Quantcast
Channel: ΔΙΣΚΟΡΥΧΕΙΟΝ / VINYLMINE
Viewing all 5025 articles
Browse latest View live

ΠΑΝΑΧΑΪΚΗ – ΠΟΤΑΜΙ ψάχνοντας το σημείο…

$
0
0
Δύο τρικάκια από την Πάτρα…
Ανήμερα του Αγιαντρέα (χθες δηλαδή) ο Σταύρος Θεοδωράκης έθεσε το… μεγάλο ερώτημα στους Πατρινούς. «Τι βουλευτές έχει ανάγκη η χώρα;». Το μόνο σωστό ερώτημα αυτή τη στιγμή είναι…«Τι λαό έχει ανάγκη η χώρα;». Θα στηρίξει ο κόσμος, όχι μόνο με την ψήφο αλλά και με την αγωνιστική και μάχιμη παρουσία του, εκείνες τις πολιτικές που θα επιχειρήσουν να αποτρέψουν την τελεσίδικη διάλυση της πατρίδας, ή θα συνεχίσει να ομφαλοσκοπεί; Αυτό είναι το ζητούμενο και όχι το... ποιοι θα είναι οι επίδοξοι πολιτικοί τουρίστες.
«Λευτεριά στην Παναχαϊκή» από τα… προεδρικά δεσμά διακηρύσσουν οι antifaσύνδεσμοι NortenosPatras, Navajoκαι Αχαιοί 3. Κάποτε πλείστα όσα φασισταριά γεμίζανε τις θύρες των γηπέδων, τώρα οι antifaπαίρνουν σιγά-σιγά τις θέσεις τους στις ένδοξες κερκίδες.
Επειδή όμως το ποδόσφαιρο εξελίσσεται κατά βάση στο γήπεδο και μετά όπου αλλού θα πρέπει να πούμε πως στο ντέρμπυ κορυφής, η Παναχαϊκή ηττήθηκε, χθες, στην Πάτρα από την ΑΕΚ με 3-1 για το πρωτάθλημα της Β Εθνικής (ή Football League, όπως ηλιθιωδώς το λένε τώρα). Ο αγώνας μού είπαν πως ήταν χάλια και οι ομάδες για κλάματα. Αλλά για κλάματα είναι όλο το ελληνικό ποδόσφαιρο πια (αυτό πιο πολύ μ’ ενδιαφέρει και όχι το βρετανικό ή το ισπανικό). Απορώ τι του βρίσκουν όσοι το βλέπουν. Θέλω να πω… πώς είναι δυνατόν να ταυτίζεσαι πλέον με ομάδες που αλλάζουν 20 παίκτες κάθε χρονιά (για τις ελληνικές μιλάω), έχοντας στις εντεκάδες τους εννιά και δέκα «ξένους»;
Κάποιοι δεν έχουν πρόβλημα… Εγώ είμαι από εκείνους που έχουν.Τέλος πάντων...
Στους antifaτων πατρινών κερκίδων, έτσι για να τους αναπτερώσω το ηθικό μετά την ήττα, αφιερώνω δυο «χαρτάκια» με ποδοσφαιρικούς ήρωες (Κώστας Δαβουρλής, Πέτρος Λεβεντάκος) της μεγάλης Παναχαϊκής, του πρώτου μισού του ’70.
ΚΑΛΟ ΧΕΙΜΩΝΑ

φωτογραφίζοντας την… ψυχεδελική νεολαία

$
0
0
Βεντέτα, Εβδομαδιαίον Περιοδικόν Ποικίλης Ύλης, Αριθμός τεύχους 320, 24 Ιουνίου 1971

ο μέγας τραγουδοποιός ΝΙΚΟΛΑΣ ΑΣΙΜΟΣ

$
0
0
Είναι αλήθεια πως όλα αυτά τα χρόνια δεν μου είχε δοθεί η ευκαιρία να πω κάποια λόγια παραπάνω για τον Νικόλα Άσιμο– έναν καλλιτέχνη το έργο του οποίου εκτιμώ σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Τον Νικόλα Άσιμο τον «γνώρισα» στις αρχές της δεκαετίας του ’80, διαβάζοντας, πρώτα, στίχους του σε βιβλίο. Στην πορεία αγόρασα τον «Ξαναπέ» σε κασέτα αρχικώς και εν συνεχεία σε βινύλιο όταν πρωτοβγήκε (1982), ενώ στα μέσα της δεκαετίας του ’80 είχα αγοράσει «παράνομες» κασέτες του από τον ίδιον, ενώ τον είχα δει κιόλας «ζωντανό» στο Rodeo, τον χειμώνα του ’86… Στην πορεία, εννοείται, αγόρασα τις περισσότερες από τις μεταθανάτιες κυκλοφορίες των τραγουδιών του, διάβασα κείμενα και βιβλία που είχαν γραφτεί για ’κείνον ή από ’κείνον… έχοντας εν τέλει, σήμερα, την πεποίθηση (ας το πω έτσι) πως γνωρίζω μέσες-άκρες, τι περίπου ήταν ο Νικόλας Άσιμος. Λέω «μέσες-άκρες» και «περίπου», γιατί είναι πολύ δύσκολο να περιγράψεις, ούτως ή άλλως, την πορεία ενός ανθρώπου με λίγες λέξεις (πόσω μάλλον του Άσιμου) σ’ ένα καλλιτεχνικό διάστημα δεκαπέντε και πλέον χρόνων (από τα πρώτα χρόνια του ’70 δηλαδή, έως και τον πρόωρο θάνατό του, στα 39 του, το 1988). Αφορμή πάντως για όσα, τώρα, θα γραφτούν μάς προσφέρει η νέα κυκλοφορία της B-OtherSide/ LostArchives, υπό τον τίτλο «Αρνήθηκα Πολλά»με (έξι) ανέκδοτα και (εννέα) ήδη εκδοθέντα τραγούδια του, τα οποία εντοπίστηκαν σε τρεις κασέτες της τελευταίας εποχής του (υποθέτω). Τα τραγούδια (κι ενώ έγιναν σ’ αυτά όλες οι απαραίτητες τεχνικές επεξεργασίες) γέμισαν τις πλευρές ενός gatefoldβινυλίου που «κόπηκε» σε 500 αντίτυπα περιλαμβάνοντας 4σέλιδο ένθετο με στίχους/φωτογραφίες, καθώς κι ένα κείμενο του Σωτήρη Παστάκα (ψυχίατρος, ποιητής, εκδότης κ.λπ.), που αναφέρεται στις μέρες εγκλεισμού του τραγουδοποιού στο ΨΝΑ στο Δαφνί, όπως και σε μιαν ανάλογη κλινική των βορείων προαστίων.
Πρώτη φορά που διάβασα κάτι για τον Νικόλα Άσιμο ήταν στο βιβλίο Ανθολογία/ Ελληνικά Ποπ-Ροκ Τραγούδιατων εκδόσεων Γ. Σπηλιώτη. Πρέπει να ήταν 1981-82 (δεν θυμάμαι καλώς), και λέω «πρέπει» γιατί στο βιβλίο δεν αναγράφεται έτος έκδοσης. Εκεί ανθολογούνταν τέσσερα τραγούδια του Άσιμου, ο «Μηχανισμός» (μάλλον δανεισμένος από την κασέτα… «με το βαρέλι που για να βγει το σπάει», αν και στο 45άρι της Zodiacαπό το 1975 είχε ακριβώς τους ίδιους στίχους – πράγμα που σημαίνει πως το συγκεκριμένο τραγούδι δεν είχε λογοκριθεί), το «Χαμογέλα» (ένα bluesα λα… SonHouseπαρμένο από την κασέτα «Γιατί Φοράς Κλουβί» του 1979), το «Πανηγύρι» (από την κασέτα «KlasteEleftheros» του ’79) και ακόμη το «Της επανάστασης» (πάλι από την MC«Γιατί Φοράς Κλουβί»). Οι στίχοι των εν λόγω τραγουδιών (και ιδίως του «Μηχανισμού») μου είχαν κάνει μεγάλη εντύπωση τότε, βοηθώντας με να φτιάξω εντός μου μιαν εικόνα του Νικόλα Άσιμου καιρό πριν ακούσω τον ίδιον να τραγουδά. Με το που βγήκε ο «Ξαναπές» άρχισα να αντιλαμβάνομαι περαιτέρω το τραγουδοποιητικό ποιόν του καλλιτέχνη, κάτι που ολοκληρώθηκε μετά τα μέσα του ’80, όταν άκουσα για πρώτη φορά τον «Μηχανισμό» από το 45άρι της Zodiac, όπως και τα καινούρια τραγούδια του από τις κασέτες του ’86 και τα live.
Διαβάζω πράγματα στο internetτα οποία δεν τιμούν τον Νικόλα Άσιμο – βασικά δεν τιμούν εκείνους που τα γράφουν, εγώ έτσι λέω. Για παράδειγμα κάποιοι σκανδαλοθήρες τον εμφανίζουν ως… ψυχοπαθή (κάνοντας μάλιστα και μεταθανάτιες διαγνώσεις, παριστάνοντας τους ψυχιάτρους!), αγνοώντας, οι αδαείς, πως το καλύτερο έργο τού Άσιμου (ό,τι μας ενδιαφέρει δηλαδή) δεν θα μπορούσε να ήταν γραμμένο από κάποιον που τα είχε… 399, αλλά μόνο… 401, άλλοι τον εμφανίζουν κάπως σαν αντικομμουνιστή, άλλοι ως αναρχικό, άλλοι ως γραφικό, άλλοι ως ερωτικό και τα λοιπά και τα λοιπά… Σπανίως, εδώ κι εκεί, θα διαβάσεις δυο-τρεις κουβέντες σοβαρές, που να στηρίζονται σε τεκμήρια δηλαδή και όχι σε εικασίες. Πάντως ένα είναι σίγουρο. Το ότι ο Άσιμος μπορεί να αντιμετώπιζε κατά καιρούς ορισμένα προβλήματα με την ψυχική υγεία του (και ειδικώς προς το τέλος της ζωής του) δεν μας δίνει το δικαίωμα να τον μεταχειριζόμαστε σαν «τρελό» ή «ψυχασθενή». Σαν κάποιον ο οποίος στις… αναλαμπές του έγραφε και κανα τραγούδι. Η παρουσία του αυτή την τελευταία και πιο γόνιμη δεκαπενταετία της ζωής του υπήρξε πολυσχιδής και πολυποίκιλη – κάτι που εν πάση περιπτώσει έχει καταγραφεί και αναλυθεί όπως πρέπει στο γνωστό βιβλίο του Γιώργου Ι. Αλλαμανή Βίος και Πολιτεία του Νικόλα Άσιμου/ Δίχως Καβάτζα Καμιά [Νέα Σύνορα – Α. Α. Λιβάνη, Αθήνα 2000]. Παρά ταύτα, εγώ θα επιμείνω σε μία από τις τελευταίες συνεντεύξεις του (πιθανώς η τελευταία του), η οποία δεν έγινε γνωστή, καθώς δεν προβλήθηκε όπως θα έπρεπε ούτε στο βιβλίο του Αλλαμανή. Αναφέρομαι στη συνέντευξή του στον Οδυσσέα Ιωάννου, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικόΜουσική (τεύχος 114, Μάιος ’87). Εκεί ο Άσιμος ξεκαθαρίζει διάφορα πράγματα σε σχέση με το rock, το περιθώριο, την αναρχία, την ΚΝΕ και πολλά άλλα (Χατζιδάκις, Παπακωνσταντίνου, Σούσουρο, Σαββόπουλος κ.λπ.). Διαλέγω να μεταφέρω όσα κρίνω πως έχουν, τώρα, ένα σημαντικότερο νόημα…
Δυο λόγια για ροκ, αναρχία, περιθώριο, αριστερά, ναρκωτικά και ό,τι άλλο προαιρείσαι… 
Μετά από τόσες κεντρικές τοποθετήσεις, άντε ν’ απαντήσουμε με τη γλώσσα των ανθρώπων. Ούτε ροκ υπάρχει στην Ελλάδα, ούτε αναρχία, ούτε τρίχες μπλε. Σαβούρα είναι! Δεν υπάρχει περιθώριο, το περιθώριο είναι μια ντρίπλα στου συστήματος. Και όσοι νομίζουν ότι είναι περιθωριακοί να πάνε να πνιγούνε! Άμα φύγανε απ’ τα σπίτια τους, απ’ τους μπαμπάδες τις μαμάδες τους, άμα αρνήθηκαν οικογένειες, να βάλουν τον κώλο τους κάτω και να τα βγάλουν πέρα μοναχοί τους. Όπως εγώ χρόνια τα βγάζω πέρα μοναχός μου και δε ζήτησα δεκάρα τσακιστή από κανένα και στον έσχατό μου θάνατο και στην έσχατή μου αρρώστια. Με είχανε πολιτογραφήσει σαν Αναρχικό κάποτε, χωρίς να το ’χω δηλώσει, αλλά είχα πει ότι αν Αναρχία σημαίνει η αρχή του τέλους ή το τέλος της αρχής, δέχομαι αυτό το ρόλο.
Όσον αφορά τα μουσικά πράγματα, πέρα από ροκ, κροκ και ρεμπέτικο, η μουσική είναι μία. Δεν διαχωρίζω, κάνω δουλειά ανάλογα με τα μέσα που έχω κάθε φορά. Θα πάρω και θα δώσω ό,τι στοιχεία χρειάζομαι για να περιγράψω μια κατάσταση. Το θέμα είναι όμως να φύγεις και απ’ όλα αυτά, έχοντας βέβαια ένα άλεσμα μέσα σ’ αυτά και να κάνεις την προσωπική σου δουλειά.(…) Ναρκωτικό μπορεί να είναι το κόμμα, ναρκωτικό μπορεί να είναι η θρησκεία, το σχολείο, η γραφειοκρατία, τα πυρηνικά όπλα. Παρ’ όλα αυτά άνθρωπου που αντέδρασαν ή δήθεν αντέδρασαν, που έφτιαξαν διάφορα βιβλία ή διάφορα κινήματα –χίππυς κ.λπ.– ήταν πολύ εύκολο το σύστημα να τους ρίξει τα δικά του ναρκωτικά –το χειρότερο είναι η πρέζα– και να τους εξαρτήσει απ’ αυτό. 
Τι λες σήμερα για την Αριστερά και ειδικότερα για την εμμονή σου ενάντια σε ΚΚΕ-ΚΝΕ σε σημείο που νομίζει κανείς ότι αυτοί είναι οι μόνοι κακοί μέσα στον παράδεισο των «αγνών επαναστατών»; 
Κοίταξε να δεις, όταν αναφέρομαι σε ορισμένους υποτίθεται ότι αυτοί ήταν πιο κοντά, ή θα μπορούσαν να ’ναι πιο κοντά. Όταν είχα γράψει ένα τραγούδι που έλεγε… «σαν θα με καλέσει η πατρίδα να πάω τον οχτρό να πολεμήσω/ θα τους πω δεν έχω εγώ πατρίδα/ ούτε θυσιάζομαι ποτέ για των μπουρζουάδων τα σαγόνια/ για των μπουρζουάδων τα μεράκια»… είχα φάει ξύλο τότε από την ΚΝΕ! Και αυτό γιατί είχαν ξεχάσει την Πρώτη νομίζω Διεθνή που έλεγε… «εμείς δεν έχουμε πατρίδα/ ούτε αγίους με σπαθιά/ μόνο έχουμε τα δυο μας χέρια/ που μας ζούνε απ’ τη δουλειά». Αυτά τα ’χαν ξεχάσει. Βρέθηκε η σοσιαλιστική πατρίδα, βρέθηκε το έθνος ξανά, βρέθηκε το ’να, βρέθηκε τ’ άλλο. Κι εκεί βρίσκεται ο διαχωρισμός και η χοντρή διαφωνία. Αλλά να δέχονται κριτική και χιούμορ, και να διακωμωδήσουνε τους εαυτούς τους.
Όταν πήγαινα σε επαρχιακές πόλεις εκείνοι που με στηρίξανε κατά καιρούς ήτανε οι Κνίτες και ας φαίνεται παράλογο για ορισμένους εδώ ξέμπαρκους αναρχικούς.

