Quantcast
Channel: ΔΙΣΚΟΡΥΧΕΙΟΝ / VINYLMINE
Viewing all 5024 articles
Browse latest View live

ΚΩΣΤΑΣ ΘΕΟΦΙΛΟΠΟΥΛΟΣ κείμενα-μεταφράσεις

$
0
0
Πριν μερικές ημέρες έφυγε από τη ζωή (πρέπει να ήταν γύρω στα 68) μία «μορφή» της εγχώριας μουσικής δημοσιογραφίας, ο Κώστας Θεοφιλόπουλος.
Παρένθεση. Έχω την πληροφορία από δύο διαφορετικές μεριές και μπορώ να πω πως την αναμεταδίδω με βεβαιότητα. Παρά ταύτα αν δεν είναι έτσι, αν έχω υποπέσει σ’ ένα τόσο ολέθριο και βαρύτατο λάθος, είμαι εδώ, εκτίθεμαι, και φυσικά είμαι έτοιμος να υποστώ τις οποιεσδήποτε ηθικές ή νομικές συνέπειες. Το λέω, επειδή δεν έχω προσωπική-προσωπική γνώση του γεγονότος, ούτε κατέστη δυνατόν να βρω μια σχετική ανακοίνωση στα μέσα και τον Τύπο. Τούτο, το τελευταίο, θα ήταν ούτως ή άλλως δύσκολο, αν όχι απίθανο. Τέλος, υπάρχουν άνθρωποι που με διαβάζουν και που μπορεί να γνωρίζουν τα σχετικά ή να μπορεί να μάθουν – ένας είναι ο Μανώλης Νταλούκας. Θα παρακαλούσα, λοιπόν, επωνύμως πάντα, μα εντελώς επωνύμως, όσοι μπορούν να επιβεβαιώσουν ή να διαψεύσουν την είδηση, να το πράξουν. Για την είδηση ή την μη είδηση, όχι για μένα. Κλείνει η παρένθεση.
Περιοδικό Κούρος, Μάης 1971
Αν και ο όρος «μουσική δημοσιογραφία» περιορίζει αρκετά τα ενδιαφέροντα του Κώστα Θεοφιλόπουλου, έτσι όπως εκείνα καταγράφηκαν στα λιγοστά μάλλον κείμενά του, στην δεκαετία του ’70 (κυρίως), προτάσσω την συγκεκριμένη δραστηριότητα, επειδή ήταν από ’κείνες, τις λίγες, που διαμόρφωσαν τη σχέση μου με τη μουσική, και με την γραφή γύρω από τη μουσική, από πολύ νωρίς – από τα πρώτα χρόνια του ’80όταν έπεσαν, δηλαδή, στα χέρια μου για πρώτη φορά ένα-δυο τεύχη του περιοδικού ΤΖΑΖ, εντός των οποίων έλαμπαν τα δικά του κείμενα.
Η γραφή του Κώστα Θεοφιλόπουλου ήταν μεστή, «βαριά» και απαιτητική. Προϋπέθετε και απαιτούσε την ενεργή συμμετοχή του αναγνώστη, και κυρίως την απαλλαγή του από διάφορες χίμαιρες, που είχαν αρχίσει να αναπτύσσονται, στο χώρο του rock, στην Ελλάδα του δεύτερου μισού των seventies. Oλόγος του σφιχτός και με στόχευση, έβαζε διάφορα πράγματα στη θέση τους. Θυμάμαι π.χ. την κριτική του για τις… ροκ εκπομπές του Τρίτου Προγράμματος (αρχές του ’79) και θα ήθελα για αρχή να μεταφέρω ένα πρώτο απόσπασμα. Έγραφε ο Θεοφιλόπουλος (περιοδικό ΤΖΑΖ, τεύχος 6, Μάρτιος 1979):
«Από τα τέλη Δεκεμβρίου(σ.σ. του 1978)εορταστικά(;) το Τρίτο Πρόγραμμα έχει αρχίσει σποραδική αναμετάδοση εκπομπών ροκ-εν-ρολ. Φαίνεται ότι τελικά η ορμητικότητα της μουσικής μπόρεσε να ξεπεράσει τους ‘ιδεολογικούς φραγμούς’ και τα οικονομικά εμπόδια που προφασίζονταν οι διάφοροι υπεύθυνοι προγραμματισμού εδώ και ενάμισι χρόνο. Η προσωπική εμπειρία που είχα –σε δύο ξεχωριστές φάσεις– σχετικά με τη δημιουργία μιας τακτικής εκπομπής ροκ-εν-ρολ μού άφησε ουσιαστικές αμφιβολίες τόσο για τις πολυδιαφημισμένες ποιοτικές απαιτήσεις του διευθυντή του προγράμματος κ. Μ. Χατζιδάκι όσο και για τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετώπιζαν οι στενοί του συνεργάτες την προβληματική παρουσία του ροκ-εν-ρολ μέσα στο ακαδημαϊκά φορμαλιστικό σχήμα του Τρίτου. Γι’ αυτό και απέφυγα, εσκεμμένα, να παρακολουθήσω τις πρώτες εκπομπές ροκ-εν-ρολ που παρουσιάστηκαν στο διάστημα ενός μήνα (με θέματα αρκετά δύσκολα, όπως το ‘Amazinggrace’ της ArethaFranklin, το ‘BlondeonBlonde’ του BobDylan, τους Beatlesκ.ά.). Όμως στις 2 Φεβρουαρίου 1979 υπέκυψα στον πειρασμό και παρακολούθησα ένα αφιέρωμα στον ElvisPresleyαπό τον κ. Δ. Δανίκα, κριτικό κινηματογράφου στο Ριζοσπάστη, που κράτησε 90 λεπτά. Όταν τελείωσε κατάλαβα πως κάποιος μόλις είχε κατατσαλαπατήσει τα μπλε καστόρινα παπούτσια μου. Τα εισαγωγικά σχόλια του κ. Δανίκα –σε τόνο έκθεσης ιδεών– άρχιζαν με τη συνθηματική αποκάλυψη ότι ο ElvisPresleyδεν ήταν μόνο ‘αγοραίος’ (που στην ηθικοπλαστική γλώσσα της ψευτο-ιντελιγκέντσιας σημαίνει ‘κακός’), αλλά και κάτι άλλο. Για μια στιγμή αυτό το κάτι άλλο μού φάνηκε να μένει μετέωρο. Και βέβαια… μια και περίμενε τη σειρά του. Γιατί σε λίγο ακούστηκε η έκφραση-θεσμός ‘η γενιά μας’ (ποια γενιά μας ακριβώς; – ή αυτό είναι άλλο θέμα;). Μετά το δεύτερο αυτό σύνθημα κοινότητας και συνενοχής το ‘κάτι άλλο’ μπόρεσε να προσδιοριστεί: ο Elvisείναι μια μεταφορά της Αμερικής. Θαυμάσια. Μόνο που η άσκηση λύθηκε με τη βοήθεια τυφλοσούρτη και συγκεκριμένα την ανάγνωση ενός αρκετά μεγάλου κομματιού από την ‘Πρισλειάδα’ του GreilMarcus. Δυστυχώς όμως για τον κ. Δανίκα το κείμενο του Marcusδεν έχει γραφτεί για να χρησιμοποιείται σα τυφλοσούρτης. Ζητάει πολλά: κατα-νόηση και συμμετοχή».Τα ενδιαφέροντα είναι από εδώ και κάτω (με τις ανακρίβειες του Δανίκα να σπάνε κόκκαλα), αλλά δεν είναι της στιγμής…
Ο Κώστας Θεοφιλόπουλος πρέπει να δημοσίευσε για πρώτη φορά στο περιοδικό Κούρος (τεύχος 2, Μάης 1971). Εκεί υπάρχει και το μοναδικό βιογραφικό του που γνωρίζω, συνταγμένο, μάλλον, από τον Λεωνίδα Χρηστάκη. Αντιγράφω:
«KOSTASTHEOPHILOPOULOS. 25 ετών. Κοντός. Άνεργος. Αρίστευσε στο Κολλέγιο Αθηνών (αρρένων), αλλά εγκατέλειψε την τελευταία στιγμή τις σπουδές του στο Παρίσι. (ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΤΙΓΜΗ). Με σκοτεινό παρελθόν και σκοτεινότερο ή φωτεινότερο μέλλον; Ο ΧΡΟΝΟΣ θα το δείξει. Κοιτάει συνεχώς το ΡΟΛΟΪ του. Μέχρι πριν από λίγο είχε να κάτση ΤΕΣΣΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ στην ίδια θέση. Γράφειπάντοτεστααγγλικά. HEY BABE!... DON’T YOU DO IT SO FAST-DON’T YOU WANT IT SO LAST. Πίσω από μια αντιπαθητική εμφάνιση κρύβεται μια χρυσή καρδιά». Ακολουθεί ένα σύντομο κείμενο του Θεοφιλόπουλου, στην αγγλική. Η περιγραφή μιας κατάστασης… χημικής υπερέντασης.
Σ’ ένα επόμενο τεύχος του Κούρου (#12, Νοέμβρης 1972), ο Θεοφιλόπουλος μεταφράζει ένα απόσπασμα από το βιβλίο TheMarihuanaPapers/ EditedbyDavidSolomon[New American Library, 1966] με κείμενα των TimothyLeary,CharlesBaudelaire,PaulBowles,AllenGinsberg,TerrySouthern,WilliamS. Burroughsκαι άλλων. ΤοαπόσπασμαέχειτίτλοPoints of distinction between sedative and consciousness-expading drugs (δηλ. Σημεία διακρίσεως μεταξύ κατασταλτικών και φαρμάκων διευρύνσεως του πεδίου συνειδήσεως) και ανήκει στον WilliamBurroughs. Το κείμενο είναι πολύ σημαντικό, όχι μόνο γιατί δεν τσουβαλιάζει όλα τα drugsμαζί, αλλά και γιατί δίνει μία πολύ σοβαρή επεξήγηση του τι σημαίνει ψυχεδελική τέχνη. Στη μουσική, στο σινεμά, στη λογοτεχνία παντού. (Για περισσότερες λεπτομέρειες εδώ… http://diskoryxeion.blogspot.gr/2014/02/william-s-burroughs-70s.html).
Ο Κώστας Θεοφιλόπουλος συμμετέχει με κείμενό του στο ένατο τεύχος του περιοδικού Σήμα (αφιέρωμα Η ΣΚΗΝΗ), που κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του ’75. Το ανάγνωσμα είχε τίτλο «Το Τέλειο Έγκλημα / Προβλήματα Επι-κοινωνίας» και ήταν γραμμένο από τους Κώστα Θεοφιλόπουλο, Νώντα Βασιλάκο και Νίκο Μανουσάκη (στο Σήματα ονόματα των άλλων δύο έχουν μπερδευτεί αφού αναφέρονται ως… Νίκος Βασιλάκος και Νώντας Μανουσάκης – εξακριβωμένο αυτό από δυο-τρεις διαφορετικές πηγές). Πρόκειται για ένα κείμενο επηρεασμένο σ’ ένα μέρος του από την λογοτεχνία του Burroughs, ενώ σ’ ένα άλλο μοιάζει να έχει περισσότερο… πρακτικό χαρακτήρα. Ιδίως στην περίπτωση της εξιστόρησης τού… Έπους του Βόλου (ένα ντοκουμέντο της ελληνικής drugcultureτων seventies), της περιπέτειας δηλαδή μιας παρέας Αθηναίων να προμηθευτεί ναρκωτικά (βασικά το διεγερτικό Ritalin) από βολιώτικα φαρμακεία στις αρχές του ’73 και όλων εκείνων, τέλος πάντων, που θα ακολουθούσαν…
Τον Δεκέμβριο του 1977 κυκλοφορεί το πρώτο τεύχος του περιοδικού ΤΖΑΖ. Από το τεύχος 3 (Ιούνιος ’78) ο Θεοφιλόπουλος «πιάνει δουλειά» όπως λέμε, ξεκινώντας μία σειρά κειμένων, που δεν άπτονταν, στενά, της jazz, κοιτάζοντας βασικά προς τη μεριά του rock. Επρόκειτο, απλώς, για τα σοβαρότερα, έως τότε, κείμενα που είχαν δημοσιευτεί στον τόπο μας από έλληνα γραφιά γύρω από την pop, το rockκαι τα λοιπά… Ο τίτλος του πρώτου εκείνου κειμένου ήταν… Τα Ονόματα: Ποπ και Ροκ, και η αρχή του ήταν έτσι:
«Το 1956 ο ElvisPresleyμε μια σύνθεση του OtisBlackwellπου ονομάζεται Dontbecruelκαταφέρνει να χτυπήσει συγχρόνως το πρώτο νούμερο και στα τρία είδη τσαρτς που υπάρχουν – ένα για το κάντρυ, ένα για το ρυδμ εντ μπλουζ και ένα για το ποπ. Η σημασία αυτού του γεγονότος είναι κεντρική. Ένα συγκεκριμένο τραγούδι παρουσιάζεται σαν η κοινή βάση για τρία διαφορετικά μουσικά ιδιώματα που, ως τότε τουλάχιστον, είχαν το καθένα ένα ξεχωριστό κοινό. Αυτό το ενιαίο κοινό που δημιουργείται παίρνει την απόφαση να αγνοήσει τους διαχωρισμούς του παρελθόντος. Γι’ αυτό, μπορούμε να υποθέσουμε ότι από το 1959 και ύστερα, βαθμιαία, η λέξη ποπ και η λέξη ροκ χρησιμοποιούνται αδιάφορα, σα να καλύπτουν την ίδια αισθητική πραγματικότητα. Συχνά, όταν κάποιος μιλάει για ποπ, κάποιος άλλος καταλαβαίνει ότι αναφέρεται σ’ αυτό που ο ίδιος ονομάζει ροκ, και αντίστροφα. Ποπ και ροκ παρουσιάζονται σαν αυτόματα συνώνυμα. Όμως αυτή η αυτοματισμένη συνωνυμία αφήνει μια πικρή γεύση στον μελετητή. Σκοπός μου σ’ αυτό το κείμενο είναι να δείξω τους λόγους που την προκαλούν.(…)».
Θα ακολουθούσαν άλλα κείμενα στα επόμενα τεύχη (άρθρα, μεταφράσεις και κριτικές βιβλίων) γύρω από τις earlydaysτου rock, της συσχέτισής του με το bluesκ.λπ., με κορυφαίο όλων… ToΤελευταίο Βαλς: Το Φορτίο και η Λύτρωση (ΤΖΑΖ #6, Μάρτιος 1979). Πρόκειται για μία διεισδυτική ανάλυση της συναυλίας των Band (TheLastWaltz), του άλμπουμ που προέκυψε από ’κει και της ταινίας του MartinScorsese– ένα κείμενο που διαβάζεται και σήμερα με το ίδιο ή και μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Σ’ ένα Ιδεοδρόμιο της εποχής (#31, 2/7/1979) ο Λεωνίδας Χρηστάκης γράφει για την Μαρία Μήτσορα. Σε κάποιο σημείο διαβάζουμε: «Από το 1971 την έχω συναντήσει 17 φορές στο δρόμο, πάντα συνοδευόμενη από τον Κώστα Θεοφιλόπουλο, που κι εκείνος είχε συνεργαστεί στον Κούρο με μια μετάφραση σχετική με τα ναρκωτικά του Ουίλλιαμ Μπάρροουζ (σήμερα είναι τακτικός συνεργάτης του περιοδικού ΤΖΑΖ)…». Το πρώτο βιβλίο της Μήτσορα Άννα Να Ένα Άλλο [Άκμων, Αθήνα 10/1978] είναι αφιερωμένο στον Κώστα Θεοφιλόπουλο.
Τα τέλη της δεκαετίας του ’70 είναι μία καλή εποχή για τον Θεοφιλόπουλο. Γράφει και μεταφράζει για το ΤΖΑΖ, τον Σύγχρονο Κινηματογράφο, είναι ανακατεμένος στο Αμφί (όπως και η Μήτσορα εξάλλου), ετοιμάζει τον πρόλογο για το βιβλίο Έλβις: Πρισλειάδα [Σειρά Αυτοσχεδιασμός, Αθήνα 1978] του Γκρέιλ Μάρκους (ένα κεφάλαιο του MysteryTrain), ενώ δίνει κι ένα ωραίο κείμενο στο τραμ (#9, Μάης 1978) υπό τον τίτλο «Τσογλαναρία: Μια καινούρια τρυφερότητα». Εκεί, ανάμεσα σε άλλα, τα χώνει στον Νίκο Παπαδάκι, εκδότη του περιοδικού Σήμα, γιατί αναδημοσίευσε αποσπασματικά το κείμενό του «Το Τέλειο Έγκλημα / Προβλήματα Επι-κοινωνίας» από το τεύχος 9 (Σεπτέμβριος 1975) στο τεύχος 18 (Ιούλιος-Αύγουστος 1977). Γράφει χαρακτηριστικώς:
«Προχθές την Τετάρτη όμως ήμουνα συγχυσμένος. Σκεφτόμουνα αυτόν τον βλάκα τον Δασκαλάκο βλαχο-αιγαιοπελαγίτη, αβανγκαρντίστα της πιο σίγουρης αξίας που μεταξύ Ύδρας και Πανελληνίου Εκθέσεως τη βγαίνει και ως εκδότης Καλλιτεχνικού –καλλιτεχνικού με κεφαλαίο– περιοδικού. Τέχνη όχι αστεία, πολύ ψηλή στάθμη και αξιοπρέπεια, για πολύ λίγους, ας είναι και αγράμματοι. Και τώρα όμως δεν πάνε να κάνουνε ό,τι θέλουν. Τι με νοιάζει εμένα. Αλλά με νοιάζει γιατί ο χαζολεβέντης πήρε ένα κείμενό μου πουμε το ζόρι είχε δημοσιεύσει πριν δύο χρόνιακαι με το έτσι θέλω όταν είδε ότι τον βόλευε το ’κοψε, κράτησε μόνο τα αξιοπρεπή κομμάτια και το ξαναπέταξε σε μια άθλια επανέκδοση. Έτσι και να μπορούσα να βούταγα κανένα τούβλο και να του κατέβαζα τη βιτρίνα του παλιομάγαζου-καλλιτεχνικού κέντρου απ’ όπου καθησυχάζει και αυτοναρκώνεται μέσα στη σοβαροφανή ρουτίνα της Ποιότητας και του Εγκύρου».
Μία από τις τελευταίες «έντυπες» παρουσίες του Θεοφιλόπουλου, που μου έρχεται τώρα στο νου, είναι η μετάφρασή του (μαζί με τον Νίκο Σαββάτη) του βιβλίου του τρομπετίστα της jazz-avantLeoSmithΣημειώσεις για τη φύση της μουσικής [Περιοδικό ΤΖΑΖ/ Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1982]. Μετά, από ’κει και πέρα εννοώ, τον έχασα. Δεν θυμάμαι, δηλαδή, να διάβασα κάτι δικό του, αν και δεν το αποκλείω εντελώς… Μπορεί, δηλαδή, να υπάρχει και κάτι άλλο, που να μην μου έρχεται τώρα στον νου ή να μην το γνωρίζω…
Μέσα στα χρόνια προσπάθησα να εντοπίσω τον Κώστα Θεοφιλόπουλο και να συζητήσω μαζί του. Δεν έγινε κατορθωτό, όχι γιατί δεν μπόρεσα να τον βρω, αλλά επειδή σεβάστηκα, εν τέλει, το γεγονός της απόσυρσής του από τον δημόσιο γραπτό λόγο και δεν ήθελα να επιχειρήσω να «σπάσω» εκείνη την απόφασή του. Δεν ήθελα να τον ενοχλήσω.
Α, και κάτι ακόμη, που παρ’ ολίγο να το ξεχάσω. Ο Κώστας Θεοφιλόπουλος, μαζί με τον Δημήτρη Πουλικάκο και τον Τάσο Φαληρέα, έγραψε τους στίχους στο τραγούδι του Εξαδάκτυλου «Τα παιδιά ειν’ εντάξει» το 1971. Το όνομά του είναι τυπωμένο στην ετικέτα του μικρού δίσκου…

