίημα.
Η δεύτερη πλευρά ανοίγει με το δυναμικό και περισσότερο εξωστρεφές “Youcankeepyourwinters”, στο οποίο τραγουδά ο BlaineL. Reininger. Όμως και η συνέχεια είναι κάπως ανάλογη με τον Cotiνα παρουσιάζει ένα πρότυπο ποπ τραγούδι, βασισμένο σε μια γερή ρυθμική γραμμή και με ωραία breaksαπό φωνητικά και τρομπέτα (και με κεντημένη ενοργάνωση γενικότερα). Στο “Becauseofyou” το πνεύμα του Ayers (θα επιμείνω) είναι, και εδώ, πανταχού παρόν. Ένα τρίτο στη σειρά κομμάτι που στηρίζεται εξ ίσου και στο ρυθμό, και που σε κερδίζει με την ουσιαστική και προσεγμένη επεξεργασία του. Άλλη μια ιδιαίτερη romanceαποτυπώνεται στο “Forgotten”, ένα επίσης τραγούδι-μετάξι με τον Cotiνα τραγουδά απλά και με πίστη. Το προτελευταίο “Thiswind” είναι μια τέλεια συνέχεια, με το ορχηστρικό “Paddleaway”, που κλείνει το LPνα στηρίζεται στη βιόλα του BlaineL. Raininger.
Το “HalfaCenturySun” είναι το πρώτο σημαντικό ελληνικό άλμπουμ του 2017. Να το θυμηθούμε στις λίστες 11 μήνες αργότερα…
Επαφή: www.inner-ear.gr
 

οι E.S.T. μέσω μιας συμφωνικής

$
0
0
Τοσχέδιοείναιαπλό. Μιασυμφωνική, ήμάλλονμιαφιλαρμονική (Royal Stockholm Philharmonic Orchestra), μερικοίάσσοισολίστες (οιδύοεναπομείναντεςe.s.t., οBerglund καιοÖström, καιακόμηοσαξοφωνίσταςMarius Neset, οτρομπετίσταςVerneri Pohjola, οpedal steel κιθαρίσταςJohan Lindström καιοπιανίσταςIiro Rantala) καιβεβαίωςέναρεπερτόριο (εκείνοτωνκλασικώνe.s.t.) καιτοπράγμαείναιέτοιμο. Και βεβαίως άψογα πλαισιωμένο και σίγουρο, ώστε να φαίνεται εντυπωσιακό… είναι-δεν είναι.
Ηχογραφημένο «ζωντανά» στο Konserthusetτης Στοκχόλμης, στο διάστημα 10-12 Ιουνίου του 2016, τοSymphony [ACTMusic + Vision/ ANMusic, 2016], είναι ένα CDφόρος τιμής στους e.s.t., που τους εμπεριέχει, χωρίς να τους ακουμπά (και πολύ).
Το συγκρότημα που άλλαξε το τοπίο της σύγχρονης τζαζ, και που δεν υφίσταται εδώ και 8-9 χρόνια, για τους πασίγνωστους άδικους λόγους, εξακολουθεί να αποτελεί πόλο έλξης – για παλιούς και νέους ακροατές. Έτσι, συνεχίζει να πουλάνε τα originalάλμπουμ του, νέα-ανέκδοτα βγαίνουν και ξαναβγαίνουν, ενώ στήνονται μικρά και λιγότερα μικρά ή και μεγαλεπήβολα projects, ίνα τιμηθεί η προσφορά του. Στην περίπτωση του “Symphony” κινούμαστε, φυσικά, στη φάση του μεγαλεπήβολου.
Δεν λέω, το άλμπουμ έχει τις στιγμές του, καθώς το ρεπερτόριο, που είναι το γνωστό-κλασικό αντλημένο από τα έξοχα CDτων e.s.t., δεν αφήνει πολλά περιθώρια για «λάθος» επιλογές, όμως έχω τη γνώμη πως η αίσθηση «γιγαντισμού» που προσδίδεται, συχνά, στα διάφορα tracksδεν ταιριάζει με το πνεύμα της μουσικής του σουηδικού γκρουπ. Η κλασικοποίηση, να την πούμε έτσι, ιδίως στο background, με τα έγχορδα να χτίζουν «τείχη» προβάλλοντας μια ψευδο-χολιγουντιανή αύρα, δεν συνάδει με την επί της ουσίας ριζοσπαστική άποψη των e.s.t. Με το πώς δηλαδή τρεις μουσικοί, ένα τρίο, κατόρθωσε να δημιουργήσει μια σύγχρονη ευρεία τζαζ, που εντός της να χωρούν τα πάντα. Και η ποπ με το πείραμα, και το ροκ με την romance, και η παράδοση με την πρωτοπορία.
Εδώ, όλα τούτα είναι από λίγο έως πολύ κρυμμένα.
Ok, για ένα tributeπρόκειται…

KAMP μπάντα πρώτης τάξης και άλμπουμ ανάλογο

$
0
0
Οι Kampείναι ένα σχετικά καινούριο ελληνικό γκρουπ. Σχηματίστηκαν το 2012 και σήμερα αποτελούνται από τους Γιάννη Καμπουρόπουλο τραγούδι, κιθάρες, κρουστά, Νίκο Κουτσοποδιώτη κιθάρες, Μιχάλη Ευδαίμων μπάσο και Αντώνη Δούνια ντραμς. Δεν ξέρω αν αυτά τα ονόματα ανακαλούν κάτι στους φίλους του πιο σύγχρονου ελληνικού ροκ (πείτε το alternative, indieή όπως αλλιώς θέλετε), αλλά επειδή μπορεί και όχι να πούμε πως ο Καμπουρόπουλος (ως JohnnyCamp) υπήρξε τραγουδιστής των εξαίρετων Closer, εκεί γύρω στο 2000 (τραγουδά στο άλμπουμ “SuddenlyComes…” π.χ.), ενώ και ο Δούνιας ήταν πριν στους NextTimePassions. Υποθέτω δε πως και οι υπόλοιποι μουσικοί θα έχουν, κι εκείνοι, την ιστορία τους. Εν πάση περιπτώσει εδώ δεν θα μιλήσουμε για ιστορία, αλλά για το καινούριο άλμπουμ του συγκροτήματος, που τιτλοφορείται Clairvoyance [Ανεξάρτητη Παραγωγή] και κυκλοφόρησε τον προηγούμενο Σεπτέμβρη.
Τα τραγούδια του Καμπουρόπουλου (άπαντα δικά του – μουσικοί και στίχοι) είναι ολοκληρωμένα στη βάση τους. Δεν τους λείπει εννοώ απολύτως τίποτα, ενώ και με την περαιτέρω ενοργάνωσή τους (απ’ όλο το γκρουπ) αποκτούν ακόμη πιο πλήρη χαρακτηριστικά, αγγίζοντας το τέλειο.
Τι εννοούμε όταν λέμε «τέλειο»;
Πως τα τραγούδια χαίρουν απολύτως πειστικώνμουσικών, στίχων, ερμηνειών, ηχογράφησης, παραγωγής και τα λοιπά, και τα λοιπά. Πρόκειται, δηλαδή για μιαν ακόμη ζηλευτή δουλειά ενός ελληνικού συγκροτήματος, που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα απολύτως από άλλα ημεδαπά ή αλλοδαπά, που κινούνται στο εν λόγω στυλ, σ’ εκείνο του εναλλακτικού ροκ,και κυρίως στο αυτό υψηλό επίπεδο. Μελωδίες στέρεες, που δεν χάνουν από πουθενά, στίχοι (στην αγγλική) και με τις προσήκουσες κοινωνικές αναφορές, δυνατές ερμηνείες, που πάνε παράλληλα με τα κομμάτια χωρίς να τα υπερβαίνουν, παιξίματα εννοείται άψογα, ριγμένες «ατμόσφαιρες», εδώ κι εκεί, όταν και όπου πρέπει…
Φυσικά μέσα σε μια τέτοια δουλειά, που κινείται σ’ αυτό το συγκεκριμένο πλαίσιο, πάντα κάτι θα υπάρχει που να ξεφεύγει… προς τα πάνω. Και αυτό δεν μπορεί να είναι κάτι άλλο από τέσσερις-πέντετραγουδάρες όπως το “Wasteland”, το “Galileo”, το “Releaseme” (εκεί προς τη μέση), το αρχικό “Nonsense”, το δεύτερο “Humans”, που κερδίζουν, όχι άδικα, τις πρώτες εντυπώσεις.
Το “Clairvoyance”, που έχει τον τίτλο του αγαπημένου μου LPτων ScreamingTrees(USA), είναι ένα άλμπουμ που σε κάνει να αισθάνεσαι πλήρης ως ακροατής – κι αυτό δεν το λες για κάθε τι κάθε μέρα. 
 

