Quantcast
Channel: ΔΙΣΚΟΡΥΧΕΙΟΝ / VINYLMINE
Viewing all 5028 articles
Browse latest View live

ERIC BURDON & JIMMY WITHERSPOON “Guilty!” ένα θρυλικό blues άλμπουμ από το 1971

$
0
0
Με αφορμή την εμφάνιση του EricBurdonστο Ηρώδειο, απόψε, έψαξα και βρήκα ένα κείμενο που είχα γράψει πριν πολλά χρόνια (τον Δεκέμβριο του 1997) στο περιοδικό Jazz& Τζαζ (τεύχος 57) σχετικό μ’ έναν εξαιρετικό δίσκο, το “Guilty!” [USA. MGMSE 4791], που είχαν μοιραστεί, το 1971, ο EricBurdonμε τον JimmyWitherspoon(1920-1997). Εκείνο το κείμενο το μεταφέρω, τώρα, εδώ...
Στις 19 του Σεπτέμβρη που μας πέρασε (για το 1997 ο λόγος) ο εξαίρετος τραγουδιστής της jazzκαι του bluesJimmyWitherspoonθα ερχόταν στην Ελλάδα, για μια σειρά εμφανίσεων. Η είδηση με είχε παραξενέψει θετικώς και παρότι γνώριζα το γεγονός, σχεδόν από τα μέσα του καλοκαιριού, εντούτοις, περνώντας ο καιρός, και πλησιάζοντας εκείνες οι μέρες του Σεπτέμβρη, είχα αρχίσει να ζω περισσότερο από κοντά και να περιμένω με μεγαλύτερη ανυπομονησία τις παραστάσεις του στην Αθήνα. Η είδηση έπεσε στα κεφάλια μας σαν κεραυνός. Ο JimmyWitherspoonπέθαινε στο L.A., στις 18 του Σεπτέμβρη, μια μόλις ημέρα πριν την προγραμματισμένη επίσκεψή του στην Ελλάδα!
Το “Guilty!” τελευταία φορά το είχα ακούσει πριν από την εμφάνιση του EricBurdonστην Αθήνα, στις 29 Νοέμβρη 1996 (στο Ρόδον), και βεβαίως το ξανακατέβασα αρκετές φορές από τη δισκοθήκη με αφορμή τις επικείμενες εμφανίσεις, που τις πήρε ο άνεμος εν τω μεταξύ, του JimmyWitherspoonστα μέρη μας (μάλλον στο κλαμπ HalfNote, αν δεν με απατά τώρα η μνήμη μου).
Ο δίσκος ανοίγει με το “Ivebeendriftin’ / Onceuponatime”, ένα medleyκατ’ ουσίαν δύο προσωπικών στιγμών των καλλιτεχνών, πριν περάσουμε στο θαυμάσιο “Steamroller” σύνθεση του JamesTaylorαπό το “SweetBabyJames” (1970), το οποίο ξεχωρίζει για το σόλο της κιθάρας (από τον HowardScottή τον JohnSterling) και τη στρωτή ερμηνεία του Witherspoon. Το “Thelawsmustchange” του JohnMayallαπό το “TheTurningPoint” (1969) ερμηνεύεται από κοινού, ενώ το “Havemercyjudge” (1970), σταθμός στο bluesρεπερτόριο για τον ChuckBerry, είναι φανερό ότι επιλέγεται για τους στίχους του. Η πλευρά θα κλείσει με το “Goingdownslow” (1942) του St. LouisJimmy, το οποίο είναι ζωντανά ηχογραφημένο στις φυλακές του SanQuentin(στην Καλιφόρνια), εκεί ακριβώς όπου είχε ηχογραφήσει δύο χρόνια πριν το “AtSanQuentin” (1969) και ο JohnnyCash. Ακούγονται δε τα χειροκροτήματα των Αδελφών, καθώς επίσης και ο αέρας που κάνει τα μικρόφωνα να βουίζουν.