«Ποτέ δεν σε ξεχνώ», ένα... έκτακτο κείμενο

$
0
0
Πριν δυόμισι χρόνια είχα γράψει στο Δισκορυχείονμία ιστορία για ένα αγαπημένο κομμάτι από τα seventies, το “El Bimbo”. Τις τελευταίες ημέρες διαπίστωσα πως εκείνη η παλαιά ανάρτηση παρουσίασε (και παρουσιάζει) μιαν αυξημένη επισκεψιμότητα, πράγμα που, ομολογώ, με παραξένεψε λιγάκι. Τι είχε συμβεί; Δεν άργησα να ανακαλύψω το λόγο, ανοίγοντας ένα βράδυ την τηλεόραση. Το “El Βimbo”, που το γνωρίσαμε στη δεκαετία του ’70 στην Ελλάδα από τον Γιάννη Πάριο ως «Ποτέ δεν σε ξεχνώ» (στίχοι Πυθαγόρας), ακουγόταν (με… προσαρμοσμένα λόγια) στην τελευταία διαφήμιση του Jumbo. Την είδα μέσα σ’ ένα τέταρτο 2-3 φορές…

Η συνέχεια εδώ… http://www.lifo.gr/team/music/52259

ΑΠΟΓΝΩΣΗ hardcore προγεννήτορες

$
0
0
Οι Απόγνωσηήταν ένα ελληνικό punkσυγκρότημα που έδρασε την περίοδο 1984-1987, δίχως να καταφέρει (τότε) να αφήσει κάτι στο βινύλιο (κάποια τραγούδια τους μόνο είχαν μοιραστεί σε δυο κασέτες). Έτσι τριάντα χρόνια μετά και μέσα στο γενικότερο ξανακοίταγμα των eighties, ένα longplayτους, το «Δυο Λεπτά Πριν» [Scarecrow/ B-otherSide/ StandAgainstVivisection, 2014], με δεκαπέντε συνολικώς τραγούδια τους (που πρόλαβε κιόλας να κάνει δύο κοπές – η πρώτη σε 323 αντίτυπα και η δεύτερη σε 157, όπως διάβασα στο discogs), έρχεται να μας (ξανα)γνωρίσει αυτήν την μπάντα, που συμπορεύτηκε με την punkομήγυρη (Γενιά του Χάους, Αδιέξοδο, ANTI..., ExHumansκ.λπ.), συμμετέχοντας στις καταστάσεις και τα γεγονότα της εποχής. Η έκδοση περιλαμβάνει, επίσης, τετρασέλιδο ένθετο με στίχους και πληροφορίες (στην ελληνική και την αγγλική) καθώς και φωτογραφίες από liveτου γκρουπ στο Αγρίνιο, τα Μέγαρα και τα Προπύλαια. Ακόμη, τα δεκαπέντε τραγούδια των Απόγνωση είναι παρμένα από τρεις διαφορετικές sessions– δύο στουντιακές και μία liveστο Αγρίνιο, άπασες από το 1985. Οι δύο στουντιακές καταλαμβάνουν την πρώτη πλευρά, ενώ η liveτην δεύτερη (ακούγονται «ζωντανά» έξι από τα τραγούδια της πρώτης πλευράς). Πάμε, τώρα, και στα πιο μέσα…
Η μπάντα ανήκει στην πλέον σκληροπυρηνική κατηγορία του ελληνικού mid-eightiespunk (και υπό αυτήν την έννοια οι Απόγνωση είναι ένα συγκρότημα «τομή» για τον χώρο). Το δικό τους hardcore, που δεν έχει να κάνει μόνο με τις μουσικές, αλλά και με τους στίχους, είναι τόσο και τέτοιο, που ξεχειλίζει από κάθε πλαστικό αυλάκι. Στοιχειώδης οργανική συνοδεία, στίχοι οι οποίοι λόγω της ταχύτητας που τραγουδιούνται (ιδίως στα live) δεν γίνονται συχνά αντιληπτοί στην ολότητά τους, θεματολογία που αγγίζει ακραίες αναρχoπάνκ αντιλήψεις. Υπάρχουν βεβαίως τραγούδια με σωστά κοινωνικά μηνύματα, όπως π.χ. το «Ναρκωτικά» («έμποροι του θανάτου παντού σε κυνηγάνε/ το σώμα σου ναρκωτικά γεμίζουν, οι ενέσεις στα όνειρα σε πάνε/ τα προβλήματά σου όμως δεν τα λύνουν»…) και άλλα που δεν αντέχουν σε σοβαρή κριτική, όπως το «Ελλάδα» ας πούμε που είναι πνιγμένο στην ιδεοληπτική ξηρασία και τον αρνητισμό («κάψε την γαλανόλευκη σημαία... ξέχνα την υπηκοότητά σου, πέτα την ταυτότητα σου…  κόψε τα δεσμά με την μητέρα Ελλάδα… γαμημένη Ελλάδα»). Μέσα απ’ αυτές τις αντιθέσεις, θα πω εγώ, το συγκρότημα θα επιβιώσει για μερικά χρόνια, πριν κάποια από τα μέλη του αποφασίσουν ν’ αλλάξουν γραμμή, υπηρετώντας από άλλα μετερίζια. Ο τραγουδιστής Γιάννης (Γιάννης Βελής) και ο ντράμερ Τάκης (Τάκης Κούλης) θα ιδρύσουν τους πολύ καλούς MakeBelieve, τραγούδι(α) των οποίων ακούστηκαν μέχρι και στο MTV(!), ενώ ο μπασίστας Βαγγέλης (Βαγγέλης Φιλαΐτης) θα συνεχίσει στην hardcoreδιαδρομή, δημιουργώντας στην πορεία τους Αγανακτισμένους Πολίτες, τους Ναυτία φυσικά, για να περάσει κάποια στιγμή και από τους Εκτός Ελέγχου (όπως διαβάζω στο ένθετο).
Η υπενθύμιση λοιπόν της ύπαρξης (και) του συγκεκριμένου γκρουπ έχει (και αυτή) τη σημασία της.

THE MARK LOMAX TRIO Ίσιδα και Όσιρις

$
0
0
Είμαι χαρούμενος γιατί θα γράψω, αυτά που θα γράψω, για το καινούριο CDτου MarkLomaxTrio. Μπορεί να πέρασαν τέσσερα χρόνια από την εποχή του “TheStateofBlackAmerica” [Inarhyme], έχω όμως ακόμη ζωντανό στη μνήμη μου το μέγεθος εκείνης της εγγραφής – με λόγια απλά ένα από τα κορυφαία jazzάλμπουμ της δεύτερης δεκαετίας του αιώνα. Έτσι, και παρότι έχει μεσολαβήσει κάποιο σεβαστό διάστημα από τότε, εξακολουθώ να βρίσκω λογική την κατακλείδα της παλαιάς ανάρτησης, πως…σε τριάντα χρόνια, δηλαδή (σήμερα σε είκοσι έξι…) τέτοια άλμπουμ θα αναζητά η Soul Jazz, για την περιγραφή τού jazz underground της εποχής μας.
Μπορεί, πια, ο συγκεκριμένος όρος, το “jazzunderground” εννοώ, να έχει βαρύνει περισσότερο προς την αισθητική και λιγότερο προς την κοινωνική πλευρά του, παρά ταύτα η ουσία παραμένει. Το MarkLomaxTrioείναι ένα σπουδαίο συγκρότημα που κρατά από την μήτρα της πιο «μαύρης» jazzτου ’60 (JohnColtrane, PharoahSanders, ArchieShepp, MaxRoachκ.λπ.) με το Isis& Osiris[Inarhyme, 2014]να βάζει, αυτομάτως, υποψηφιότητα για ένα από τα σημαντικότερα τζαζ άλμπουμ της χρονιάς. Δεν είναι αυτό το σημαντικότερο, αλλά εκείνο που ακούμε…
Αν στο “TheStateofBlackAmerica” το πνεύμα και η ηθική του ’60 περνούσαν μέσα από ήχους blues, jazz, spiritualsκαι gospel, όπως και από τα διαβάσματα τα σχετικά με τον χαρακτήρα της διαχρονικής «μαύρης συνείδησης», στο “Isis& Osiris” η ουσία δεν αλλάζει. Απλώς συνδέεται με τον πάλαι ποτέ αφροκεντρισμό που διαπέρασε την jazzτην ίδιαν εποχή, παρέχοντας το έναυσμα για μία σύγχρονη εκδοχή του. Έτσι κάπως οι τρεις μουσικοί, ο ντράμερ MarkLomax, ο τενορίστας EdwinBayardκαι ο κοντραμπασίστας DeanHulettξεκινούν να διαμορφώνουν ένα υλικό στηριγμένο σε κλασικές/ιστορικές συνταγές προσαρμοσμένες, όμως, στις σύγχρονες ηχογραφικές απαιτήσεις.
Το εισαγωγικό κομμάτι “Kemet” διαρκεί έντεκα λεπτά και είναι το μεγαλύτερο σε διάρκεια του άλμπουμ. Το συγκρότημα από την αρχή θέλει να δηλώσει ήχο και ταυτότητα και το πράττει τούτο μέσω μιας ρυθμολογίας που παραπέμπει (αν δεν είναι) σε νουβίτικο σκοπό. Υποβλητική εισαγωγή από τα ντραμς του Lomax, εντυπωσιακή παρέμβαση από τον Hulettσε κοντραμπάσο με δοξάρι και βαθύ/φανταχτερό σόλο από τον Bayardστο τενόρο, σ’ ένα trackπου σε παρασύρει σε τύπου… Tauhidκαταστάσεις. Το ιντερλούδιο σε σόλο μπάσο προετοιμάζει το “Isis”, ένα 8λεπτο απίθανο κομμάτι εντελώς ταξιδευτικής αφήγησης, που σε στέλνει σε άλλους κόσμους. Ο Lomaxκάνει φοβερή δουλειά στα ντραμς, τόσο με τις πολυρυθμικές πρακτικές του, όσο και με το γενικότερο feeling, βάθος κτλ. που σκορπίζει στην εγγραφή και σε συνδυασμό με το δημιουργικό ρόλο τού μπάσου οριοθετεί ένα περιβάλλον που ζέει,  πάνω στο οποίο θα έρθει να ακουμπήσει, γαλήνιο, το σαξόφωνο. Το επόμενο δίλεπτο διάλλειμα αφορά στα κρουστά, τα οποία εισαγάγουν το επίσης 8λεπτο “Osiris”. Κλασικός ήχος spiritualjazzμε ανεπανάληπτα κρουστά breaksκαι τενόρο που τρυπάει την ψυχή. Σκέτο χάσιμο. Το επόμενο «διάλλειμα» ολοκληρώνεται σε 40 δευτερόλεπτα προετοιμάζοντας το “Chaos”. Σόλο σε υπερηχητική ταχύτητα από το τενόρο που αλωνίζει, με συνεχή υποστήριξη του ρυθμικού τμήματος, που δουλεύει σε κατάσταση παροξυσμού. Χωρίς διάλλειμα αυτή τη φορά περνάμε στην «Αγάπη», ένα 4λεπτο «κολτρεϊνικό» trackμε μελωδία (στο τενόρο) από… κάποιου παπά ευαγγέλιο (δεν μπορεί…), πριν την ολοκλήρωση του άλμπουμ με την «Ανάσταση», ένα έντονο trackπου κινείται σε καθαρές bluesyφόρμες και με το τενόρο να παίζει soliσαν σε κατάσταση πανικού.
Το “Isis& Osiris” του MarkLomaxTrioείναι ένα σπάνιας πληρότητας jazzCD. Το καλύτερο που άκουσα την τρέχουσα χρονιά, ασυζητητί.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ «Η» περίπτωση