Ο Άσιμος δεν ήταν κανένας «χαμένος στον κόσμο του» αριστεριστής. Ήταν διαβασμένος και γνώριζε πως το όραμα της αταξικής κοινωνίας, που είναι ο (θεωρητικός) θρίαμβος του κομμουνισμού, δεν θα μπορούσε να μην ήταν «εικόνισμα» και των (ενημερωμένων) αναρχικών. Στα στάδια κατάκτησης της «ιδέας» αναπτυσσόταν η αντιπαλότητα και όχι στην «ιδέα» αυτή καθ’ αυτή.  Ο άνθρωπος που είχε γράψει-τραγουδήσει νωρίς στίχους σαν και τούτους… «Εργάτες σκλάβοι και παιδιά, νάτην, ξυπνά κι η αγροτιά/ Της γης οι προλετάριοι μαζί μας ξεσηκώνονται/ Μονάχοι μας ραγιάδες, ωσάν κι εμάς χιλιάδες./(…) Για την πλέρια ευτυχία της ανθρώπινης ανάγκης./ Όπου είναι τ’ όνειρο η ζωή./ Θέλεις το λες κομμουνισμό, δεν θέλεις, αναρχία./ Όλοι μαζί, όλοι μαζί μας στον αγώνα./ Το δικό μας, το δικό σας, τον κοινό μας τον αγώνα./ Όλοι μαζί για να γευτούμε κάθε στιγμή της έκρηξης» (από το «Μην καρτεράτε» του 1978)… ο άνθρωπος αυτός λοιπόν δεν θα μπορούσε να καταφερόταν ποτέ εναντίον της ουσίας του κομμουνισμού, ούτε να έφτυνε τους Κνίτες και το ΚΚΕ συλλήβδην (το ότι βρέθηκαν κάποιοι βλαμμένοι Κνίτες, που τον πλάκωσαν στο ξύλο, αυτό δεν μπορεί να σημαίνει τίποτα ευρύτερο, από τη στιγμή κατά την οποίαν κάποιοι άλλοι Κνίτες τον στήριζαν στις συναυλίες του και αλλού).
Και βεβαίως όταν σημειώνει ο Άσιμος πως… «Ούτε ροκ υπάρχει στην Ελλάδα, ούτε αναρχία, ούτε τρίχες μπλε. Σαβούρα είναι! Δεν υπάρχει περιθώριο, το περιθώριο είναι μια ντρίπλα στου συστήματος»… ξέρει πολύ καλά τι λέει, υπονοώντας τον Σιδηρόπουλο (έτσι φρονώ) και δεν ξέρω ’γω ποιους άλλους ακόμη. Ορισμένοι, με πρώτο τον μακαρίτη Λεωνίδα Χρηστάκη, φρόντισαν από τα τέλη των 90s (από τον Αύγουστο του ’98 τουλάχιστον) να εντάξουν τον Άσιμο στους… Άγιους των Εξαρχείων. Όσο και αν ένας τέτοιος χαρακτηρισμός δεν μπορεί παρά να είναι φιλολογικός (άρα και ασήμαντης αξίας – ο Σταύρος Θεοδωράκης τούτο, μάλλον, δεν το κατάλαβε ποτέ), στην πράξη έκανε κακό, καθότι τσουβάλιασε τον Άσιμο (έναν βαθειά συνειδητοποιημένο, ταλαντούχο, πανέξυπνο, εμπνευσμένο, πάντα υπερευαίσθητο και συχνά παράτολμο δημιουργό) με τους «περιθωριακούς» των φράγκων του μπαμπά και τις ψεύτικες συνειδήσεις της πλατείας. Ο Άσιμος δεν ήταν η… μασκώτ των Εξαρχείων. Ήταν το μυαλό, η θεωρία, η επεξεργασία και η πράξη της συνοικίας.
από το gatefold άνοιγμα του LP της B-Other Side
Ακούω τα ανέκδοτα τραγούδια του άλμπουμ της B-OtherSideκαι σκέφτομαι πως ο άνθρωπος αυτός δεν ήταν από ’κείνους που μάσαγαν κουτόχορτο (τα πάσης φύσεως κουτόχορτα – από τις κωλοποιότητες μέχρι τα… εναλλακτικά). Και τούτο το υποστηρίζω για ακόμη μια φορά καθώς φθάνουν στ’ αυτιά μου οι στίχοι από τον «Ονειροκρίτη»… «Μες στον ονειροκρίτη μου έχωσες τη μύτη/ Κι έχεις μανία με την τράπουλα ταρό/ Μας έχουν αγκυλώσει, μαζί και αποβλακώσει/ Στο άι τσινγκ που ψάχνεις για το ριζικό»… παρότι τα «νέα» αυτά τραγούδια («Δεν έχω μάθει να σωπαίνω», «Κάθε λάθος», «Ονειροκρίτης», «Αρνήθηκα πολλά», «Ήτανε σούρουπο», «Χαμαιλέων») είναι, βασικά, ερωτικά. Αλλά ερωτικά, άλλου τύπου. Ο έρως, για τον Άσιμο, δεν είναι το… υπνοστόρι που παρεμβαίνει ανάμεσα στους ανθρώπους για να τους εκτρέψει από το διαρκές επαναστατικό ζητούμενο, αλλά το εφαλτήριο για να το κατακτήσουν. Οι στίχοι του είναι συγκινητικοί. Ορισμένες φορές δεν αντέχονται. Δάκρυα κυλούν στα μάτια… καθώς περνούν από μπροστά σου τα καρεδάκια της ζωής του. Δείχνουν τη μάχη που είχε στηθεί στο μυαλό και τη συνείδηση εκείνου του ανθρώπου, μια μάχη που την έχασε νωρίς στα γκούλαγκ της... ελευθερίας και της δημοκρατίας.
«Αφήνω πίσω το σαματά και τους ανθρώπους/ Έχω χορτάσει κατραπακιές και ψάχνω τρόπους/ πώς να ξεφύγω από τη μοίρα/ κι έχω θέληση και πείρα ουρανέ,/ για δεν υπήρξα κατεργάρης/ κι άλλο πια μη με σνομπάρεις γαλανέ»
Επαφή: www.b-otherside.gr

i'd m thfft able – KOSTADIS

$
0
0
Όπως με πληροφόρησε, μέσω ενός δελτίου Τύπου, πριν από λίγες ημέρες ο Νικόλας, σχετικώς με δύο ενδιαφέροντα live…
Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 
i'd m thfft able Live + KOSTADIS Live @ Space Under (Εξάρχεια). Ώρα έναρξης 20:00, Eίσοδος: 4Eυρώ 
Σάββατο 6 Δεκεμβρίου
i'dmthfftableLive + MamalumaLive @ 1ος όροφος (Θεσσαλονίκη). Ώρα έναρξης 21:00, Είσοδος με ελεύθερη συνεισφορά 
O i'd m thfft able, κατά κόσμον Scot Spear, είναι ένας φουτουριστικός ρακοσυλλέκτης-ράπερ από το Portland του Maine. Εργαζόμενος στο εκκεντρικό δισκοπωλείο Strange Maine τα τελευταία χρόνια, ο i'd m thfft able αποτελεί μία ιδιαίτερη περίπτωση μουσικού, ανακατεύοντας στα κομμάτια του musique concrete, sound art και improv. Οι ζωντανές εμφανίσεις του είναι απρόβλεπτες καθώς ο ίδιος αναδεικνύει ασυνήθιστες μορφές έκφρασης, όπως τραυλίσματα, κεκεδίσματα και λοιπές εκφράσεις γλωσσολαλιάςσε ατόφια εργαλεία σύνθεσης. Με μεγάλη δισκογραφία (CDr, κασέτες, LP, DVD) στις ετικέτες RRR, White Tapes, Chocolate Monk, Don’t Trust The Ruin, ORL αλλά και στη δική του Mang-Disc, ο i'd m thfft able κατασκευάζει ένα διαχρονικό σύμπαν ολότελα δικό του, στη δική του χώρα, το Kraagistan. 
Στο τέλος της συναυλίας θα γίνει κλήρωση για τη μία και μοναδική έκδοση 10ιντσου βινυλίου “i'd m thfft able (ft. Snoop Cat) - Don't Cha”.Πριν την συναυλία θα γίνει προβολή επιλεγμένου βίντεο υλικού του i'd m thfft able στο υπόγειο του Space Under (20.00 - 20.45).
O Κωσταντής Μιχαήλ (KOSTADIS) έζησε την παιδική του ηλικία στα Άσπρα Σπίτια και τώρα ζει στην Αθήνα. Είναι αυτοδίδακτος πολυοργανίστας με βασικό όργανο την κιθάρα. Ενεργό μέλος των Lost Bodies, Wham Jah, Ta Kavouria Tis Frikis, έχει συνεργαστεί με πολλούς μουσικούς και σχήματα όπως τα In Trance 95, Masine LIke Koma, Duke Abduction. Τον τελευταίο χρόνο ασχολείται με το κινηματογραφικό project “Two Thousand Places”, ετοιμάζοντας τον δεύτερο προσωπικό του δίσκο ως KOSTADIS.

DELFEAYO MARSALIS ο τζέντλεμαν του Νότου

$
0
0
Η οικογένεια Marsalis(ο πατέρας Ellis, τα αδέλφιαDelfeayo, Branford, Wyntonκαι Jason)έχει πάρει επ’ ώμου την jazzστην Αμερική, υπογράφοντας από καιρού εις καιρόν projects, τα οποία ξεφεύγουν από τον τύπο τού «ενός ακόμη» τζαζ άλμπουμ. Αυτά τα τρανά κάπως σχέδια (άκου ας πούμε το προπέρσινο “TheMusicofAmerica” του WyntonMarsalis) επιχειρούν να μεγαλύνουν το πνεύμα της jazz, μ’ έναν τρόπο… ευρωπαϊκό (αναφέρομαι στην λογική αναλόγων θεματικών άλμπουμ σχετικά με την λεγόμενη «κλασική μουσική»). Τούτο ενέχει έναν μικρό «κίνδυνο» (το λέω όντας εξ αποστάσεως και με πάσα προσοχή). Να μετατοπιστεί η jazz, από ένα πρώτο και… τελευταίο λαϊκό επίπεδο, σ’ ένα αστικό – εκείνο της μεγάλης αίθουσας και της κοσμικής σάλας. Φυσικά, αυτός ο «κίνδυνος» δεν είναι τωρινός, αφού φαίνεται πως «τρώει» τα σωθικά τής Μεγάλης Μαύρης Μουσικής σχεδόν από το ξεκίνημά της, με την… ευγενή κόντρα το χαμαιτυπείο, το jukejointκαι το clubαπό την μια μεριά και η πολυτελής σκηνή, η σάλα και το χωλ από την άλληνα παίρνει διαστάσεις «θρύλου» μέσα στα χρόνια, τροφοδοτώντας απειράριθμες κουβέντες. Κάπου, όμως, οι κουβέντες έχουν κι ένα όριο, καθότι όταν μιλούν οι… Μαρσάληδες, πολλοί από ’μας αξίζει να σωπαίνουν. Τι να πεις δηλαδή γι’ αυτούς τους ανθρώπους που παίζουν έναν αιώνα σχεδόν τη μουσική του τόπου τους, της Νέας Ορλεάνης; Είναι κάτι σαν τους Χαλκιάδες με τα ηπειρώτικα, ή σαν τους Ξυλούρηδες με τα κρητικά. Ό,τι πράττουν, το πράττουν με γνώμονα την αξία τής δικής τους μουσικής, αλλά και με την διαρκή αγωνία τους οι ήχοι που μεγάλωσαν μαζί τους να παραμείνουν πάντα ανθισμένοι καθώς θα πορεύονται στο χρόνο. Ok, για ’μας τους απέξω οι «κίνδυνοι» μπορεί να υπάρχουν, το να μετατραπεί η jazzδηλαδή σ’ ένα θέαμα «για όλη την οικογένεια» (αντιλαμβάνεστε πώς το λέω) – παρότι ούτε αυτό ευσταθεί από την στιγμή που θα ξεκινήσει η μουσική και θα σταματήσεις (για λίγο) να σκέφτεσαι. Γιατί, τότε, η μαγεία που θα ξεχειλίζει από τ’ αυλάκια των δίσκων ή τα CDτων «Μαρσάληδων» θα έρχεται να καλύψει κάθε μικρή ή μεγαλύτερη αμφιβολία.
Ξεφυλλίζω λοιπόν (εννοώ διαβάζω το ένθετο και τα κείμενα στο multi-foldedεξώφυλλο) και ακούω ταυτοχρόνως το τελευταίο άλμπουμ του άσσου τρομπονίστα DelfeayoMarsalis, που έχει τίτλο TheLastSouthernGentlemen [Troubadour Jass Records, 2014] και το οποίον περιλαμβάνει στάνταρντ και πρωτότυπα ερμηνευμένα από ένα γκρουπ με τον ίδιον τον Delfeayoεπικεφαλής και ακόμη τον 80χρονο πατέρα του EllisMarsalisστο πιάνο, συν τους JohnClaytonκαι MarvinSmittySmithσε μπάσο-ντραμς αντιστοίχως.
Ημουσικήτου“The Last Southern Gentlemen” είναι αυτό που λέμε «τέλεια». Είτε μιλάμε για τις διασκευές (“Autumnleaves”, “Butbeautiful”, “Speaklow”, “Icoverthewaterfront”…), είτε για τα πρωτότυπα εκείνο που εντυπωσιάζει είναι το… ανακαινισμένο παλαιικό πνεύμα που ξεχειλίζει από την εγγραφή. Δεν λέω πως ο γέροντας Ellisείναι εκείνος που κανονίζει την… ταχύτητα του session, είναι όμως σίγουρο πως οι υπόλοιποι τρεις πράττουν ό,τι περνάει από τα χέρια και από… το στόμα τους, προκειμένου να δημιουργήσουν μιαν ατμόσφαιρα θαυμάτων. Το άλμπουμ επιβάλλεται δια των αργών ρυθμών του, με τα υπέροχα soliστο τρομπόνι του Delfeayo (είναι σκέτη απόλαυση να τον ακούς, σ’ αυτό το απίθανο όργανο), το μεστό/διακριτικό παίξιμο τού πατέρα, και βεβαίως το λεπταίσθητο rhythmsection(που όταν θέλει, σε μια-δυο φάσεις, μπορεί και ν’ αγριέψει – “Sesamestreet”). Ενδιαφέρουσα, όμως , δεν είναι μόνον η μουσική που ακούγεται στο “The Last Southern Gentlemen” (η μελωδία του “Autumnleaves”, ενός τόσο κλασικού κομματιού, λίγες φορές ξεχύνεται με τόσο αίσθημα) είναι και το όλον πακέτο με τις κοινωνιολογικές/ αισθητικές και άλλες τινές σημειώσεις του Delefayo(μια επίτομη προσέγγιση του κοινωνικού meltingpotτου αμερικανικού νότου… και μέσα από προσωπικές αναμνήσεις/εμπειρίες, αλλά ταυτοχρόνως και μια οριζόντια ενοποιητική αντίληψη της ίδιας της ιστορίας της jazz), που αναβιβάζουν τη συγκεκριμένη έκδοση στο επίπεδο του «έργου».
Το είπα και στην αρχή. Η οικογένεια Marsalisτο έχει πάρει «προσωπικά» το θέμα με την ρίζα και την ιστορία της jazz, είναι αλήθεια αυτό… αν και –κι αυτό το ξαναλέωτι μπορεί να προσάψεις σε κάποιον που μεγάλωσε με τη μουσική του τόπου του (Νέα Ορλεάνη) και που επιθυμεί (αυτή την ίδια μουσική) διακαώς να την προβάλλει;
Επαφή: www.dmarsalis.com

ΠΑΥΛΟΣ ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΣ πού να γυρίζεις

$
0
0
Κείμενα-σχέδια: Κώστας Σπανάκης, από το περιοδικό Πολιτιστική (Έκδοση του Συλλόγου Υπαλλήλων Εθνικής Τράπεζας), αριθ.16, Απρίλιος-Μάιος-Ιούνιος 1987

KARLHEINZ STOCKHAUSEN κόσμος

$
0
0
Το αφιέρωμα της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών την Κυριακή 7/12 στον KarlheinzStockhausen(1928-2007), τον συνθέτη που σφράγισε με τη μουσική του το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, είναι χωρισμένο σε δύο μέρη. Στο πρώτο (16:00-20:30) θα αναπτυχθούν ποικίλες δράσεις σε όλους τους χώρους του κτηρίου με ελεύθερη είσοδο –οι δράσεις αφορούν στη μετάδοση ηλεκτρονικών έργων του Stockhausenσε τετράφωνη εκδοχή, έκθεση παρτιτούρων, βιβλίων και τεκμηρίων, προβολές ταινιών κ.λπ.–, ενώ στο δεύτερο (21:00) θα παρουσιαστούν χαρακτηριστικά έργα του στη Μικρή Σκηνή, από σολίστες και σύνολα (6daEXIt Improvisation Ensemble, Open Score Project, Σύνολο Πειραματικής Μουσικής του Μουσικού Λυκείου Παλλήνης).
Δεν είναι εύκολο να προσεγγιστεί, με απλές γραμμές, η «περίπτωση Stockhausen», επειδή το έργο τού φυσικού ηγέτη της Σχολής του Darmstadt είναι και τεράστιο, απλωμένο σε περισσότερο από 50 χρόνια προτάσεων και δράσεων, και πολλάκις επιδραστικό, όχι μόνο στο χώρο της «σύγχρονης μουσικής» και της πρωτοπορίας (ηλεκτρονικής ή άλλης), μα ακόμη και σ’ εκείνο της ποπ. Και τούτο, το τελευταίο, είναι επίσης σημαντικό.
Για παράδειγμα δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός πως ο Stockhausenυπήρξε μία από τις «εικόνες» των Beatles, όταν οι Βρετανοί άρχισαν να αλλάζουν την κατεύθυνση της δικής τους μουσικής και κατ’ επέκταση ολάκερης της ποπ, μετά τα μέσα του ’60, τιμώντας τον όχι μόνο με την παρουσία του στο εξώφυλλο του «Sgt. Pepper's Lonely Hearts Club Band» (1967), αλλά και με τις ολοφάνερες αναφορές στη μουσική του στο «Adayinthelife» και στο «Revolution 9» (από το «WhiteAlbum»). Επίσης ο FrankZappaκαι οι MothersofInventionμνημονεύουν το όνομά του στο μέσα μέρος του coverτου «FreakOut!» (1966), ως έναν από τους ανθρώπους που έπαιξαν ρόλο στη διαμόρφωση της μουσικής τους, ενώ στο μίνι βιογραφικό του PeteTownshendτων Whoστο οπισθόφυλλο της αμερικάνικης έκδοσης του «HappyJack» (1967) διαβάζουμε: «HeisverytalentedmusicianandanoutspokenpersonwithaninterestinStockhausen, brandyandpainting». Περαιτέρω οι αναφορές στη μουσική του από τους «ήρωες» του ’60 (JeffersonAirplane, GratefulDead…), μέχρι τον AphexTwinκαι την Björk και βεβαίως η καθοριστική συμβολή του στη γέννηση και την εξέλιξη του krautrockσυνηγορούν και αυτές στην πλατιά επίδραση και σημασία του έργου του.