Το “Soledad”, σύνθεση των EricBurdonκαι JohnSterling, που ανοίγει την δεύτερη πλευρά είναι ένα συγκλονιστικό τραγούδι, που ώρες-ώρες μου θυμίζει το «Μακρύ ζεϊμπέκικο για τον Νίκο» του Σαββόπουλου. Soledad (δηλαδή «μοναξιά» στα ισπανικά) ήταν η ονομασία μιας από τις χειρότερες φυλακές εκείνων των χρόνων στην Αμερική, στην ίδια γραμμή με τα κολαστήρια του SanQuentinκαι της Attica. [Στην Attica, ως γνωστόν, τον Σεπτέμβριο του ’71, σαράντα τρεις άνθρωποι θα θανατωθούν (τριάντα τρεις έγκλειστοι και δέκα αξιωματικοί της διοίκησης και πολιτικοί υπάλληλοι), μετά από επέμβαση που είχε σαν στόχο την καταστολή με κάθε τρόπο της εξέγερσης των εγκλείστων, που ζητούσαν καλύτερες συνθήκες κράτησης –επέμβαση που είχε την πλήρη κάλυψη τού κυβερνήτη της Νέας Υόρκης NelsonRockefeller–, ένα γεγονός που, ανάμεσα σε άλλα, θα οδηγούσε, ένα χρόνο αργότερα, τον ArchieSheppστην ηχογράφηση του άλμπουμ του “AtticaBlues”]. Το τραγούδι, που είναι ένας ύμνος για την ελευθερία είναι επηρεασμένο από τις περιπέτειες προφανώς των Αδελφών Soledad, τριών μαύρων κρατουμένων (όχι αδελφών φυσικά) που είχαν κατηγορηθεί άδικα και παραπεμφθεί, τότε, σε δίκη για το φόνο ενός φρουρού των φυλακών (16 Ιανουαρίου 1970). 
Η δίκη που είχε συγκλονίσει την προοδευτική Αμερική την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1970 δεν θα μπορούσε να αφήσει ασυγκίνητους τόσο τον EricBurdon, όσο και τον JimmyWitherspoon, που αφιέρωσαν στον αγώνα εκείνων των ανθρώπων ένα σπουδαίο τραγούδι. (Τα γεγονότα και οι περιπέτειες των Αδελφών Soledadπεριγράφονται με λεπτομέρειες από την AngelaDavisστο βιβλίο της IfTheyComeintheMorning: VoicesofResistanceτου 1971, που είχε τυπωθεί και στα ελληνικά ως Αν Αυτοί Έρθουν την Αυγή, στις εκδόσεις Νέα Σύνορα-Α.Α. Λιβάνη το 1982). Τα “Homedream” (EricBurdon), “Headinfromhome” (Burdon, Kesterson, Sterling) και “Thetimehascome” (Witherspoon, Edwards) είναι τρία πρώτης τάξεως bluesπου κλείνουν το άλμπουμ, αφήνοντας ένα ξεκάθαρο αίσθημα συγκίνησης.
Στην ηχογράφηση που είχε γίνει στα στούντιο της MGMτον Ιούλη του 1971 έλαβαν μέρος πολλοί μουσικοί. Τα ονόματά τους: BobMarcereauκαι LeeOscarφυσαρμόνικες, PapaDeeAllenκόνγκα, HaroldBrownκαι GeorgeSuranovichντραμς, CharlesMillerτενόρο σαξόφωνο, HowardScottκαι JohnSterlingκιθάρες, LonnieJordanκαι TerryRyanπιάνο, όργανο, B.B. Dickersonκαι KimKestersonμπάσο, ενώ στο liveστο SanQuentinέπαιξε η ορχήστρα της φυλακής, με τον IkeWhiteστην κιθάρα. Φυσικά, απ’ αυτούς τους μουσικούς οι Oscar, Allen, Brown, Miller, Scott, Jordanκαι Dickersonήταν μέλη των War, με τους οποίους ο EricBurdonείχε κυκλοφορήσει μέσα στο 1970 άλλους δύο μεγάλους δίσκους (“EricBurdonDeclaresWar’”, “TheBlack-MansBurdon”).
Και κάτι τελευταίο. Στο οπισθόφυλλο του άλμπουμ υπάρχει ένα κείμενο κάποιου JohnPenceWagnerεκδότη ενός εντύπου, που επιγραφόταν TheSanQuentinNewsκαι προφανώς κρατούμενου (τότε) των φυλακών. Γράφει πολλά ωραία εκεί μέσα ο Wagner, αλλά διαλέγω μόνο ένα για να κλείσω τούτο το σημείωμα: 
“MilesandwallsdonotseparatemefromthosethatIlove.