$
0
0
Χαίρομαι, προσωπικώς, γιατίέναςαπότουςαγαπημένουςμουσυνθέτεςτωνearly eighties, οΓιώργοςΘεοδωράκης(γιόςτουΜίκηΘεοδωράκη), επανεμφανίζεταιστηδισκογραφίαμέσωενόςάλμπουμ, πουπεριλαμβάνεικυρίωςανέκδοταtracks – απότα 16 θέματατουdouble LP “The Rules of the Game, Original Studio Recordings (1978-1996)” [Into the Light, 2014] τα 11 είναιανέκδοτα. Επίσης τα 12 από τα 16 tracksπροέρχονται από την δεκαετία του ’80, δύο είναι γραμμένα την διετία 1978-79 και δύο αφορούν στα nineties (τη διετία 1995-96). Άρα, το να γράψει κάποιος πως το “TheRulesoftheGame” περιλαμβάνει, κυρίως, υλικό του Γιώργου Θεοδωράκη από τα eightiesδεν είναι εκτός πραγματικότητας. Εξάλλου στην δεκαετία του ’80 ανήκουν οι τρεις από τους τέσσερις ολοκληρωμένους δίσκους τού συνθέτη. Και αναφέρομαι στα LP«Νικοτίνη αρ. 5,6 & 9» [ToxotisL.P. GR. 101, 1981], «Σήμα» [MINOSMSM 500, 1983] και «Μάργκω» [Ιουλιανός, ΜΤΙ 006, 1988].
Ο Γιώργος Θεοδωράκης μπορεί να έγινε γνωστός το 1979, όταν έγραψε μουσική για την ταινία του Ανδρέα Θωμόπουλου Ο Ασυμβίβαστος (με τον Παύλο Σιδηρόπουλο και την Βέρα Κρούσκα), είχε όμως προηγούμενη θητεία στις ορχήστρες του πατέρα του, ήδη από τον «Μουσικό Αύγουστο» του 1977, αφού είχε διευθύνει και ενορχηστρώσει τα τραγούδια από το έργο «Ο Ήλιος και ο Χρόνος» και μάλιστα προς… popκατευθύνσεις (όπως αναφέρει και η GailHolstστο γνωστό βιβλίο της για τον Μίκη Θεοδωράκη, για το οποίον έχω γράψει παλαιότερα).
Επηρεασμένος από τα μεγάλα γκρουπ τού artrock(τους PinkFloydτων 70s, τους Genesis…), τους τραγουδοποιούς της εποχής του (CatStevens…) και βεβαίως τις ελληνικές μουσικές και τις μουσικές του πατέρα του, ο Γιώργος Θεοδωράκης δίνει από πολύ νωρίς στίγμα. Το στίγμα ενός ανθρώπου εξοικειωμένου, κατ’ αρχάς, με την τεχνολογία των synthesizersκαι από ’κει και πέρα με την δημιουργική χρήση τους. Το 1996 στο βιβλίο μου «Ραντεβού στο Κύτταρο» είχα δύο πρώτα λόγια για τις «Νικοτίνες» του. Με αντιγράφω: «Η δεύτερη εμφάνιση του Γιώργου Θεοδωράκη στη δισκογραφία είχε τίτλο ‘Νικοτίνη αρ. 5,6 & 9’. Ορχηστρική κατά βάση δουλειά, δίνει την ευκαιρία στο συνθέτη να πειραματιστεί με τους συνθετητές αλλά και με φυσικά όργανα (πιάνο, κρουστά, κιθάρα), τα οποία χειρίζεται ο ίδιος και ο Δημήτρης Παπαγγελίδης. Άξια προσοχής προσπάθεια, η οποία όμως δεν βρήκε πρόσφορο έδαφος στη δισκογραφική αγορά». (Εννοούσα πως έβλεπες ντάνες από απούλητες «Νικοτίνες» στην Ομόνοια, στα μέσα των 90s, με τιμές 2-3 κατοστάρικα, ενώ, σήμερα στο discogs, μια μέτρια κόπια πουλιέται 35 ευρώ και μια καλή αγγίζει τα 70. Έτσι είναι αυτά τα πράγματα…). Τώρα, στη συλλογή τής IntotheLight,έχει καταβληθεί προσπάθεια ώστε να φιλοτεχνηθεί ένα συνολικό πορτρέτο του… ηλεκτρονικού Γιώργου Θεοδωράκη, και αυτή η προσπάθεια είναι απολύτως επιτυχημένη. Ισχύει, δηλαδή, εκείνο που έγραψα τις προάλλες και για το άλμπουμ του Βαγγέλη Κατσούλη στο ίδιο label. Πως το 2LP, στην περίπτωσή μας, λειτουργεί, λόγω της αισθητικής ενότητας και της παράλληλης ηχητικής ποιότητας που το διατρέχει, ως ένα ολοκληρωμένο και αυτοδύναμο έργο. Δεν έχουμε να κάνουμε δηλαδή με ανεμομαζώματα-διαβολοσκορπίσματα, αφού όλα τα tracksείναι με τέτοιον τρόπο τοποθετημένα ώστε να εμφανίζουν μιαν ενότητα.
Να σημειώσω κατ’ αρχάς πως θεωρώ το LPτου Γιώργου Θεοδωράκη «Σήμα», ως ένα από τα σημαντικότερα, «κρυφά», των eighties. Τον δίσκο τον είχα αγοράσει με το που βγήκε, το 1983, ακούγοντάς τον δεκάδες φορές εκείνη την περίοδο. Ένα συναρπαστικό, δημιουργικό κολάζ φωνών, field recordings και βεβαίως μουσικών (ηλεκτρονικών και συμβατικών), που κατέληγε σ’ ένα από τα ωραιότερα ελληνόφωνα electro-popτης εποχής, τις «Φυλακές ανηλίκων» (ή «Φ.Α.») σε στίχους Μιχάλη Μαρματάκη (θα το συνέκρινα, ας πούμε, μόνο με δυο-τρία tracksτων Χωρίς Περιδέραιο ή με τα καλύτερα της Λένας Πλάτωνος). Το ίδιο κομμάτι ο Θεοδωράκης το ηχογράφησε και στην «Μάργκω» του 1988, αλλά η εκτέλεση του «σήματος» δεν παίζεται. Χαίρομαι λοιπόν γιατί το «Φ.Α.» υπάρχει κι εδώ (είναι το τελευταίο trackτου 2LP), μεταφέροντας έτσι, μαζί με τα «Δρόμοι του γάλακτος» και «Μόνικο», το πνεύμα του «Σήματος» στις μέρες μας. Πέραν, λοιπόν, αυτών των τριών tracks, στο “IntotheLight” ακούγονται και δύο κομμάτια από την «Μάργκω» του 1988. Είναι το εισαγωγικό «Τους κανόνες, το παιχνίδι» και το “Stou”. Με κρουστά Yamaha, ένα DX 7 κι ένα μπάσο Steinberger, ο Θεοδωράκης και οι συνεργάτες του (Νίκος Αντύπας, Σπύρος Νίτης, Νίκος Βαρδής) φτιάχνουν έναν «στρογγυλό» electroήχο, που θα μπορούσε να θέλξει ακόμη και σήμερα. Εκεί όμως που αξίζει να σταθούμε περισσότερο είναι στα ανέκδοτα tracks, που αποτελούν, βεβαίως, και την πιο μεγάλη έκπληξη.  
Μένω λοιπόν στο “Genesis” (που με παρέπεμψε στις καλύτερες στιγμές των ELO), στην ατμοσφαιρική «Νικοτίνη 2», στο “TheLottery” (από σειρά της ΕΡΤ του ’84, κομμάτι με ελληνικά στοιχεία και με κάτι από… Μίκη), στο “Getaway” (με ήχο à laTangerineDream), στο “Ιnconclusion” (δεν ξέρω αν μόνον εγώ ανακαλύπτω, εδώ, κάτι από MikeOldfield), στο “Relax 1” (που μου δημιούργησε αίσθηση soundtrack), στο “Somanyflowers” με τα προχωρημένα για την (ελληνική) electro-popφωνητικά του, στο έξοχο “Escape” (με late70sήχο κάπου ανάμεσα σε TangerineDreamκαι MichaelHoenig) και τέλος το “Therain” (που κινείται στα όρια της EDM).
Το “TheRulesoftheGame” ήρθε για να επιβεβαιώσει εκείνο που πάντα πίστευα για τον Γιώργο Θεοδωράκη. Ένας σημαντικός, αλλά κάπως «κλειστός» δημιουργός (εννοώ πως δεν φρόντισε ο ίδιος, μέσα στα χρόνια, να κάνει γνωστότερο το έργο του), που τοποθετείται, επάξια, στην πρώτη γραμμή της ελληνικής ηλεκτρονικής σκηνής, τα τελευταία 35 χρόνια.

JOHNNY ZORBAS ένας ελληνοαμερικανός σαξοφωνίστας

$
0
0
Για τον Johnή JohnnyZorbasκαι για κάποιες περιπέτειές του στην Ελλάδα μού έχουν μιλήσει οι παλαιότεροι... Από ’κείνους, μάλιστα, θεωρείται «κομμάτι» της ελληνικής τζαζ, παρότι ο Zorbasούτε είχε γεννηθεί στην Ελλάδα, ούτε είχε μεγαλώσει καλλιτεχνικώς στη χώρα μας. Επειδή, όμως, έτυχε να ζήσει (και να παίξει) πολλά χρόνια εδώ, αφήνοντας το δικό του στίγμα, ok...
Βιογραφικά στοιχεία του… κυκλοφορούν ελάχιστα στο internet, με τα πιο πειστικά να εντοπίζονται στο… μακάβριο sitefindagrave– εκεί που οι Αμερικανοί μπορούν να αναζητήσουν τον τάφο κάποιου προγόνου, γνωστού τους κ.λπ. Από ’κει λοιπόν μαθαίνουμε πως ο JohnZorbasείχε γεννηθεί στην Duluthτης Minnesotaτο 1930 (έντεκα χρόνια αργότερα στην ίδια πόλη θα γεννιόταν ο BobDylan), πως τελείωσε το CentralHighSchoolτο 1948, πως πολέμησε στην Κορέα, και πως ξεκίνησε να παίζει τενόρο σαξόφωνο, κατ’ αρχάς, στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Μαθαίνουμε επίσης, πάντα από το ίδιο site, πως γύρισε, παίζοντας, όλη την Αμερική και πως επισκεπτόταν σε τακτά διαστήματα και την Ελλάδα, στην οποίαν έμεινε συνολικώς δώδεκα χρόνια. Επίσης ότι έπαιξε «ζωντανά» σ’ ένα τζαζ κλαμπ κοντά στον… Παρθενώνα, πως εμφανίστηκε στο Hiltonμε τον «ιδιωτικό» πιανίστα του βασιλιά Farouk, αλλά και με την ορχήστρα του Μίμη Πλέσσα, πως ηχογράφησε με την Νάνα Μούσχουρη και πως συνέπραξε, για κάποιο διάστημα, με τον σημαντικό πιανίστα του bebopDodoMarmarosa. Τέλος, πως πέθανε στην πόλη που γεννήθηκε τον Μάιο του 2010, στα 80 χρόνια του.
Ο συνδετικός κρίκος του JohnnyZorbasμε την Ελλάδα ήταν ο Μίμης Πλέσσας. Οι δύο μουσικοί είχαν γνωριστεί στην Duluth, στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’50, κατά την διάρκεια της αμερικανικής περιπέτειας του έλληνα συνθέτη και πιανίστα, με τον Zorbasνα επισκέπτεται έκτοτε τακτικά τη χώρα μας. Ήδη από τον Ιούνιο του ’62 χρονολογείται μία από τις πρώτες, αν όχι η πρώτη αναφορά του ονόματός του σε ελληνικό έντυπο. Γράφει ο Παντελής Παντελούρης στο πρώτο τεύχος του δίγλωσσου περιοδικού Εμείς/Unsere Weltτής Γερμανικής Σχολής Αθηνών: «(…)Μάλιστα, οι Έλληνες μπορούμε να αισθανόμαστε υπερήφανοι επειδή έχουμε να επιδείξουμε και κάποιους καλούς μουσικούς στο είδος(σ.σ. της jazz)όπως τον σαξοφωνίστα JohnZorbas…(…)».
Μετά τα μέσα του ’70 ο JohnnyZorbasείναι από τους τακτικούς θαμώνες του Τζαζ Κλαμπ του Γιώργου Μπαράκου, στην Πλάκα. Γράφει ο Σάκης Παπαδημητρίου στο πρώτο τεύχος του περιοδικού ΤΖΑΖ (Δεκέμβριος 1977): «Το μοναδικό τζαζ κλαμπ είναι του Γιώργου Μπαράκου στην πλατεία Ραγκαβά, στην Πλάκα. Ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 1975 με προγράμματα δίσκων, αλλά αργότερα εμφανίστηκαν ελληνικά και ξένα γκρουπ ή ανάμικτα. Στο 1977 το τζαζ κλαμπ λειτούργησε ασταμάτητα με δύο ή τρεις μέρες τη βδομάδα ζωντανό πρόγραμμα. Σ’ αυτό το διάστημα δημιουργήθηκε ένας πυρήνας δικών μας μουσικών που μπορεί να συνοδέψει και να συνεργαστεί με ξένους σολίστ. Ο Τζόννυ Λαμπίτσι κιθάρα, ο Γιώργος Φιλιππίδης μπάσο, ο Γιώργος Τρανταλίδης ντραμς. Άλλοι βασικοί της χρονιάς υπήρξαν ο Τζόννυ Ζορμπάςστο τενόρο σαξόφωνο και ο Τόνυ Μπράουν ή ο Χάρολντ Μπρέιβυ στα ντραμς».
Στο Τζαζ Κλαμπ, από αριστερά: Γιώργος Φιλιππίδης μπάσο, Tony Brown ντραμς, Johnny Zorbas τενόρο σαξόφωνο, Béla Lakatos πιάνο, Johnny Lambizzi κιθάρα
Μάλιστα από εκείνη την εποχή, στο ίδιο τεύχος του ΤΖΑΖ, υπάρχει και μια πολύ ωραία φωτογραφία (είναι αυτή που βλέπετε πιο πάνω), η μοναδική που έχω δει με τον JohnnyZorbasστην Ελλάδα…
Ο φάκελος για τον ελληνοαμερικανό σαξοφωνίστα παραμένει ανοιχτός. Και για μένα και για οποιονδήποτε άλλον αναγνώστη, που μπορεί να γνωρίζει κάτι και επιθυμεί να το προσθέσει…

JAZZWERKSTATT WIEN NEW ENSEMBLE νευρικές όψεις

$
0
0
Το“Sympathikus – Parasympathikus” [JazzWerkstatt, 2014] είναιέναάλμπουμimprov καταστάσεωνμεconcept εντελώςπαράξενο. Πριν όμως απ’ αυτό…
ΟιJazzwerkstattWienNewEnsemble(JWNE) του τρομπονίστα DanielRieglerσχηματίστηκαν το 2009, δείχνοντας από την αρχή ποιος θα είναι ο χώρος κίνησής τους (ένας συνδυασμός σύγχρονης κλασικής, jazzκαι ηλεκτρονικών). Σεξτέτο στην παρούσα φάση (AgnesHegingerφωνή, SixtusPreissηλεκτρονικά, κρουστά, DanielRieglerτρομπόνι, συνθέσεις, PeterRomκιθάρες, ClemensSalesnyσοπράνο, κλαρίνο, μπάσο κλαρίνο, BerndSatzingerκοντραμπάσο), οι JWNEαναλαμβάνουν να φέρουν εις πέρας ένα παράτολμο σχέδιο. Να ηχοποιήσουν το ανθρώπινο νευρικό σύστημα, και πιο συγκεκριμένα το συμπαθητικό και παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα. Έτσι, χωρίζουν το άλμπουμ τους σε δύο μέρη (με έξι tracksανά μέρος) τα οποία υποτίθεται πως απεικονίζουν αντίστοιχες… νευρικές όψεις. Ακολουθώντας την φυσιολογία τού εκάστοτε συστήματος (το συμπαθητικό είναι το πιο δραστικό, ας το πω έτσι, ενώ το παρασυμπαθητικό εκείνο που λειτουργεί σαν… συσσωρευτής ενέργειας), οι JWNEδείχνει να αντιλαμβάνονται το πρώτο ως έναν εκρηκτικό συνδυασμό απροσάρμοστων (scatστην νιοστή) φωνητικών –δύσκολο να κατανοήσεις τον τρόπο μέσω του οποίου φωνασκεί η Heginger–, θορυβωδών προσαρμογών, ακανόνιστων ρυθμικών εξάρσεων και αβαντ-γκαρντίστικων… ροκοειδών ηλεκτρονικών (“Fush”), ενώ το δεύτερο σαν κάτι που… σέρνεται στο χρόνο, χαμηλής γενικώς έντασης, αλλά με σαφή εσωτερική δύναμη. Oσυνδυασμός των δύο μερών δίνει μια συνολική εικόνα του αυστριακού γκρουπ, που συνθέτει και ηχογραφεί για να εκπλήξει.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΡΡΑΣ 45άρι + κασέτα

$
0
0
Στη γνωστή πλέον σειρά 45αριών του Δημήτρη Καρρά (με τα ασπρόμαυρα εξώφυλλα του Κώστα Παντούλα) και με την σύμπραξη του StudioPazl, του MusicCornerκαι της B-otherSideRecordsπροστίθεται ένα ακόμη νούμερο, το πέμπτο, που περιλαμβάνει δύο ερωτικά τραγούδια σε μουσικές και στίχους του Καρρά, τα οποία αποδίδονται από τον τραγουδοποιό και την Αρετή Κετιμέ (η mainside«Έλα στην θέση μου») και από τον Λάμπη Ξυλούρη (η flipside«Τα κάτεργα»).
Το πρώτο τραγούδι ξεκινά κάπως σαν μπαλάντα, μ’ ένα… όσο πατάει η γάτα ραπάρισμα από τον Καρρά, πριν «απαντήσει» η Κετιμέ στο ρεφρέν, ανεβάζοντας τα… εντεχνολαϊκά vibes. Απλό και κατανοητό τραγούδι, «μαλαμικών» αναφορών, με προσεγμένη ενορχήστρωση (κλασική & ακουστική κιθάρα, κοντραμπάσο, βιολί, σαντούρι, κρουστά). Το δεύτερο κομμάτι είναι γραμμένο στο κρητικό ιδίωμα – και ίσως γι’ αυτό επιλέχθηκε ως ερμηνευτής ο Λάμπης Ξυλούρης. Η «πέτρινη» φωνή τού τραγουδιστή μοιάζει ιδανική… και σε συνδυασμό με τη μελωδική γραμμή και βεβαίως με την ενορχήστρωση (λύρα ο Μάνος Πυροβολάκης, λαούτο ο Νίκος Γύρας) συντείνει σ’ ένα ωραίο αποτέλεσμα. Τριακόσια αντίτυπα συνολικώς και με προτεινόμενη τιμή αγοράς από 10 ευρώ και κάτω…
Και από τα 300 αντίτυπα περνάμε στα 50… Τόσες κασέτες (γιατί όχι;) αντέγραψε ο Καρράς, παρουσιάζοντας τη νέα ολοκληρωμένη δουλειά του, που έχει τίτλο «Μαμούθ/ 16 τραγούδια στον πάγο». Σημειώνει ο ίδιος (στην κασέτα): «Τραγούδια παλαιολιθικής εποχής και πρωτόγονης καταγραφής. Ακατέργαστα χωρίς ωραιοποίηση, χωρίς διάθεση κολακείας για ‘καθώς πρέπει’ αυτιά. Τραγουδάκια που τα φάλτσα λόγια τους πάλεψαν με τους σκοπούς για να βγουν από τον πάγο. Μάταια…». Θα πω πως ούτε τα τραγούδια είναι… παλαιολιθικής εποχής, ούτε… έχουν πρωτόγονη καταγραφή. Πρόκειται για μπαλάντες, ενοργανωμένες για κιθάρα, με σύγχρονη θεματολογία και ηχογραφημένες πολύ καλά… ίσως λίγο «χαμηλά», αλλά πολύ καλά (όσον αφορά στο πως φθάνουν οι μουσικές και τα λόγια στ’ αυτιά μου). Το ύφος φέρνει στον νου τις ακουστικές φάσεις, ώρες κ.λπ. του Παύλου Παυλίδη, και το γεγονός πως ο Καρράς συντάσσει ένα τέτοιο υλικό (16 τραγούδια είναι αυτά) μεταφέροντας στ’ αυτιά μας αυτόν τον χαμένο, γενικώς, ήχο της μπαλάντας, είναι κάτι που θα πρέπει να το σημειώσουμε.
Έχω γράψει κι άλλες φορές, και από παλαιά, πως η… μη δύναμη ενός τραγουδιού πολλές φορές κρύβεται πίσω από τα στούντιο-κόλπα και τις πλουμιστές ενορχηστρώσεις. Αντιθέτως, τίποτα δεν μπορεί να κρυφτεί, όταν βγαίνεις μπροστά με μια φωνή και μια κιθάρα. Απαιτείται, όμως, να έχεις και υλικό, για να τραγουδήσεις έτσι «γυμνός» – καθότι σε κάθε άλλη περίπτωση εκτίθεσαι (με την κακή έννοια). Ο Καρράς, στο «Μαμούθ» μπορεί κι αυτός να εκτίθεται, αλλά μόνο με την καλή έννοια! Τα τραγούδια του έχουν αρχή, μέση και τέλος, εμφανίζουν μιαν ευαισθησία που δεν είναι καθημερινή, ξέρουν να παίζουν με τη γλύκα, τη νοσταλγία και την αναπόληση των «χαμένων» χρόνων, είναι εύστροφα, ενώ σε δυο-τρεις περιπτώσεις κατορθώνουν όχι απλώς να δημιουργήσουν την έκπληξη, αλλά και να σηκωθούν πολύ ψηλά. Στην πρώτη γραμμή δηλαδή των ελληνικών τραγουδιών (με ελληνικό στίχο), που άκουσα τη φετινή χρονιά. Στα «Λάμα μαχαιριού», «Λερωμένα παπούτσια» και «Ζέτα» αναφέρομαι… και μακάρι να μπορούσα να σας πω πού μπορείτε άμεσα να τ’ ακούσετε, ώστε να συμφωνήσετε (ή να διαφωνήσετε) μαζί μου…