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 3

$
0
0
30/1/2017
Μάγκες μάς τα πρήξατε με ΤΑ ΝΕΑ και το ΒΗΜΑ, που επιτελεί και… εκπολιτιστικό έργο – έχετε περάσει ποτέ από το Μοναστηράκι για να δείτε, πού καταλήγει το εκπολιτιστικό έργο;
Κανείς δε διαβάζει απολύτως τίποτα. Αφήστε, δε, τη σιχαμένη κατάσταση να διαλέγουν άλλοι τίτλους, αντί για σένα.
Τις εφημερίδες τις έκλεισαν ή θα τις κλείσουν τα μνημόνια (τα οποία μνημόνια το συγκρότημα τα είχε στα ώπα-ώπα), μαζί βεβαίως με την αλλαγή του σκηνικού από τον έντυπο στον ηλεκτρονικό Τύπο και τη γενικότερη εξαχρείωση της κατεστημένης δημοσιογραφίας.
Κι αφήστε επίσης τα δακρύβρεχτα πως ο ΔΟΛ είναι από το ’22 κ.λπ., γιατί και η Πειραϊκή-Πατραϊκή ήταν από το 1919 και όταν έκλεισε, οριστικά, άφησε ξεκρέμαστους κάτι χιλιάδες υπαλλήλους. 

30/1/2017 
Να καταργηθεί το σχολικό καθισιό λόγω της γιορτής των Τριών Ιεραρχών. Αν οι Τρεις Ιεράρχες είναι προστάτες των γραμμάτων και όχι του κωλοβαρέματος, τότε όλοι στις αίθουσες και στα θρανία. 

29/1/2017
ΣΥΝΑΝΤΗΣΑ ΚΙ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΥΣ ΤΣΙΓΓΑΝΟΥΣ
Τώρα στο πλατώ το γαλλικό εφτάιντσο εφταράκι (περιέχει 7 κομμάτια δηλαδή) με το σάουντρακ της θρυλικής ταινίας του Aleksandar Petrović από το 1967. H«βασίλισσα» Olivera Katarina τραγουδά το “Đelem, đelem”. 

29/1/2013
DUSTBOWL
(για τη δισκάρα τους "The Great Fandago")
Στη σκηνή από το 2006 –άρα έκλεισαν δεκαετία–, οι Dustbowl είναι ίσως το πιο πιστό, το πιο ταγμένο ελληνικό americana συγκρότημα που μπορείς να συναντήσεις τριγύρω. Λέω «το πιο ταγμένο», επειδή οι αναφορές τού γκρουπ είναι και καταγραμμένες και καταφανείς, ώστε να μην χρειάζεται εμείς να προσθέσουμε κάτι άλλο. Δεν είναι μόνο το γεγονός πως όλα όσα απαιτούνται ακούγονται στις μουσικές τους, είναι γιατί τα λένε και οι ίδιοι. Δεν κρύβονται – και δεν έχουν κανένα λόγο να το κάνουν. Διαβάζουμελοιπόν… Green On Red, Dream Syndicate, Neil Young & The Crazy Horse, Gram Parsons, The Byrds, Grateful Dead, Townes Van Zandt, The Band, Gene Clark, Long Ryders, Flying Burrito Brothers, Gun Club, Drive By-Truckers, Velvet Underground, Television, the “paisley underground”… Τι πιο σαφές;
Πάντως ακόμη και τις καλύτερες επιρροές να έχει κάποιος δεν σημαίνει πως, αυτομάτως, θα μπορέσει να γράψει καλά δικά του τραγούδια. Χρειάζεται και κάτι άλλο, κάτι λιγότερο εύκολο και καθημερινό, που, όμως, οι Dustbowl το διαθέτουν σε περίσσεια. Το ταλέντο να μεταστοιχειώνεις ό,τι θαυμάζεις και αγαπάς σε δικά σου αυθόρμητα και, γιατί όχι, σπουδαία κομμάτια. Είναι, εν ολίγοις, αυτό που πράττει το αθηναϊκό συγκρότημα στο “The Great Fandango”, μιας και κατορθώνει να ολοκληρώσει ένα opus της americana που θα έκανε πολλούς να τα χάσουν. Και τούτο, γιατί το άλμπουμ έχει τέλεια οργανική ενότητα, με τα τραγούδια να είναι το ένα καλύτερο από το άλλο, παρασύροντάς σε συν τω χρόνω.
Στην αρχή ξαφνιάζεσαι. Είναι ο ήχος, βασικά, που είναι τόσο… Band, τόσο Crazy Horse, τόσο… όλα αυτά που προαναφέρθηκαν. Όμως καθώς κυλάει η εγγραφή αρχίζεις να αντιλαμβάνεσαι τι είναι εκείνο ακριβώς που κάνει το “great fandango” μοναδικό. Είναι οι άψογες και ολοκληρωμένες μελωδίες, τα ωραία στιχάκια που είναι πλημμυρισμένα από το φυσικό στοιχείο και τις αδρές γραμμές της απλής ζωής, οπωσδήποτε τα παιξίματα, που είναι άπιαστα, και πάνω απ’ όλα (κι εδώ έχουμε αυτό το «κάτι», που τα συμπεριλαμβάνει όλα) η γνώση τού κώδικα τού country-rock, της βάσης της σύγχρονης americana.
Οι έξι βασικοί Dustbowl, δηλαδή ο Πάνος Μπίρμπας φωνή, ακουστικές κιθάρες, ο Νίκος Φυσάκης ηλεκτρικές, ακουστικές κιθάρες, ο Γιάννης Χουστουλάκης pedal steel, ο Μάκης Δρεμέτσικας ηλεκτρικές, ακουστικές κιθάρες, η Λυδία Γραμματικού μπάσο και ο Γιώτης Πετρέλης ντραμς συν οι guests σε φωνητικά, πιάνο/πλήκτρα και σιτάρ είναι σίγουρο πως δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους, υπογράφοντας μόνο τραγουδάρες.
Είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις κομμάτι σ’ αυτό τον δίσκο, γιατί όλα έχουν μια σειρά – επιστημονικώς βρίσκονται εκεί όπου βρίσκονται. Από την εισαγωγή και το “Linger on” οι Dustbowl σε πιάνουν από τα μούτρα, όπως λέμε, και δεν σ’ αφήνουν μέχρι το εξόδιο “Lay me down easy”. Στο ενδιάμεσο; Εκείνο το “The gracious exile” ή το “Harvest and remains”, που κοιτάνε κατάματα τα αριστουργήματα του είδους – τα τραγούδια του Danny Whitten φερ’ ειπείν (ναι, το ανατριχιαστικό “I don’t want to talk about it”) από ’κείνο το πρώτο LP των Crazy Horse.
Τι άλλο να πω; 

28/1/2017 
Μια αγγλική παροιμία λέει «μην κρίνεις ένα βιβλίο από το εξώφυλλό του». (Υπάρχει και τραγούδι, που έχει πει, πρώτος, ο Bo Diddley μ'αυτό τον τίτλο). Σωστό. Όμως μιαν έκδοση μπορείς να την κρίνεις από το εξώφυλλό της. Κι εδώ μιλάμε για ένα κλασικό βιβλίο μ’ ένα γαμάτο εξώφυλλο, που τυπώθηκε σε ΒίΠΕΡ το 1971 – εκατό φορές ωραιότερο από τα αδιάφορα ή και κακά εξώφυλλα των σημερινών ελληνικών εκδόσεων τού Brave New World. 

27/1/2017
ΤΑΔΕ ΕΦΗ ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΙΛΗΣ (πριν τη γκρίση)
Ωωωωωωωωωωω
Τώρα παπούτσα για να πας να πάρεις δε συφέρει
Με σαγιονάρες τη ’βγαλα όλο το καλοκαίρι
Από τα ευρώ και δώθε έκοψα και το γκουρέα
Έχει μάθει η γυναίκα μου και με κουρεύει ωραία 

26/1/2017
έιτις ΙΙ
Όταν ο Βαμβακούλας πήγε στον Παναθηναϊκό και τον περίμεναν οι Γαύροι στη γωνία…
(υπάρχει και όργανο ανάμεσα)
(φωτογραφία κρατημένη από τότε και σκαναρισμένη τώρα) 

25/1/2017
έιτις Ι 

24/1/2017 
Άλλος ο Αγγελόπουλος πριν την Καραΐνδρου, άλλος μετά. Εμένα μ’ αρέσει ο πριν.

ΓΙΩΡΓΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ silentium

$
0
0
Ο πειραματιστής Γιώργης Σακελλαρίου, γνωστός και ως Mecha/Orgaκαι ακόμη ως ιδρυτής της ετικέτας echOmusic, έχει καινούριο CD, που τυπώθηκε για την αμερικανική εταιρεία PogusProductionsτού AlMargolis(πληροφοριακώς, ο Margolisείναι κι αυτός πειραματιστής κι έχει κυκλοφορήσει δουλειές του στην Ελλάδα στα labelsabsurdκαι echOmusic).
Το Silentiumείναι ένα προχωρημένο, ηλεκτρονικώς μανιπουλαρισμένο, άλμπουμ, με ήχους από καμπάνες και εκκλησιαστικά όργανα, ηχογραφημένο στην γκαλερί Školská της Πράγας, τον Δεκέμβριο του 2015. Φυσικά, το άκουσμα είναι πειραματικό. Είναι ένας «κόσμος», που στήνεται από τον Σακελλαρίου, ο οποίος, στο μοναδικό κομμάτι τούCDπου διαρκεί 50 λεπτά, εμφανίζεται (ο «κόσμος») ως σαφής και ολοκληρωμένος.
Το άκουσμα έχει τη σειρά του και –θα τολμούσα να πω– τα χαρίσματά του. Ξεκινά με μια κλασική βομβική (εκ του βόμβου) εισαγωγή, για να συνεχίσει, μετά το δεύτερο λεπτό κάπως πιο βιομηχανοποιημένα και μετά το τέταρτο προς μια πιο χαμηλών τόνων ηχητική αναπαράσταση ή ανασύσταση ενός περιβάλλοντος χώρου, στον οποίο ενυπάρχουν ήχοι χαμηλού ύψους ή και λιγότερο χαμηλοί, δημιουργώντας μια κοσμική ambience. Μετά το έβδομο λεπτό η ένταση ανεβαίνει και πάλι –εδώ υπάρχει ένας electro-progressiveδιάκοσμος, με γεμίσματα από bells(;)– πριν μεταβούμε σε μια φάση ηχητικής ανυπαρξίας. Είναι μια ιερή ησυχία, που υποβάλλει με την κενότητά της.
Από το εικοστό λεπτό και πέραν αυτού αρχίζει και πάλι να γίνεται αισθητή μια ηχητική παρουσία, η οποία σιγά-σιγά αποκτά πιο σαφή ηλεκτροστατικά χαρακτηριστικά, σε συνδυασμό με αναπάντεχα γεμίσματα από fieldκαταγραφές. Μάλιστα μετά το εικοστό έκτο λεπτό οι καμπανοκρουσίες είναι εκείνες που μεταφέρουν το… χαρμόσυνο μήνυμα, πάντα «κάτω» από ένα ή και δύο «στρώματα», επί των οποίων εξελίσσεται η ηχητική δράση. Η ένταση, σ’ αυτό το διάστημα ανεβαίνει σταδιακά, τα δρώμενα είναι πυκνά, με τις καμπάνες να «εξαφανίζονται» πίσω από ένα noisyσυνεχές, που φτάνει σ’ ένα όριο, πριν αρχίσει κι εκείνο να μειώνεται μετά το τριακοστό έκτο λεπτό. Από ’κει και κάτω το “Silentium” αποκτά και πάλι κάποια σκληρά και μονότονα χαρακτηριστικά, που εξελίσσονται πάνω από ένα βιομηχανικό background… πριν την οριστική και τελεσίδικη ανακωχή.
Ακρόαση ανοιχτή…
Επαφή: www.pogus.com

ο UDO KIER στο «Αδιέξοδο» του Όμηρου Ευστρατιάδη

$
0
0
Το ελληνικό σινεμά έδινε ευρωπαϊκά εξώφυλλα –εξώφυλλα σε κινηματογραφικά περιοδικά εννοώ– στις αρχές του ’70. Και όχι με την Αναπαράστασητου Αγγελόπουλου ή με την Ευδοκίατου Αλέξη Δαμιανού, αλλά με ταινίες του Όμηρου Ευστρατιάδη (το ξέρω βλασφημώ, αλλά αυτή είναι η αλήθεια).
Αναφέρομαι, βασικά, στο αγγλικό Films and Filming, το οποίο κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 1970 (volume 17, number 3), με ύλη δυνατή (RichardFleischer, Παράσταση/ DonaldCammell/ NicholasRoeg, Ομολογία/ Κώστας Γαβράς κ.λπ.) και με τον Udo Kierστο εξώφυλλό του. Με τον Udo Kier, βεβαίως, που πρωταγωνιστούσε στοDead End (το Αδιέξοδο, το Conflict of Emotions, τουςΕρωτομανείςντε), μια ταινία του ’70, και όχι του ’73 όπως γράφει η ΙΜDb, την οποία είχε σκηνοθετήσει ο Ευστρατιάδης, έχοντας ως βασικό πρωταγωνιστή τον γερμανό ηθοποιό. (Από την ίδια εποχή προέρχεται και η ταινία Πρόκληση, πάλι με τον Udo Kier, με παρτενέρ τις Άννα Φόνσου, Έλενα Ναθαναήλ, Ελένη Ανουσάκη και με μουσική του Μάνου Λοΐζου).
Φωτογραφία του 1970. Από αριστερά: ο Ούντο Κιρ, ο θρυλικός Μαξ Ρόμαν (που ασχολιόταν με τις αγγλικές versionsτων ταινιών της G.D. films), η Άννα Φόνσου, ο παραγωγός Γρηγόρης Δημητρόπουλος και ο Όμηρος Ευστρατιάδης.
Στο Αδιέξοδο, δίπλα στο Kier, που έχει συνεργαστεί ακόμη και με τον Φασμπίντερ (τον θυμάμαι στο Berlin Alexanderplatzκαι σε διάφορα άλλα φοβερά και τρομερά, καθότι υπήρξε/είναι μεγάλος δευτεραγωνιστής ή πρωταγωνιστής «δευτέρων» ταινιών), εμφανίζονταν καλοί έλληνες ηθοποιοί (Μπέτυ Αρβανίτη, Ανέστης Βλάχος, Χρήστος Τσάγκας), αλλά και άλλοι πιο κλασικοί πρωταγωνιστές του Ευστρατιάδη, όπως ο Λευτέρης Γυφτόπουλος – παρά ταύτα η ταινία βλέπεται σήμερα με δυσκολία. Την είχα δει παλιά στο βίντεο και αργότερα σε DVD, μαζί με άλλες ταινίες τής G.D. films τού Γρηγόρη Δημητρόπουλου.
Χοντρικά το στόρι του Γιάννη Τζιώτη (μόνιμος σεναρίστας, τότε, του Όμηρου Ευστρατιάδη) έχει ως εξής. Μπορεί και να μην είμαι εντελώς ακριβής, καθότι ξαναείδα το Αδιέξοδοστο γρήγορο…

Η συνέχεια εδώ…

για την “Euphoria” της ΣΟΦΙΑΣ ΣΑΡΡΗ

$
0
0
Προσπαθώ να καταλάβω τι ακριβώς θέλει να κάνει στο παρόν LPη νεαρή τραγουδοποιός Σοφία Σαρρή και δυσκολεύομαι. Πραγματικά το λέω και με όλη τη θετική προδιάθεση που με χαρακτηρίζει, όταν έχω μπροστά μου μία νέα δημιουργό (ή έναν νέο δημιουργό). Προφανώς, να γράψει σύγχρονα electroτραγούδια, που να έχουν και κάποιες παραδοσιακές αιχμές – ένα άλμπουμ «φολκτρόνικας» δηλαδή, που να στηρίζεται και σ’ ένα κάποιο χθόνιο ελληνοπρεπές στοιχείο. Είναι εύκολο; Καθόλου. Η Σαρρή έθεσε πολύ ψηλά τον πήχη, αλλά, φοβούμαι, πως περνάει από κάτω.
Τα τραγούδια της είναι πρωτόλεια. Θα έλεγα από κάθε άποψη. Ακόμη και αυτή η… υποτονική ενοργάνωσή τους δεν τους ταιριάζει. Γιατί για να τους ταίριαζε θα έπρεπε να συνοδεύεται από φωνάρα. Από μια φωνή, δηλαδή, που να βγαίνει πάνω από τα χαμηλά οργανικά πλαίσια – και αυτή τη φωνή δεν την διαθέτει η Σαρρή. Και τούτο είναι ένα σοβαρό ζήτημα, καθότι στο χώρο που, λογικώς, κινείται, το “Euphoria” [InnerEar, 2017] η φωνή δεν είναι αμελητέα ποσότητα. Απεναντίας.
Από ’κει και κάτω θα έλεγα πως και οι μελωδίες δεν έχουν τη βαρύτητα και τον «αέρα» που χρειάζεται, γι’ αυτού του είδους τα κομμάτια που επιθυμεί να προβάλλει η τραγουδοποιός. Κάπου κολλάνε, κάπου μένουν ανολοκλήρωτες. Βεβαίως, μετά την πέμπτη συνολική ακρόαση (και τις… πολύ περισσότερες για κάποια tracks) μπορώ να μιλήσω για δύο κομμάτια (από τα εννέα), που δείχνουν πως οι δυνατότητες δεν λείπουν από τη Σαρρή – απλώς χρειάζεται να δουλέψει παραπάνω. Πολύ παραπάνω.
Αναφέρομαι στο “Fire” και στο “Ingenvinner...”, αμφότερα από τη δεύτερη πλευρά. Δύο κομμάτια, που μπορούν να αποτελέσουν μαγιά, για κάτι περισσότερο πειστικό στο μέλλον.
Επαφή: www.inner-ear.gr