Η συνέχεια εδώ… http://www.lifo.gr/team/music/53644

ΜΕΝΗΣ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑΣ ο αφανισμός των νοικοκυραίων

$
0
0
Ο απροσδόκητος, βίαιος χαμός τουΜένη Κουμανταρέαμε «ανάγκασε» να κατεβάσω ξανά από τη βιβλιοθήκη ένα από τα πιο αγαπημένα μου ελληνικά πεζογραφήματα, τη συλλογή διηγημάτων Τα Καημένα, που εκδόθηκε για πρώτη φορά στον Κέδρο το 1972. Από ’κει άρχισα να ξεφυλλίζω διαβάζοντας με μια δόση άγχους το εκπληκτικό, πυρετικό Άγια Κυριακή στο Βράχο, ένα από τα πιο… αιματοβαμμένα αφηγήματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Ο Κουμανταρέας ήταν θαυμαστής του Edgar Allan Poe (είχε μεταφράσει εξάλλου το A Descent into the Maelström, ως Στη Δίνη του Μάελστρομ) και σ’ αυτό το διήγημά του (στην Άγια Κυριακή…) φαίνεται βαθύτατα επηρεασμένος από το The Narrative of Arthur Gordon Pym of Nantucket, δηλ. την Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ. Να πω επίσης πως ένα απόσπασμα από την Άγια Κυριακή στο Βράχοδημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο καθοριστικό, γιατί όχι και θρυλικό βιβλίο Δεκαοχτώ Κείμενα [Κέδρος 1970] – ένα βιβλίο που συνδέθηκε με το γενικότερο πνεύμα αντίστασης προς τη δικτατορία. Η ναυτική να-την-πούμε ιστορία του Κουμανταρέα, που μπορεί σε κάποιους να θυμίσει την ταινία TheFog (1980) του JohnCarpenterή τη νουβέλα TheMist(1980) του StephenKing, για να μη μιλήσω για τα ζόμπι του GeorgeRomero–εμένα με παραπέμπει και στην ανατριχιαστική ιστορία The Upper Berth (1894) του Francis Marion Crawford, που την διάβασα κάποτε ως Η Πάνω Κουκέτασ’ ένα βίπερ της Ωρόρα σε μετάφραση Γιώργου Μπαλάνου– είναι ένα απροσδόκητο, όσο και ελληνικότατο, διήγημα τρόμου, που πάντα θα λειτουργεί και σ’ ένα συμβολικό επίπεδο.
«Ένα τσούρμο παλιοί ναυτικοί, κουτσοπίνοντας ένα βράδυ σ’ ένα καπηλειό, διηγούνται μια παράξενη ιστορία: το πώς, κάποτε, ένα τσούρμο θεατρίνοι πήγαν σ'έναν τόπο, που μπορεί να ’ταν η Λήμνος, η Χαλκιδική ή η άγρια Μάνη, να δώσουν μια παράσταση για τους νοικοκυραίους· το πώς αντίς για την παράσταση, έδωσαν μια άγρια κι αιματόβρεχτη γιορτή· το πώς, μέσα απ’ όλους τους νοικοκυραίους, γλίτωσε ένα κορίτσι μόνο, η Αγερινή, που στο κατόπι μπάρκαρε κι αυτή κρυφά, παίρνοντας μέρος σ’ άλλες παραστάσεις, το ίδιο άγριες κι αιματόβρεχτες...».
(...)Την καρδιά της νύχτας να σχίζει ένα καράβι·απ’ όπου κι αν το κοίταγες έμοιαζε κάστρο ετοιμοπόλεμο, το κάθε ξάρτι σπαθί υψωμένο, κι οι μάσκες της πλώρης, βοηθώντας το σκοτάδι, άδηλες μες στα που μέλλονταν. Κι όπως το καράβι άραζε σβηστό σε νέκρα, άξαφνα απ’ την κουβέρτα, τη γέφυρα, υψώθηκαν παντού φλόγες πυρσοί κι αντάμα σάλπισμα βουερό που έσχιζε την ακοή και βύθιζε την ψυχή σε αγωνία. Κι όπως ανοίγει μια αυλαία, έτσι και οι αιώρες ξεκρεμάστηκαν ψηλά απ’ τα ξάρτια και μεμιάς σ’ ανεμόσκαλες μεταμορφώθηκαν με γάτζους σκαλώνοντας στην προκυμαία. Και πλήθος ντυμένοι πανοπλίες, δόρατα και περικεφαλαίες βάλθηκαν να κατεβαίνουν.
Κατηφόριζαν μυρμηγκιές από δαύτους, άλλοι κρεμάμενοι από τα παλαμάρια κι άλλοι ένα με τα σκαλιά τρέχοντας και με φωνές τραχιές που άλλα στη γλώσσα τους σήμαιναν κι άλλα στη δικιά μας. Στο μεταξύ στην παραλία ο κόσμος να στέκει βουβαμένος, μιας κι έργο πολεμικό κανείς τους δεν περίμενε και μάλιστα με περισσό ρεαλισμό παιγμένο, που έκανε μες στις βελάδες και τα βαριά βελούδα τις καρδιές να σφίγγουν. Και σαν για να διαλύσει και τη στερνή ελπίδα, από το μεσιανό φλόκο ανέβηκε λαχανιαστή και στάθηκε ψηλά νεκρολογώντας, η σημαία του καραβιού.
Κι ευθύς όσοι από τους θεατές, εκείνοι που πρώτοι στέκονταν στη σειρά, ένιωσαν τα σπαθιά να τους αγγίζουν, ύστερα να τους περνάν, έσυραν τη φωνή. Ακολούθησε θρήνος γενικός που τον έπνιγαν η κλαγγή των όπλων κι ο χτύπος τής μιας ασπίδας πάνω στην άλλη, καθώς όλες προχωρούσαν σε μέτωπο, ολοένα συγκλίνοντας απ’ τα πλάγια σε σχέδιο σατανικό. Κι όσοι πάσχιζαν να ξεφύγουν απ’ τη μια φάλαγγα, παρευθύς έπεφταν πάνω στην άλλη, καταντώντας μεταξύ τους να συγκρούονται, ο ένας στον άλλον πάνω ρίχνοντας μούτρα παραμορφωμένα απ’ την τρομάρα. Κι όσοι πάλι ξεγλιστρώντας κατόρθωναν να το σκάνε, με τα τέσσερα έτρεχαν να σωθούν κατά τα πρώτα σπίτια. Όμως απ’ τα παράθυρα ειδοποιημένοι οι προνομιούχοι των θεωρείων, είχαν φροντίσει κιόλας με τις αμπάρες τις πόρτες ν’ ασφαλίσουν. Κι όσο κι αν άκουγαν χτύπους και φωνές δεν έλεαν ν’ ανοίξουν σε κανέναν, ας ήταν γι’ αδέρφι, για παιδί, μάνα είτε πατέρα. Κι εδώ ταιριάζει η παροιμία·στου κουφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα.
Κι όσοι πάλι απ’ τους Βραχιανούς στις βάρκες πρόσφευγαν, ώσπου να λύσουν κάβο και να ξανοιχτούν, τους πρόφταναν αναμμένοι δαυλοί που στριφογυριστοί απ’ το καράβι εκτόξευαν οι θεατρίνοι, κι έβλεπες τις βάρκες στον αέρα να τινάζονται, σκορπώντας αδιάκριτα κομμάτια ξύλο και σάρκα. Και σαν για να τονίσει σε θρίαμβο τη σφαγή, το αίμα κοχλακιστό πηδούσε συντριβάνι, κι ήταν οι φωνές στριγγές κι άλλες βραχνές, ανάλογα το λεπτό, την ώρα.
Κι ολοένα δρόμο το δρόμο, σκαλί την ανηφόρα οι κουρσάροι, μιας κι είναι καιρός πια να τους πούμε με τ’ όνομά τους, ξεχύνονταν κι αφάνιζαν τους νοικοκυραίους. Τους άντρες σκότωναν επί τόπου, τις γυναίκες έπιαναν σκλάβες, και σαν καμιά έμορφη πολύ της έκοβαν τις ρόγες και καρφωμένες στα δόρατα πάνω προχωρούσαν τροπαιούχοι.(…)
Καίγονταν σπιτικά, σώνονταν ζωές, κι οι γριές κατάκοιτες κι οι γέροι ραχητικοί αφανίζονταν και με τα ροκανίδια πλάγιαζαν σε φριχτή συντέλεια της σάρκας. Κι ήταν το θέαμα της πολιτείας μελανό και κόκκινο σαν πρησμένο κορμί από κακιά αρρώστεια κι ο ουρανός μπλάβος και στυγνός κι έβρεχε ασταμάτητα φωτιά και αίμα κι η σκηνή όλη θόλωνε σαν λάμπα απ’ την αθάλη.
Κι έμοιαζαν ανοιγμένες οι ρομφαίες τ’ ουρανού, κι έτρεχαν λογιώ-λογιώ τέρατα άλλα με φτερά, άλλα με ρόδες πάνω ή δεκανίκια, και μέδουσες, και σφίγγες και πληγές λεπρών κι αφροδίσια, και κροτούσε μουσική από τα έγκατα της γης κι αλάλαζαν κύμβαλα, σκύμβαλα κι άλλα τούμπανα της φρίκης.
Κι όλοι περίμεναν πως απ’ ώρα σ’ ώρα θα σχίζονταν ο έβδομος από τους ουρανούς και τρομερό θα φανερωνόταν το Πλάσμα που κυβερνούσε τυφλά πάνω στους τυφλούς. Όμως τέτοιο σχίσμα δεν έλεε άλλο ν’ ανοίξει, παρά ήταν από τ’ αρχαία χρόνια στομωμένο πίκρες και ρόζους και χαλάσματα και μόνη η πνοή της καταστροφής αντηχούσε στείρα, σπέρνοντας την ορφάνεια, τη λαγνεία, λογιώ-λογιώ καταδίκες σε δίκαιους πάνω κι άδικους, άδικα μοιρασμένες, γι’ αυτό και χρεία καμιά να πάρει τέλος ένας τέτοιος ξολοθρεμός για ν’ απαλύνει.(…)
Κι όταν πια η καταστροφή καταλάγιασε κι η όψη των αιματόβρεχτων κουρσάρων πήρε να μερεύει, ένας-ένας, ύστερα όλοι μαζί σα ταχτικός στρατός πήραν το δρόμο της επιστροφής κι έμεινε η πολιτεία γυμνή σε φρίκη. Τι ήταν σκοτάδι πίσσα, καθώς πολλοί απ’ τους πυρσούς σβηστοί, αλλιώς θάχαν να δουν τα μάτια σας τόσα κορμιά και τόσο φριχτά βουτηγμένα στο αίμα τους καθώς και στο αίμα των διπλανών, που θα τρελαίνονταν τα μάτια σας, θα σάλευε το λογικό σας. Γιατί μόνο σε βιβλία κρατιούνται τέτοιοι λογαριασμοί κι αυτοί αναιμικοί, μιας και σπάνια βρίσκει κανείς το κουράγιο σωστούς να τους κρατάει.(…)
Τέτοια περίπου στάθηκε, όπως μας κληροδοτήθηκε, κι όπως μέσα από το κυανοκυάλι πέρασε του ξένου καραβιού, η παράσταση που δόθηκε από τους θεατρίνους στη ναυτική πολίχνη που ονομάσαμε Βράχο, μια Κυριακή στις οχτώμιση το βράδι.