EL COMBO XINGÚ latin-funk από την Χιλή

$
0
0
Πριν καμμιά δεκαπενταριά χρόνια ένας φίλος, συλλέκτης του λατιονοαμερικανικού rockμού είχε προτείνει μερικά άλμπουμ, από ’κείνες τις «άγνωστες» χώρες, πρώτον για ακρόαση και δεύτερον για οτιδήποτε… αγοραστικόν ήθελε προκύψει. (Αναφέρομαι στην προ eBayεποχή, όταν οι τιμές ήταν ακόμη συγκρατημένες και το latin-funkυπολειπόταν κατά πολύ, ως αξία, του garage, του progressiveκαι της… ψυχεδέλειας, που τότε έδιναν κι έπαιρναν). Ο φίλος, fanτου sixtiesήχου, είχε κρατήσει για τον εαυτό του (προφανώς από ένα ευρύτερο πακέτο) ό,τι σχετικό του άρεσε, αφήνοντας για εμάς τους υπoλοίπους ορισμένα complexprogressiveκαι κάποια latin-funkσε… Santanaστυλ – όπως έλεγε και ο Δημήτρης Παπαγιάννης στην… Κόμησσα της Κέρκυρας, καθώς ετοιμαζόταν να διασκευάσει (στην ταινία) το «Πετινάρι». Θυμάμαι και τώρα τα άλμπουμ που είχα αγοράσει τελικώς από ’κείνο το πακέτο: ήταν το πρώτο των Invisible (1974), το πρώτο των Reloj (1975), το “Los Delirios del Mariscal” των Crucis(και τα τρία από την Αργεντινή), τους early 80sΒραζιλιάνους AlmadaTerra(που μου έφερναν στο νου, κάπως, τους 2002 του Ηλία Ασβεστόπουλου) και τους Χιλιανούς ComboXingú, οι οποίοι ήταν οι πιο «φυσικοί» απ’ όλους – ένα εξαιρετικό γκρουπ (και άλμπουμ) φτιαγμένο για διασκέδαση, που σ’ έφερνε αμέσως στο κέφι. Αυτοί οι τελευταίοι ήταν και οι πιο… καταδικασμένοι. Με τιμή μόνο δύο χιλιάρικα (δραχμές), μπήκαν αμέσως στο ράφι, για να βγουν έκτοτε δεκάδες φορές. Αντιθέτως τους Invisible, για τους οποίους θα πρέπει να είχα δώσει τα τριπλά λεφτά, δεν θυμάμαι να τους ξανάκουσα… Το 2004 το LP“Xingú”επανεκδόθηκε σε βινύλιο από κάποιαν PaybackRecordings, αλλά και σε πειρατικό κανα-δυο χρόνια αργότερα (όπως και σε CD), ενώ και ο PhilippeLehmanτων εταιρειών Desco, SoulFireκ.ά. το είχε κατατάξει κάποτε στην δεκάδα των πιο σημαντικών άλμπουμ του είδους. Ok… Γενικώς, πρόκειται για ένα πολύ ευχάριστο LPπου πάντα θα απασχολεί τα… φλόρια.
Τοάλμπουμ, πουείχεκυκλοφορήσεισεετικέτα IRT [ILS-125] το 1972, ανοίγειμετο“Baja a las chiquillas”, πουδενήτανάλλοαπότο“Bring down the birds” τουHerbie Hancock απότο soundtrack του“Blow-Up”. Ιδανική εισαγωγή που προδιαγράφει όλη την πορεία του δίσκου. Up-tempojazz-funk, με ωραίο σόλο στο φλάουτο, swirlingόργανο, καταλυτικό brassκαι άπιαστο rhythmsection. Η συνέχεια όμως δεν είναι ανάλογη. Το “Puentesobreaguesturbulentas” είναι μία συμπαθητική διασκευή του “Bridgeovertroubledwater” των Simon& Garfunkelκαι τίποτα παραπάνω. Το “Tangaboogonk” (των Nite-Liters) όμως, που ακολουθεί, είναι κολοσσός. Μόνο και μόνο γι’ αυτό το κομμάτι το άλμπουμ άξιζε τα δυο χιλιάρικα. Ασύλληπτη διασκευή με άπιαστο παίξιμο (το hammondκαι η κιθάρα σε… κρίση) και με τα πνευστά να σηκώνουν όλο το βάρος του κομματιού. Ολίγον… άσχετη αλλά ενδιαφέρουσα η διασκευή του “Nopermitasquemeinterpretenmal” (“Dontletmebemisunderstood”) πάλι με τα πνευστά σε πρώτο πλάνο και τη σχετική δραματική ερμηνεία. “MobyDick” σημαίνει LedZeppelinφυσικά. Οι ComboXingú κλείνουν, έτσι, δίχως πρόβλημα την πλευρά.
Παρένθεση... για την σύνθεση του γκρουπ, έτσι όπως εκείνη καταγράφεται στο discogs. Έχουμε και λέμε λοιπόν... SergioArellanoπιάνο, όργανο, διεύθυνση, Raúlκρουστά, NelsonGamboaμπάσο, PatricioLobosκιθάρες, ManuelMuñozτρομπέτα, EstebanMoyaτενόρο, FernandoFioriφωνή, LuisOrtizντραμς. 
Ladodos… και το πρώτο originalτου χιλιανού γκρουπ στο πλατώ. “Blackpower” (Arellano-Ortiz) και hippybrassαισθητική, κοντά στο ύφος των παλιών-καλών Stoneground. Το “Hotpants” του JamesBrownαποδίδεται όπως πρέπει, παρότι ο «νονός» δεν αντιγράφεται. Στο original“493 West” (Arellano) η progressiveεισαγωγή ξεγελά. Στην πραγματικότητα πρόκειται για την δεύτερη πολύ δυνατή στιγμή του δίσκου, ένα εντυπωσιακό latin-funk, που κυλάει με την αίσθηση του jamκαι που γίνεται καλύτερο όσο «απλώνεται» στο χρόνο. Το “Lucesbrillantes” (το “Brightlights,bigcity” του JimmyReed) είναι στοιχειωμένο από τον EricBurdon, ενώ το έσχατο “Everybodyseverything” των Santanaπροβάλλει ένα οργιαστικό ύφος, με τον χιλιανό κιθαρίστα (PatricioLobos) να κάνει τα δικά του κόλπα και το όλον στυλ να παραπέμπει σε Blood, Sweat& Tearsκαι ColdBlood. Ωραία πράματα…

ΑΚΟΣ ΔΑΣΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ απρόοπτο

$
0
0
Μεγάλος στιχουργός ο Άκος Δασκαλόπουλος (1937-1998). Μέγας. Δεν κομίζω τίποτα καινούριο – το... καινούριο θα το κομίσω σε λίγο. Απλώς συγκινούμαι βαθύτατα, ακόμη και σήμερα, όταν ακούω κάποια από τα τραγούδια του. Μερικά μου έρχονται αυτομάτως στο μυαλό… και είναι αριστουργήματα. Φάρμακα παντοτινά, για κάθε χρήση. Βασικά συνθέσεις του Σταύρου Κουγιουμτζή με τη φωνή του Γιώργου Νταλάρα, του Γιάννη Καλατζή ή του Κώστα Σμοκοβίτη («Χάντρα στο κομπολόι σου», «Ήσουν ωραία», «Το σακκάκι μου κι’ αν στάζει», «Κάποιον άλλον φίλησες», «Δίχως την καρδούλα σου», «Το καλοκαίρι το μορτάκι»…). Τι να λέμε τώρα; Μια πλημμυρίδα αισθημάτων (και συναισθημάτων), μπροστά στην οποία δεν πιάνουν φράγκο όλα τα tumblrκαι όλα τα instagramτου σύμπαντος.
Τον Άκο Δασκαλόπουλο δεν πρέπει να τον ξεχνά, προσέτι, και η… ελληνορόκ κοινότητα, αφού δύο ποιήματά του («Ο βασιληάς της καρδιάς», «Καραγκιόζη μου χαρτονάκι μου») μελοποίησε ο Γιώργος Ρωμανός στο μνημειώδες «Δυο Μικρά Γαλάζια Άλογα» [Zodiac, 1970], ενώ δεν υπάρχει λόγος να μας διαφύγουν, ανάμεσα στα εκατοντάδες, το άψογο σέικ του Μίμη Πλέσσα «Κορίτσι στάσου να σου πω» (βασίστηκε σε στίχους του), όπως κι ένα κάπως παράξενο κομμάτι των Αγάπανθος από το LP«Επιστροφή… στις Ρίζες» [Δισκογραφικός Συνεταιρισμός Καλλιτεχνών, 1984], στο οποίον ακούμε τον Θοδωρή Τρύφωνα να τραγουδά τους εξής αποκαλυπτικούς στίχους τού Δασκαλόπουλου…«Τ’ αντρειωμένου τ’ άρματα/ κανένας πια δεν τα φοβάται!/ Όλοι φοβούνται εσένανε αστέ/ όμως, να το θυμάσαι:/ την ώρα που κοιμάσαι/ θα ’ρθει ο κατακλυσμός». Ενδιαφέρον, παρότι δεν είμαστε ακόμη ούτε στις ψιχάλες...
Πηγή: wikigreek-music
Ο Δασκαλόπουλος δεν ήταν ένας απλός λαϊκός στιχουργός (όχι πως και αυτό θα ήταν λίγο). Τα ενδιαφέροντά του ήταν πολυποίκιλα, κάτι που το αποδεικνύουν τα τέσσερα ποιητικά βιβλία που πρόλαβε να εκδώσει –Το Σχήμα της Απουσίας [Δίφρος, Αθήνα 1962], Το Φύλλωμα [Απρόοπτο, Αθήνα 1970], Ερημονήσι [Απρόοπτο, Αθήνα 1976], Διασκεδαστικός Υλισμός [Γκοβόστης, Αθήνα 1991]–, τα θεατρικά έργα του, όπως και μερικές ακόμη καταστάσεις που τονίζονται στο… akosdaskalopoulos.blogspot.gr, ένα blog που τρέχει κάποιος fan του. Από ένα βιογραφικό που παρατίθεται εκεί μαθαίνουμε ανάμεσα σε άλλα πως ο Άκος Δασκαλόπουλος... «(…) Από μικρός διάβαζε πολλή ποίηση, λογοτεχνία, φιλοσοφία, δοκίμια κ.ά.»και πως… «Ένας από τους πρώτους ανθρώπους των γραμμάτων αλλά και της φιλοσοφίας που γνώρισε ήταν ο στοχαστής Ζήσης Οικονόμου (1911-2005), μέσω του οποίου ήλθε σε επαφή με τις ανατολικές θρησκείες. Η δεύτερη προσωπικότητα που τον επηρέασε ήταν ο υπερρεαλιστής ποιητής Ανδρέας Εμπειρίκος (1901-1975). Στην διάρκεια των συχνών συνευρέσεών τους του διάβαζε επί ώρες αποσπάσματα του τολμηρού ανέκδοτου κειμένου του ‘Ο Μέγας Ανατολικός’ ή τον φωτογράφιζε. Τέλος ο Νίκος Καρούζος (1926-1990) ήταν εκτός από στενός φίλος της νεότητας του Άκου Δασκαλόπουλου και σημαντικός παράγοντας στην διαμόρφωση της σκέψης του. Είχαν πολλές συζητήσεις πάνω σε θέματα μεταφυσικής που ενδιέφεραν και τους δύο, αλλά και παθιασμένες παρτίδες τάβλι».
Το έχω ξαναγράψει, αλλά θα το πω κι εδώ. Ο Άκος Δασκαλόπουλος, πολύ νωρίς, ήδη από το 1965, παραλλήλως με την πορεία του στην στιχουργική, μεταφράζει beatποιητές – βασικά κάποιους από εκείνους που έσκασαν μύτη στη χώρα μας. Απ’ όσα σχετικά έχουν πέσει στην αντίληψή μου ξεχωρίζω την εξαιρετική μετάφρασή του στο ποίημα του Harold Norse Classic frieze in a garage (Κλασική ζωοφόρος σ’ ένα γκαράζ), η οποία είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό/βιβλίο Καινούρια Εποχή (Δέκατος Τόμος, Αθήνα Άνοιξη-Καλοκαίρι 1965), που εξέδιδαν οι εκδόσεις Δίφρος του Γιάννη Γουδέλη. Ακόμη, στον ίδιο τόμο ανθολογείται ένα δικό του διήγημα και ακόμη οι μεταφράσεις-αποδόσεις του σε ποιήματα και κείμενα των FrederickSchleutermann, WilliamBarkerκαι Marko Fondse (άπαντες της beatπαροικίας της Ύδρας– ας την πούμε έτσι).
Προς το τέλος του 1970 ο Άκος Δασκαλόπουλος ετοιμάζει και εκδίδει τελικώς ένα περιοδικό, που τιτλοφορήθηκε Απρόοπτο (στο εξώφυλλο έργο του Man Ray) Το περιοδικό ήταν τρίμηνο, αλλά δεν είμαι καθόλου σίγουρος αν τυπώθηκε δεύτερο τεύχος (ώστε να αιτιολογηθεί τουλάχιστον η… τριμηνία). Το μοναδικό τεύχος που γνωρίζω είναι το υπ’ αριθμόν 1 φυσικά, που κυκλοφόρησε τον χειμώνα του 1970-1971. Το Απρόοπτο, όπως διαβάζω στις μπροστινές σελίδες… εκδίδει και διευθύνει ο Κ.Ε. Δασκαλόπουλος. Με αυτή την υπογραφή ο Άκος Δασκαλόπουλος κυκλοφόρησε και δύο ποιητικές συλλογές, Το Φύλλωμακαι το Ερημονήσιπου αναφέρθηκαν παραπάνω, πράγμα που σημαίνει πως τα ονόματα Άκος Δασκαλόπουλος και Κ.Ε. Δασκαλόπουλος ταυτίζονται (το λέω για ’κείνους που μπορεί να αμφέβαλλαν προς στιγμήν αν ο… Κ.Ε. του περιοδικού ήταν ο… Άκος των στίχων). Εξάλλου στο σχετικό δικό του βιογραφικό που υπάρχει στο τέλος του εντύπου διαβάζουμε: «Γεννήθηκε το ’37 στην Αθήνα. Τα βιβλία του: ‘Το Σχήμα της Απουσίας’ 1962 και ‘Το Φύλλωμα’ 1970. Έχει δώσει σειρά διαλέξεων για τον Ανδρέα Εμπειρίκο, τον Ζήση Οικονόμου, τον Νίκο Καρούζο, τον Ρεμπώ κ.ά. Είναι γνωστός από τα λαϊκά τραγούδια του, έχει συνεργαστεί με τους συνθέτες Μίκη Θεοδωράκη, Γιάννη Μαρκόπουλο, Μίμη Πλέσσα, Σταύρο Κουγιουμτζή, Νότη Μαυρουδή, Γιώργο Κοντογιώργο κ.ά.».
Το περιοδικό ανοίγει μ’ ένα κείμενο του Ζήση Οικονόμου, μίας πολύ ιδιαίτερης αλλά κάπως περιθωριακής πνευματικής προσωπικότητας της γενιάς του ’30 (ποιητής, δοκιμιογράφος κ.λπ.), με μυστικιστικές και αντιδυτικές εν γένει αντιλήψεις (πνευματικός πατέρας του Άκου Δασκαλόπουλου), για να ακολουθήσουν ποιήματα του Τάσου Δενέγρη, του Γιάννη Γκούμα, του Νίκου Καρούζου κ.ά. Η έκπληξη όμως σ’ εκείνο το πρώτο (και μάλλον μοναδικό) τεύχος του Απρόοπτουήταν η δημοσίευση των στίχων του «Μπάλλου» του Διονύση Σαββόπουλου, λίγους μήνες πριν την κυκλοφορία του φερώνυμου άλμπουμ (στα τέλη Μαρτίου 1971). Οι στίχοι είναι αποτυπωμένοι με εξαιρετική ακρίβεια, όπως ακριβώς ακούστηκαν στον δίσκο δηλαδή (πιθανώς ο Σαββόπουλος να τους προσέφερε γραμμένους), εκτός από ένα σημείο! Βάζω θαυμαστικό επειδή μιλάμε γα τον «Μπάλλο», όχι για ό,τι κι ό,τι…
Έτσι λοιπόν μετά το…«(…) Έρχεται καταπάνω μου/ Και με τυλίγει/ Φέρνω το δάχτυλο στα χείλη:/ Σςςςς, Σςςςς!»διαβάζουμε το ακατάληπτο σε πρώτη φάση… «Τωςς θάνα στύγκουμ μπρα/ Βρώος βίτος κουμ στυγκά-»με την υποσημείωση «χορωδία από μακρυά». Αυτό το δίστιχο, που «ακούγεται»και μετά το… «(…) Ραντίζει με αίμα/ Τις πέτρινες κερκίδες/ Κάνοντας το τοπίο να μεγαλώνει», δεν έχει αποτυπωθεί στο βινύλιο, αφού έχει αντικατασταθεί από μερικά πνευστά μέτρα, στα οποία κυριαρχεί το τρομπόνι του Σπύρου Καζιάνη (φυσικά, μπορεί να τραγουδηθεί άνετα πάνω στα συγκεκριμένα μέτρα). Τι μπορεί να συνέβη (στην ηχογράφηση) δεν ξέρω. Μόνον υποθέσεις μπορεί να γίνουν…
Κατ’ αρχάς οι λέξεις δεν φαίνονται και τόσο τυχαίες. Πιθανώς, δε, να αφορούν σε κάποια γλώσσα ή διάλεκτο… βαλκανο-ουγγρικής προέλευσης. Μην ξεχνάμε και το «ντιλεντέμ λεντιλέμ», με το θέμα των πνευστών και την διασκευή της βαλκανικής λαϊκής μελωδίας (όπως αναγράφεται και στο οπισθόφυλλο του «Μπάλλου»). Σε κάθε περίπτωση δεν είμαι σίγουρος για τίποτα, και αν κάποιος μπορεί να βγάλει κάποιαν άκρη εδώ είμαστε…
Να κλείσω μ’ ένα πολιτικό ποίημα του W.H. Auden, το Epitaph on a Tyrantαπό το 1939 (παραμονές πολέμου – το επιλέγω και λόγω της αυριανής), έτσι όπως μεταφράστηκε από τον Άκο Δασκαλόπουλο στο μοναδικό(;) τεύχος του Απρόοπτου 