o GILLES AUBRY στο Μαρόκο

$
0
0
Παράξενο LP, σε πρώτη φάση, τυπωμένο σε 300 αριθμημένα αντίτυπα από τη γερμανική «προχωρημένη» ετικέτα CorvoRecords. Περί τίνος πρόκειται; Για την πιο πρόσφατη κυκλοφορία του ελβετού πειραματιστή GillesAubryο λόγος, που είναι ηχογραφημένη κατά βάση στο Μαρόκο τη διετία 2013-14. Ο τίτλος της: “AndWhoSeestheMystery”.
Το Μαρόκο, ήδη από την εποχή του BrionGysinκαι του Paul Bowles (για να μείνουμε στα χρόνια που μας ενδιαφέρουν περισσότερο), εξακολουθεί να τραβάει καλλιτεχνικό δυναμικό από τη Δύση, εντυπωσιάζοντας τους επισκέπτες με την αυθεντικότητα τής κουλτούρας του (όση, τέλος πάντων, έχει απομείνει από δαύτη). Έτσι λοιπόν στο δρόμο που χάραξαν ο BrianJones, oOrnetteColemanκαι ο Rebop Kwaku Baah, και που κράτησαν ανοιχτό τα επόμενα χρόνια διάφοροι άλλοι (από την Marianne Faithfull, μέχρι τον Billy Corgan των Smashing Pumpkins), έρχεται να προστεθεί και ο GillesAubry, αφού κι αυτός ηχογραφεί με παραδοσιακούς μουσικούς του Μαρόκου (όχι Jajouka, ούτε Gnawa), επιχειρώντας σε «δημιουργικά» αυτοσχεδιαστικά, όπως τα λέμε, περιβάλλοντα.
Έτσι, εδώ ακούγονται τέσσερις Μαροκινοί από την πόλη Tafraoutπου παίζουν κρουστά, υπάρχουν οι SingersofAddal (επίσης από την Tafraout), ο AbdallahHaddouπου παίζει το πνευστό zamar, καθώς και δύο ακόμη μουσικοί που χειρίζονται κρουστά και oujda(έγχορδο).
Ήχοι, λοιπόν, απ’ αυτούς, ανακατεμένοι με στούντιο recordingsαπό το Βερολίνο, αποτελούν το ηχητικό υλικό του Aubry, που σε κάθε περίπτωση διακρίνεται για τον improvκαι κάπως «χαμένο» χαρακτήρα του. Φωνές, ακατανόητες σ’ εμάς, ανακατεμένες με fieldrecordingsκαι επεξεργασμένους, χαμηλής στάθμης, θορύβους, που σε συνδυασμό με τα τυπικά μικρο-ηλεκτρονικά και τους βόμβους, δημιουργούν, όλα αυτά μαζί, ένα άκρως ενδιαφέρον γειωμένο άκουσμα, που αγγίζει προς το τέλος του (β πλευρά) και πιο λαϊκές αποτυπώσεις.
Πολύ ωραίο το gatefoldraparoundcoverμε τον silkscreenπλαστικό φάκελο.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ «ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΙΧΑΛΗ» ΤΟΥ ΜΑΝΟΥ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ η θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος του Νίκου Καζαντζάκη, που ανέβηκε το καλοκαίρι του 1966 από το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο του Μάνου Κατράκη

$
0
0
Ο «Καπετάν Μιχάλης» [Columbia/ EMI, 1966] είναι ένας πολυαγαπημένος δίσκος του Μάνου Χατζιδάκι. Δεν θ’ αρχίσω, εδώ, να γράφω κοσμητικά του τύπου «συγκλονιστικός», «ανεπανάληπτος», «αριστούργημα» και άλλα τέτοια, θα πω μόνο πως τραγούδια όπως «Η Κρασογιώργαινα», το «Πού είναι ο Θεός» και το «Κυρά μου Αμπελιώτισσα», άπαντα γνωστά με τη φωνή του Γιώργου Ρωμανού (αργότερα και με της Φλέρυς Νταντωνάκη και άλλων) σε διαλύουν και σήμερα με τις θείες μελωδίες τους.
Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε στο StudioAlfa, στα Μελίσσια, στο διάστημα 10-19/7/1966, και λογικά κυκλοφόρησε λίγο αργότερα, πιθανώς μέσα στον Αύγουστο – καθότι, στη δεκαετία του ’60… οι μύγες δεν ήταν παχιές τον Αύγουστο. Και δίσκοι έβγαιναν, και θεατρικές παραστάσεις εξελίσσονταν, και βιβλία τυπώνονταν.
Κοιτάζοντας το μέσα μέρος του εξωφύλλου πληροφορούμαστε πως οι… «στίχοι των τραγουδιών σχηματίστηκαν από αυτούσιες φράσεις του Ν. Καζαντζάκη που περιέχονται στο βιβλίο του ‘Καπετάν Μιχάλης’»και πως «την επιλογή και σύνθεση σε επτά ενότητες έκαμε ο Γεράσιμος Σταύρου».
Και όντως. Το άλμπουμ περιέχει επτά τραγούδια («Όμορφη πούναι η Κρήτη», «Δεν ήταν νησί», «Κυρά μου Αμπελιώτισσα», «Η Κρασογιώργαινα», «Μεγαλοβδόμαδο», «Βαριά απόψε η νύχτα», «Πού είναι ο Θεός») και τέσσερα ορχηστρικά («Εισαγωγή», «Μουσική για την Εμινέ», «Κερκέζικο», «Η σφαγή»). Κοιτώντας δε και τη φωτογραφία, πάντα από το gatefoldcover, βλέπουμε στο πιάνο τον Μάνο Χατζιδάκι, πίσω του τον Γιώργο Ρωμανό και δίπλα του τον Μάνο Κατράκη. Ποια ήταν, όμως, η σχέση του Κατράκη με το έργο δεν μας αποκαλύπτεται στο άλμπουμ – δεν υπάρχει ουδεμία σχετική αναφορά. Θυμάμαι, μάλιστα, πως είχα αναρωτηθεί σε σχέση με την παρουσία του ηθοποιού, την εποχή που είχα αγοράσει αυτό το LP(περί τα μέσα του ’80). Αργότερα, βεβαίως, πληροφορήθηκα τα καθέκαστα, αλλά το άπαν το έμαθα πριν μερικά χρόνια, όταν έπεσε στα χέρια μου το πρόγραμμα της θεατρικής παράστασης του «Καπετάν Μιχάλη», της χειμερινής περιόδου 1966-67. Το θεώρησα πολύ μεγάλη τύχη. Και ήταν!
Βασικά, η αφετηρία του άλμπουμ (και βεβαίως του θεατρικού) ήταν ο Μάνος Κατράκης και όχι ο Χατζιδάκις. Όπως σημειώνει ο ίδιος ο Κατράκης στο πρόγραμμα:
«Ήταν πάντα μια βαθειά μου επιθυμία, ένα μου όνειρο να ζωντανέψω στη σκηνή τον Καπετάν Μιχάλη. Μέσα σ’ αυτόν τον ήρωα, το μεγάλο τέκνο της Κρήτης και της Ελλάδος, ο Νίκος Καζαντζάκης, έκλεισε όλη την αδάμαστη κρητική ψυχή –πάει να πει όλη την ελληνική και την παγκόσμια ψυχή– το πάθος για την ανθρώπινη ελευθερία(…). Αναρωτιόμουν: Θα μπορέσω τάχα να μεταδώσω στο κοινό τη μήνυμα της καζαντζακικής δημιουργίας με θεατρική μορφή; Δύσκολο, πολύ δύσκολο το εγχείρημα. Ωστόσο έπρεπε να τολμήσω. Η φωνή του Καζαντζάκη έπρεπε ν’ ακουστεί – έχει τη δύναμη να πιάνει παντού τόπο. Γιατί τη χρειαζόμαστε τη φωνή του κάθε στιγμή και περισσότερο σήμερα που το θέατρό μας θέλει να υπάρξει, να μιλήσει στη γλώσσα μας και πάνω από όλα για τα ελληνικά πάθη(…). Ας μου επιτραπεί όμως να ευχαριστήσω ξεχωριστά τον διακεκριμένο μας συνθέτη Μάνο Χατζιδάκι για την πολύτιμη συμβολή του στο ανέβασμα του ‘Καπετάν Μιχάλη’. Ήταν μια προσφορά, κάτι πολύ περισσότερο από ευεργετική. Τον ευγνωμονώ».