THE BITTERSWEET μια ροκ ελληνική μπάντα με προσωπικότητα

$
0
0
Οι BitterSweet, όπως τους αρέσει να γράφονται, δεν είναι ένα καινούριο ελληνικό συγκρότημα, αφού σχηματίστηκαν το 2007, έχοντας ένα πρώτο άλμπουμ ήδη από το 2012 (“DancingintheZoo”), τυπώνοντας άλλο ένα τώρα. Λέμε για το LPTheAgeofNewDelirium[Ikaros Records, 2019]με τα έντεκα καλοδουλεμένα και σωστά διαμορφωμένα rocktracks, τα οποία φέρουν εις πέρας οι: Νικόλας Αλαβάνος φωνή, κιθάρες, Δημήτρης Ρήγος ντραμς, φωνητικά, Αντώνης Γκούφας κιθάρες, Κωνσταντίνος Κοντονίκας μπάσο, Χριστίνα Παπανδρέου πιάνο, hammondκαι Κώστας Μέξης πιάνο, hammond, ηλεκτρικό όργανο.
Η μπάντα είναι πολύ δεμένη, παίζει σωστά και γεμάτα, ενώ εμφανίζει και... προσωπικότητα. Εννοούμε προσωπικό ήχο και στυλ. Σ’ αυτό συμβάλλουν οπωσδήποτε οι δύο κιμπορντίστες, αλλά και το ταλέντο του Αλαβάνου (δικά του όλα τα τραγούδια σε μουσικές και στίχους), η ικανότητά του δηλαδή να γράφει και να παρουσιάζει ολοκληρωμένα άσματα. Τραγούδια με hook, εννοούμε, απ’ αυτά που δεν τ’ ακούς κάθε μέρα, ούτε από ελληνικά, ούτε από ξένα συγκροτήματα. Βεβαίως υπάρχουν πάντα περιθώρια για βελτιώσεις (θα έλεγε πως η φωνή, η απόδοση του αγγλικού λόγου και η τοποθέτησή του πάνω στα μέτρα είναι από εκείνα, που αξίζει να προσεχθούν περισσότερο), όμως στην περίπτωση των BitterSweetδεν πρέπει να είμαστε μίζεροι. Πρέπει να πούμε εκείνο που... ακούμε. Ότι δηλαδή τραγούδια σαν τα “(Itsbeen) soverylong” και “Youknowbetter” (καταπληκτικό! – έφερε στη μνήμη μου το “Thelongwayhome” του NeilDiamond) δεν τ’ ακούς πια κάθε μέρα (και δεν είναι τα μόνα). Και μπράβο στα παιδιά, κι εδώ τελειώνουν όλα όσα οφείλουμε να πούμε.
Τώρα...
Οι BitterSweetείναι ένα συγκρότημα με σοβαρές sixties-earlyseventiesαναφορές. Και κυρίως βρετανικές. Ορκίζονται στην βρετανική pop-psychτης εποχής και αυτήν την ατμόσφαιρα κατορθώνουν να δημιουργήσουν με τα τραγούδια τους, δίχως, πάντως, να εμφανίζονται κολλημένοι με το χθες (καθώς τα vibesτους είναι σημερινά). Επίσης να σημειώσουμε πως στο τελευταίο trackτου άλμπουμ (“Nobodyplayswithme”), που είναι και το πιο μακρύ στο χρόνο, καθώς ξεπερνά τα επτά λεπτά, οι BitterSweetφλερτάρουν και με το progressive (σ’ ένα στυλ Renaissanceνα πούμε), αποδεικνύοντας πως και σ’ αυτό το στυλ μπορούν να προχωρήσουν.
Τα τραγούδια τους, περαιτέρω, έχουν και καλούς στίχους (κοινωνικούς κ.λπ., σχετικούς με την εποχή μας, τα ζόρια και τα ντράβαλα, προβάλλοντας σωστά μηνύματα... “stand up for your dignity / respect the possibility of life / in this age of new delirium”), δίχως, τηνίδιαστιγμή, ναδυναστεύονταιαπόπροσωπικέςσολιστικέςκαταδείξεις. Υπάρχει frontman, αλλά η ομάδα μετράει πάνω απ’ όλα.  
Για να τους δούμε τους φίλους μας... μέχρι πού μπορεί να φθάσουν...