HERMES RECORDS σύγχρονη μουσική από το Ιράν

$
0
0
Τον τελευταίο καιρό έφθασε στα χέρια μου μια σειρά ιρανικών CD (αυθεντικών ιρανικών εννοώ) με σύγχρονες «προχωρημένες» μουσικές, παραγωγές της εξαιρετικής εταιρεία HermesRecords. Τα CDεισάγονται στην Ελλάδα από την Recordiscκαι είναι εξαιρετικής… εξωτερικής ποιότητας. Ο Ramin Sadighi, ιδρυτής της εταιρείας, έχει ως πρότυπο την ECM, έτσι οι παραγωγές του μοιάζουν πολύ (και σε όλα) με τις αντίστοιχες του γερμανικού label. Από μουσικής πλευράς; Το ίδιο ή και… περισσότερο ενδιαφέρουσες!
Η παραπληροφόρηση (ή και η ανυπαρξία πληροφορίας) για τα μουσικά τεκταινόμενα στο Ιράν είναι φοβερή, αφού γράφονται και ακούγονται απίστευτες βλακείες (και όχι μόνο στην Ελλάδα). Παλαιότερα είχα διαβάσει σε αγγλικό έντυπο ή siteπως… απαγορεύεται δια ροπάλου οι Ιρανές να ασχολούνται με τη μουσική, ακόμη και αν αυτή είναι παραδοσιακή φυσικά, αν ανοίξεις τα bookletsτων ιρανικών CDτης Hermesθα δεις γυναίκες να παίζουν (και) δυτικά όργανα, απλώς φορώντας τις μαντήλες τους. Τι επιζητούν ορισμένοι, δεν μπορώ να καταλάβω. «Νοσταλγούν»την εποχή του εγκληματία Σάχη, όταν η χώρα εκδυτικοποιείτοδια της βίας, φθάνοντας σε εκτρωματικές καταστάσεις; Αντί να δούμε τα δικά μας χάλια, όπου μας έχουν βάλει τα δυο πόδια σ’ ένα παπούτσι οι δανειστές, αδιαφορώντας για την απίστευτη, για καιρό ειρήνης, ανθρωπιστική κρίση της ελληνικής κοινωνίας, καθόμαστε και συζητάμε –συζητούν ορισμένοι δηλαδή– για το πώς θα απελευθερωθεί το… ιρανικό underground! Βλέπεις έχουμε πολλή δημοκρατία στον τόπο μας και θέλουμε να κάνουμε κι εξαγωγή… Ρε άιντε από ’κει πέρα... με τα χαϊβάνια...
Κάνω copy-pasteδυο βασικά λόγια από το siteτής Hermesγια τον τρόπο της, πριν προχωρήσω σε μια παρουσίαση των άλμπουμ…
There is no reason for Music. It simply exists. Hermes Records was founded in Winter 1999 aiming to produce and promote modern persian music, discover creative musicians and help artists approach new horizons. While the music industry in Iran is devoting most of its attention to popular and traditional genres, artists from diverse backgrounds have been brought together to explore common understandings and new musical colorings under the slogan Music for Music. The trust of talented persian musicians as well as artists from abroad has helped us walk through this path and continue searching for new ideas”.
HOOSHYAR KHAYAM – Strings – IRAN. Hermes HER-066 – 2012
Γεννημένος στο Λονδίνο το 1978, ο HooshyarKhayamανήκει στη νέα γενιά των πιανιστών-συνθετών του Ιράν. Στο άλμπουμ “Strings” παρουσιάζονται έξι έργα του. Ας τα δούμε ένα-ένα. α. “Stainedglass” έργο για πιάνο (JuliettaVardanyan) και StringOrchestraμε κινηματογραφική αφήγηση, που συνδυάζει δυτικά και orientalστοιχεία, με έμφαση στον μελωδικό διάκοσμο, β. “AutumnSonata”, έργο για βιολί (LusineAghababyan) και πιάνο με έντονα λυρικά και ρομαντικά στοιχεία, γ. “Chang”, έργο για τσέλο (AramTalalyan) και πιάνο, κατά βάση μια συνομιλία πιάνου-τσέλου, όπου εκτός από τον λυρισμό ανιχνεύεται και πειραματική διάθεση με στοιχεία jazz-improvστο “MovementII”, δ. “ConcertoforCelloandStringOrchestra”, ένα μεγαλειώδες έργο, με βαθιά παιξίματα στο τσέλο (στο “MovementII” ακούμε αραβική κλασική μουσική), ε. “WinterSonata”, μελωδικό για τσέλο και πιάνο, ωραίο αν και κάπως παλιομοδίτικο και στ. “AProperOpening” (για StringQuintet) ένα αλέγκρο και οπωσδήποτε ευχάριστης διάθεσης έργο. Το άλμπουμ είναι ζωντανά ηχογραφημένο στο KomitasChamberMusicHall, τον Μάρτιο του 2010, στο Yerevanτης Αρμενίας.
SAHBA AMINIKIA – Miniatures – IRAN. Hermes HER-067 – 2012
Γεννημένος το 1981 στην Τεχαράνη ο Aminikiaσπούδασε μουσική στη Ρωσία, στην Πόλη του Αγίου Πέτρου και αργότερα στην Αμερική (εκεί που σήμερα ζει). Το “Miniatures” είναι ένα άλμπουμ έξι συνθέσεων. Το “ProPatria” (ακούγεται το NewMusicEnsembleoftheSanFranciscoConservatoryofMusic) διακρίνεται για την αγχωτική εξέλιξή του. Στο “Oneday: Tehran-StringQuartetNo. 2” για δύο βιολιά, βιόλα, τσέλο, έχουμε κατά βάση ένα κουαρτέτο εγχόρδων, που δημιουργεί μία μουσική δωματίου με αναφορές στον BélaBartók. Στο “Elegy”, το λέει και η λέξη, έχουμε να κάνουμε με μια ελεγεία αφιερωμένη στα 60 Αφγανόπουλα που σκοτώθηκαν από τους Αμερικανούς τον Αύγουστο του 2008 σ’ ένα χωριό, κατά τη διάρκεια μιας αεροπορικής επιδρομής. Βιόλα και τσέλο, σε βαριά, πένθιμα μοτίβο. Η “Suiteforjuststeelguitar” με τον ElliotSimpsonστο γλυκόλαλο όργανο, είναι ό,τι πρέπει για τους λάτρεις του οργάνου, αλλά και για όσους γουστάρουν να ανιχνεύουν σε τέτοιου είδους μουσικές bluesή και… ρεμπέτικες κλίμακες. Οι “Miniatures” είναι συντεθιμένες και παρουσιασμένες για βιολί και πιάνο. Πρόκειται για ένα εύθυμο έργο, από το οποίο λείπουν μόνο τα λόγια για να ήταν τραγούδι. Στο “Reng” τέλος ακούμε τον SahbaAminikiaνα αυτοσχεδιάζει στο πιάνο.
FAROKHZAD LAYEGH – Sus-Septed Tempus – IRAN. Hermes HER-068 – 2012
ΣτοCD ακούμετονArsalan Kamkar σεβιολί, βιόλακαιτονFarokhzad Layegh σετσέλο. ΟιτίτλοιτωνκομματιώνείναιταεπτάTempus (I-VII), μεbonus track το 9λεπτο“Enunciation in the age of distress” (ένακομμάτιγιαString Quartet). Όπως λέει και ο ίδιος ο FarokhzadLayegh… το “Sus-SeptedTempus” αποτελεί μια προσπάθεια εισαγωγής πολλών διαφορετικών στοιχείων στο κυρίως σώμα της ιρανικής κλασικής μουσικής. Αν τα παραδοσιακά ιρανικά όργανα συμβόλιζαν κάποτε την στρατηγική της πνευματικής απελευθέρωσης, εδώ τον ρόλο αυτό επωμίζεται ένα δυτικό κουαρτέτο εγχόρδων. Πρόκειται για ένα έργο εντυπωσιακό, μελοδραματικό, με φοβερά παιξίματα στο τσέλο και θεσπέσιες αραβικές μελωδίες, έντονο και δυναμικό.
PEYMAN YAZDANIAN – Echoes from Distand Lands – IRAN. HermesHER-069 – 2012
Πρόκειται για συλλογή κινηματογραφικών μουσικών του σπουδαίου συνθέτη PeymanYazdanian. Τα tracks1-8 αφορούν στην ταινία BuddhaMountain(σκηνοθεσία του Κινέζου LiYu, από το 2010). Η μουσική είναι γραμμένη για τσέλο, κιθάρα, πιάνο, σύνθια και stringsection (με τον ίδιο τον Peymanστο πιάνο και τα πλήκτρα). Εντυπωσιακές μουσικές, ατμοσφαιρικές, με πλέρια ρυθμικά στοιχεία, πλούσιες στις ενορχηστρώσεις τους και με την «ικανότητα» να δημιουργούν εικόνες. Τα tracks9-14 αφορούν στην ταινία SummerPalace(μια κινεζογαλλική παραγωγή του 2006 σε σκηνοθεσία LouYe). Κι εδώ δύο βιολιά, βιόλα τσέλο, ντραμς, φωνητικά, κιθάρα και πιάνο δημιουργούν το σύνολο των ηχοχρωμάτων. Πένθιμη μουσική (θυμίζει κάπως τα soundtracksτης Ελένης Καραΐνδρου για τις ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου), απλωμένες μελωδίες, μεσογειακές αναφορές κι ένα mid-tempotrackστη μέση (“Summerpalace4”) που λέει πολλά. Τα tracks15-21 σχετίζονται με την ταινία SpringFever(επίσης κινεζογαλλική παραγωγή του 2009 σε σκηνοθεσία LouYe) που κέρδισε το GoldenHorseγια το BestOriginalSoundtrackστο TaiwanInternationalFilmFestivalτο 2010. Τσέλο, όμποε, κλαρινέτο, μελόντικα, ντραμς, κρουστά, πιάνο, σύνθια σε έξοχους συνδυασμούς. Εδώ το όμποε κάνει τη διαφορά, ενώ και κάτι κρουστά που ακούγονται σανzither (με παραδοσιακές κινέζικες αναφορές) δίνουν άλλο τόνο στην ηχογράφηση. Οι μελωδίες επίσης είναι εμπνευσμένες, τα drumsενίοτε ακούγονται σαν σε dubrecording(!), την ώρα που οι λίγες νότες πιάνου και το γενικότερο αίσθημα αφήνουν κάτι από Vangelis. Τα tracks22-27 επενδύουν το φιλμ ForbiddenChapter(ιταλογαλλική παραγωγή του 2006 σε σκηνοθεσία FariborzKamkari). Πρόκειται για εγγραφή από το DoholStudioτης Τεχεράνης για δύο βιολιά, βιόλα, τσέλο, dafκαι πιάνο. Η μουσική θυμίζει κάπως εκείνη του BuddhaMountain, χωρίς όμως τα ρυθμικά στοιχεία
NIMA A. ROWSHAN, ARDAVAN VOSSOUGHI – Silence-Rest – IRAN. HermesHER-070 – 2012
Το άλμπουμ περιλαμβάνει συνθέσεις των NimaA. Rowshanκαι ArdavanVossoughi. Το “DarkClouds” (για pianoquintet) του Rowshanείναι ένα ευχάριστο κομμάτι, με το πιάνο σε ρόλο περιγραφικό και με τα έγχορδα να μελωδούν, ενώ το “StringQuartetNo.1” έχει περισσότερη περιπέτεια εντός του. Minimalαλλού, αλλού με κάποιες πειραματικές νύξεις, μου έφερε στο νου την «Κάθοδο των Εννέα» του Μιχάλη Χριστοδουλίδη (λόγω βιόλας; – ίσως). Φοβερό το τελευταίο ρυθμικό μέρος (κάπως σαν… Χριστόδουλος Χάλαρης της παλιάς εποχής). Το “DevelopmentofSilence” (για StringQuartet) του ArdavanVossoughiείναι αφιερωμένο στον GiyaKancheli (ένα ατμοσφαιρικό, πομπώδες, σαν προσευχή θέμα, με… θεόπνευστη αφήγηση), ενώ το “Pairika” (για guitarquintet) είναι ένα παράξενο trackμε κιθαριστικά… clusters, υπέροχα κλασικά ηχοτοπία α λα DeFalla, stringsκρεσέντα, αραβο-ισπανικές αναφορές, και όλα τούτα χωρίς να χάνεται το, μόνιμο, λυρικό υπόβαθρο.
NIK BARTSCH’S RONIN – Rea – IRAN. HermesHER-071 – 2012
Πρόκειται για την επανέκδοση ενός παλαιότερου ελβετικού CDτων σπουδαίων NikBärtschsRoninαπό το 2004 (για το “Rea” ο λόγος), λίγο πριν το γκρουπ υπογράψει με την ECM. Συμμετέχουν οι: NikBärtschπιάνο, fenderrhodes, BjörnMeyerμπάσο, AndiPupatoκρουστά, KasparRastντραμς και Shaμπάσο κλαρίνο (ακούγονται όμως κι άλλα όργανα). Λίγα λόγια για τα πέντε tracks. Το “Modul 27” (10:05) είναι ένα μονότονο, minimalκομμάτι, με ανεπαίσθητα γεμίσματα από το μπάσο κλαρίνο (σχεδόν όλα τα όργανα είναι ρυθμικά) και με guestsτους ThomyGeigerτενόρο σαξόφωνο και MichaelGassmannτρομπέτα. Στο “Modul 22” (16:38) προσέχουμε την κρουστή εισαγωγή, τα αργά γεμίσματα με… κάτι σαν έγχορδα, αλλά και μετά τα τρεισήμισι λεπτά την κιθάρα, που συμπλέει με μια βραζιλιάνκη ρυθμολογία. Το “Modul 18” (6:45) είναι ένα ατμοσφαιρικό, minimaltrack, στο οποίο πρωταγωνιστούν τα πλήκτρα. Στο “Modul 26” (18:14) η εισαγωγή και το ρυθμικό τμήμα παραπέμπει σε bossa. Έχουμε επίσης κρουστά γεμίσματα, αργή αλλά μαγική ανάπτυξη με minimalpianoplaying– και βεβαίως, εδώ, είναι μεγάλη η συμβολή των κρουστών και του μπάσου (με τις επαναλαμβανόμενες φράσεις τους). Το “Modul23” (12:35) είναι ίσως το πιο… lightκομμάτι του CD, αν και στηρίζεται κι αυτό στη ρυθμική επαναληπτικότητα, παρουσιάζοντας ένα σχεδόν fusionκλείσιμο με το fenderRhodesμπροστά.
Αυτά…  για μιαν εταιρεία με συνεχείς παραγωγές και αναμφισβήτητο ενδιαφέρον.
Τα CDτης Hermesμπορείτε να τα βρείτε στο δισκοπωλείο Art Nouveau στα Εξάρχεια, e-mail:psynkont@otenet.gr

JAZZ ORKESTAR RADIO-TELEVIZIJE BEOGRAD στην Αθήνα πριν 35 χρόνια

$
0
0
Πριν κάποιο καιρό (μπορεί και τώρα) συνέβαινε το εξής… μυστήριο. Παρακολουθώντας διάφορες playlistsευρωπαίων κυρίως DJs, που υπήρχαν διάσπαρτες στο δίκτυο, παρατηρούσα μία συχνή, συχνότατη αναφορά σε ορχήστρες ενός «αλλοπρόσαλλου» swingαπό το πρώην κομμουνιστικό μπλοκ. Ενώ, ας πούμε, σπανίως συναντούσες τα κλασικά αμερικανικά ονόματα (DukeEllington, CountBasieκ.ά. – αν και που και που πεταγόταν κανένας StanKenton…), έβλεπες την ίδιαν ώρα να δίνουν και να παίρνουν οι μεσαίες ή οι μεγάλες μπάντες του GustavBrom, του KarelKrautgartnerκαι του VaclavZahradnikαπό την πρώην Τσεχοσλοβακία, οι ορχήστρες της Λοτζ ή της Κατοβίτσε από την Πολωνία, η SofiaOrchestraκαι η VarietyOrchestraτης Βουλγαρικής Ραδιοτηλεόρασης, τα πολυμελή σχήματα του Ανατολικογερμανού ManfredKrug κ.ο.κ.Ποιοι να ήταν, άραγε, οι λόγοι, για τους οποίους συνέβαινε κάτι τέτοιο; Θα απαντούσα αμέσως-αμέσως… δύο ειδών. Εξωκαλλιτεχνικοί και αμιγώς καλλιτεχνικοί. Στους πρώτους θα έβλεπα μία γενικότερη νοσταλγική διάθεση, που πάντα θα βασανίζει (ενίοτε και με τη σωστή έννοια...) ένα κομμάτι του λαού και ακόμη, τα πιο πρόσφατα χρόνια, το παγκόσμιο μάρκετιν το σχετικό με τα παλαιοκομμουνιστικά προϊόντα ύλης και πνεύματος, τα gadgetsκ.λπ. Ας πούμε, υπάρχουν πολλοί ανά τον κόσμο που δεν είναι νοσταλγοί του Erich Honecker, και οι οποίοι θα έδιναν αμέσως κάμποσες χιλιάδες ευρώ για ένα καλοδιατηρημένο Trabant. Όσον αφορά στους δεύτερους (λόγους), που μας ενδιαφέρουν τώρα περισσότερο, θα έλεγα κάτι που θα ακουστεί παράξενο ή ίσως και αιρετικό. Το ανατολικοευρωπαϊκό swingδεν έχει όμοιό του στα παγκόσμια τζαζ χρονικά. Γιατί συνέβαινε/συμβαίνει αυτό; Γιατί βρέθηκε να έχει τεράστια άνθηση σε μιαν εποχή, στα sixtiesκαι τα seventies, όταν το αμερικανικό είχε περίπου σβήσει.
Νωρίτερα από πολλούς άλλους οι Ανατολικοευρωπαίοι αντιλήφθηκαν πως οι πολυμελείς τζαζ μπάντες δεν θα είχαν κανένα μέλλον αν δεν σουίνγκαραν τα ποικίλα παραδοσιακά ηχοχρώματα (των διαφόρων χωρών) και, επίσης, αν δεν δανείζονταν, ενσωματώνοντάς τον μαγικά στις ενορχηστρώσεις, τον τύπο και τη φόρμα του rock (ή του jazz-rockαν προτιμάτε). Έβλεπες λοιπόν μια κλασική μπάντα αποτελούμενη από 5-6 σαξόφωνα, τις ανάλογες τρομπέτες και τα τρομπόνια, πιάνο, κρουστά και τα λοιπά, να πλαισιώνεται από ηλεκτρικές κιθάρες και bassguitars, fenderrhodes, hammond, συστοιχίες ντραμς, δημιουργώντας έναν ήχο απρόσμενα groovy.
Επειδή το θέμα δεν θέλω να το τραβήξω περισσότερο θα πω απλώς, και ορθά-κοφτά, πως το διπλό LPτης (πρώην) γιουγκοσλαβικήςJazzOrkestarRadio-TelevizijeBeogradυπό τον τίτλο “(1948-1978) DirigentVojislavSimić” [YUGRTBLP4203/4204, 1979], που επανεκδόθηκε τόσο σε CDόσο και σε 2LPαπό την CosmicSoundsτο 2005, δεν επιβεβαιώνει μόνον όσα προανέφερα, αλλά κατατάσσεται κιόλας μεταξύ των ωραιότερων «μπιγκμπαντικών» εκδόσεων ανεξαρτήτου εποχής και προέλευσης. Milan Stojanović (φλάουτο, τρομπέτα), Slobodan Marković(όργανο), Zoran Jovanović (ηλεκτρικές κιθάρες), Duško Gojković (τρομπέτα), Borislav Roković (πιάνο) και καμμιά δεκαπενταριά ακόμη μουσικοί (ανάμεσά τους και ο βρετανός τενορίστας AlanSkidmore!) σ’ ένα ανελέητο πρεσάρισμα διάρκειας 75 λεπτών, στον ίδιο βαθμό χορευτικό και… συγκινητικό, που μόνον οι Βαλκάνιοι έχουν τα κότσια να παρουσιάσουν.
Την περίοδο της μεγάλης δόξας της η JazzOrkestarτου RTBέρχεται για εμφανίσεις στην Αθήνα. Το τριήμερο 11-13 Δεκεμβρίου 1979 η ορχήστρα δίνει συναυλίες στο Θέατρο Αλίκη (στα πλαίσια της Έκφρασης ’79) με σύνθεση φοβερή. Πάντα υπό την διεύθυνση τουVojislavSimić θα βρεθούν στο αθηναϊκό πάλκο οι Eduard Sađil, Milan Stojanović, Georgi Dimitrovski, Predrag Krstićκαι πολλοί άλλοι, ανάμεσά τους δε και μία από τις μεγαλύτερες τραγουδίστριες της jazzπου ανέδειξε η παλαιά Γιουγκοσλαβία, η Nada Knežević. Ο Μέμνων Κωττάκης στη Μουσική(τεύχος 26, 1/1980) μας πληροφορεί πως το πρόγραμμα είχε αρχίσει με μια σύνθεση του Simić γραμμένη για μια bigband17 μουσικών, πως στη συνέχεια ακούστηκε ένα folkτραγούδι της Γιουγκοσλαβίας (αυτό ήταν!) προσαρμοσμένο στους ήχους της τζαζ, ένα επαναστατικό(;) τραγούδι παιγμένο με δύναμη (αυτό ξαναήταν!), ένα bluesστο οποίο αυτοσχεδίασε ο γέρος Milan Stojanović στο σαξόφωνο «βγάζοντας έναν ήχο που γέμισε όλη την αίθουσα», πως η Nada Knežević τραγούδησε RayCharles, “Roundmidnight”, “Loveforsale” και τέτοια και πως το πρόγραμμα είχε κλείσει με Ellington, Basie, GlenMillerκαι τα σχετικά.
Προσπαθώ να φανταστώ τι μπορεί να συνέβη στο Αλίκη, όταν η JazzOrkestarτου RTB (θα) έπαιξε το “Prolećna Etida”…

ΜΠΑΜΠΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ νέο CD

$
0
0
Ο μουσικός, ορχηστρικός λόγος του πάλαι ποτέ κιθαρίστα των Τρύπες Μπάμπη Παπαδόπουλουείναι παντελώς αυτοδύναμος. Τούτο μπορεί να είναι γνωστό, εν πάση περιπτώσει, και από τις προηγούμενες δουλειές του (βασικά το «Σκηνές από Ένα Ταξίδι» του 2008 και το «Απ’ τη Σπηλιά του Δράκου» το 2010), όμως είναι τώρα με το «Μέσα στον πόνο είν’ η χαρά μεσ’ στη χαρά είναι ο πόνος» [Puzzlemusik, 2014], όταν αυτή ακριβώς η (ορχηστρική) πληρότητα και αυτοδυναμία αποκτά ακόμη πιο σαφή και μετρήσιμα χαρακτηριστικά.