Η συνέχεια εδώ…

LOSEN RECORDS νέες κυκλοφορίες

$
0
0
Μία από τις πιο παραγωγικές και ενδιαφέρουσες εταιρείες, που μας έρχονται από την Σκανδιναυία, είναι και η νορβηγική LosenRecords. Ο κατάλογός της έχει βεβαίως έναν τζαζ άξονα, αν και δεν λείπουν από ’κει τόσο οι avantόσο και οι rockπεριπλανήσεις.
CHRISTER FREDRIKSEN: Vit [Losen LOS 170-2, 2017]
Ο ChristenFredriksenείναι ένας νορβηγός κιθαρίστας από το Kristiansand, μια πόλη στα νότια της χώρας, με το “Vit” να αποτελεί το τρίτο προσωπικό CDτου. Ο Fredriksenκάνει κάτι όχι σύνηθες – δεν λέμε πρωτότυπο, λέμε… όχι σύνηθες. Παίζει μόνος του ηλεκτρική κιθάρα (χειριζόμενος πεντάλια φυσικά) σε χρόνο πρώτο και ηχογραφεί άνευ overdubs, παρεμβάλλοντας σ’ ένα tracksamplesαπό κρουστά και σε δύο άλλα keyboards (από τον KennethSilden). Αυτά. Και έως εκεί. Κι εννοούμε προφανώς πως στο μεγαλύτερο χρόνο τού “Vit” είναι η κιθάρα εκείνη που έχει το πάνω χέρι.
Το άλμπουμ ανοίγει εντυπωσιακά θα έλεγα με το “Preludium”, που σε μπάζει σ’ ένα κάπως earlyseventiesFloyd-ικό κλίμα, για να συνεχίσει περνώντας από διαφορετικά αισθητικά περιβάλλοντα – που άλλοτε μπορεί να αγγίζουν το spaceκαι το progressive, άλλοτε το ambientή το κιθαριστικό new-age, άλλοτε την ποπ, άλλοτε τον μεταλλικό θόρυβο, άλλοτε την ευγενή americanaκ.ο.κ. Στο siteτης Losenδιάβασα κάτι περί “Sgt. PeppersLonelyHeartsClubBand” και “InRock”… και, όσο να ’ναι, μπορεί να παίζουν κι αυτά.
Υπάρχει μια βεβαιότητα στο “Vit” πως ό,τι γίνεται γίνεται επ’ αγαθώ της μουσικής, και αυτό δεν πρέπει να μας διαφεύγει.
SCHEEN JAZZORKESTER & AUDUN KLEIVE: PoliturPassiarer [Losen LOS 169-2, 2017]
Μια μεσαία μπάντα έχουμε εδώ, την ScheenJazzorkester, που αποτελείται από 13 μέλη και ερμηνεύει συνθέσεις του ντράμερ της, του AudunKleive, με τις ενορχηστρώσεις να είναι επιμελημένες από τον Kleiveκαι τον τρομπονίστα MagneRutle. Η ηχογράφηση έγινε σε δύο sessions(Μάρτης ’14-Γενάρης ’15) στη Νορβηγία, το masteringσυνέβη στην Αμέρικα (Φλόριντα), ενώ η κυκλοφορία, που είναι φετινή, ανήκει φυσικά στη LosenRecords. Τι άλλο; Όλα εδώ, στο “PoliturPassiarer”, συμποσούνται στην έννοια «ρυθμός». Οι συνθέσεις δηλαδή του Kleiveυπερβάλλουν με τη σωστή έννοια επί του ρυθμικού στοιχείου, με όλα τα υπόλοιπα όργανα, κοντολογίς την ορχήστρα, να «παρασύρεται» σ’ ένα συγκεκριμένο κρεσέντο. Παρά ταύτα τα tracksδεν χάνουν τον πλουραλισμό τους. Ναι μεν είναι… περιπαιχτικά, αλλά από την άλλη έχουν και άψογη αρμονική δομή (με πολύ συγκροτημένους αυτοσχεδιασμούς), πράγμα που σημαίνει πως το τελικό αποτέλεσμα δεν «κλωτσάει» τον ακροατή. Να πούμε, τέλος, πως τα βασικά κομμάτια του CDείναι 12 (χωρισμένα κι αυτά σε υπομέρη), ενώ υπάρχουν και τέσσερις σόλο-ντραμς γέφυρες (μικρότερες του ενός λεπτού), που ρίχνουν κάτι σαν… την πιστολιά του αφέτη.
ANDREA REA TRIO: Impasse [Losen LOS 166-2, 2016]
Andrea Rea Trio, ήτοι: Andrea Rea πιάνο, Daniele Sorrentino κοντραμπάσοκαιMarcello De Leonardo ντραμς. Ο Reaείναι ο μικρότερος (γεννημένος το ’83 στη Νάπολι), ο Sorrentinoο μεσαίος (Ναπολιτάνος κι αυτός, γεννημένος το ’80) και ο DeLeonardoο… γεροντότερος (από την Πεσκάρα αυτός γεννημένος το ’69). Ιταλοί λοιπόν, με αύρα και-κάτι-παραπάνω, ιταλική, μεσογειακή και τα ανάλογα. Το αποτέλεσμα; Ρομαντική τζαζ, φωτεινή και ηλιόλουστη, στηριγμένη στη μελωδία και στον γύρω-γύρω μελωδικό διάκοσμο, με τα τρία όργανα να έχουν ευκαιρίες και για μικρά σόλο δοσίματα – αν και το ομαδικό παίξιμο είναι εκείνο που, εδώ, κυριαρχεί.
Δύσκολο να βρεις κάτι που να μην λειτουργεί όπως και όσο πρέπει σ’ αυτό το άλμπουμ, που έχει τον τρόπο να σε κερδίζει με την ομορφιά και την απλότητά του.
Να πούμε, ακόμη, πως τα πέντε πρώτα κομμάτι του “Impasse” είναι πρωτότυπα, με τις δύο διασκευές, στο “RiodeMajo” του IvanLinsκαι στο “Speaknoevil” του WayneShorter, να ολοκληρώνουν με άριστο τρόπο τούτο το θαυμάσιο CD.
GINE GAUSTAD ANDERSSEN: Heim [Losen LOS 165-2, 2016]
Η GineGaustadAnderssenείναι τραγουδοποιός, από τη Νορβηγία βεβαίως. Γεννημένη το 1980, η Anderssenαποτελεί μέρος της εκεί νεότερης σκηνής – εκείνης τέλος πάντων που επιχειρεί να εκφραστεί με όχημα πάντα την jazzjazzείναι κάτι σαν εθνική μουσική στη χώρα) και σε συνδυασμό, συχνά, με μπαλαντικά ή και φολκλορικά στοιχεία. Το όλον άκουσμα είναι ευγενές και ήσυχο, δίνοντας την εντύπωση πως η Anderssenείναι μια κάπως… ηλικιωμένη τραγουδοποιός, που ψάχνει να βρει στα lo-fivibesτην ηρεμία, που είχε απολέσει, ενδεχομένως, στα νιάτα της. Έτσι, και παρά το κάπως… γεροντίστικο κλίμα, εκείνο που μένει από το “Heim” είναι οι μελωδίες τής Anderssen, ο τρόπος της να τοποθετεί τη φωνή της, απαλά, πάνω στα οργανικά πλαίσια, σχεδόν μιλώντας ή εν πάση περιπτώσει τραγουδώντας σαν να μιλάει. Σ’ αυτό το κλίμα συμβάλλει οπωσδήποτε το σχήμα που έχει στη δούλεψή της και που αποτελείται από άριστους επαγγελματίες. Πρώτος όλων ο σαξοφωνίστας ThomasGustaffsonμε καριέρα που ξεπερνά την 40ετία, ο τρομπετίστας ArveHenriksen (με εγγραφές σε ECM, RuneGrammofonκ.λπ.) και φυσικά, ένας-ένας, όλοι οι υπόλοιποι μουσικοί, που συνοδεύουν σε κιθάρες, μπάσο, ντραμς. Να πούμε, τέλος, πως από τις οκτώ συνθέσεις του άλμπουμ οι έξι ανήκουν στην Anderssen, και από τις διασκευές η μία στον AstorPiazzolla(“ChicelindeBachin”).
DAG ARNESEN TRIO: Pentagon Tapes [Losen LOS 160-2, 2017]
Τoτρίο του πιανίστα DagArnesenαποτελείται από τον ίδιο (φυσικά) και ακόμη τους OleMariusSandbergμπάσο και IvarThormodsæterντραμς. Και οι τρεις μουσικοί είναι αναγνωρισμένοι διεθνώς, με πολλές και ποικίλες συνεργασίες και με τον Arnesenνα έχει εμφανιστεί με κόσμο και κοσμάκη τα τελευταία 40 χρόνια (CarlaBley, JoeHenderson, ElvinJonesκ.ά., όπως διαβάζω στο σάιτ της Losen). Το αποτέλεσμα φαίνεται. Και στις συνθέσεις του τρίο, που είναι απλωμένες στο χρόνο εμφανίζοντας αυτά τα τόσο ευφρόσυνα nordicvibes, αλλά και στις δυο-τρεις versions (“Whatisthisthingcalledlove” του ColePorter, “Lovemetender”…), οι οποίες αποδεικνύουν πως το καλό γούστο και η παικτική φαντασία δεν λείπουν από τους τρεις Σκανδιναυούς. Πολύ ωραίο, ήπιου χαρακτήρα άλμπουμ, που κάνει καλή παρέα.
Να σημειώσουμε, τέλος, πως το “Pentagon” του τίτλου (για να μην υπάρξει ενδεχόμενη παρεξήγηση) έχει να κάνει με μια πεντάγωνη αίθουσα στο κέντρο πολιτισμού RekstenCollections, στο Bergenτης Νορβηγίας.
KNUT RIISNÆS QUARTET: 2nd Thoughts [Losen LOS 146-2, 2016]
Σαξόφωνο, πιάνο, μπάσο και ντραμς είναι το settingτού “2ndThoughts” τού κουαρτέτου τού τενορίστα KnutRisnæs– ένα σχήμα που σουινγκάρει σαν αμερικανικό και όχι σαν νορβηγικό. Αντιλαμβάνεστε τι θέλω να πω. Πως η jazzτου σχήματος έχει πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, που σχετίζονται με τον… αμερικανικό παράγοντα και όχι με τον ευρωπαϊκό. Το blues, το swingκαι η τζαζ-μπαλάντα βρίσκονται στο καθημερινό μενού των KnutRisnæsQuartet, οι οποίοι ανταποκρίνονται πλήρως και εντελώς στο ρόλο τους. Να ερμηνεύσουν, δηλαδή, τη μουσική που αγαπούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Απλές, μεστές δικές τους συνθέσεις, όπως και σεμνοί αυτοσχεδιασμοί πάνω στα θέματα, προβάλλονται λοιπόν εδώ, και ακόμη κάποια στάνταρντ των MulgrewMiller, RichardRogersκαι CarlSigman, που εντάσσονται ανεπαίσθητα στο πρόγραμμα.
Άλμπουμ, όπως λέμε, για κλασικούς jazzheads.