ΕΠΙΤΥΜΒΙΟ Σ’ ΕΝΑΝ ΤΥΡΑΝΝΟ 
ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ κάποιας μορφής ήταν αυτό που κυνηγούσε
Κι η ποίηση που εφεύρε ήταν ευκολονόητη
Κάτεχε την ανθρώπινη μωρία σαν τη ράχη του χεριού του
Και πολύ τον ενδιέφεραν οι στρατοί κι οι στόλοι
Όταν γελούσε σεβάσμιοι γερουσιαστές ξεσπούσανε στα γέλια
Και όταν έκλαιγε μικρά παιδιά πεθαίνανε στους δρόμους

ANTI... μουσικά ΑΝΤΙδοτα...

$
0
0
Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 οι Κουμπότρυπες Α.Ε., οι Clown, οι Χωρίς Περιδέραιο, οι ANTI(και κάποιοι ακόμη, όπως οι Alive She Died ας πούμε) αντιπροσώπευαν έναν ήχο, στην Ελλάδα, που θα μπορούσε (θα μπορούσε λέω) να ονομαστεί χοντρικώς synth-punk. Synthοπωσδήποτε και punkενίοτε, ο εν λόγω ήχος κατακρατούσε την ταχύτητα/τραχύτητα του κλασικού punk, έχοντας τα πλήκτρα σε ρόλο πρώτο (εννοώ «πάνω» από τις κιθάρες, όταν και άμα εκείνες υπήρχαν). Και αν για τα τρία πρώτα ονόματα, το synth-punkήταν ένας αισθητικός τόπος στον οποίον, κάποια στιγμή, πάτησαν πόδι, για τους ΑΝΤΙ… ήταν η ίδια τους ύπαρξη. Με δύο keyboards(Κώστας Αγγελίδης, Κώστας Παναγόπουλος) κι ένα μπάσο (Δημήτρης Δίπλας) το συγκρότημα επιχείρησε να παίξει ολοκληρωμένη μουσική, δίχως να της λείπει τίποτα (χρησιμοποιώντας στη θέση των ντραμς ενίοτε ένα rhythmbox, ή άλλοτε το drumsectionτού ενός πληκτροφόρου). Το κατόρθωσαν, μετατρέποντας την τυπική επάρκεια σε θέση, έχοντας στα ατού τους τη θέληση, την νεανική ορμή και, βασικά, την έμπνευσή τους. Να «δέσουν» δηλαδή δύο keyboards(χωρίς κλασικό ντραμ-σετ και κιθάρες το ξαναλέω), παίζοντας συχνά με τις συμβολές των μελωδιών, φτιάχνοντας ωραία αρμονικά τοπία. Έτσι, ο πολυποίκιλος και πληθωρικός ρόλος των πλήκτρων (άλλοτε σε ρόλο… rhythmκαι leadκιθάρας) μπορεί να «αδυνάτιζε» την κλασική punkεικόνα-στάση (εκείνη με τις κιθάρες «μπροστά» να κόβουν και να ράβουν), από την άλλην όμως έφερνε έναν καινούριο «αέρα» στην εγχώρια σκηνή, κάπως πιο… εκλεπτυσμένο και σίγουρα πιο… eighties. Βοήθησε δηλαδή το synth-punkκαι στην απενοχοποίηση, σταδιακώς, της synth-popστα σχετικά κυκλώματα, δίνοντας σε ορισμένους να καταλάβουν γιατί δεν είχαν τίποτα να χωρίσουν σώνει και καλά, αισθητικώς, οι Clashαπό τους Depeche Mode (βλέπε RockinAthens’85 π.χ.).
Τώρα, το άλμπουμ «Μουσικά ΑΝΤΙδοτα…»που τυπώνεται από την ειρκτήκαι την WipeOut! σε 500 κόπιες (αφίσα, 8σέλιδο bookletκαι αυτοκόλλητο στο φάκελο, ο οποίος είναι τοποθετημένος σε μαύρη πλαστική σακούλα σκουπιδιών) και που μας δίνει την αφορμή γι’ αυτά τα λίγα λόγια, είναι ό,τι καλύτερο, ωραιότερο, αποδοτικότερο και συναρπαστικότερο μπορεί να βρει κανείς (τώρα και πάντα) κάτω από το όνομα ΑΝΤΙ…, ένα δυνατό LPγεμάτο από την πιο «φτασμένη» μουσική αυτού του ξεχωριστού γκρουπ. Χωρίς να υποτιμώ την ιστορική κασέτα τους, που κάποια στιγμή (2011-12) έγινε και βινύλιο, λέω ευθαρσώς –έχοντας ακούσει πολλές φορές, πάνω από δέκα, τα «Μουσικά ΑΝΤΙδοτα…»– πως στην περίπτωσή μας έχουμε να κάνουμε με μιαν έκδοση (και βεβαίως μ’ ένα γκρουπ), που θ’ αποκτήσει σύντομα… ιστορικές διαστάσεις. Και το λέω τούτο λόγω, βασικά, της δεύτερης πλευράς της και των γενικώς «άγνωστων» tracks«Το γέλιο», «Αντί…», «Τρελλοστρατηγός», «Πανδαιμόνιο β» και «Τρυφερός βλαστός» (στην πλευρά περιλαμβάνεται επίσης και η «Νεκρή πλειοψηφία» από το 7ιντσο EP “fragmenta…”, που είχαν τυπώσει η WipeOut! με το fanzineΣτις Σκιές του Β-23, το 1990). Τα κομμάτια αυτά φανερώνουν τον δρόμο που θα μπορούσε να είχε πάρει το συγκρότημα αν έμενε περισσότερο χρόνο μαζί, εμβαθύνοντας και ψάχνοντας τις συνθέσεις του όπως το instrumental«Αντί…» π.χ. (ένα από τα ωραιότερα synth-popκομμάτια που ηχογραφήθηκαν ποτέ στην Ελλάδα – και που θα μεταμόρφωνε τους HumanLeague, πάραυτα, σε… σαλεπιτζήδες), ή το «Γέλιο [… της επιθετικότητας]» με τις φοβερές synth«γέφυρες» και με λόγια σαν και τούτα… «Όποιος ξεγνοιασιά δεν έχει νιώσει/ ποτέ του δεν θα ξεφαντώσει…/ Κι αυτός που μια από τα ίδια θέλει/ τρώει το τίποτα μαζί με πρέπει…» (το τραγούδι μπορεί να το ακούμε τα τελευταία πέντε χρόνια από το YouTube, αλλά στο βινύλιο είναι άλλο πράγμα). Εμπνευσμένος είναι οπωσδήποτε και ο «Τρελλοστρατηγός» (το «Τρελλοκόριτσο» των Charms, δηλαδή το “Simonsays” των 1910 Fruitgum Company), αφιερωμένος στον μακαρίτη υπουργό Δημόσιας Τάξης του ΠΑΣΟΚ Αντώνη Δροσογιάννη («Μαζί σου όλοι οι μπάτσοι θέλουν να βρεθούν/ και τον κόσμο να τρομοκρατούν…»και λοιπά και λοιπά), ενώ τόσο το «Πανδαιμόνιο β» (μια άλλη εκδοχή του «Πανδαιμόνιου» της πρώτης πλευράς), όσο και ο «Τρυφερός βλαστός» (κυρίως αυτός) δείχνουν την ικανότητα των ΑΝΤΙ… να φτιάχνουν, με τα απολύτως στοιχειώδη μέσα, περίτεχνα electroπεριβάλλοντα.
Και αν όλα τούτα ακούγονται στην BSide, στην πρώτη πλευρά είναι τοποθετημένα τα πέντε tracksτου splitLPτων ΑΝΤΙ…/ Κοινωνικά Απόβλητα, που είχε κυκλοφορήσει κατά πρώτον από την WipeOut!το 1990. Ήτοι τα… «Εκπαιδευτικός παροξυσμός», «Αχάριστα παιδιά», «Πανδαιμόνιο», «Απρόσωπο κους-κους» και «Αυταρχική παρόρμηση». Ήταν η πρώτη φορά κατά την οποίαν το συγκρότημα καταγραφόταν «μαζικά» στο βινύλιο… ένα γεγονός που το εκμεταλλεύτηκε με τον καλύτερο τρόπο, παρουσιάζοντας μια σειρά τραγουδιών απολύτως χαρακτηριστικά της εποχής του. Η οργανική απλούστευση συντελεί, όπως προείπα, στη δύναμη και την ορμητικότητα των σκοπών, με τα λόγια να ακολουθούν τις κλασικές punkyσυνταγές και με τις ερμηνείες να βγαίνουν, πάντα, πάνω και από τους ήχους, αφού οι στίχοι –κάπως άγαρμποι είναι αλήθεια, αλλά εδώ δεν μετράνε οι φιλολογικές καλλιέπειες– επί της ουσίας δεν τραγουδιούνται, αλλά… πολυβολούνται. Σε κάθε περίπτωση τα… συνθετικά ντεμαράζ («Απρόσωπο κους-κους», «Αυταρχική παρόρμηση») εξακολουθούν να είναι το μεγάλο πλεονέκτημα των ΑΝΤΙ… κι εκείνα, κατά βάθος, που μετέφεραν τον τρόπο τους στο μέλλον (ως γνωστόν το συγκρότημα επανασυνδέθηκε το 2013).

WADADA LEO SMITH σουίτα για τις μεγάλες λίμνες

$
0
0
Μπορεί ο WadadaLeoSmithνα εμφανίζεται μεθαύριο Σάββατο στην Αθήνα, παρουσιάζοντας το projectTenFreedomSummers” για το οποίο μπορείτε να διαβάσετε σε παλαιότερη ανάρτηση (http://diskoryxeion.blogspot.gr/2013/01/wadada-leo-smith.html), όμως έχει και πιο καινούριο έργο που δισκογραφήθηκε προσφάτως.
Είναι αλήθεια πως ο ιστορικός τρομπετίστας του AACMβρίσκεται σε δημιουργική έξαρση τα τελευταία χρόνια κυκλοφορώντας το ένα άλμπουμ μετά το άλλο με τα… πολλαπλά CDτου, ας πούμε, να βρίσκονται στην ημερησία διάταξη. Το “TenFreedomSummers” [Cuneiform, 2012] ήταν τετραπλό, το περυσινό “OccupytheWorld” στην φινλανδική TUMήταν διπλό, με το τωρινό (επίσης διπλό) TheGreatLakesSuitesστην ίδια φινλανδική εταιρεία να κλείνει, έως ώρας, τον... πολλαπλό κύκλο (το σημειώνω τούτο, γιατί υπάρχουν και τα απλά CD).
Όπως μαρτυρά και ο τίτλος στην περίπτωσή μας έχουμε να κάνουμε μ’ ένα έργο που έλκει την έμπνευσή του από την περιοχή των Μεγάλων Λιμνών (μεταξύ ΗΠΑ και Καναδά) και πιο συγκεκριμένα από τις πέντε μεγάλες λίμνες Superior, Huron, Michigan, Erieκαι Ontarioκαθώς και από μία έκτη, αρκετά μικρότερη, που βρίσκεται κάπου εκεί ανάμεσα, την St. Clair. Το έργο φέρει εις πέρας ένα σταθερό, όσο και ισχυρό κουαρτέτο αποτελούμενο εκ των WadadaLeoSmithτρομπέτα, HenryThreadgillάλτο σαξόφωνο, φλάουτα, JohnLindbergκοντραμπάσο και JackDeJohnetteντραμς. Τόσο ο πρώτος τη τάξει, όσο και οι υπόλοιποι τρεις προδιαγράφουν μία Α… πριν γίνει ΑΑΑ ποιότητα.
Όπως γράφει και ο ίδιος ο Smith: «Η έμπνευσή μουγιανα προχωρήσω στη σύνθεση της μουσικήςστο “TheGreatLakesSuites” είναι επικεντρωμένη γύρω απότην περιοχή των Μεγάλων Λιμνώνπουβρίσκονταιστο ανώτεροτμήματουβορείου ημισφαιρίου,καιεπίσης το γεγονόςπως χρειάστηκε πολύςχρόνος γιανα πάρουν μορφή, ωςένα μεγάλοσώμανερού.Οι συνθέσεις μουαντανακλούν, εκ πρώτης, την ιδέατηςομαλότηταςτωνεπιφανειώντωνλιμνών. Μιαν ομαλότητα που δεν σημαίνει ωστόσο στάσηήαδράνεια. Εκείνο που θέλω να εκφράσωμέσω των συνθέσεών μουείναιοιταυτόχρονεςέννοιεςτης ομαλότητας από την μια μεριάκαι της αστάθειαςαπό την άλλη, τα θεμελιώδη εν ολίγοις χαρακτηριστικά των Μεγάλων Λιμνών. Συγκρατημένες δηλαδή, αλλά ταυτόχρονα και εκρηκτικές. Επίσης, επιδίωξα να σκέφτομαικάθεσύνθεσηωςμια σουίταή ένα σύνολοαπόπολλά επιμέρους θέματα».
Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι έξι συνθέσεις, μοιρασμένες ανά τρεις στα δύο CD. Στο πρώτο ανήκουν οι “LakeMichigan” (21:54), “LakeOntario” (9:12) και “LakeSuperior” (10:40), ενώ στο δεύτερο οι “LakeHuron” (17:23), “LakeErie” (17:32) και “LakeSt. Clair” (13:40). Και στις έξι συνθέσεις υπάρχουν κάποιαγενικά χαρακτηριστικά, που αφορούν στον τρόπο ανάπτυξης και διαρρύθμισής τους, στην λογική των αυτοσχεδιασμών, που είναι πάντα κοντά στα θέματα, στον τρόπο λειτουργίας του rhythmsectionμε τον DeJohnetteνα ακολουθεί συχνά πολυρυθμικές πρακτικές (“LakeSuperior”) και με τον Lindbergνα χρησιμοποιεί το κοντραμπάσο του άλλοτε ως ρυθμικό, και άλλοτε ως λυρικό στοιχείο (παίξιμο με δοξάρι). Οι δύο πνευστοί σολίστες, ο Smithκαι ο Threadgill, ανταλλάσσουν μεταξύ τους «ιδέες» και «απόψεις», ακολουθώντας ο ένας τον άλλον στην ανάπτυξη των soli, άλλοτε υποσκάπτοντας με συνεχή breaks(πρώτο και δεύτερο όργανο) και άλλοτε παίζοντας σε unisono. Το συνολικό αποτέλεσμα (με διάρκεια περί την μιάμιση ώρα) ακούγεται και προσλαμβάνεται με την χαρακτηριστικότερη των ανέσεων, επειδή οι μουσικές του WadadaLeoSmithδιατηρούν πάντα ένα απρόσμενο στοιχείο. Με tempiπου παίρνουν συνεχώς νέα μορφή, με διάπυρες εξάρσεις και με αφοπλιστικές νηνεμίες που εναλλάσσονται σε τακτή βάση, με παράξενες προσωπικές διαδρομές απ’ όλα τα όργανα (μία του DeJohnetteκαταγράφεται καθώς χτυπά, με απίθανο τρόπο, τις μπαγκέτες του στο παράπλευρο σώμα τού ντραμ στο “LakeMichigan”) και κυρίως με την βεβαιότητα πως ό,τι ακούγεται στο “TheGreatLakesSuites” συνδέεται, άμεσα, με μία (τουλάχιστον) μεγάλη και ιστορική σχολή της jazz (τον AACMεννοώ) ολοκληρώνω την ακρόαση ενός άλμπουμ, που έρχεται να πλασαριστεί με άνεση μεταξύ των σχετικών «καλυτέρων» της χρονιάς.
Επαφή: www.tumrecords.com