Η συνέχεια εδώ… http://www.lifo.gr/team/music/53725

το πρώτο LP των MY DRUNKEN HAZE

$
0
0
Ορισμένοι, πολλοί, λένε πως ένα rockγκρουπ φαίνεται στο live. Δεν το δέχομαι αυτό, αν τίθεται έτσι με απόλυτο τρόπο. Τα live, όταν είναι καλά οργανωμένα σε «σωστούς» χώρους, βοηθούν στην ωραία εξέλιξη μιας παράστασης και βεβαίως στην αναγνώριση μιας μπάντας –αυτό είναι προφανές–, τι γίνεται όμως όταν οι χώροι είναι ακατάλληλοι, κοινώς «της πλάκας», για τέτοιου είδους καταστάσεις; Πρώην αποθήκες, ας πούμε, απαράδεκτης διαρρύθμισης (για κλαμπ), χωρίς ουδεμία τεχνική μελέτη όσον αφορά στα του ήχου; Ποιο συγκρότημα σ’ ένα τέτοιο χώρο θα μπορούσε να αποδώσει, και πώς θα μπορούσε να κριθεί, δίχως τον άμεσο κίνδυνο να αδικηθεί; Έχω δει τους MyDrunkenHazelive, όμως… μόλις τώρα τους ανακαλύπτω, όπως πρέπει – στο παρθενικό LPτους για την InnerEar. Και λέω «ανακαλύπτω» παρότι έχω ακούσει τόσο το “Gamblinwoman” τους από τη συλλογή “InnPop” [InnerEar, 2013], όσο και το CD-R με τα τρία κομμάτια τους, που κυκλοφόρησαν μόνοι τους πριν κανα-δυο χρόνια.
Το συγκρότημα, κουιντέτο βασικά (MatinaSousPeauτραγούδι, SpirFreliniκιθάρες, HarryKaneκιθάρες, CostasGunnμπάσο, NickZourasντραμς), είναι επηρεασμένο από την ψυχεδελική ποπ του ’60, αλλά και από έναν πιο σύγχρονο ninetiesήχο, που έχει να κάνει με το shoegazingή εν πάση περιπτώσει με το νέο… sunshine. Μέσα σ’ αυτό το σκηνικό μπαίνουν οι MyDrunkenHaze, με τα δικά τους τραγούδια, τις δικές τους συνθέσεις, κάνοντας «παιγνίδι». Θα μπορούσε να είναι, εννοώ, ένα διανοητικό παιγνίδι η psych-pop, διανοητικό όμως μέσα στην απλότητά του. Ξανάκουγα τις προάλλες, ας πούμε, το φοβερό “Things” του Merrell Fankhauser και των H.M.S. Bounty από το 1968 (Δυτική Ακτή, L.A.) και καθώς η μια μελωδία έδινε τη σκυτάλη στην επόμενη, μέσα σε μιαν εμπνευσμένη κατάσταση σαφούς γλυκύτητας και λιτότητας, διερωτήθηκα στον αέρα… Πού είναι αυτό το πράγμα σήμερα; Γιατί όλα έχουν γίνει τόσο σύνθετα και περίπλοκα στην ποπ; Η απάντηση είναι εύκολη. Από τη στιγμή που απουσιάζει η έμπνευση (η βάση δηλαδή), το βάρος ρίχνεται στα… υποστηρίγματα. Στούντιο, ενορχηστρώσεις, μείξεις κ.λπ., κ.λπ. Το «παιγνίδι» έχει χαθεί.
Ακούω τους MyDrunkenHazeκαι χαίρομαι, γιατί ένα ελληνικό συγκρότημα έχει τα κότσια (ok, το κέφι τους κάνουν οι άνθρωποι) να βαδίσει στα ανεξίτηλα χνάρια του παρελθόντος προσφέροντας ουσιαστικά τραγούδια. Ακούω την πρώτη πλευρά του LP… Όλα τα κομμάτια ξεχωρίζουν. Οι αρμονίες στο “Carolwait” είναι καθαρή Δυτική Ακτή, τα κοψίματα, ο τρόπος που το rhythmsectionοδηγεί το τραγούδι, οι στίχοι που λάμπουν μέσα στη σαφήνειά τους (Itssoeasy/ whenyouliveinalie/ butyouwillnever/ learntotry). Τα ίδια για το παραλλαγμένο rhythmnbluesGamblingwoman”, τον λυσεργικό ύμνο “Yellowballoon” (Theresayellowballoon/ flyinghighinthesky/ comesintomyhouse/ keptwonderingwhy), το “Girlwholookslikeaboy” με την ελαφριά garageαισθητική του, το βαρύ Α5 “Pleasingillusions”, που σπάει μέσα σ’ έναν καταιονισμό από keyboards(παίζει ο KingElephantτων BabyGuru, που έχει επιμεληθεί, περαιτέρω, την παραγωγή και τις ενορχηστρώσεις).
Η δεύτερη πλευρά είναι κάπως αλλιώς. Χωρίς να χάνονται οι βασικές ποιότητες του γκρουπ, έτσι όπως εκείνες αναλύθηκαν από το ίδιο στηνSide A, προστίθεται και κάτι ακόμη. Μία δυσοίωνη πινελιά, που αναγνωρίζεται ελαφρώς στα στιχάκια, και κατά έναν τρόπο και στις μουσικές. Εδώ τα κομμάτια είναι τέσσερα – άρα είναι μεγαλύτερες οι διάρκειες, αφού και οι μελωδίες είναι απλωμένες και το τραγούδισμα κάπως περισσότερο «χαμένο». Όλα τα tracksέχουν ενδιαφέρον από το εισαγωγικό “Reflectionsofyourmind” και το “Paperplanes” με τα «ξεθεωμένα» vocalsκαι την κάπως neo-folkεπίγευση, μέχρι το ονειρικό και ελαφρώς punkadelicIwannadreamagain” με τα γρήγορα κουπλέ, το αργό ρεφρέν και το επικό κλείσιμο (με τις κιθάρες και τα πλήκτρα στο βάθος να γεμίζουν) και το έσχατο “Endlessfairytale”, ένα poppsych-gemμε spaceyvibesκαι στίχους σαν και τούτους… “Light/ bring the light/ golden mornings/ starless skies/ it’s my summertime/ call, call my name/ ships are falling/ on the shore/ breaking the dawn”.
Οι MyDrunkenHazeέφτιαξαν ένα ντεμπούτο άλμπουμ, που θα το θυμάμαι για καιρό.
Επαφή: www.inner-ear.gr

Τι θέλουν τέλος πάντων οι «αγορές»; Εκλογές κάθε 100 χρόνια; Ας μας το πουν να τελειώνουμε…

$
0
0
Η κατάσταση έχει ξεφύγει πλέον από κάθε έλεγχο. Οι δανειστές και μέσω αυτών οι «αγορές» δεν καθορίζουν πλέον κάθε χιλιοστό της οικονομικής μας καθημερινότητας, αλλά επεμβαίνουν κιόλας «φόρα παρτίδα» σε κάθε διάσταση της κοινωνικοπολιτικής ζωής. Έχουμε, ως λαός, ή δεν το έχουμε το δικαίωμα να αποφασίζουμε (μέσων των αντιπροσώπων μας) για το πότε θα πάμε σε εκλογές; Απ’ ό,τι φαίνεται δεν το έχουμε, καθότι οποιαδήποτε απόφασή μας θα πρέπει να έχει, κατ’ ουσίαν, την έξωθεν έγκριση. Τέτοιου τύπου σκληρή και εμφανή αποικιοκρατία είχε πολλά χρόνια να ζήσει η Ελλάδα – από την εποχή του Σχεδίου Μάρσαλ, όταν η χώρα μας με βάση το άρθρο Vτης συμφωνίας τής 2/7/1948 δέσμευε τον πλούτο της (ορυκτό ή άλλο) υπέρ των Αμερικάνων.
«Η Ελληνική Κυβέρνησις θα λάβη τα αναγκαιούντα ειδικά μέτρα δια την εκτέλεσιν των διατάξεων της παρούσης παραγράφου, περιλαμβάνοντα την επέκτασιν της ηυξημένης παραγωγής των πρώτων υλών εντός της Ελλάδος και την άρσιν παντός εμποδίου δια την μεταφοράν των πρώτων τούτων υλών εις τας Ηνωμένας Πολιτείας της Αμερικής. Η Ελληνική Κυβέρνησις οσάκις τούτο ήθελε ζητηθή υπό της Κυβερνήσεως των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, θα έλθη εις διαπραγματεύσεις δια την λήψιν των προς εκτέλεσιν των διατάξεων της παραγράφου ταύτης αναγκαίων μέτρων»… Και τα λοιπά, και τα λοιπά…

Τι συνέβη τώρα; Επισπεύτηκαν για τους χι ψι λόγους οι διαδικασίες εκλογής (ή μη εκλογής, ok) Προέδρου Δημοκρατίας. Έχουμε δικαίωμα αυτό να το αποφασίσουμε; Περίπου… Κανείς δεν ξέρει ακριβώς… Στο άκουσμα και μόνο του γεγονότος, και βεβαίως στο ενδεχόμενο να μην εκλεγεί Πρόεδρος και να οδεύσουμε προς εκλογές –μία καθ’ όλα προφανής, ενδεχομένως αναμενόμενη και πάντως τυπική διαδικασία– κατακρημνίζεται το Χρηματιστήριο, εκτοξεύονται τα spreads, ενώ η οι εκπρόσωποι των φορέων της εγχώριας αγοράς, όπως διάβασα στη Ναυτεμπορική«απεύχονται τη διενέργεια πρόωρων εκλογών, κρούοντας κώδωνα κινδύνου για τις επιπτώσεις από μια παρατεταμένη περίοδο πολιτικής αστάθειας στην πραγματική οικονομία και στην αγορά». Τι αηδίες είναι αυτές; Και καλά να τα λένε οι «έξω» όλα τούτα, αλλά να σιγοντάρουν από κοντά και οι ημέτεροι… δεν πάει πολύ; Δεν μπορούμε έτσι να προχωρήσουμε.

Ποτέ δεν κατάλαβα ποιος είναι ο στόχος εκείνων που σκάβουν, στην πραγματικότητα, το λάκκο τους. Βγαίνουν οι έμποροι π.χ. και λένε… μην πάμε σ’ εκλογές, γιατί θα καταστραφεί η αγορά. Υπάρχει μεγαλύτερη ηλιθιότητα απ’ αυτή; Γιατί, σε τελευταία ανάλυση, κάποτε θα γίνουν εκλογές… και η αγορά, προς έκπληξη όλων, δεν θα καταστραφεί. Όπως ποτέ δεν καταστράφηκε η αγορά από τέτοιου τύπου γεγονότα. Η αγορά καταστρέφεται και μιζεριάζει μόνον όταν δεν υπάρχει χρήμα για να τη φουντώσει. Καταστρέφεται από την αφαίμαξη των νοικοκυριών και την υπερφορολόγηση. Αυτό μάλιστα. Η «ψυχολογία της αγοράς» και τρίχες κατσαρές… Όποιες έχει φράγκα να χαλάσει έχει μια χαρά ψυχολογία και δεν πρόκειται, ποτέ, να του την αλλάξουν οι εκλογές – αφήνω, δε, το γεγονός πως μπορεί να έχουμε καλή ψυχολογία όντας άφραγκοι! Δεν σας έχει τύχει, δηλαδή, να πετάξετε στα ύψη χωρίς «μία» στην τσέπη, απλώς με μια παρέα, με 2-3 μπουκάλες φτηνό κρασί και με κανα Μητροπάνο στο ραδιόφωνο; Αντί, λοιπόν να βγουν και να πουν οι παράγοντες πως… μάγκες… ξέρετε… η αγορά έχει τους δικούς της νόμους και δεν εξαρτά την επιβίωσή της από κανένα προεκλογικό κλίμα, και πως, ίσα-ίσα, θα επιχειρήσουμε να «εκμεταλλευτούμε» (με καλές τιμές και σωστά προϊόντα) την ανάγκη του ανθρώπου να «υπάρξει» (μέρες γιορτών που έρχονται) και μέσα από την κατανάλωση, εκείνοι τι κάνουν; Βγάζουν τα μάτια τους μόνοι τους. Το ρίχνουν στην κινδυνολογία…

Ο προβληματισμός της «αγοράς» (του χρήματος) δεν έχει να κάνει με την όποια ενδεχόμενη προεκλογική περίοδο (στην Ελλάδα), αλλά με την ισχυρή πιθανότητα να υπάρξει κάποιου άλλου τύπου κυβέρνηση, μετά τις εκλογές, που να μην είναι της απολύτου αρεσκείας της. Μπορεί αυτά να μας φαίνονται προφανή (εκεί φθάσαμε), αλλά βασικά είναι απίστευτα! Πιθανώς δηλαδή να μην προκύψει, μακάρι, ένα απλό πειθήνιο (γι’ αυτούς) όργανο, αλλά κάτι που να μην μπορεί εκ πρώτης να το ελέγξουν. Και τι σημαίνει αυτό; Μας αναγνωρίζουν το δικαίωμα να αποφασίσουμε ό,τι γουστάρουμε, τέλος πάντων, ή όχι; Θ’ αφήσουμε τη δημοκρατία να λειτουργήσει, έτσι όπως μπορεί να λειτουργήσει, στον τόπο που τη γέννησε, ή θα την εγγράψουμε κι αυτή στο… ΤΑΙΠΕΔ; 