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 4

$
0
0
5/2/2017
Ο αυτοεξόριστος αμερικανός «πρόεδρος» Sheldon Cholst, διάσημος χασισογιατρός και των αθηναϊκών παρυφών, κρατώντας τη μαύρη αστερόεσσα στη Βιεντιάνε του Λάος, διακηρύσσει την αντίθεσή του στην αμερικανική πολιτική στην Ινδοκίνα (Μάρτης 1968).
(Δόξα στον αείμνηστο Χρήστο «Γράμματα και Αριθμοί» Οικονόμου, γι’ αυτή τη φωτό) 

4/2/2017 
Το έψαχνα χρόνια για να το διαβάσω, αλλά όπου το εύρισκα, στη χάση και στη φέξη… δαγκώνανε οι παλαιοβιβλιοπώλες. Τώρα το βρήκα σχεδόν τζάμπα. Πρέπει να περιμένεις σ’ αυτά τα θέματα…
Ο τρομερός Αλέξανδρος Σχινάς!
[Κέδρος, Ιούλιος 1977] 

2/2/2017 
ΕΙΜΑΙ ΣΕ ΚΡΗΤΙΚΟ MOOD
(Κρητικές θεές 1941-1944)
(φωτό: Κουτουλάκης)
(από γαλλικό βιβλίο του 1957) 

1/2/2017 
Πέθανε ο Deke Leonard των MAN
Ξανακούμε τον οργασμικό ύμνο τους “Erotica” από το 1969
Ζωή (ερωτική) σ’ εμάς... 

1/2/2017 
Δε γίνεται να πληρώνουμε μαζί με όλα τ’ άλλα ΚΑΙ τους ηλίθιους, που πήραν 200 και 300 χιλιάρικα στεγαστικό, για να μείνουν σε 120 ή και 150 τετραγωνικά και σε καλή γειτονιά, αντί να ψάξουν για διαμέρισμα 30ετίας ή και 40ετίας με το 1/3 των χρημάτων. Ξεσπιτώστε τους, αν δεν πληρώνουν (για οποιοδήποτε λόγο), και δώστε τους 60 τετραγωνικά, όπου να ’ναι. Να ξοφλήσουν αυτά. (Δε λέω να τους πετάξετε στο δρόμο).
ΞΕΚΑΘΑΡΙΣΜΑ ΤΩΝ ΚΟΚΚΙΝΩΝ ΔΑΝΕΙΩΝ ΤΩΡΑ

31/1/2017 
THEELECTRONICHOLE(1970)
Μια μορφή του ψυχεδελικού ροκ της Δυτικής Ακτής, ο PhilPearlman (TheBeatofTheEarth, RelativelyCleanRiversκ.λπ.), κι ένα από τα συγκροτήματά του, οι ElectronicHole, στο μοναδικό άλμπουμ που ηχογράφησαν.
[Από τη CD-έκδοση του 2004 – γιατί και τα CD έχουν αξία] 

31/1/2017 
Μας έχετε γανώσει το κέρατο με τον Nick Cave… φτάνει πια μ’ αυτόν τον «πεθαμένο». Άμα γουστάρετε είτις και λάιβ για να σπάσουν και οι πέτρες, κι έχετε τα κότσια, φέρτε τους Yello. Δείτε πώς έπαιξαν πριν λίγους μήνες στο Βερολίνο…  

30/1/2017 
STORMY SIX (1969)
Ένα από τα κορυφαία ιταλικά άλμπουμ των late sixties. Οι Stormy Six πριν την έλευση του Umberto Fiori, και πριν αποκτήσουν τα ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά στις μουσικές και τα κομμουνιστικά στους στίχους.
[Από τη CD-έκδοση του 1994 – γιατί και τα CD έχουν αξία]

B-SIDES το δεύτερο LP

$
0
0
Όταν κάποτε έγραφα (7/10/2013), με αφορμή το δισκάκι τωνB-SidesMom”, πως…«οι καλοβαλμένες συνθέσεις τους ρέουν δίχως αναχώματα, με ωραίες μελωδικές φράσεις, κιθαριστικά riffs που προσθέτουν στα κομμάτια, χορευτικά πλεονεκτήματα, τέλεια, αρμονική, κιθαριστική pop αφήγηση – αν αναφερόμαστε σε tracks όπως το “Subway”. Αν και ορισμένες φορές μου δίνεται η εντύπωση πως λείπουν τα keyboards, από το είδος της pop που αναπτύσσουν οι B-Sides…»ήξερα τι έλεγα. Οσμιζόμουν, δηλαδή, πως με τα πλήκτρα το πατρινό συγκρότημα θα έκανε άλμα προς τα μπρος, παρέχοντας στα τραγούδια του ακόμη πιο καθάριο ποπ αέρα. Και να που τούτο συνέβη στην πορεία –δεν λέω πως άκουσαν εμένα, λέω πως είδαν εκείνο που είχα δει κι εγώ– φέρνοντας τους B-Sidesπερισσότερο κοντά στα ραφινάτα eighties.
Το TheEndisNear[B-otherSide, 2016] είναι ένα... άμεμπτο long play –περιττό να το πω, αλλά ας το πω–, αφού όλα τα κομμάτια, και τα οκτώ, έχουν νόημα και λόγο ύπαρξης, ασχέτως αν ορισμένα απ’ αυτά μπορεί να ξεχωρίζουν εν σχέσει με κάποια άλλα. Σαν να λέμε τα… καλύτερα από τα καλά.
Το γκρουπ (Andrewτραγούδι, Chrisκιθάρες, Georgeκιθάρες, Yannisμπάσο, Christosντραμς) δεν είναι απλώς δεμένο, είναι κάτι παραπάνω, μιας και οι ενορχηστρώσεις και τα πλήκτρα των Chrisκαι Sakπαρέχουν μεγαλύτερο εκτόπισμα στον ήχο του, κάνοντας τόσο τα τραγούδια (“Sadsong”), όσο και τα οργανικά (“Futuredays”) ν’ ακούγονται πιο ελκυστικά. Αυτά για την πρώτη πλευρά…
Η δεύτερη θ’ ανοίξει με το “Feather”, ένα εξ ίσου δυνατό οργανικό που εξελίσσεται με το χρόνο του, με απλές κιμπορντικές πινελιές (σαν έξτρα) και λιγότερο απλές όταν περιγράφεται η μελωδία, και που παρέχει τη θέση του στο “Lost” – κομμάτι που μεταφέρει στο τώρα μιαν αύρα από DepecheMode(και άλλα τινά των mid-80s). Το “Drops”, που ακολουθεί είναι κι εκείνο οργανικό, οδεύοντας προς το downtempo, με την moodyμελωδία να κυριαρχεί, λίγο πριν φθάσουμε στο τέλος με το “Someoneelse (Theendishere)”, που είναι ένα τραγούδι με επικό απογειωτικό τέλος.
Μόλις 150 αντίτυπα από την B-otherSide, γιαυτό το δεύτερο LPτων B-Sides, που, δυνητικά, αφορά σε πολύ περισσότερους.
Επαφή: www.b-otherside.gr, www.b-sides.gr
 