CLAUDIO BAGLIONI ένα θείο falsetto

$
0
0
Μπορεί το όνομα του ClaudioBaglioniνα μην απέκτησε ποτέ στην Ελλάδα τη φήμη του LucioDalla, του LucioBattisti, ή και του AngeloBranduardiακόμη-ακόμη, όμως το έργο του δεν είναι, σώνει και καλά, υποδεέστερο των υπολοίπων. Ίσα-ίσα… Παρότι λοιπόν οι μπαλάντες του Baglioniδεν είχαν συχνά το έντονο πολιτικό χρώμα άλλων τροβαδούρων της εποχής του, ή τουλάχιστον δεν το είχαν από ένα σημείο και μετά (στην δεκαετία του ’70 βασικά αναφέρομαι), ποτέ δεν απώλεσαν το ενδιαφέρον ενός κοινού που ήξερε να εκτιμά την τέχνη της μελωδίας, την ωραία ενορχηστρωτική δουλειά και κυρίως το μοναδικό falsettoτης φωνής του, της δικής του φωνής – εκείνο που θα ζήλευαν όλοι οι ερωτικοί τραγουδιστές της υφηλίου, που δεν θα ήθελαν να μοιάσουν οπωσδήποτε στον JulioIglesiasή τον Γιάννη Πάριο.
Οι σταθμοί στην καριέρα του ClaudioBaglioniείναι πάρα πολλοί και μια καλή εικόνα τους δίνει η συλλογή “TuttiQui” (τριπλό CD), που κυκλοφόρησε από την ιταλική SONYBMGMusicEntertainmentτο 2005. Εκεί υπάρχει, ας πούμε, το πρώτο πανσπάνιο τραγούδι που ηχογράφησε ο Baglioniτο 1967 –ένα testpressingγια την RCAστο οποίο ακούγεται το “AnnabelLee” (επηρεασμένο φυσικά από το γνωστό ποίημα του EdgarAllanPoe)–, για να καταλήξουμε σιγά-σιγά στα πιο πρόσφατα χρόνια τού “Tuttoinunabbraccio” και του “Tienimiconte”. Ενδιαμέσως καταγράφονται στιγμές απ’ όλα τα μεγάλα άλμπουμ του, όπως φερ’ ειπείν το progressive-conceptQuestoPiccoloGrandeAmore” [RCA, 1972], κλεισμένο σ’ εκείνο το μοναδικό κόμικ τετραπλό εξώφυλλο, το “SabatoPomeriggio” [RCA, 1975] με την ενορχήστρωση του Luis Enriquez Bacalov, το “ETuComeStai” του 1978 που σηματοδότησε την αρχή της συνεργασίας του με την CBSή ακόμη και το “Oltre” του 1990 με τις συμμετοχές των Manu Katché,PacoDeLucia, Youssou N'Dour, TonyLevinκ.ά., όταν ο Baglioniήταν πλέον ένας «παγκόσμιος» καλλιτέχνης.
Από την μεγάλη δισκογραφία του ιταλού τραγουδοποιού (ο Baglioniείναι γεννημένος στη Ρώμη το 1951) για ’μας τους Έλληνες έχει ιδιαίτερη σημασία το άλμπουμ τουetu…” [RCATPL1-1067] από το καλοκαίρι του ’74. Πρόκειται εξάλλου για ένα από τα ωραιότερά του και όχι μόνο γιατί την ενορχήστρωση είχε επιμεληθεί σε αυτό ο Βαγγέλης Παπαθανασίου. Το “etu…”, με το θαυμάσιο (κόντρα στον ήλιο) εξώφυλλο, περιλαμβάνει εξαιρετικά τραγούδια όπως το φερώνυμο “Etu…”, το “Chissà se mi pensi” ή το “Amodomio” στο κλασικό «ερωτικό» κλίμα της εποχής (ένα περισσότερο σοφιστικέ “Iloveyouστο τραγούδι των BjörnandSuzy αναφέρομαι που είχε τυπώσει σε παρεμφερές κόντρα-ήλιο εξώφυλλο και ο Γιαννίκος στην SevenArtsτης εποχής), που πάντα θα φέρνει ένα ζευγάρι σε... απόσταση αναπνοής. Στον δίσκο συμμετείχαν σπουδαίοι σολίστες (όπως ο πιανίστας TotoTorquati), με τον Baglioniνα παίζει κιθάρες και κρουστά και τον Βαγγέλη Παπαθανασίου να χειρίζεται ένα κάρο όργανα (ντραμς, πιάνο, κρουστά, hammond, σύνθια, φλάουτο, βιμπράφωνο κ.λπ.). Στην ηχογράφηση του “etu…” συμμετείχε και χορωδία, την οποίαν αποτελούσαν πολλοί και διάφοροι. Ανάμεσά τους ο Jean-Pierre Savelli (που είχε τραγουδήσει Γιάννη Σπανό στα latesixties), oΒασίλης Κωνσταντινίδης (των Idols), oPatrick Hernandez (του “Borntobealive”) και ο Αλέκος Καρακαντάς (Juniors, Γιώργος Ρωμανός, Axisκ.λπ.). Να τα λέμε και αυτά...

BJÖRN - SUZY euro-lounge στο κρεβάτι…

$
0
0
Γράφοντας για τον ClaudioBaglioniστην προηγούμενη ανάρτηση θυμήθηκα το 45άρι των Björn - Suzyκαι κυρίως το τραγούδι τους –να το πούμε έτσι– Iloveyou, που ακουγόταν πολύ στην Ελλάδα, στα πάρτυ και τα μπαρ της Μεταπολίτευσης. Το “Iloveyou” είναι ένα από εκείνα τα κομμάτια που δημιούργησαν δεδομένο στη χώρα μας – περισσότερο από πολλές άλλες χώρες. Τέτοια tracks, που ν’ ακούστηκαν πολύ στην Ελλάδα και λιγότερο οπουδήποτε αλλού, καταγράφονται ήδη από την δεκαετία του ’60, πράγμα που σημαίνει πως κάθε τόπος είχε και έχει τα δικά του κανάλια διοχέτευσης «επιτυχιών», πέραν εκείνων των… τρανών και αυταπόδεικτων. Ας σκεφτούμε π.χ. την επιτυχία του RockyRobertsστα ελληνικά sixties (που είχε «σβήσει» τους πάντες, από τον JamesBrownμέχρι τον WilsonPickett, καλύπτοντας αγέρωχα τις soulανάγκες), των Ανατολικογερμανών Cityστα late 70s-early 80s, ή των Εγγλέζων Jamesτα πιο πρόσφατα χρόνια. (Δεν λέω πως αυτά τα ονόματα δεν είχαν επιτυχία και σε άλλες χώρες, λέω απλώς πως η επιτυχία τους στην Ελλάδα υπήρξε πέραν των μετρήσιμων μεγεθών).
Ο άνθρωπος που φέρνει (τυπώνει εννοώ) τους Björnκαι Suzyστη χώρα μας (και με φωτογραφία σε κόντρα-ήλιο στο εξώφυλλο) ήταν ο Κώστας Γιαννίκος… κατά πρώτον στο δικό του labelSevenArts. Πρόκειται για το singleIloveyou/ She” [SevenArts 45/7A-IN-108] από το 1975, το οποίο ξανατυπώνει την επόμενη χρονιά σε ετικέτα Ελληνική Εταιρία Επικοινωνιών [45/3E-IN-801], για να το «χώσει» στη συνέχεια και σε κάποια LP-συλλογές, όπως το “ILoveYou, 16 DiscoHits1975-1976 [Seagull33/3E-IN-602, 1976] ή το «Ξένες Επιτυχίες 78/ Ειδική Επιλογή για να Προσφερθή σε Όσους Αγαπάτε» [Seagull 33/3E-IN-614, 1977]… Όλο το δεύτερο μισό των seventies, και μέχρι να «σκάσει»ο πανικός της disco, το “Iloveyou” ακουγόταν παντού... και όχι μόνο στις κρεβατοκάμαρες. 
Το τραγούδι ήταν στηριγμένο σε μια… euro-loungeμελωδία κάποιου André Assaya,πάνω στην οποίαν είχαν απλωθεί αισθησιακοί αγγλικοί στίχοι (Dolphi) τραγουδισμένοι και σε… χαμηλές, εννοώ ψιθυριστές, συχνότητες (με γαλλική πάντως προφορά), και με το όλον «πακέτο» να παραπέμπει στο “Je t'aime… moi non plus” του Serge Gainsbourg,προσαρμοσμένο όμως στα… κυριλάτα seventies. Στο ίδιο κλίμα, αλλά κατώτερο, το flip-sideShe” ήταν σύνθεση του Ιταλού Memo Remigi με ανάλογους στίχους (Dolphi) και με μελωδική γραμμή, σε κάποια μέτρα του ρεφρέν, που παραπέμπει στην τραγουδάρα “Amore” του Riccardo Cocciante.
Ρίχνοντας μια ματιά στο discogsδιαπίστωσα πως οι Björn και Suzyδεν καταγράφονται με κάτι άλλο (με τα συγκεκριμένα ονόματα), όμως ως Nicole & Hugo (Nicole Van Palm & Hugo Verbraeken) κάνουν μεγάλη καριέρα στο Βέλγιο (ήταν ζευγάρι και στη ζωή) από τις αρχές των seventiesμέχρι τις μέρες μας (συμμετοχή στην Eurovision κ.λπ.). Πιθανώς δηλαδή, αν πάρουμε τοις μετρητοίς όσα διαβάζουμε στο discogs, το… Björn - Suzyνα ήταν ένα project της στιγμής, που έλαμψε όσο έλαμψε δίχως ουδεμία συνέχεια.
Και όμως το “Iloveyou” που κυκλοφόρησε στο… ΓαλλοΒέλγιο το 1974 σε ετικέτα Decca [86.007] δεν ήταν πρώτη εκτέλεση. Το τραγούδι είχε αρχικώς γαλλικούς στίχους και είχε αποδοθεί από κάποια Kathyτην προηγούμενη χρονιά (1973) στο 45άρι “Je t'aime/ Lamoto” [EpicEPC 1656] αν και η Kathyμπορεί και να μην ήταν όποια κι όποια. Διάβασα στο δίκτυο (σε σχόλιο στο YouTube) πως (η Kathy) ως KattyLineείχε κάνει καριέρα στα sixties, με επιτυχία σε Γαλλία και Ιταλία, όταν και τραγούδησε δίπλα στον AdrianoCelentano (υπάρχει και λήμμα στην ιταλική Wikipedia, για όποιον ενδιαφέρεται για περισσότερα). Δεν ξέρω αν αυτή η πληροφορία είναι «σωστή» (αφού ακόμη και αυτός που την αναφέρει, βασικά, διερωτάται για την αλήθεια της), παρότι οι δύο ξανθιές (η Kathyκαι η KattyLine) μοιάζουν όσο να ’ναι…

η επιστροφή του MARK ELF

$
0
0
Ο 65χρονος κιθαρίστας MarkElf, γεννημένος στο Queensτης Νέας Υόρκης, είναι ένας διαχρονικός bopjazzman. Παίζοντας με πολύ μεγάλα ονόματα (DizzyGillespie, BennyGolson, WyntonMarsalis…) και ηχογραφώντας με εξ ίσου σημαντικά (LouDonaldson, FreddieHubbard, JoeHenderson…), ο Elfέδρασε βασικά μέσα από την μπάντα του JimmyHeathπριν ξεκινήσει τη δική του προσωπική διαδρομή εκεί προς τα τέλη των 80s. Αναφέρει ο ίδιος στο δίφυλλο του νέου CDτου, που έχει τίτλο “Returns2014” [Jen Bay Records, 2014]: «Έχουν περάσει περίπου 8 χρόνια από την τελευταία ηχογράφησή μου και αυτό το άλμπουμ γράφτηκε, τελικά, ένα χρόνο αργότερα από ’κείνο που αρχικά σχεδιαζόταν. Η καθυστέρησε είχε να κάνει με τον τυφώνα Sandy(σ.σ. Οκτώβριος 2012),που διέλυσε το σπίτι μου και τη γειτονιά μου. Το μόνο καλό πράγμα που προέκυψε από αυτή την θλιβερή ιστορία ήταν η μπαλάντα μου “TheSandyeffect”, αφού όπως λέει και μια παλιά παροιμία… όταν η ζωή σου προσφέρει λεμόνια, κάνε εν τέλει λεμονάδα».
Τα δέκα tracksπου περιλαμβάνει το νέο άλμπουμ του MarkElf (συμμετέχουν ακόμη οι DavidHazeltineπιάνο, PeterWashingtonμπάσο, LewisNashντραμς και StevenKroonκρουστά σ’ ένα κομμάτι) χωρίζονται, χονδρικώς, σε τρία στάνταρντ και επτά πρωτότυπα. Το πρώτο στάνταρντ είναι το “Itwassobeautiful” των HarryBarris& ArthurFreed, το οποίον ο Elfαναμορφώνει, έχοντας κατά νου την εκτέλεση του BillyEckstine (όπως σημειώνει ο ίδιος), το δεύτερο είναι το “Timeonmyhands” τωνVincent Youmans & Harold Adamson-Mack Gordon, ένα ωραίο bop(εδώ) επηρεασμένο από μιαν «εικόνα» του Elf, τον σαξοφωνίστα BillyMitchell, ενώ το τρίτο είναι το “Peoplewillsaywereinlove” των Rodgers & Hammerstein από το μιούζικαλ “Oklahoma!” του 1943 (με τον Elfνα ανεβοκατεβαίνει τις κλίμακες με την άνεση του βιρτουόζου). Γενικώς, το παίξιμο του MarkElfείναι εκείνο που κυριαρχεί σε όλα τα tracks, με την συνεισφορά του πιανίστα Hazeltineβασικά να κρίνεται ως καθοριστική τόσο στην διάρκεια όσο και στην αξία των (δικών του) soli. Από τις συνθέσεις, τώρα, του Elfυπάρχουν μερικές που βγαίνουν πάνω από τις άλλες – αν και όλες χαρακτηρίζονται από το μεστό και ουσιώδες παίξιμο ενός αναγνωρισμένου κιθαρίστα. Θα ξεχώριζα, όμως, το εισαγωγικό “Alittlediddy” που ξεκινά και αναπτύσσεται σαν ένα σύγχρονο “Jordu”, το θαυμάσιο mamboMichelliesmambo”, το bluesLowblow” που αποδίδεται με βαρύτονη κιθάρα, καθώς και το “Thebottomline”, που στηρίζεται στις αλλαγές των ακόρντων του “Igotrhythm” του GeorgeGershwinκαι αποδίδεται (και αυτό) από βαρύτονη κιθάρα.
Επαφή: www.jenbayjazz.com

EXTRA LOUNGE σκέψεις για την «ελαφρότητα»

$
0
0
Η loungemusicμπορεί να υπήρξε πολύ δημοφιλής σε παλαιότερες δεκαετίες, αν και ποτέ δεν έλειψε, ούτε θα λείψει από την καθημερινότητά μας. Και τούτο γιατί η γέννησή της συνδέθηκε από την αρχή με βαθύτερες ανθρώπινες ανάγκες. Βασικά έχουμε να κάνουμε μ’ ένα είδος μουσικής που δεν αξιολογείται σώνει και καλά με όρους γούστου («μ’ αρέσει - δε μ’ αρέσει»), αλλά με όρους χρήσης. Κατεβαίνει καλύτερα το…πατέ ντε φουά γκραακούγοντας ένα ξεπλυμένο «September song» σ’ ένα ρεστοράν, ναι ή όχι; Αυτό είναι το ερώτημα!
Προσωπικά, βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα αυτή τη χρηστική αντίληψη για τον ήχο, που ισοπεδώνει τις μεγαλοστομίες τού… κάθε πικραμένου περί Τέχνης τοποθετώντας τη μουσική σε βάσεις ρεαλιστικές. Ο Ιάννης Ξενάκης στο βιβλίο «Κείμενα περί μουσικής και αρχιτεκτονικής» [Ψυχογιός, Αθήνα 2001] γράφει επί λέξει: «Αληθινή μουσική υπάρχει όπου βρίσκεται και κάποιο μήνυμα, είτε αισθητικό, είτε συναισθηματικό ή σκέψης.(…) Ο ίδιος άνθρωπος διαλέγει την κατάλληλη μουσική ανάλογα με τις ανάγκες του. Συνήθως όταν χορεύω, προτιμώ να μην σκέφτομαι. Και όταν σκέφτομαι προτιμώ να μην χορεύω».
Αυτές οι απόψεις, που μπορεί να είναι τόσο παλαιές όσο και η Ιστορία, απέκτησαν άλλη διάσταση, ακόμη πιο κυριολεκτική, μέσα στην pop της space-age, τη δεκαετία 1954-1964 δηλαδή, η αρχή της οποίας τοποθετείται στην αυγή του χαϊφιντελισμού και το τέλος της τη χρονιά που οι Beatles πάτησαν πόδι στην Αμερική, μετατοπίζοντας το άπαν. Είναι η εποχή των μεγάλων τεχνολογικών επιτευγμάτων όσον αφορά στην αναπαραγωγή του ήχου με την επέλαση της στερεοφωνίας, και κατ’ επέκταση η προσπάθεια των μαέστρων της εποχής να εκμεταλλευτούν τις νέες δυνατότητες εγγραφής που παρείχαν τα δύο κανάλια, δημιουργώντας πρωτόγνωρες ηχητικές ταπετσαρίες.
Ίσως δεν είναι λάθος αν υποστηριχθεί πως κάθε απόπειρα της τεχνολογίας-αιχμή της περιόδου να ξεπεράσει την ανθρώπινη κλίμακα (βλ. διαστημικά προγράμματα της NASA) εύρισκε πρόσφορο έδαφος εφαρμογής στη βιομηχανία του ήχου. Αυτό το ξεπέταγμα της τεχνικής στα mid-fifties, που θα μπορούσε να συγκριθεί, μέχρι ενός ορίου φυσικά, με το ιντερνέτ και τη ζούρλα των γκάτζετ του καιρού μας, ήταν ο κύριος λόγος των πρώτων αστικών σοκ και συγχρόνως της άμεσης ανάγκης να επινοηθούν τρόποι χαλάρωσης από το κουραστικό κάθε-μέρα. Πολύ πριν τον αναχωρητισμό, που υποβοήθησε μέσω της φόρμας του ένα κομμάτι του rock (κάτι, ας πούμε, σαν το εμπορικό κόλπο «καλοκαίρι της αγάπης») προσανατολισμένο σφόδρα σε ό,τι θα χαρακτηρίζαμε, έτσι γενικά, ως «νεανική κουλτούρα», οι λιγότερο νέοι της αμέσως προηγούμενης γενιάς (late fifties), συνήθως μεσοαστοί με κάποια χρήματα, που μπορούσε να έχουν ακριβό αυτοκίνητο και να τρώνε έξω τα βράδια μετά από μια κοπιαστική μέρα, «ταξίδευαν» και μέσω της μουσικής ακούγοντας Esquivel, Ray Conniff, ή άλμπουμ όπως το «Music for Relaxation» του George Melachrino. Τι απίστευτος τίτλος για ένα άλμπουμ του 1958!