Βγήκε χθες ο πρωθυπουργός και είπε τι; Aκούστε άνθρωποι! «Οι πολίτες δεν θέλουν εκλογές, οι αγορές δεν θέλουν εκλογές, τα χρηματιστήρια πέφτουν γιατί φοβούνται τα σχέδια της αντιπολίτευσης». Πάρτε μία-μία τις υποπροτάσεις...  
«Οι πολίτες δεν θέλουν εκλογές». Αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις (και για την οικονομία του κειμένου, ας τις πιστέψουμε) ένα ποσοστό πάνω από 35% επιθυμεί εκλογές. Δηλαδή, ένα στους τρεις Έλληνες και κάτι παραπάνω γουστάρει να πέσει η κυβέρνηση και άμεσα να ψηφίσει. Πώς λέγεται λοιπόν, και μάλιστα από τόσο επίσημα και ανώτερα χείλη, πως «οι πολίτες δεν θέλουν εκλογές»; Εκτός και αν το 1/3 των Ελλήνων δεν είναι πολίτες, αλλά… αλήτες (αντιλαμβάνεστε πως το λέω).
«Οι αγορές δεν θέλουν εκλογές», άλλο ανεκδιήγητο τσιτάτο. Οφείλουμε λοιπόν να ρωτήσουμε τις «αγορές» αν μας το επιτρέπουν. Αν μας πουν «όχι», τότε πρέπει να φάμε στη μούρη όλους εκείνους που άλλα υποσχέθηκαν (πριν εκλεγούν) και άλλα, τελείως διαφορετικά, εφάρμοσαν (αφότου βγήκαν). Αν στην αναθεώρηση του συντάγματος (οψέποτε συμβεί αυτή), δεν μπει μία τέτοια… ρήτρα απάτης, τη βάψαμε. Όποιος ψεύδεται προεκλογικώς (μα όποιος) θα πρέπει να υπόκειται σε συνέπειες βρε παιδί μου. Να αποβάλλεται εφ’ όρου ζωής από τον πολιτικό στίβο (τουλάχιστον), με τον τόπο να οδηγείται πάραυτα σε εκλογές. Ψηφίζουμε, κύριοι, κόμματα για να εφαρμόσουν το πρόγραμμά τους, ναι ή όχι; Αν «ναι», τότε περιττεύει οποιαδήποτε άλλη συζήτηση.
«Τα χρηματιστήρια πέφτουν γιατί φοβούνται τα σχέδια της αντιπολίτευσης». Τα χρηματιστήρια πέφτουν, όχι γιατί φοβούνται τα σχέδια της αντιπολίτευσης, αλλά γιατί διαπίστωσαν όψιμα (τάχα μου, τάχα μου…) εκείνο που ξέρει ή ψυλλιάζεται, τέλος πάντων, κι η κουτσή Μαρία. Πως η κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ δεν κατόρθωσε να αλλάξει τη φορά των πραγμάτων, μένοντας δέσμια των επιλογών της. Διέλυσε ό,τι ψευτοδούλευε, καταστρέφοντας συγχρόνως την κοινωνική πίστη, ένα είδος λόγου τιμής μεταξύ των συμβαλλομένων (αφού επικαλούνται, πλέον, την κρίση κι εκείνοι που δεν τη νοιώθουν ή που πέρασε ξώφαλτσα δίπλα τους). Το «δεν πληρώνω» (όπως εφαρμόζεται από την πλειονότητα εκείνων που έχουν ή οφείλουν να έχουν) είναι, πλέον, ο γνώμονας της αγοράς. Έτσι, η ανεργία και βεβαίως η διάλυση, στην πράξη, της έννοιας «εργασία» καταπόντισε την οικονομία, η οποία, αφού έπιασε πάτο, μας λένε τώρα πως αναπτύσσεται με ρυθμό 0,7%. Αν μέσα σε τέσσερα χρόνια (2010-2013) το ΑΕΠ της χώρας μειώθηκε κατά 23%, όλοι αντιλαμβανόμαστε πως με ρυθμούς ανάπτυξης της τάξεως του 1% δεν θα μπορέσουμε να βγούμε «ποτέ» από το πηγάδι. Και τούτο το λέω γιατί ακόμη και αυτό το 1% δεν έχει ουδεμία σχέση με την πραγματικότητα, αφού η λεγόμενη «ανάπτυξη» στηρίχθηκε στην αφαίμαξη των φορολογουμένων, στο πάγωμα και την περικοπή των δημοσίων δαπανών, στην αθέτηση των υποχρεώσεων του δημοσίου προς τρίτους κ.λπ., κ.λπ. 

Χάνω 100 ευρώ, κι έρχεται κάποιος και μου λέει, μετά από κάτι χρόνια… πάρε πέντε… ένα πεντάευρω εννοώ… το οποίον αποδεικνύεται και κάλπικο! Τούτο ακριβώς συμβαίνει με την περιβόητη… ανάπτυξη, και άιντε να δούμε τι θα προκύψει…

ΣΩΤΗΡΗΣ ΚΟΜΑΤΣΙΟΥΛΗΣ live στα Εξάρχεια

$
0
0
Έχω γράψει κι άλλες φορές στο blogγια τον Σωτήρη Κοματσιούλη, ένα μουσικό με την δική του ξεχωριστή πορεία/παρουσία στο ελληνικό ροκ. Τελευταία φορά πρέπει να τα είπαμε τον προηγούμενο Απρίλιο, προαναγγέλλοντας επί της ουσίας την καινούρια του δουλειά, που θα κυκλοφορήσει σε βινύλιο πριν ή μετά τις γιορτές από την AnazitisiRecords.
Ο Κοματσιούλης είναι ένας μουσικός που έχει φάει το liveμε το κουτάλι – από τα τέλη του ’60 εκεί στη Λάρισα και τον Πλαταμώνα και αργότερα στην Αθήνα (στο ABCτης Πατησίων), στα Καμένα Βούρλα, και πιο αργότερα στην Αγγλία, όταν βρέθηκε να παίζει με μέλη και συνεργάτες των 10cc (ανάμεσα σε άλλους). Στα χρόνια του ’80 δεν σταμάτησε τις εμφανίσεις, τόσο στην… ενδοχώρα (τον είχα δει στην Κυψέλη στα τέλη της δεκαετίας), όσο και στα νησιά (Ζάκυνθος, Κέρκυρα…) διασκεδάζοντας, βασικά, ξένο και ντόπιο τουρισμό (ως SteveGemos).
Τα τελευταία 4-5 χρόνια ο Σωτήρης Κοματσιούλης έχει επανακάμψει στη σκηνή, υπενθυμίζοντας ή κάνοντας γνωστή την περίπτωσή του όχι μόνο στους παλιούς και τους ρέκτες του ελληνικού ροκ, μα και στα πιο νέο παιδιά, που ανακάλυψαν κάποια στιγμή το «Επιδρομή από τον Άρη», το «Σαν τον άνεμο» ή το «Μην κλαις κοριτσάκι»… Αν και αυτό το τελευταίο το ανακαλύψαμε όλοι μαζί από ’κείνο το LPτης B-OtherSide, αφού μέχρι το 2010 παρέμενε ανέκδοτο.
Με νέο άλμπουμ στα σκαριά λοιπόν και έτοιμο απ’ ώρα σε ώρα για καθέλκυση, κι έχοντας μαζί του μια πολύ δυνατή μπάντα, τους VHS (Spy B μπάσο, τραγούδι, Chris Ζελελίδης ντραμς, Τάσος Καλοβελόνης κιθάρες, Γιάννης Σκουνάκης keyboards), ο Σωτήρης Κοματσιούλης είναι έτοιμος να αποδώσει όλα τα γνωστά τραγούδια του και φυσικά νεότερο υλικό, άγνωστο εν πολλοίς στους φίλους του ελληνικού ροκ (λέω «εν πολλοίς» επειδή κάποια tracksέχουν ανέβει ήδη στο YouTube).
Απόψε γύρω στις 22:30, στο Γκρι Καφέ, Θεμιστοκλέους 80, στα Εξάρχεια…

4ο ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΖΑΖ Φλώρος Φλωρίδης, Νίκος Αναδολής, Πέτρος Κλαμπάνης

$
0
0
(ν)τζζρρρτ… Ο ήχος είναι οικείος. Τελευταία φορά τον άκουσα προχθές το βράδυ, μετά τη βροχή. Στεκόμουν κάτω από μια κολώνα της ΔΕΗ περιμένοντας (ως συνήθως…) με μόνη συντροφιά το «τραγούδι» του μετασχηματιστή άνωθέν μου. (ν)τζζρρρτ… (ν)τζζρρρτ… Στην ηλεκτρολογία αυτή η «μουσική» λέγεται «φαινόμενο Corona». Είναι ένας ήχος της Φυσικής που σχετίζεται με τον ιονισμό του αέρα γύρω από ένα ηλεκτρισμένο σώμα, για τον οποίο, νομίζω, πως είχε γράψει κάποτε και ο DavidToop. Πρέπει να τακτοποιήσω τα Wireμου…
(ν)τζζρρρτ… ξανακούω, τώρα, μέσω του πρώτου προσωπικού δίσκου του Φλώρου Φλωρίδη [Σειρά Αυτοσχεδιασμός 4, 1980]. Τριάντα τέσσερα χρόνια πριν. Ο freeimprovisedήχος στις δόξες του. Ο Φλωρίδης (μαζί με τον Σάκη Παπαδημητρίου) ανοίγει στην Ελλάδα το παιγνίδι ηχογραφώντας ένα άλμπουμ ευφυές (όπως ευφυείς ήταν ανάλογοι δίσκοι του EvanParkerαπό την ίδια εποχή), που πραγμάτωνε μία άλλη σχέση με το χρόνο. Παίζοντας μόνος του όλα τα όργανα (άλτο και σοπράνο σαξόφωνο, κλαρίνο, φλάουτο και μπαντούρα) και ηχογραφώντας τα χωρίς κάποια συγκεκριμένη επαλληλία, ο θεσσαλονικιός μουσικός διαβρώνει το αναμενόμενο, αφουγκραζόμενος ήχους της φύσης (ή της τεχνικής). Δεν θέλει κότσια για ν’ ακούσεις αυτή τη μουσική. Απλώς, απεμπλοκή από δεσμεύσεις…

Η συνέχεια εδώ… http://www.lifo.gr/team/cityvibe/53838

θέατρο γίναμε

$
0
0
Να πω κάτι. Να περιαυτολογήσω. Μου είχε γίνει παλαιότερα πρόταση να γίνω μέλος της Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών την οποίαν αρνήθηκα ευγενώς – και όχι επειδή εκείνο… το «Θεατρικών» και «Μουσικών» είναι χαζό, δηλαδή μισό (δεν εννοώ πως αν διάβαζα και…  «Χορού» και «Κινηματογραφικών» θα άλλαζα γνώμη). Επίσης στάλθηκε πρόσκληση στο inboxμου να παρευρεθώ στην απονομή των βραβείων της Ένωσης, που θα συνέβαινε στο Μέγαρο Μουσικής, τη Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου, στις 12 το μεσημέρι, την οποίαν (πρόσκληση) επίσης δεν αποδέχτηκα (εκεί που βραβεύτηκε ο Σάκης Ρουβάς κι έγινε ο σχετικός χαμός).
Μια πάγια θέση μου λέει πως στα βραβεία «βραβεύονται» κατά μίαν έννοια πρώτα οι κριτικές επιτροπές και ύστερα οι κρινόμενοι. Αυτό δεν μου αρέσει καθόλου. Δεν υπάρχει τίποτα ουσιαστικό σ’ αυτή την ιστορία, περάν από το να ευλογούμε τα γένια μας. Αν εξαιρέσεις τα βραβεία Oscarή τα Grammyπου έχουν ένα πρακτικό νόημα (το οποίον εξαργυρώνεται στα παγκόσμια ταμεία), όλα τα υπόλοιπα βραβεία αφορούν σε δημοσιοσχεσίτικες και συντεχνιακές πρωτοβουλίες που σχετίζονται με την αυτοεπιβεβαίωση της «φάρας», και συνεπώς είναι άκυρα. «Εμείς οι κριτικοί», βραβεύουμε τους ηθοποιούς, τους τραγουδιστές, τους σκηνοθέτες κ.λπ. Προσωπικώς, και σε τέτοια ζητήματα, δεν μ’ ενδιαφέρει να αθροίζω τη γνώμη μου με τη γνώμη κανενός άλλου. Καθότι δεν είναι δυνατόν ποτέ να αποδεχθώ την βράβευση κάποιου, υπακούοντας στην αρχή της πλειοψηφίας. Δεν μπορεί να φαίνομαι πως βραβεύω κάτι, για το οποίο έχω διαφωνήσει. Ενδιαφέρομαι να απονέμω μόνος μου τα όποια φραστικά «βραβεία» γράφοντας ελεύθερα τη γνώμη μου – παλαιότερα στο Jazz& Τζαζ, τώρα στο Δισκορυχείον, ή όπου αλλού, δίχως «αστεράκια» και φιοριτούρες. Επίσης, όπως έχω γράψει κι άλλη φορά, ο ρόλος της κριτικής δεν είναι να στείλει κόσμο στα θέατρα, τα σινεμά, τις μουσικές σκηνές ή τα δισκάδικα (όπως καταντά συνήθως), αλλά να «συνομιλήσει» με τον καλλιτέχνη και το έργο του. Τέλος πάντων, ας μην τα προχωρήσουμε, τώρα, όλα αυτά…
Με ενοχλεί, επίσης, η επισημότητα και το γκλάμορους. Μέγαρα, φωταψίες, χλιδή και τα τοιαύτα… Μια γνώμη λέμε. Τη γνώμη μας και τίποτ’ άλλο. Μια προσωπική γνώμη, που κάποιοι μπορεί να τη συμμερίζονται, ενώ κάποιοι άλλοι, την ίδια ώρα, μπορεί να την πετάνε στα σκουπίδια. Και καλώς πράττουν (και οι μεν και οι δε).

Όπως έχω ξαναγράψει, ο καθένας οφείλει να σκέπτεται με το δικό του μυαλό, καθώς απονέμει τα καθημερινά δικά του «βραβεία». Στο σπίτι, στη δουλειά, στη διασκέδασή του, οπουδήποτε… Η κρίση είναι διάσταση της ανθρώπινης νόησης και είναι η ίδια στο μηχανισμό της σε όλους τους ανθρώπους (ακόμη και στους βλάκες) και διαρκώς παρούσα σε κάθε ατομική ή κοινωνική έκφραση. Από τα παπούτσια και τα παντελόνια που μας αρέσει να φοράμε, από τον τρόπο που επιλέγουμε τα τσιγάρα που θα καπνίσουμε ή τα ποτά που θα πιούμε, έως την εφημερίδα που θα διαβάσουμε, το siteπου θα μπούμε για να ενημερωθούμε και ό,τι άλλο. Ο,τιδήποτε άλλο. Ακόμη και το τι ομάδα είμαστε, εννοείται, ακόμη και αυτό είναι προϊόν κρίσης.
Προσωπικώς δεν με νοιάζει καθόλου να μάθω τους άλλους πώς να σκέφτονται (δεν έχω τέτοιες φιλοδοξίες, δεν είμαι δάσκαλος), ούτε θα εμφανίσω τη δική μου σκέψη, όπως και τη δική μου κρίση, ως κάτι που μπορεί να καθορίσει γεγονότα και καταστάσεις. Όποιος γουστάρει να διαβάζει, αξιολογώντας θετικώς όσα γράφω με γεια του με χαρά του (φυσικά με ικανοποιεί κάτι τέτοιο), αλλά και όποιος διαφωνεί επίσης με γεια του με χαρά του. Δεν έχουμε εμείς το αλάθητο και το κοινό το… λανθασμένο. Η διαφορά μας από το κοινό είναι μία και μόνο μία. Να μιλήσω για μένα, αν και νομίζω πως τούτο ισχύει για όλους σχεδόν τους κριτικούς. Έχω την ανάγκη να δημοσιεύω τη γνώμη μου. Έχω την ανάγκη να την διαβάζουν και άλλοι. Αυτό με διαφοροποιεί απ’ όσους κρίνουν, χωρίς την ίδιαν ανάγκη. Όλα τα υπόλοιπα είναι δευτερεύοντα.

Παρακολούθησα την συνέντευξη/συζήτηση της Χρυσούλας Διαβάτη στα Καρντάσιανς (που μας πρότεινε ο ataktosστο Cbox, από το κανάλι της Αυγήςστο YouTube). Δεν ξέρω ποια ήταν η άποψη της Αυγής για όσα ακούστηκαν εκεί, αλλά το γεγονός πως δεν υπάρχει κάποια κριτική αξιολόγηση των «όσων» από το κανάλι της εφημερίδας αποτελεί παράλειψη (και με βάζει σε υποψίες). Μπορεί να είπε και μερικά σωστά πράγματα η κ. Διαβάτη στην TV, αλλά εμένα δεν με νοιάζει να επισημάνω (αυτή τη στιγμή) τα «σωστά». Μ’ ενδιαφέρει να κάνω λόγο για ’κείνα με τα οποία διαφωνώ. Ακούμε την κ. Διαβάτη να λέει:
«(…) Πρέπει να μάθουμε να διαχωρίζουμε κάποια πράγματα, που δεν τα διαχωρίζουμε πια. Έτσι ξεκίνησα εγώ την κουβέντα μου προχθές, που αρνήθηκα να βραβευτώ. Δεν πρέπει να μπαίνουν όλα μέσα σ’ ένα σακί. Και πρέπει να καταλάβουμε ότι όταν μιλάω, μιλάω μόνο για το θέατρο. Άλλο το θέατρο, άλλο η τηλεόραση –όλα τα αγαπώ(…)– άλλο ο κινηματογράφος, άλλο ο χορός, άλλο το μπαλέτο, άλλο η πίστα. Αυτό ήθελα, να διαχωρίσουμε τα πράγματα. Μιλάω για το θέ-α-τρο. Το θέατρο δεν είναι απλή υπόθεση. Μην τα μπερδεύουμε.Όπως είπα… ηθοποιοί δεν είναι όλοι. Είναι δύσκολο να είσαι ηθοποιός.(…) Δεν έχω κανένα πόνο, ούτε κανένα παράπονο. Δεν είμαι απ’ αυτές που κλαίγονται. Δεν ήξερα κανέναν απ’ αυτούς (σ.σ. της κριτικής επιτροπής που βράβευσε τον Σάκη Ρουβά)εκτός από τον Λέανδρο τον Πολενάκη. Αμφιβάλλω ότι είναι πολύ σημαντικοί άνθρωποι (σ.σ. οι κριτικοί που βράβευσαν τον Ρουβά)και δεν τους έχω δει ποτέ στο θέατρο. Εμένα τουλάχιστον δεν μ’ έχει δει κανένας απ’ αυτούς. Και ξαφνικά αποφασίζουνε να με βραβεύσουνε. Μιλάω για το θέατρο και ο ηθοποιός… (…) Ήρθαμε να μιλήσουμε για το θέατρο, το οποίο, καταλαβαίνω, ότι δεν γνωρίζετε (…)».