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ ΚΗΛΑΗΔΟΝΗΣ (1943-2017)

$
0
0
Τα «Μικροαστικά» [ΕΜΙ/ Columbia, 1973] των Λουκιανού Κηλαηδόνη και Γιάννη Νεγρεπόντη (1930-1991) είναι ένας πολύ αγαπημένος δίσκος. Από τότε που τον άκουσα για πρώτη φορά καρφώθηκαν στη μνήμη μου όχι μόνο οι μελωδίες του Λουκιανού, μα και οι πικροί στίχοι του Νεγρεπόντη…

Το θέατρο πανάκριβο,το σινεμά επίσης
κι η μοναξιά αφόρητηστο σπίτι να καθήσεις.
Διάλεξις εδίδετοπερί του Μαλακάση
κι είπε κι αυτός ο έρημοςνα πάει να ξεσκάσει…

Τι έξοχα λόγια! Πόσο λιτά και πόσο μεστά περιγράφεται ο υποσιτισμένος βίος, αλλά την ίδιαν ώρα και η ανάγκη να είσαι «ένας» ανάμεσα σε «κάποιους». Ευφυές! Αλλά κι εκείνες οι στροφές από τον «Γάμο»…

Σε δυο πανέρια οι μπουμπουνιέρες
κι οι ανθοδέσμες στη σειρά
η νύφη μόνο δεκαεννιά
και του γαμπρού οι μέρες μετρημένες.
Ο γάμος έμοιαζε κηδεία
όταν σταθήκαν στη σειρά
κουμπάρος, σόι και λοιπά
στη σκάλα για να βγουν φωτογραφία…

Τι εικόνες! Και τι σπαραξικάρδια αποτύπωση της αδήριτης υποκρισίας μιας γαμήλιας… τελευτής. Σπουδαίος ο Νεγρεπόντης! Από τότε είχε «γράψει» μέσα μου…
Τα «Μικροαστικά», τα ποιήματα, που δεν ήταν μόνο 14 (τα του δίσκου), αλλά στην πραγματικότητα… 109(!) γράφτηκαν στο διάστημα 1966-1973, με τα πιο πολλά, πάντως, να αφορούν στην περίοδο 1971-1973, όταν ο Γιάννης Νεγρεπόντης, που ήταν Αριστερός, ήταν θεωρητικά ελεύθερος. Το τονίζω, γιατί ανάμεσα στα χρόνια 1967-1970 είχε «παραθερίσει» και εκείνος στη Γυάρο και τη Λέρο.
Όπως θυμάται και ο Κηλαηδόνης («100 δίσκοι και η ιστορία τους», 29/6/2003, Ειδική έκδοση του «Κ» της «Καθημερινής»):
«Είναι αρχές του 1971 όταν γνωρίζω τον Γιάννη Νεγρεπόντη μέσω του Λευτέρη Παπαδόπουλου και του Μάνου Λοΐζου. Ο Γιάννης μόλις έχει γυρίσει από εξορία και λίγες μέρες αφότου γνωριστήκαμε μου είπε ότι έχει κάποιες δουλειές έτοιμες από στίχους και θα ήθελε να τις δω. Ήταν τα ‘Μικροαστικά’, που στην πρώτη μορφή που μου τα έδωσε ο Γιάννης ήταν 5 ή 6 τραγούδια. Είναι 1971, είναι δικτατορία, τα τραγούδια σαφώς αριστερά.(…) Αν και αυτά τα κομμάτια ήταν γραμμένα από τον Γιάννη πριν από τη δικτατορία, ο Γιάννης ξαναζεστάθηκε και αποφάσισε να συνεχίσει. Έγραψε καμιά δεκαριά, τα οποία στη συνέχεια μελοποίησα. Αυτά είναι τα ‘Μικροαστικά’ μια δουλειά γραμμένη το 1971. Το ’73, το καλοκαίρι, ακούγεται ότι θα γίνει η κυβέρνηση Μαρκεζίνη και ότι θα χαλαρώσει κάπως η λογοκρισία, ότι θα επιτραπούν τα τραγούδια του Μίκη κ.λπ. Τότε αποφασίζουμε και στέλνουμε τα ‘Μικροαστικά’ στη λογοκρισία. Κάποια τα κόβουν εντελώς, κάποια δεν τα στέλνουμε σίγουροι πως θα κοπούν και σε κάποια μας διορθώνουν μερικές λέξεις. Στον δίσκο μπήκανε αυτά που μπήκανε, περίσσεψαν και κάποια κομμένα».

Η συνέχεια εδώ…

ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΕΝΙΔΗΣ (1936-2017)

$
0
0
Έφυγε σήμερα από τη ζωή ένας μεγάλος έλληνας κιθαριστής, ενορχηστρωτής και συνθέτης, ο Βασίλης Τενίδης. Ο Τενίδης έχει γράψει τραγούδια, μουσικές για το σινεμά και το θέατρο, συμφωνικά έργα, ακόμη και τζαζ. Τον ακούμε φυσικά και στη δισκογραφία, ως sessionμουσικό (σε άλμπουμ των Μίκη Θεοδωράκη, Μάνου Χατζιδάκι, Σταύρου Ξαρχάκου, Γιάννη Σπανού, Αρλέτας, Πάνου Σαββόπουλου, Καίτης Χωματά κ.ά.), όπως και από τους λίγους προσωπικούς δίσκους του (π.χ. τα «Κύπρια Έπη» στην EM/ Columbiaαπό το 1977).
Από το πρόγραμμα του θεατρικού του F.G. Lorca "Σαν περάσουν πέντε χρόνια", που είχε ανεβεί στο Θέατρο Όρβο, την περίοδο 1971-72 σε μετάφραση - σκηνογραφία - σκηνοθεσία του Αλέξη Σολομού. Ο Βασίλης Τενίδης είχε γράψει τη μουσική και τραγουδούσε η Ευγενία Συριώτη.
Με αφορμή ένα κείμενο για κείνον, που είχα ανεβάσει παλαιότερα εδώ στο δισκορυχείον, είχα την τύχη και την τιμή να γνωρίσω τον Βασίλη Τενίδη. Είχε, μάλιστα, την καλοσύνη εκείνος να με ψάξει και να με ευχαριστήσει, χαρίζοντάς μου και οκτώ(!) CDμε ανέκδοτα, επισήμως, έργα του. Αςτααναφέρω στη μνήμη του:
1. Serenata Latina (Winds and Percussion Ensemble of Athens State Orchetsra/ Conductor Byron Fidetzis)
2. Legends of the Night (Symphonic Fantasy for Large Wind Band/ The Tokyo Kosei Wind Orchestra conducted by Keiko Kobayashi)
3.Tarregiana (Suite concertante for Guitar and Orchestra/ Budapest Philharmonia Orchestra/ Conductor and soloist Notis Georgiou)
4. Rhapsody of Pontos (For Alto Sax Eb and Orchestra/ Theodor Kerkezos/ Conductor Miron Michailidis)
5.Τραγούδια Επτανησίων Συνθετών (Επεξεργασία – Ενορχήστρωση – Διεύθυνση Βασίλης Τενίδης)
6.Σαββόραμα (Αφιέρωμα του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών στον Διονύση Σαββόπουλο/ Ενορχηστρώσεις – Μουσική Διεύθυνση Βασίλης Τενίδης)
7.Κεφαλονιά 2002 «Λαλούν τ’ Αηδόνια» 5η Συνάντηση Χορωδιών/ Διασκευή – Επεξεργασία – Ενορχήστρωση Βασίλης Τενίδης)
8. Ο Μιλτιάδης Καρύδης διευθύνει Βασίλη Τενίδη