Η συνέχεια εδώ… http://www.lifo.gr/team/music/52675
 

LUCKY NOVAK τζαζ από τη Νορβηγία

$
0
0
Ένα παράξενο jazz, ή, καλύτερα, γύρω από την jazz, συγκρότημα από την Νορβηγία, που κυκλοφορεί τώρα το πρώτο άλμπουμ του. Λέγονται LuckyNovakκαι είναι, βασικά, κουαρτέτο. Λέω «βασικά», γιατί πέραν των… τεσσάρων (TimLowersonσαξόφωνα, TureRingereideμπάσο, StenHermunstadπιάνο και HaraldBothaντραμς), στην ηχογράφηση του TheLuckyNovakSyndrome[GoyoRecords, 2014]συμμετέχουν ο PatricioQuintanaπου παίζει cajón, ο κιθαρίστας LuckyNovakκαι ακόμη η LuckyNovakBrassDivision(μία δεκαμελής brassορχήστρα). Τώρα, πώς γίνεται ο μουσικός που δίνει το όνομά του στο συγκρότημα να είναι guest (σ’ αυτό) και όχι κανονικό μέλος, αυτό δεν το καταλαβαίνω. Αν και οι ίδιοι οι LuckyNovakλένε πως το όνομά τους το πήραν από τους LuckyThompsonκαι KimNovakκαι άντε να βγάλεις άκρη.
Οι βασικοί παίκτες του γκρουπ δεν είναιάγνωστοι μουσικοί. ΟιLowersonκαι Ringereideείχαν σχηματίσει νωρίτερα τους SoundsofUnexpected (έχουν γράψειδύο άλμπουμ), ενώ οι Hermunstadκαι Bothaέχουν jazz, improv, classicκαι contemporaryclassicπαρελθόν. Οι τέσσερις αυτοί, μαζί με τους δύο guests, μαζεύτηκαν την 22 και 23/2/2014 στο Biermannsgården, στο Όσλο (ένας χώρος που φιλοξενεί improvκαι «προχωρημένα» γενικώς σχήματα), για να ηχογραφήσουν ζωντανά ό,τι ακούμε στο… Σύνδρομό τους. Υπάρχει και άλλη μία ημερομηνία όμως… Η 29/3/2014, όταν οι LuckyNovakσυνέπραξαν με την LuckyNovakBrassDivisionγια την ηχογράφηση του “César deCarnaval” στο σχολείο Haukåsen, στο Όσλο. Όλο αυτό το (πρωτότυπο) υλικό παρουσιάζεται στο πρόσφατο, βινυλιακής διάρκειας, CDτους.
Το συγκρότημα μπορεί να εκκινεί από την jazz, δεν είναι όμως η jazzτο μοναδικό του μέλημα. Υπάρχουν στοιχεία rockστις συνθέσεις του, «μουσικών του κόσμου» (το klezmerπ.χ.), ενώ δεν λείπει βεβαίως το μελωδικό και το χορευτικό στοιχείο, είτε αναφερόμαστε στις «γραμμένες» (να τις πούμε έτσι) στιγμές, είτε στους αυτοσχεδιασμούς. Γενικώς, εκείνο που επικρατεί είναι η έφεση προς την μελωδία, που αγγίζει ακόμη και νεορομαντικές καταστάσεις (στο “Getoutofmydreams”, μία από τις ωραιότερες συνθέσεις του CD), με τα… εθνικόφρονα και εξωστρεφή “Punchdrunk” και “César deCarnaval” (στην ορχηστρική εκδοχή του) να δημιουργούν, στην πορεία, τα πρέποντα αντίβαρα.
Με δυο λόγια. Το “TheLuckyNovakSyndrome” είναι ένα απλό και ουσιαστικό άλμπουμ, που ακούγεται (και απολαμβάνεται) στο πι και φι. 

JULIAN JAY SAVARIN δίσκοι και βιβλία

$
0
0
Άκουσα τα δύο άλμπουμ του JulianJaySavarin–το “ATimeBeforeThis” [YoungBlood, 1970] που κυκλοφόρησε υπό το όνομα JuliansTreatment, και το “WaitersontheDance - Lemmus/ ATimeTrilogy” [Birth, 1973]– όταν επανεκδόθηκαν για πρώτη φορά πριν 25-30 χρόνια. Το δεύτερο στην εταιρία 5 HoursBackτο 1986 και το πρώτο στην SeeforMilesτο 1990. Ακόμη αυτές τις κόπιες έχω (παρ’ όλες τις ενδιάμεσες reissues, αφήνω τα originalsκατά μέρος) και αυτές ξαναέβαλα τώρα στο πλατώ μετά από πάρα πολλά χρόνια… για να απολαύσω, όπως πρέπει, δύο άξιους δίσκους του βρετανικού progressiverock. Ιστορικά άλμπουμ αμφότερα για τα οποία, όσα χρόνια και να περάσουν, θα έχω πάντα την καλύτερη γνώμη.
Ο JulianJaySavarinδεν ήταν Άγγλος και δεν ήταν μόνο μουσικός, αφού ήταν/είναι κι ένας επιτυχημένος συγγραφέας. Γεννημένος στην Dominica (Μικρές Αντίλλες, Καραϊβική – είναι έγχρωμος), είχε έλθει στην Βρετανία το 1962 όταν ήταν 12 ετών. Όπως σημειώνει ο BevisFrondστις linernotesτου άλμπουμ τής SeeforMiles… ο Savarinείχε περάσει ένα διάστημα της ύστερης εφηβείας του από την RAF (από ’κει θα του έμεινε το «κόλλημα» με τις μετέπειτα αεροπορικές περιπέτειες, τώρα που το σκέφτομαι…), για να έλθει στο Λονδίνο προς τα τέλη των sixtiesμε την λαχτάρα να γίνει ένα κομμάτι της τότε «ανθισμένης» καλλιτεχνικής σκηνής. Ο Savarinπου ήταν επίσης δυνατός keyboardplayer, δεν έχανε liveγια liveστα κλαμπ της εποχής, αναπτύσσοντας γρήγορα ένα δικό του τρόπο μεταφοράς των ιστοριών επιστημονικής φαντασίας που σκαρφιζόταν σ’ ένα rockεπίπεδο. Έτσι, έβαλε πλώρη για να εντοπίσει μια ομάδα μουσικών που θα τον βοηθούσε στις προτεραιότητές του. Κόλλησε μ’ έναν μπασίστα από το Tottenham, τον JohnDoverκαι μέσω εκείνου γνωρίζει τον κιθαρίστα και φλαουτίστα DelWatkins. Από κοντά κι ένας ντράμερ, ο JackDrummond, με το γκρουπ να μοιάζει έτοιμο σχεδόν τη εξαιρέσει της «φωνής». Το πρόβλημα λύθηκε, όπως γράφει πάντα ο BevisFrond, όταν ένας φίλος συστήνει στον Savarinτην CathyPruden. Η Pruden, που ήταν Αυστραλή, δεν είχε μόνον ωραία φωνή, αλλά και εμφάνιση – κάτι, που, ενίοτε, βοηθάει τα συγκροτήματα στο… να ξεκινήσουν από μία ελαφρώς προχωρημένη θέση. Τον Γενάρη του 1970 η μπάντα ήταν πλήρης, και κάτω από ’κείνο το σκηνικό θα έρχονταν και τα πρώτα liveστα κλαμπ του Λονδίνου και των περιχώρων, βοηθώντας το συγκρότημα να κλείσει γρήγορα ένα συμβόλαιο με την νεοσυσταθείσα YoungBloodτου MikiDallon. Ένα αρχικό 45άρι με τα τραγούδια “Alda, darkladyoftheouterworlds/ Phantomcity” θα ετοιμαστεί σύντομα, ανοίγοντας το δρόμο για το μεγάλο δίσκο, που θα κυκλοφορούσε, τελικώς, τον Ιούνιο του 1970. Με λίγα λόγια όλα φαίνεται πως πήγαιναν πρίμα για τους JuliansTreatment, όπως ήταν, πλέον, το όνομα του βρετανικού γκρουπ.
Το “ATimeBeforeThis” ήταν διπλό και περιελάμβανε δώδεκα tracks (τρία ανά πλευρά). Τα εντυπωσιακά φωνητικά της CathyPruden, πήγαιναν μαζί με τις καταλυτικές ηχητικές παρουσίες του hammondκαι της κιθάρας, και με κομμάτια όπως εκείνα τα δύο τού singleή το έξοχο επικό “Strangethings” να κολλάνε αμέσως στη μνήμη. Το conceptτου άλμπουμ, που ανήκε στο χώρο της επιστημονικής φαντασίας, αφορούσε σε μιαν ιστορία εγκατάλειψης της Γης (μετά από κάποια καταστροφή προφανώς) και με τον ήρωα να μεταβαίνει στον πλανήτη Alkonτου αστερισμού του Κενταύρου, εκεί που θα συναντούσε την Alda, τη Σκοτεινή Κυρία των Έξω Κόσμων και την Altarra, την Πριγκίπισσα των Μπλε Γυναικών.
Παρά το εντυπωσιακό ξεκίνημα –το άλμπουμ κατατάσσεται ασυζητητί μεταξύ των ωραιότερων της εποχής– το συγκρότημα δεν είχε καλή τύχη. Τα συνηθισμένα προβλήματα με το μάνατζμεντ, την προώθηση και τις οικονομικές απολαβές (όπως σημειώνει πάντα ο BevisFrond) έφεραν τη διάλυση. Προςτατέλητου 1970 οιJulian’s Treatment δενυπήρχανπια, αφήνονταςσταχαρτιάόλαεκείνασταοποίαείχεαναφερθείοJulian Jay Savarin στοMelody Maker, τονπροηγούμενοΑπρίλιο: “I used to write science fiction stories as a hobby and then I started writing a book which starts with the colonisation of Earth and takes in my ideas of the past, present and future. When the whole thing is completed it will be in three albums. The lyrics of the song tell the story.(…) After the three albums have been completed we’ll go in different directions. Our guitarist and flute player Del Watkins has some very good ideas, but at the moment we’re sticking to what we’re doing”.
Μετά το “ATimeBeforeThisoSavarinθα επιστρέψει στο γράψιμο, εστιάζοντας στη συνέχεια της ιστορίας – κάτι που του πήρε λίγο καιρό απ’ ό,τι φαίνεται. Δύο χρόνια αργότερα, πάντως, κυκλοφορεί το πρώτο βιβλίο του που είχε τίτλο WaitersontheDance/ LemmusATimeTrilogy 1 [ArlingtonBooks, London1972] και πάνω σ’ αυτό στηρίζει το δεύτερο και τελευταίο άλμπουμ του, που κυκλοφόρησε το 1973 (μάλλον) σε ετικέτα Birth(ένα παράλληλο labelτης YoungBlood). Το υπέγραφε ο ίδιος ως JulianJaySavarinκαι ο τίτλος του ήταν –να πω φυσικά;– ο τίτλος του βιβλίου… “WaitersontheDance - Lemmus/ ATimeTrilogy”. Για τις ανάγκες της ηχογράφησης ο Savarin, που είχε δίπλα του από την παλαιά ομάδα μόνο τον μπασίστα JohnDover, προσλαμβάνει για κιθαρίστα κάποιον NigelJenkins, για ντράμερ τον RogerOdell(από τους CMU) και για τραγουδίστρια (στη θέση της CathyPruden, που είχε επιστρέψει στην Αυστραλία) την LadyJoMeek, αδελφή της AnnaMeekτής τραγουδίστριας των Catapillaκαι πρώην μέλλος του ιδίου γκρουπ (η Jo), πριν εκείνο μπει στο στούντιο. Ο ίδιος ο Savarinέπαιζε keyboardsφυσικά, ενώ υπήρχαν και stringarrangementsαπό τον TomParker(στο “Stranger” π.χ.).
Το “WaitersontheDance- Lemmus/ ATimeTrilogy”, που ακούγεται ως μια φυσική εξέλιξη του “ATimeBeforeThis”, είναι ένα εντυπωσιακό progressiverockLP, ένα από τα πιο συναρπαστικά ακούσματα της σχετικής ιστορίας (δεν θα μπορούσε να λείπει και από τη λίστα του Δισκορυείουμε τα 100 PROGRESSIVEΑΛΜΠΟΥΜ, που δημοσιεύτηκε τον προηγούμενο Μάιο). Έχει μεγαλύτερη ενότητα από τον προηγούμενο δίσκο, τα ίδια ή και καλύτερα παιξίματα, και βεβαίως συνθετικώς εμφανίζεται ακόμη περισσότερο ολοκληρωμένο, δίχως χάσματα ή χαλαρές στιγμές. Αγέρωχο άκουσμα, που δεν χάνει ίχνος της αξίας του 41 χρόνια αργότερα. Το conceptείναι και εδώ φανταστικό, με την Alda, την γυναίκα του Σείριου, να πρωταγωνιστεί… τουλάχιστον μέχρι τον θάνατό της (“ThedeathofAlda”)... αν κι εκείνο που συναρπάζει είναι το άνοιγμα της δεύτερης πλευράς, με το “Danceofthegoldenflamingoes” να σκορπίζει ασύγκριτα progρίγη. Η τριλογία Lemmusθα συνεχιστεί με τα βιβλία BeyondtheOuterMirr [CorgiBooks, London 1976] και ArchivesofHaven[CorgiBooks, London 1977], φέροντας εις πέρας τη βασιλεία του G.O.D., του Γαλαξιακού Οργανισμού και των Κτήσεων (GalacticΟrganizationandDominions) και της αποίκησης του πλανήτη Terra, που θα άλλαζε έκτοτε την… πορεία του σύμπαντος. Δυστυχώς, ουσιαστική δισκογραφική συνέχεια για τον JulianJaySavarinδεν υπήρξε, αφού ένα 45άρι που αναφέρεται σε μερικά sites (alexgitlin.com) με τα κομμάτια “Iamyou/ Kizeesh” [LyntoneLYN 3426, 197?] φαίνεται πως εκδόθηκε από τις εκδόσεις CorgiBooksμόνον ως promoτων βιβλίων. Επίσης κάτι που αναφέρει ο BevisFrond (πάντα από τις linernotesτου άλμπουμ της SeeforMiles) πως ο JulianJaySavarinείχε συμμετάσχει στο soundtrackτης μικρού μήκους ταινίας του IanLloydFaceofDarkness” από τα early 80sδεν επιβεβαιώνεται από τον IMDb. Από εκεί μαθαίνουμε πως η ταινία του Ian F.H. Lloyd (διάβασα πως πρόκειται για έργο τρόμου στην παράδοση της Hammerκαι πως είναι πολύ σπάνιο) είχε διάρκεια 58 λεπτά (ήταν μεσαίου μήκους δηλαδή), προερχόταν από το 1976 (όχι από τα early80s) και πως μουσική είχαν γράψει ο (πολύ γνωστός) MichelColombierκαι κάποιος MartinJacklin. Αυτός ο τελευταίος είναι αγνώστων λοιπών στοιχείων. Να πρόκειται για παρατσούκλι του JulianJaySavarin; Κανείς δεν ξέρει. Πάντως ο BevisFrond, που φαίνεται να είχε κάποιες πληροφορίες από πρώτο χέρι, αναφέρει πως η συνεισφορά του Savarinστο soundtrackείχε τίτλο “Drifttodawn”. Δεν μπορεί να τα έβγαλε όλα αυτά από το μυαλό του… Η ουσία είναι όμως πως, έκτοτε, ο JulianJaySavarinδεν μας απασχόλησε ξανά ως συνθέτης/ μουσικός.
Στα eightiesο JulianJaySavarinέγινε πολύ γνωστός, παγκοσμίως, ως συγγραφέας περιπετειωδών μυθιστορημάτων – και όταν λέω παγκοσμίως εννοώ και στην Ελλάδα. Μπορεί πολλοί έλληνες μουσικόφιλοι να μην έκαναν τη σύνδεση με την λογοτεχνική παραγωγή του (όπως και πολλοί βιβλιόφιλοι θα αδιαφόρησαν για το μουσικό έργο του), όμως οκτώ(!) τουλάχιστον βιβλία του κυκλοφόρησαν στη χώρα μας σε εκδόσεις BELLστην δεκαετία του ’80.
Εκείνη την εποχή, προσωπικώς, υποτιμούσα τα συγκεκριμένα βιβλία (και τις συγκεκριμένες εκδόσεις), αλλά πάντα υπάρχει τρόπος ώστε να… επανορθώσεις. Θυμάμαι πάντως πως το πρώτο βιβλίο του JulianJaySavarinτο είχα αγοράσει, τότε, από σταντ (με βιβλία) των ΚΤΕΛ, όταν σκότωνα την ώρα μου περιμένοντας το λεωφορείο και κοιτάζοντας τα βίπερ. Ξαφνικά είχε πέσει το μάτι μου στοΑνθρωποκυνηγητό στην Έρημοκαι στο όνομα JulianSavarinστο εξώφυλλο. Είχα πάθει πλάκα. Ένας από τους αγαπημένους μου μουσικούς του progressiverock(εκείνη την περίοδο) έγραφε και… βιβλία τσέπης; Το αγόρασα πάραυτα, το ξεφύλλισα και στις πρώτες σελίδες του θα διάβαζα το εξής βιογραφικό: «Ο JulianSavarinγεννήθηκε στον Άγιο Δομίνικο(σ.σ. άλλος ο Άγιος Δομίνικος στην Ισπανιόλα και άλλη η Dominicaτων Μικρών Αντιλλών). Οι πρόγονοί του ήταν Αφρικανοί, Μάγια και Γάλλοι. Σε ηλικία 12 χρόνων μετανάστευσε στην Αγγλία, όπου και τελείωσε τις σπουδές του. Υπηρέτησε στη ΡΑΦ και στη συνέχεια επιδόθηκε στο γράψιμο και στη μουσική σύνθεση. Στη δεκαετία του ’70 το ροκ συγκρότημά του JuliansTreatmentηχογράφησε δύο άλμπουμ. Η μουσική του συνδυάζει στοιχεία ροκ και κλασικής μουσικής. Η ροκ όπερά του ATimeBeforeThisπαίχτηκε αρκετές φορές στην Αγγλία. Δημοσίευσε τέσσερα μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας που αποτελούν μέρος ενός δωδεκάτομου κύκλου. Το ‘Ανθρωποκυνηγητό στην Έρημο’ είναι το πρώτο θρίλερ του».
Οι τίτλοι των οκτώ βιβλίων του JulianJaySavarin, που τυπώθηκαν στην Ελλάδα (όλα σε εκδόσεις BELLBestSeller) και τους οποίους γνωρίζω είναι οι ακόλουθοι: Ανθρωποκυνηγητό στην Έρημο (1986), Στα Ίχνη των Λύκων (1986), Ισορροπία Δυνάμεων (1987), Νάγια (1988), Λυνξ (1988), Ιπτάμενη Απειλή (1988), Ελικόπτερο Χάμερχεντ (1988)και Τρόπαιο (1990), ενώ για κάποια υπάρχουν και δεύτερες εκδόσεις, όπως για το Ανθρωποκυνηγητό στην Έρημο, που ξαναβγήκε το 1990. Τα περισσότερα απ’ αυτά τα βιβλία ανήκουν σε δύο επιμέρους κατηγορίες αναλόγως με τον πρωταγωνιστή τους. Έτσι έχουμε τα βιβλία με τον «τζειμσμποντικό» ήρωα Gordon Gallagher κι εκείνα στα οποία πρωταγωνιστεί ο David Pross («ένας από τους καλύτερους πιλότους ελικοπτέρων της χώρας»). Ο Gallagherπρωταγωνιστεί π.χ. στα Ανθρωποκυνηγητό στην Έρημο, Στα Ίχνη των Λύκων, Ισορροπία ΔυνάμεωνκαιΝάγια, ενώ ο Prossστα Λυνξ,Ιπτάμενη Απειλήκαι Ελικόπτερο Χάμερχεντ. Τέλος το Τρόπαιο είναι μία αυτόνομη νουβέλα. Ο Savarinέχει αφηγηματικές αρετές και ξέρει να στήνει ωραία σκηνικά δράσης και σασπένς. Γενικώς, τα βιβλία του διαβάζονται μια χαρά σε… λεωφορεία, τρένα κ.λπ., όταν κάποιος ταξιδεύει σε βαρετές διαδρομές μη βλέποντας την ώρα να φθάσει στον προορισμό του. Το ότι τα BELL, τώρα, πουλιούνται στα σταντ του ΚΤΕΛ, του ΟΣΕ, των αεροδρομίων κ.λπ. δεν είναι συμπτωματικό. Έχει υπάρξει μελέτη πριν…
Να, τώρα, και δυο περιλήψεις από αντίστοιχα οπισθόφυλλα για να πάρετε μιαν ιδέα της φαντασίας του Savarin
«Ο Προς ήταν ένας από τους καλύτερους πιλότους ελικοπτέρων της χώρας. Γι’ αυτόν το λόγο η αγγλική κυβέρνηση του ζήτησε να βοηθήσει την απόδραση ενός πράκτορα από την Κίνα. Η αμοιβή για την αποστολή ήταν ό,τι χρειαζόταν για να βγει από τη δύσκολη οικονομική θέση που βρισκόταν. Ήταν έμπειρος και γενναίος. Είχε ανάγκη τα χρήματα, Δεν είχε άλλα περιθώρια επιλογής… Έπρεπε να τα καταφέρει. Αλλά μαζί με τον πράκτορα έπρεπε να σώσει και τον ίδιο του τον εαυτό…» (από το Λυνξ).
«“Κυρίες και κύριοι, η φωνή που ακούτε δεν είναι η φωνή του κυβερνήτου του αεροσκάφους. Ο κυβερνήτης είχε τη σύνεση να μην προβάλει αντίσταση. Έχει παραδώσει τη διακυβέρνηση σ’ εμένα και τους συνεργάτες μου. Αν φερθείτε λογικά, δε θα πάθετε τίποτα. Προσέξτε, υπάρχουν ήδη τέσσερα θέματα στην πρώτη θέση. Βλέπετε, κάποιοι αποδείχτηκαν ανόητοι. Δε θέλουμε να έχουμε άλλα θύματα. Μη γελιέστε, όμως, δε θα χαριστούμε σε κανέναν”. Η αεροπειρατεία ήταν το πρώτο σοκ για τους επιβάτες του μοιραίου αεροπλάνου. Το δεύτερο ήταν το ξύπνημα από έναν αφύσικο ύπνο, σ’ ένα υπόγειο κελί χωρίς παράθυρα. Οι αδίσταχτοι αεροπειρατές θα τους πληροφορήσουν σε λίγο πως βρίσκονται στην καρδιά μιας απέραντης, καυτής ερήμου στην Αυστραλία, κι ότι επομένως κάθε απόπειρα για απόδραση είναι μάταιη» (από το Ανθρωποκυνηγητό στην Έρημο).
Καλά όλα αυτά (θα μου πείτε κι εσείς), αν κι εγώ θα ήθελα να ξανακούσω κάτι από τον συνθέτη Savarin (κάτι ανέκδοτο ή καινούριο εννοώ) ή τουλάχιστον να δω στην γλώσσα μας τα «Lemmus»… Απορώ πώς και δεν έχουν μεταφραστεί… Ή μήπως έχουν… και δεν το έχω πάρει χαμπάρι;