Δεν μου αρέσει η «υψηλή» εικόνα που έχουν ορισμένοι για ’κείνο που κάνουν. Ας τους απονείμει η κοινωνία το «υψηλόν» και το «αθάνατον», εκείνοι όμως οφείλουν να είναι ταπεινοί και να μη μιλούν περιφρονητικά για το έργο ή τη δουλειά των άλλων. Τι σημαίνει «θέατρο» δηλαδή, και γιατί είναι aprioriσημαντικότερο το θέατρο, από οποιοδήποτε άλλο θέαμα; Γιατί είναι σημαντικότερο δηλαδή το θέατρο, από τον κινηματογράφο, ή από μια τηλεοπτική παραγωγή; Γιατί είναι σημαντικότερο το θέατρο, από ένα βιντεοκλίπ, ή από ένα multimediaέργο; Προσωπικώς, σε τέτοια ερωτήματα δεν έχω καμμιάν απάντηση.Όλα είναι θεάματα και κάθε τι κρίνεται κατά περίπτωση.
Ο κινηματογράφος που έχει ζωή 120 χρόνια είναι μια νέα οπτική τέχνη, που επιχείρησε και κατόρθωσε να φτιάξει τη δική του γλώσσα (μοντάζ κ.λπ.), δανειζόμενος στοιχεία από το θέατρο, τη ζωγραφική, τη λογοτεχνία και άλλες προϋπάρχουσες τέχνες. Αποτέλεσε μια οπτική εξέλιξη και επιβλήθηκε ως τέτοια με τρανταχτά αισθητικά και κοινωνικά αποτελέσματα. Το ίδιο ισχύει και για ένα τηλεοπτικό σίριαλ κ.λπ. Δεν είναι δυνατόν σήμερα «θεατρικοί» ηθοποιοί να διαχωρίζουν, «φτύνοντας» ή υποτιμώντας. Σημασία έχει κάθε φορά εκείνο το οποίο βλέπουμε, και ανεξαρτήτως της θεαματικής μορφής του (δίχως τούτο να σημαίνει υποτίμηση του «σημαίνοντος») να έχει νόημα και αξία (να έχει νόημα και αξία το «σημαινόμενο» δηλαδή). Δουλειά του ηθοποιού, λοιπόν, είναι να φέρει εις πέρας το όραμα του συγγραφέα-σεναριογράφου και βεβαίως του σκηνοθέτη, υποστηρίζοντάς το δια της τέχνης του και όχι να εμφανίζεται ως προασπιστής μιας παράδοσης, υποτιμώντας νεότερα εκφραστικά μέσα. Ο OrsonWelles(σκηνοθέτης ολκής ως γνωστόν και μέγας θεατράνθρωπος επίσης) σε μια συνέντευξή του στον άγγλο κριτικό Kenneth Tynan, που είχε δημοσιευτεί παλιά στο αμερικανικό Playboy(και η οποία είχε εμφανισθεί κάποια στιγμή και σε ελληνικό έντυπο) γράφει για το θέατρο ήδη από τον Μάρτιο του ’67:
«Πιστεύω ότι το θέατρο, όπως το μπαλέτο και η όπερα, είναι ξεπερασμένο, αποτελεί αναχρονισμό. Μπορεί ακόμα να μας δίνει χαρά και να μας χαρίζει ερεθίσματα. Μπορεί ακόμα να προσφέρει στον καλλιτέχνη την ευκαιρία να δουλέψει σοβαρά και να παρουσιάσει, από άποψη ποιότητας, εργασία απαράμιλλη. Δεν είναι όμως θεσμός που ανήκει στην εποχή μαςκαι δεν είναι δυνατό να επιζήσει πολύ. Δεν είναι σωστό ότι πάντα υπήρχε θέατρο. Λίγες μόνο εποχές της ιστορίας είχαν θέατρο, όσο και να υποστηρίζουν το αντίθετο μερικοί θιασώτες της τέχνης. Και το θέατρο, όπως το ξέρουμε, βρίσκεται τώρα στα τελευταία του».

Στην Ελλάδα, λόγω αρχαιοπληξίας πρώτα-πρώτα, μιλάμε για θέατρο και γεμίζει το στόμα μας… διαμάντια. Συμπαθώ τον Σάκη Ρουβά (εννοώ πως συμπαθώ την απλή και ουχί περισπούδαστη εικόνα που βγάζει προς τα έξω) και μερικά τραγούδια του μπορεί να μου ψιλοαρέσουν κιόλας, αλλά ο καημένος νομίζει –και δεν έχει άδικο, αφού στην Ελλάδα ζει– πως για να καταξιωθεί στα μάτια κάποιων (ποιών άραγε;) θα πρέπει να δοκιμάσει και στο θέατρο. Στο αρχαίο θέατρο, την τραγωδία και τα τοιαύτα… Οποία φενάκη! Δεν του αρκούν όσα έχει καταφέρει στο τραγούδι και στο ποπ νεανικό θέαμα (αυτά που έχει καταφέρει τέλος πάντων) και θέλει να περάσει, καθώς μεγαλώνει κιόλας, κάπου αλλού – στο «πανί» ας πούμε. Αλλά επειδή το «πανί», δηλαδή το σινεμά, στην Ελλάδα της κρίσης δεν τραβάει όσο το θέατρο, ο μόνος δρόμος είναι το «σανίδι». Δεν ξέρω αν ο Ρουβάς είναι καλός ή κακός ηθοποιός. Δεν τον έχω δει ποτέ να παίζει, ούτε μ’ ενδιαφέρει να το κάνω. Έχω, όμως, τη γνώμη πως είναι παντελώς ηλίθιο να τον κρίνει κάποιος χωρίς να τον έχει δει. Ορισμένοι μού δημιουργούν την εντύπωση πως νοιάζονται περισσότερο για το σινάφι εντός του οποίου μεγαλύνονται, θυμίζοντας τις χειρότερες συντεχνίες των «κλειστών» επαγγελμάτων, προβάλλοντας, συγχρόνως, επιχειρήματα που τα έχει ξεπεράσει η πραγματικότητα από αιώνες.

Αν η κ. Διαβάτη π.χ. έχει ωραία φωνή, εγώ, που είμαι πιο πολύ της μουσικής, θα ήθελα να την ακούσω να τραγουδά. Και θα έγραφα καλά λόγια, αν αυτό που θα έφθανε στ’ αυτιά μου θα είχε νόημα και λόγο ύπαρξης. Νομίζω, δε, πως το ίδιο θα έκανε για την περίπτωσή της κάθε τραγουδιστής (και ο Σάκης Ρουβάς). Και τούτο εν αντιθέσει με ορισμένους ηθοποιούς του… θεάτρου, ακόμη και νεότερους –παίρνω αφορμή από την κ. Διαβάτη, αλλά δεν αναφέρομαι σ’ αυτήν–, που έχουν σηκώσει πολύ ψηλά τον αμανέ, νομίζοντας ότι επειδή έπαιξαν έναν «Μάκβεθ» έπιασαν τον πάπα από τα @...@.
Είναι μια διαφορά αυτή, που αξίζει να την επισημαίνουμε.

MOSTLY OTHER PEOPLE DO THE KILLING ένα παράξενο μπλε

$
0
0
Οι Αμερικανοί MostlyOtherPeopleDotheKilling (MOPDtK) είναι ένα από τα σημαντικότερα jazzσχήματα του καιρού μας. Το έχουμε ξαναγράψει αυτό, και πάντα θα το υπενθυμίζουμε όταν υπάρχει λόγος. Όταν κάποια καινούρια δουλειά τους έρχεται να διεκδικήσει τον χρόνο μας δηλαδή. Το συγκρότημα –για όσους, τυχόν, έχουν παρακολουθήσει τις παλαιότερες σχετικές αναρτήσεις, που δεν είναι και λίγες– έχει εύπλαστη line-up. Άλλοτε κουαρτέτο, άλλοτε σεπτέτο… και να τώρα, εδώ, ως κουιντέτο (PeterEvansτρομπέτα, JonIrabagonάλτο & τενόρο σαξόφωνα, RonStabinskyπιάνο, MoppaElliottμπάσο, KevinSheaντραμς) να ασκείται σε κάτι που, εκ πρώτης, μπορεί να παραξενεύει. Τι πράττουν στο Blue [Hot Cup, 2014] οι MOPDtK; Ξαναπαίζουν, πιστά, πολύ πιστά, το “KindofBlue” (1959) του MilesDavis!
Δεν είναι ασύνηθες αυτό, το να διασκευάζεται δηλαδή (ή περίπου) ένα ολάκερο άλμπουμ από μια καινούρια μπάντα. Μέσα στο πλαίσιο των tributes, αλλά και της αδήριτης ανάγκης να επανερχόμαστε από καιρού εις καιρόν στα «θαύματα» του κλασικισμού (εδώ του «τζαζ κλασικισμού», ας τον πούμε έτσι), οι MOPDtK–μία μπάντα που δεν απέκρυψε ποτέ τη σύνδεσή της με το παρελθόν– έρχονται να ξαφνιάσουν με τούτο το αλλόκοτο από κάθε άποψη CDτους.
Πίσω από αυτήν τη συγκεκριμένη επιλογή υπάρχει, οπωσδήποτε, ένα σκεπτικό, το οποίον παραθέτει ο MoppaElliott. Λέει ο μπασίστας των MOPDtK: «Κατά πρώτον το “Kindofblue” συγκεντρώνει πολλά από τα βασικά στοιχεία της εκπαίδευσης της τζαζ, τα οποία και ωθεί προς την πιο ακραία λογική τους. Δεύτερον, αναλύει τις σχέσεις ανάμεσα στην τζαζ και την κλασική μουσική, εξετάζοντας διάφορες εικασίες σχετικές με τα δύο στυλ. Τρίτον, φέρνει τα δομικά στοιχεία της μουσικής στο προσκήνιο και τέταρτον, επιβεβαιώνει το μεγαλείο και την αυθεντικότητα της ίδιας της τζαζ». Δεν υπάρχει λόγος να υπενθυμίσω τι σημαίνει “KindofBlue” και τι “Sowhat” ας πούμε – η αλφαβήτα της παντοτινής ωδειακής jazz.
Βεβαίως θα πουν ορισμένοι, και ενδεχομένως με το δίκιο τους... τι με νοιάζει εμένα μία τόσο πίστη αντιγραφή ενός κλασικού άλμπουμ, από τη στιγμή κατά την οποίαν μπορώ ν’ ακούσω το πρωτότυπο;Οι MOPDtKαπαντούν εμμέσως πλην σαφώς, παραθέτοντας στο bookletτού δικού τους “Blue” ένα κείμενο, μια μικρή παράξενη ιστορία του JorgeLuisBorges, το “Pierre Menard, autor del Quijote” (μεταφρασμένο στην αγγλική βεβαίως) εκεί που ο ήρωας του μεγάλου αργεντινού συγγραφέα και ποιητή αντιγράφει (αλλά γράφει) λέξη προς λέξη ένα απόσπασμα από τον «Δον Κιχώτη» του Θερβάντες. Αν, όμως στην λογοτεχνία η λογοκλοπή μπορεί να γίνει από τον οποιονδήποτε (ο καθείς μπορεί να αντιγράψει οτιδήποτε, βάζοντας το όνομά του από κάτω) στην περίπτωση της… μουσικοκλοπής απαιτείται κάτι περισσότερο, ή, συχνά, κάτι πολύ περισσότερο! Να έχεις το ταλέντο δηλαδή να αναπαράγεις κάτι τόσο γνωστό και κλασικό, φροντίζοντας να το μετατρέψεις σε δικό σου.
Δεν ξέρω πόσοι ακούγοντας το “Blue” μπορεί να ξεγελαστούν. Νομίζω οι περισσότεροι. Οι συντριπτικώς περισσότεροι! Αν ο MilesDavis, όπως λέει η ιστορία, κατέγραψε το “KindofBlue” σε δύο sessions(2/3/1959 και 22/4/1959) στο τάκα-τάκα και σχεδόν χωρίς καμμία προετοιμασία, οι MOPDtKεργάστηκαν περί την μια δεκαετία, για να κατορθώσουν το ανάλογο! Τι να πει κανείς;
Είναι σίγουρο πως εδώ έχουμε να κάνουμε μ’ ένα καπρίτσιο, με κάτι που λειτουργεί ασυζητητί (και) στο επίπεδο του συμβόλου. Δεν ξέρω αν σχετίζεται με την «κρίση» στηνjazz, ή με την «κρίση» γενικότερα, πάντως σίγουρα δεν αφορά με κανέναν τρόπο σε μια καλλιτεχνική «κρίση» των MOPDtK. Οι άνθρωποι είναι μουσικάρες – πράγμα το οποίον έχουν αποδείξει πάμπολλες φορές τόσο μέσω του συγκεκριμένου γκρουπ, όσο και των ποικίλων άλλων projectsπου οδηγούν μέσα στα χρόνια.

«Στις 16 Δεκεμβρίου θα γίνη έκλειψις ηλίου»