Περισσότερα για τον Βασίλη Τενίδη εδώ…

tohpati ETHNOMISSION ινδονησιακό fusion

$
0
0
Έξι χρόνια έχουν περάσει από το προηγούμενο CDτων ΙνδονήσιωνtohpatiEthnomission, του γκρουπ, δηλαδή, του κιθαρίστα των περίφημων simakDIALOG, του TohpatiArioHutomo. Έτσι κι εμείς μετά από καιρό (31/5/2011) επανερχόμαστε στα του συγκροτήματος, καθώς το καινούριο άλμπουμ του, που τιτλοφορείταιMataHati [MoonJune, 2016], το επιβάλλει.
Η μπάντα, που, πέραν του Tohpati, αποτελείται από τους Indro Hardjodikοro μπάσο, Demas Narawangsa ντραμς, Endang Ramdan ινδονησιακά κρουστά και Diki Suwarjiki τοπικά πνευστά, εξακολουθεί να προβάλλει εκείνο τον τύπο του fusion, που συνδυάζει τα ποικίλα δυτικά κελεύσματα με τις παραδοσιακές πεντατονικές ρυθμολογίες της μεγάλης χώρας, αλλά και με τις μελωδίες της, έτσι όπως εκείνες αποτυπώνονται από τα leadσολιστικά όργανα (την κιθάρα και τα πνευστά, το φλάουτο και το tarompet). Αυτός ακριβώς ο συνδυασμός είναι όλα τα λεφτά στο “MataHati” και ό,τι περισσότερο απολαμβάνεις σε κομμάτια όπως το “TanahEmas” ή το αμέσως επόμενο, το φερώνυμο με τον τίτλο του άλμπουμ.
Εκείνο που κάνει εντύπωση, επίσης, στην παρούσα ηχογράφηση, όπως και σε όλες τις ανάλογες που έχουν δει το φως στην νεοϋορκέζικη MoonJune, είναι οι μελωδικές αναπτύξεις – τα αυτοσχεδιαστικά μέρη, με άλλα λόγια, που ακολουθούν τις βασικές-κυρίαρχες γραμμές. Ο Tohpati, ως μεγάλος παίκτης που είναι, στριφογυρίζει με… χίλιους τρόπους γύρω από τα κεντρικά patterns, χωρίς ν’ ακούγεται ποτέ ο ίδιος, καθώς το rhythmsection(με τα διπλά κρουστά) αλλάζει συνεχώς παιγνίδι. Τούτο το παρατηρείς σε κομμάτια όπως το “Berburu” φερ’ ειπείν, με τις απανωτές και υπερταχείες αλλαγές των συγχορδιών και τα «τρελά» κατεβάσματα.
Όμως ο Tohpatiδείχνει τα δόντια του και στην ακουστική κιθάρα, σε tracksόπως το “Rancak”, που συνολικότερα αποτυπώνει και την κάπως unpluggedνα-την-πούμε εκδοχή των TohpatiEthnomission(καταπληκτικό trackαπολύτως οικείο και σ’ έναν έλληνα «δημοτικό» ακροατή), ενώ σε άλλα κομμάτια, όπως στο 7λεπτο “Reog”, τα heavyriffsκαι οι περίτεχνες πενιές, σε συνδυασμό με την εξωτική μελωδία, τις ρυθμικές αλλαγές και τα πνευστά soliπροσφέρουν ένα υβρίδιο, με στοιχεία Canterburyrock (Hatfieldsπ.χ.), που ακούγεται εντελώς πρωτότυπο και συναρπαστικό.
Τέλος, ας μην λησμονήσουμε και την εισαγωγή, το “Janger” εκεί όπου οι Ινδονήσιοι συμπράττουν με την πανταχού παρούσα CzechSymphonyOrchestra (υπό την MichaelaRuzickova) αφήνοντας μια «μπολιγουντιανή» αύρα.
Επαφή: www.moonjune.com
  

ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΕΝΙΔΗΣ πέθανε την ημέρα που έφυγε από τη ζωή ο Λουκιανός Κηλαηδόνης και γι’ αυτό, ίσως, ο θάνατός του πέρασε στα ψιλά

$
0
0
Γεννημένος στη Λάρισα το 1936, ο Βασίλης Τενίδης σπουδάζει Νομικά στην Αθήνα και παράλληλα κιθάρα, πριν αναδειχθεί, στα μέσα του ’60, σ’ έναν από τους στυλοβάτες του Νέου Κύματος, στις μπουάτ και τη δισκογραφία. Τραγούδια του ερμήνευσαν τότε ο Γιώργος Ζωγράφος («Τ’ όμορφο νησί», «Μια φλόγα ήσουν»), ο Μιχάλης Βιολάρης («Ποια γωνιά»), η Κίτσα Καζάκου (“The time for love”) στο σάουντρακ της ταινίας Επιτάφιος Για Εχθρούς και Φίλους (1966) κ.ά.
Ως κιθαρίστας τού στούντιο, ο Τενίδης, αρχίζει να διακρίνεται από την αρχή, κατορθώνοντας, μάλιστα, να τυπώνει τ’ όνομά του στους φακέλους και τα labels των δίσκων. Κάτι όχι προφανές για ’κείνη την εποχή. Φερ’ ειπείν, το 1966 ο λαρισαίος μουσικός συμμετέχει στην πρώτη ηχογράφηση της Μαριάννας Τόλη, η οποία, ως Marianna,εμφανιζόταν τότε με το δισκάκι της στη Zodiac τραγουδώντας “He was a friend of mine” (στη διασκευή του Bob Dylan), “Four strong winds” (του Ian Tyson), “Cocaine blues” (στη διασκευή του Dave Van Ronk) και “You were on my mind” (της Sylvia Tyson).
Αν υπάρχει ελληνικό φολκ, με την διεθνή έννοια, ή έστω ελληνική φολκ μπαλάντα, τότε ο Βασίλης Τενίδης υπήρξε από τους κιθαρίστες που καθόρισαν το στυλ.
Έτσι, το 1968 ο Τενίδης συμμετέχει (μαζί με τον Νότη Μαυρουδή), παίζοντας κιθάρα φυσικά, στο άλμπουμ τού Πάνου Σαββόπουλου «Το Δωμάτιο» [Polydor].
Την επόμενη χρονιά τον συναντάμε σ’ ένα ακόμη πιο σκοτεινό LP. Στο μοναδικό προσωπικό τού Δημήτρη Λάβδα [Olympic, 1969].

Η συνέχεια εδώ…

PAULO COELHO - RAUL SEISAS viva! viva! viva a sociedade alternativa

$
0
0
Ήταν γύρω στο ’97, όταν έπεσε στα χέρια μου, στο Μοναστηράκι, ένας δίσκος του βραζιλιάνου RaulSeixas. Δεν γνώριζα ούτε τον Seixas, ούτε τον δίσκο του εννοείται, το “Krig-ha, bandolo!” του 1973, είχα όμως συνηθίσει ν’ αγοράζω παράξενα LPαπ’ οπουδήποτε στον κόσμο, οπότε ποντάριζα άφοβα – και, εδώ που τα λέμε, σπανίως διαψευδόμουν. Σπανίως έπεφτα σε φόλα. Τότε ήταν, όταν ανακάλυψα για πρώτη φορά το όνομα του PauloCoelhoως στιχουργού σ’ ένα άλμπουμ.
Η δεύτερη φορά ήταν λίγο πιο μετά, όταν ο αείμνηστος φίλος και συνεργάτης στο περιοδικό Jazz& Τζαζ Γιάννης Αδαλόπουλος, μέγας λάτρης της βραζιλιάνικης κουλτούρας και των μουσικών του κόσμου, μού έφερε από ένα ταξίδι του στη μακρινή χώρα 2-3 δίσκους, ως δώρο, και ανάμεσά τους έναν της RitaLee, της τραγουδίστριας των Mutantes (το συγκρότημα-έμβλημα της tropicália, της «βραζιλιάνικης ψυχεδέλειας» για να το πούμε πιο απλά). Κι εκεί, στο άλμπουμ “EntradaseBandeiras” του 1976, υπήρχαν τρία τραγούδια βασισμένα σε στίχους του PauloCoelho. Ο παγκόσμιος συγγραφέας του Αλχημιστή, του Πέμπτου Βουνού και του Ζαχίρ είχε ξεκινήσει την καριέρα του, πολλά χρόνια πριν γίνει παγκόσμια γνωστός (και) σαν στιχουργός.Όπως είχε πει και ο ίδιος:
«Όταν ήμουν δεκαπέντε χρονών, το 1962, ήθελα να γίνω συγγραφέας, να φοράω γυαλιά, να κυκλοφορώ αχτένιστος και να είμαι τον μισό καιρό θυμωμένος και τον άλλο μισό σε κατάθλιψη. Να μη με καταλαβαίνει η γενιά μου. Μέχρι που μια μέρα ένας τραγουδιστής του ροκ μού ζήτησε να γράψω στίχους για τα τραγούδια του, με τράβηξε μακριά από την αναζήτησή μου για την αθανασία και με έβαλε ξανά στο δρόμο των καθημερινών ανθρώπων».
(από το promoβιβλιαράκι των εκδόσεων Α.Α. Λιβάνη/ SantJordiAcociadosAgenciaLiteraria, το αφιερωμένο στον Coelho)
Αυτός ο «τραγουδιστής του ροκ», για τον οποίο κάνει λόγο ο Coelho, ήταν ο RaulSeixas. Ποιός ήταν όμως, στην πράξη, ο Seixas; Σίγουρα ένας από τους πιο σημαντικούς ροκ τραγουδοποιούς που είχε αναδείξει εκείνη την εποχή η Βραζιλία.

Η συνέχεια εδώ…
Viewing all 5014 articles
Browse latest View live