MARBIN – MORAINE progressive από την Αμερική

$
0
0
Ισραηλοαμερικανικό συγκρότημα που σαρώνει από άκρη σε άκρη τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι Marbin(DaniRabinκιθάρες, DannyMarkovitchσαξόφωνα, JustynLawrenceντραμς, JaeGentileμπάσο), έχουν καινούριο ζωντανό CDηχογραφημένο στην μεγάλη παναμερικανική περιοδεία τους μεταξύ 3/3 και 14/4/2013.
Πιο συγκεκριμένα τοTheThirdSet [MoonJune, 2014] περιλαμβάνει εγγραφές από διάφορες πόλεις της Iowa, της Nebraska, του Wisconsin, της Montanaκαι του Kansas, αποτυπώνοντας με πάθος και ενάργεια τον ήχο του γκρουπ. Σε τι συνίσταται αυτός ο ήχος; Σ’ ένα πολύ μελετημένο fusion-progressive, ασυγκράτητης ορμής από την μια μεριά και μελωδικής… εκζήτησης από την άλλη (με το klezmerνα δηλώνει πάντα παρόν, αναφορικώς με τα soliτων πνευστών). Τα κομμάτια των Marbin(όλα ορχηστρικά) συνδυάζουν, λοιπόν, στοιχεία της κλασικής progressiveκατεύθυνσης, περασμένα όμως μέσα από το mid-seventiesjazz-rock (εκείνο του JeffBeckας πούμε). Τα χαρακτηρίζει το φουριόζο τέμπο, μια περφεξιονιστική εμμονή στην προσωπική κατάδειξη (πότε μέσω της κιθάρας και ποτέ μέσω των πνευστών), το συμπαγές συνθετικό περιβάλλον και ακόμη οι «μέσες» διάρκειες (6λεπτα, 7λεπτα και 8λεπτα tracks), που βοηθούν στην αποφυγή μιας progυπερβολής, και βεβαίως στην συσπείρωση των επιμέρους αναφορών προς ένα στιβαρό και βαρύ σώμα. Εντύπωση, επίσης, προκαλεί το γεγονός πως από τα τρία(;) προηγούμενα άλμπουμ του γκρουπ (ένα ανεξάρτητο και δύο στην MoonJune) εδώ, στο “TheThirdSet”, καταγράφεται μόλις ένα track (το “Volta” από το περυσινό “Last Chapter of Dreaming”), πράγμα που σημαίνει πως οι Marbinπαράγουν συνεχώς καινούριο υλικό (όντας μία μπάντα, που είναι διαρκώς στο δρόμο), το οποίο τεστάρουν στις ζωντανές εμφανίσεις και που ίσως κάποια στιγμή το ακούσουμε στις στούντιο ηχογραφήσεις τους. Τούτο το τελευταίο, φυσικά, μένει να το δούμε…
Έχω ξαναγράψει για τους Moraineκαι αφορμή ήταν ένα παλαιότερο CDτους, το “MetamorphicRock/ LiveatNEARfest 2010” [MoonJune, 2011]. Τώρα ένα νέο άλμπουμ, που αποκαλείται Groundswell[MoonJune, 2014], φέρνει και πάλι το συγκρότημα από το Seattleστην πρώτη γραμμή ενδιαφέροντος των progfans, και ιδίως εκείνων που παρακολουθούν την σχετική αμερικανική σκηνή ήδη από τα seventies. Και το λέω τούτο, επειδή βασική μονάδα πίσω από τους Moraineείναι ο DennisRea(κιθάρες, ηλεκτρονικά, mellotron) μέλος κάποτε των Earthstar– συγκρότημα που έφθασε να ηχογραφεί στα τέλη του ’70 ακόμη και στην Δυτική Γερμανία υπό τας ευλογίας του KlausSchulze. Αν και έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε τα (συνθετικά) ενδιαφέροντα του Rea, χονδρικώς, δεν έχουν αλλάξει. Εξακολουθεί να ενδιαφέρεται για το progressiveelectronicrockκαι την ambientπαραφυάδα του, προσθέτοντας εν τω μεταξύ στον ήχο του γκρουπ (AliciaDeJoieβιολί, JamesDeJoieβαρύτονο σαξόφωνο, φλάουτο, KevinMillardμπάσο, TomZgoncντραμς οι υπόλοιποι) ισχυρές δόσεις fusion, jazz, αλλά και «μουσικών του κόσμου» (κυρίως ασιατικής προέλευσης, των οποίων ο Reaείναι μεγάλος fan). Η (ηχητική) περιπέτεια, σε συνδυασμό με μιαν περιβαλλοντική ανησυχία, που εκφράζεται και μέσω του εξωφύλλου (εκεί εικονίζεται το «χαμένο» νησί Tristan da Cunha στον νότιο Ατλαντικό – γνωστό σε κάποιους, ίσως, από την Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμτου EdgarAllanPoe) είναι δύο από τα βασικά χαρακτηριστικά του “Groundswell”, ενός άλμπουμ που κρύβει στις συνθέσεις του πολλές και ποικίλες «εκπλήξεις». Συντείνει, βεβαίως, προς αυτό και η παραγωγή του SteveFisk (μαζί με τον DennisRea) –ένας από τους ανθρώπους που στήριξαν τον βορειοδυτικό ήχο στις αρχές του ’90–, η οποία εκμεταλλεύεται πλήρως τον παράγοντα στούντιο, εμφανίζοντάς τον κάπως σαν… έκτο παίκτη. Κορυφαία στιγμή του CDτο επτά λεπτών και είκοσι δευτερολέπτων “Waylaid”, που ξεκινά μέσα σ’ έναν Crimson-ικό ορυμαγδό, πριν επεκταθεί προς ambient, avantκαι electronicπεριοχές με ακαθόριστη εξέλιξη, ενώ από κοντά ακολουθεί το ιδίας διάρκειας “Spiritualgatecrasher” που… ψυχεδελίζει, με το φλάουτο του JamesDeJoieνα καταγράφει διαπεραστικά orientalvibes.
Επαφή: www.moonjune.com

όταν (κακώς) η βούληση προστάζει

$
0
0
Το ότι διαφωνώ εντελώς και καθέτως με την κεντρική γραμμή που κατεβάζει η AthensVoice, μέσω των εντιτόριαλτου Φώτη Γεωργελέ, δεν χρειάζεται να το πω – και όχι μόνο επειδή το έχω ξαναγράψει. Κάποτε την είχα χαρακτηρίσει (αυτή τη γραμμή) ως «νεοφιλελεύθερο λαϊκισμό», ως μια απέλπιδα, χοντρικώς, προσπάθεια, να αιτιολογηθεί το αλήστου μνήμης «όλοι μαζί τα φάγαμε». Να ενοχοποιηθούν και να λοιδορηθούν οι πολλοί και κυρίως ο κόσμος και οι ιδέες της Αριστεράς προκειμένου να πέσουν στα μαλακά οι λίγοι (οι «μεγαλοκαρχαρίες»). Με πρωτοσέλιδο «25 δισ. φοροδιαφυγή από μεγαλοϊδιοκτήτες»κυκλοφορεί, σήμερα, η Εφημερίδα των Συντακτών… Δεν χρειάζεται να συνεχίσω. Δεν είναι αυτό το θέμα μας… 

Η τραμπουκική επίθεση στα γραφεία της AthensVoiceδεν μπορεί να αποτελέσει, για κανέναν νοήμονα, ένα κάποιο είδος «διαλόγου». Είναι μια ηλίθια, βλακώδης και εν τέλει φασιστική ενέργεια, που επιχειρεί δια της βίας να φιμώσει την «άλλη» άποψη.Φυσικά, εκείνο που πρέπει να κάτσουμε και να δούμε (δηλαδή να ξαναδούμε) με αφορμή το τελευταίο, αυτό, γεγονός, είναι το γιατί αποσυντονίζεται δια αυτού του τρόπου μία κατεύθυνση της δημόσιας ζωής. Τι έχει πάει στραβά κι ένα κομμάτι του κόσμου, ένα κομμάτι της νεολαίας, αντιδρά μ’ έναν τέτοιο ακραίο και ενίοτε εγκληματικό τρόπο. Και αυτά τα έχουμε ξαναπεί. Η εξωπραγματική ανεργία, η ανυπαρξία ευκαιριών, οι μισθοί και τα μεροκάματα της πλάκας (για όσους καταφέρουν, εν τέλει, να βρουν μια δουλειά), η απουσία φωτεινής προοπτικής (το να μπορέσει να ζήσει κάποιος μακριά από την πατρική εστία, να δημιουργήσει οικογένεια κ.λπ.), όλα τούτα, και άλλα ακόμη, πυροδοτούν ένα εκρηκτικό χαρμάνι, τα αποτελέσματα του οποίου θα τα βρίσκουμε, δυστυχώς, συνεχώς μπροστά μας. Ένα μέρος του νεαρόκοσμου αντιδρά βίαια, επειδή δέχεται βία, αλλά και γιατί, πολύ συχνά, τα μυαλά του φουσκώνουν από τον… παραδοσιακό, εν Ελλάδι, ψευτοεπαναστατικό βολονταρισμό (τον οποίον καλλιεργούν συστηματικά νέοι και παλαιότεροι βαλτοί ή συμπλεγματικοί «αντιήρωες»).

Αναρχικοί... και τρίχες κατσαρές. Κανένας σοβαρός άνθρωπος (αναρχικός ή όποιος άλλος) δεν θα κάψει το σπίτι του γείτονά του, επειδή διαφωνεί με τις απόψεις του, τοποθετώντας τήν οιαδήποτε αρχέγονη βούλησή του πάνω από τη νόηση.
Viewing all 5024 articles
Browse latest View live