$
0
0
Το τραγούδι «Στις 15 Ιουλίου θα γίνη έκλειψις ηλίου» σε μουσική Γιώργου Ρωμανού και στίχους Δημήτρη Ιατρόπουλου είναι το ωραιότερο απόσα έχει πει στην καριέρα της η Δέσποινα Γλέζου. Πρέπει, μάλιστα, να μιλάμε για την εποχή της ηχογράφησης του άλμπουμ «Δυο Μικρά Γαλάζια Άλογα» (προς τα τέλη του 1969 με αρχές του ’70)… και το λέω τούτο επειδή ο «ήχος» στο τραγούδι με την Γλέζου είναι περίπου «ίδιος» μ’ εκείνον του LPτου Ρωμανού, αφού στην διεύθυνση της ορχήστρας είναι ο Αλέκος Καρακαντάς (ακούμε καθαρά την ηλεκτρική κιθάρα του, ενώ δεν αποκλείεται στο μπάσο να είναι ο Δημήτρης Κατακουζηνός και στα ντραμς ο Γιώργος Χατζηαθανασίου). Ρωμανός και Ιατρόπουλος είχαν γράψει τραγούδια και για την Μαρίνα εκείνη την εποχή («Αν τύχη να περάστε από κει», «Οι αριθμοί» από το Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης 1970), όμως η… «Έκλειψη» ήταν και για κείνους το ωραιότερό τους. Το τραγούδι κυκλοφορεί στο 45άρι «Στις 15 Ιουλίου θα γίνη έκλειψις ηλίου/ Ο Φίλιππος, ο Αλέκος και η Λόλα»[Zodiac ZS 8190, 1970] και μάλλον ξεχνιέται πολύ γρήγορα – για ν’ αποκτήσει νέα «φήμη» τα πιο πρόσφατα χρόνια μπαίνοντας σε διάφορες συλλογές («Ελληνική RockΣκηνή», «Ελληνικό Ροκ: Διαδρομές 70s», «Η Δέσποινα Γλέζου στη Λύρα», «50 Χρόνια Ελληνικό Ροκ» κ.λπ.), όταν και ξεθάβεται μαζί με το… άπαν της ελληνορόκ δισκογραφίας (δεν μπορώ να υπολογίσω πόσες φορές μπορεί να δόθηκε «τζάμπα» με τα περιοδικά και τις εφημερίδες). Και όμως ο πρώτος τίτλος του συγκεκριμένου τραγουδιού δεν ήταν αυτός, αλλά σκέτο «Θα γίνη έκλειψις ηλίου» και με… διαφορετική ημερομηνία έκλειψης! Τι είχε συμβεί; Δεν ξέρω ακριβώς…
Το label της πρώτης-πρώτης έκδοσης του τραγουδιού. Ευχαριστώ τον Θοδωρή Κρίθαρη για το σκανάρισμα.
Γι’ αυτόν τον… άλλον τίτλο μού είχε μιλήσει κάποτε ο Θοδωρής Κρίθαρης της WipeOutRecords, ο οποίος μου είχε πει πως το τραγούδι είχε δισκογραφηθεί κιόλας με τα λόγια… «Στις 16 Δεκεμβρίου/ θα γίνη έκλειψις ηλίου», ένας στίχος που, σχεδόν αμέσως αποσύρεται, για να κυκλοφορήσει τελικώς το κομμάτι ως… «Στις 15 Ιουλίου θα γίνη έκλειψις ηλίου». Έτσι το πρώτο-πρώτο 45άρι που τυπώθηκε με το τραγούδι των Ρωμανού-Ιατρόπουλου ήταν το…«Θα γίνη έκλειψις ηλίου/ Ο Φίλιππος, ο Αλέκος και η Λόλα», πάντα στην Zodiacκαι με τον ίδιο κωδικό ZS 8190. Μάλιστα, με αυτόν ακριβώς τον τίτλο διαφημιζόταν και σε μία promo-κάρτα της εταιρείας με την φωτογραφία της Γλέζου μπροστά και τα τέσσερα 45άρια της δισκογραφίας της στην πίσω πλευρά.
Το ότι ο τίτλος «Στις 15 Ιουλίου θα γίνη έκλειψις ηλίου» ήταν… δεύτερος (δηλαδή... τρίτος!) αποδεικνύεται και από το βιβλίο του Γιάννη Κακουλίδη Το Ελληνικό Τραγούδι[Περγαμηνή, Αθήνα 1971], μία πρώιμη… στιχουργική μελέτη του γνωστού δημοσιογράφου, συγγραφέα, διαφημιστή κ.λπ. στην οποία διαβάζουμε κάποια κείμενα (έως την σελίδα 46 του βιβλίου), αλλά βασικά διαβάζουμε ανθολογημένους στίχους διαφόρων (από την σελίδα 50 έως την 283). Το βιβλίο έχει ένα ενδιαφέρον καθότι καταγράφονται ανάμεσα σε άλλα στίχοι του Γιάννη Νεγρεπόντη από τα «Νέγρικα» του Μάνου Λοΐζου (αναφερόμαστε στο 1971, μην το ξεχνάμε αυτό, όταν τα «Νέγρικα» δεν είχαν ακόμη δισκογραφηθεί), στίχοι του Μίκη και του Γιάννη Θεοδωράκη (αναφερόμαστε στο 1971, μην το ξεχνάμε αυτό, όταν τα τραγούδια του Θεοδωράκη ήταν απαγορευμένα), στίχοι της Κωστούλας Μητροπούλου («Ο δρόμος») και του Φώντα Λάδη («Μια ξανθιά απ’ το Βισμπάντεν») και αλλά τινά. Στα… άλλα τινά το «Ρολόι» και το «Δυο μικρά γαλάζια άλογα» του Ρωμανού και βεβαίως το… «Στις 16 Δεκεμβρίου» του Δημήτρη Ιατρόπουλου. Ο τίτλος του τραγουδιού είναι πολύ πιθανόν να ήταν αυτός, «Στις 16 Δεκεμβρίου» δηλαδή, για ν’ αλλάξει προς χάριν της δισκογραφίας δύο φορές – αρχικώς σε… «Θα γίνη έκλειψις ηλίου» και εν συνεχεία σε «Στις 15 Ιουλίου θα γίνη έκλειψις ηλίου». Είναι φανερό, δηλαδή, πως κάποιο… ζόρι υπήρχε με την 16η Δεκεμβρίου… δεν εξηγείται αλλιώς.
Ο αρχικός τίτλος και οι αρχικοί στίχοι του Δημήτρη Ιατρόπουλου, έτσι όπως καταγράφονται στο βιβλίο του Γιάννη Κακουλίδη από το 1971
Έψαξα, λοιπόν, να δω τι είχε συμβεί την 16 Δεκεμβρίου του… 1967, του 1968 και του 1969 μπας και κατόρθωνα να εντοπίσω τον λόγο των διαδοχικών αλλαγών τίτλου στο τραγούδι. Την εκ των υστέρων επέμβαση της λογοκρισίας δηλαδή, η οποία ενοχλήθηκε από τον… Δεκέμβρη, ενώ δεν ενοχλείτο από τον… Ιούλη. Μπορεί να μην εντόπισα κάτι «περίεργο» που να είχε συμβεί εκείνη τη μέρα, αλλά δεν ήταν και τόσο δύσκολο να σκεφθώ πως και οι «γύρω» ημερομηνίες πιθανώς να ήταν «επικίνδυνες». Και όντως… αφού την 13η Δεκέμβριου 1967 είχε συμβεί το «αντικίνημα» τού τότε βασιλιά Κωνσταντίνου (η αποτυχημένη προσπάθειά του να ανατρέψει το στρατιωτικό καθεστώς) με την διαφυγή του στη Ρώμη να καθορίζει και το τέλος, επί της ουσίας, της βασιλείας στην Ελλάδα, εδραιώνοντας όμως ακόμη περισσότερο την δικτατορία. Αλλά και ο Δεκέμβριος του ’69 θα μπορούσε να ήταν «προβληματικός», αφού την 12/12 η Ελλάδα αποχωρεί, με τη θέλησή της, από το Συμβούλιο της Ευρώπης αποφεύγοντας έτσι (το στρατιωτικό καθεστώς) μία φραστική καταδίκη.
Ποιος ξέρει πώς μπορεί να λειτούργησε το μυαλό του λογοκριτή, κι έκοψε έτσι «στεγνά» την «16η Δεκεμβρίου». Προσπάθησα να βρω μια λογική εξήγηση, αλλά μπορεί να είναι και κάτι άλλο που να μου διαφεύγει αυτή τη στιγμή ή να μην το βάζει ο νους μου…

STEFANO LUIGI MANGIA τραγουδώντας John Cage

$
0
0
Ο ιταλός βοκαλίστας και συνθέτης StefanoLuigiMangia (γενν. το 1981) ίσως είναι γνωστός σε κάποιους από τα άλμπουμ του στη βρετανική Leo– έχει κυκλοφορήσει εκεί (μαζί με άλλους) τα “PaintingonWood” (2009), “Ulysses” (2012) και “GladtobeUnhappy” (2014). Με σπουδές σε ωδεία και πανεπιστήμια, ο Mangiaέχει καταφέρει στα 33 χρόνια του να βρεθεί δίπλα σε επίλεκτα στελέχη της ιταλικής improvσκηνής (GianniLenoci, StefanoBattaglia, PaoloDamiani…), συνεργαζόμενος ακόμη και με «αστέρες» του χώρου, όπως τους CarlosZingaro, KarlBerger, MarcusStockhausenή την Joëlle Léandre. Μέρος των γενικότερων σπουδών του αποτέλεσαν βεβαίως οι ποικίλες τεχνικές των βοκαλισμών (άκου π.χ. τις φωνές των Μογγόλων που τραγουδάνε με τον λάρυγγα, όντας «μάστορες» σ’ αυτό), πράγμα το οποίον καταθέτει στο πολλάκις ενδιαφέρον JohnCage/ cagExperience[Amirani, 2014].
Εδώ ο ιταλός βοκαλίστας αποδίδει, όπως μαρτυρά και ο τίτλος, έργα του JohnCage(1912-1992). Πιοσυγκεκριμένατα: “Aria” (1958), “Four6” (1992), “Solo for voice n.17” απότα“Songbooks I” (1970), “Solo for voice n.72” απότα“Songbooks II” (1970) και“Experiences No.2” (1948). Στα τρία απ’ αυτά (το “Four6” και τα “Soloforvoice”) τον Mangiaσυνοδεύει στα ηλεκτρονικά ο GianniLenoci. Το άλμπουμ συνοδεύει bookletμε μεσοστιχίδες (mesostics) του StefanoPocciκαι κάποια βιογραφικά των καλλιτεχνών.
Φυσικά, βλέποντας τις μεσοστιχίδες (σ’ ένα κείμενο ή σ’ ένα ποίημα, όταν μια κάθετη φράση ή λέξη τέμνει τις οριζόντιες γραμμές του κειμένου ή του ποιήματος) θυμήθηκα αμέσως το έργο του Cage“Sixty-Two Mesostics Re Merce Cunningham” και το απόσπασμά του που απέδωσε ο DemetrioStratosσ’ εκείνο το LPτης Crampsτο 1974. Ο Mangiaέχει ακούσει οπωσδήποτε Stratos, παρότι η δική του άποψη για τον βοκαλισμό δεν πάει τόσο μακριά – ή, μάλλον, έχει άλλη κατεύθυνση, για να είμαι ακριβής. Η φωνή του, πάντως, είναι αρκετά «εύπλαστη», δίχως να χάνει την… ανθρώπινη χροιά της, παρά τις επιμέρους τεχνικές, τις σχετικές με το overtonesinging, ή τα multiphonics.
Στο “Aria” αφιερωμένο στην CathyBerberian, ο Cageπεριγράφει ένα πρώτο επίπεδο φωνητικών timbre, το οποίον όμως ολοκληρώνει ο ερμηνευτής επιλέγοντας τις δικές του λέξεις ή μη λέξεις κατά την διάρκεια της (φωνητικής) άσκησης. Ο Mangiaεπιλέγει μια σειρά παραφθαρμένων λέξεων-φράσεων σε μια μη γλώσσα, «κάπως» γλώσσα ή κανονική γλώσσα (την μητρική του ας πούμε) δίχως να καταφεύγει σε αναγκαστικές ακρότητες. Το 30λεπτο “Four6”, ήταν αφιερωμένο στις PaulineOliveros, JoanLaBarbaraκαι στους WilliamWinant, LeonardSteinκαι αρχικώς αφορούσε σε τέσσερις παίκτες, ο καθένας εκ των οποίων θα επέλεγε να παράξει 12 διαφορετικούς ήχους εντός ενός κάπως εύπλαστου χρονικού πλαισίου. Οι ήχοι θα έπρεπε να είχαν σταθερό πλάτος, συγκεκριμένη αντηχητική δομή κ.λπ. Στην περίπτωσή μας το έργο αποδίδεται από δύο (και όχι από τέσσερις παίκτες). Αυτό το κάνει φαινομενικώς πιο γραμμικό, παρότι τα multiphonicsτου Mangiaκαι οι επινοήσεις του Lenociστα ηλεκτρονικά προσθέτουν «επίπεδα». Tα “Song Books (Solos for Voice 3–92)” αποτελούν μια συλλογή σύντομων στο χρόνο συνθέσεων του JohnCage. Οι συγκεκριμένες, η «17» και η «72» εννοώ, αφορούν σε φωνή και ηλεκτρονικά, τα soliτων οποίων σημειογραφούνται (όταν σημειογραφούνται) μ’ έναν κάπως περίπλοκο τρόπο. Σίγουρα υπεισέρχεται το προσωπικό στοιχείο, υπάρχουν όμως και «οδηγίες» που υπηρετούν το όραμα του Cage (να συνδέσει δηλαδή σ’ ένα «σώμα» δύο από τις μεγαλύτερες επιρροές του, τον Satieκαι τον Thoreau). Οι Ιταλοί, προφανώς έχουν διαθέσιμη την παρτιτούρα και πιθανώς ακόμη την πλήρη αποτύπωση των “SongBooks” από τους Lore Lixenberg, Gregory Rose και Robert Worby στο προπέρσινο 2CDτης SubRosa. Στο έσχατο “ExperiencesNo.2” του 1948 για σόλο φωνή ο Cageμελοποιεί κατά βάση (για μια παραγωγή του MerceCunningham) ένα ποίημα του E. E. Cummings (το “III”, ένα από τα “Sonnets-UnrealitiesforTulipandChimneysτου 1923). Ο StefanoLuigiMangiaμας χαρίζει ένα μαγικό τραγούδι. Το γεγονός ότι μετέφερε σ’ εμένα ένα κλίμα exotica, είναι προσωπική αίσθηση…

CHRIS FORSYTH & NATE WOOLEY το τρίτο

$
0
0
Ο Αμερικανός ChrisForsythείναι κιθαρίστας με ήχο ιδιότροπο, που ηχογραφεί εκτενώς την τελευταία δεκαετία. Συνήθως κινούμενος προς μια πειραματική-αυτοσχεδιαστική κατεύθυνση είναι ικανός να δημιουργεί πρωτότυπα εικονοκλαστικά περιβάλλοντα, παράγοντας «χαλιά» κιθαρισμών, με τους βόμβους να έχουν μεγάλο μερίδιο στις ηχητικές επιλογές του. Στο discogsκαταγράφονται καμμιά 20αριά CDκαι LPτου, με το πιο πρόσφατο, αυτό που έχει τίτλo“Third” [Rekem Records, 2014], να αποτελεί ελληνική παραγωγή. Αμερικανός, όμως, είναι και ο τρομπετίσταςNateWooley, ένας από τους πιο αναγνωρισμένους παίκτες της νεοϋορκέζικης σκηνής (πάντα κινούμενος εντός του improv, noiseπεριβάλλοντος), συνεργάτης μεταξύ άλλων και των JohnZorn, AnthonyBraxton, FredFrithκαι EvanParker. Άρα συζητούμε για δύο μουσικούς με ευρύ βιογραφικό, οι οποίοι, καθώς συνεργάζονται στο “Third”, το κάνουν ευρύτερο…
Third” λοιπόν, καθότι πρόκειται για την τρίτη συνεργασία των Forsyth& Wooley (είχε προηγηθεί το “The Duchess Of Oysterville” στην πορτογαλική Creative Sources το 2007 και το “TheDuchessIsDead, LongLiveTheDuchess” στην Chocolate Monk το 2009), ένα LPπου αποτυπώνει βασικά ένα κομμάτι – το “Eveningrage”, χωρισμένο σε δύο μέρη, καταλαμβάνει τις αντίστοιχες πλευρές του βινυλίου. Η ηχογράφηση είναι ζωντανή (Φιλαδέλφεια, USA, 16/3/2013)… και δεν θα είναι λάθος αν υποθέσουμε πως ό,τι φτάνει στ’ αυτιά μας προέρχεται από την τρομπέτα και την κιθάρα μόνο. Εννοώ, πως τα δύο όργανα πρέπει να ηχογραφούνται σε realtime, χωρίς, κατ’ ανάγκην, σύγχρονη ή μεταγενέστερη ηλεκτρονική επεξεργασία. Εξάλλου τίποτα σχετικό δεν αναγράφεται στο οπισθόφυλλο.
Παρά ταύτα θα πω πως αυτός ο χωρισμός δεν είναι τυπικός. Το “Eveningrage, PartIΙ” δεν είναι μια γραμμική συνέχεια, σώνει και καλά, του “Eveningrage, PartI” – εννοώ πως καταγράφονται πλείστες όσες ανατροπές καθώς αναπτύσσονται οι μουσικές των Forsythκαι Wooley, και πως, στην ουσία, η δύναμη κι η αγριότητα, με τους χαμηλούς τόνους και την επικίνδυνη ηρεμία βρίσκονται σε μια διαρκή όσο και διαλεκτική επικοινωνία. Η εισαγωγή, για παράδειγμα, του “I” είναι «ακραία». Ένα βιομηχανικό θορυβώδες παρανάλωμα, που θα μπορούσε να θυμίζει από SonicYouthμέχρι οτιδήποτε σχετικό ή ανάλογο. Καθώς το trackπροχωρά ο βόμβος αναγορεύεται σε βασική ηχητική πράξη – με τους δύο improvisersνα παράγουν, πράγματι, αδιανόητα ηχοχρώματα. Θέλω να πω πως αν δεν ξέρεις από πού προέρχονται όσα ακούς, θα μπορούσε να υποθέσεις πως αφορούν σ’ ένα  preparedπιάνο κι ένα σετ κρουστών (ή σε κάποιον άλλο συνδυασμό). Οι Forsythκαι Wooleyδεν νοιάζονται δηλαδή μόνο για την «παροχέτευση» του ήχου τους, αλλά και για το πώς θα μετατρέψουν τα όργανά τους (μια κιθάρα και μια τρομπέτα υπενθυμίζω) σε… παν-όργανα. Στο μέρος “II” τούτο είναι ακόμη πιο εμφανές με τη φαντασία των παικτών να οργιάζει και με τα δύο όργανα ν’ ακούγονται περισσότερα κοντά στη φύση τους (η κιθάρα κυρίως), με την τρομπέτα να παράγει διαρκείς… σειρήνες και βόμβους, εξωθώντας και αυτή την πλευρά στα «άκρα».
Viewing all 5025 articles
Browse latest View live