ΚΩΣΤΑΣ ΓΑΒΡΑΣ – ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ «Κατάσταση Πολιορκίας»: δυνατές εικόνες και συγκλονιστική μουσική από μια ηρωική εποχή

$
0
0
Η επαναφορά του ονόματος του Κώστα Γαβρά στο προσκήνιο, λόγω του πρόσφατου AdultsinTheRoom, μας δίνει την αφορμή να αναφερθούμε στην καλύτερη, ίσως, ταινία του, την Κατάσταση Πολιορκίαςή État de Siègeόπως ήταν ο γαλλικός τίτλος της από το 1972/73 και επίσης να θυμηθούμε την εκπληκτική μουσική που είχε γράψει για ’κείνην ο Μίκης Θεοδωράκης.
Όποιοι έχουν δει τη συγκριμένη ταινία του Κώστα Γαβρά από το 1973 (πρώτη προβολή στη Γαλλία στις 8 Φεβρουαρίου 1973), έχοντας ακούσει κιόλας το σάουντρακ του Μίκη Θεοδωράκη, θα θυμούνται ενδεχομένως, ανάμεσα σε άλλα, πως η μουσική του έλληνα συνθέτη που ακούγεται στο φιλμ είναι ελάχιστη.
Μου είχε κάνει εντύπωση αυτό από την πρώτη φορά που είδα το φιλμ – και δεν ήξερα γιατί συνέβαινε. Τελικά το έμαθα μέσω μιας CD-επανέκδοσης του σάουντρακ, που είχε γίνει το 2003 από την FMRecords. Εκεί υπήρχε ένα σημείωμα του Μίκη Θεοδωράκη, το οποίο μας πληροφορούσε σχετικά:
«Τις μέρες των Χριστουγέννων του 1972 τις περάσαμε με τον Κώστα Γαβρά και τους μουσικούς σ’ ένα στούντιο στο Παρίσι, ηχογραφώντας τη μουσική του φιλμ “Κατάσταση Πολιορκίας”. Η παρουσία του σκηνοθέτη καθ’ όλη τη διάρκεια της φωνοληψίας σημαίνει ότι υπήρξε απολύτως σύμφωνος για το ύφος και το χαρακτήρα της μουσικής.
Στο φιλμ αυτό, εκτός από τους μουσικούς της ορχήστρας μου, χρησιμοποίησα και τους Χιλιανούς Los Calchakis. Κι αυτό γιατί είδα το φιλμ σαν μια πτυχή του έπους του αγώνα των Νοτιοαμερικάνων εναντίον του βορειοαμερικάνικου ιμπεριαλισμού και των μεθόδων του, όπως τις περιγράφει και ο Pablo Neruda στο “Canto General”, που κατά σύμπτωση συνέθετα εκείνο τον καιρό. Άλλωστε μόλις είχα επιστρέφει από τη Χιλή του Αλλιέντε και ήμουν γεμάτος από εμπειρίες, συναισθήματα και ήχους. Θυμάμαι μάλιστα ότι κατά την επιστροφή μας από το Σαντιάγκο, το αεροπλάνο έκανε σκάλα στο Μοντεβιδέο. Οι επιβάτες θα έπρεπε να μείνουν στις θέσεις τους, όμως άνοιξε η πόρτα και άκουσα το όνομά μου. Βγήκα στην πόρτα και είδα στην πίστα τον Κώστα Γαβρά περιστοιχισμένο από Tupamaros, όπως μου είπε, που τραγουδούσαν όλοι μαζί στα ισπανικά τον “Αντώνη” από το “Mauthausen”. Ηρωικές εποχές!

Μετά από λίγο καιρό με επισκέφθηκε ο Υβ Μοντάν στο σπίτι μου και ανήσυχος μου είπε ότι ενώ στην αρχή ο Γαβράς είχε βάλει στο φιλμ όλη τη μουσική, στη συνέχεια αφαίρεσε ένα μεγάλο μέρος της, πράγμα που τον λυπούσε, δεδομένου ότι του άρεσε πολύ όπως την είχε ακούσει αρχικά. “Το φιλμ φτωχαίνει” μου είπε, “κάνε κάτι για να ξαναμπεί”.
Σε λίγο βρεθήκαμε και οι τρεις και είδαμε το φιλμ με την κομμένη μουσική. Όταν ρώτησα τον Γαβρά γιατί το έκανε, μου είπε ότι τελικά φοβόταν ότι αυτός ακριβώς ο επικός χαρακτήρας της μουσικής θα δημιουργούσε ψευδαισθήσεις και αυταπάτες, μιας και ο ίδιος πίστευε ότι ο αγώνας των Tupamaros είναι αδιέξοδος.
Νομίζω ότι είχε τελικά δίκιο. Είχα όμως κι εγώ δίκιο γιατί, όπως είπα, ο Γαβράς όχι μόνο παρακολουθούσε τη φωνοληψία, αλλά και δεν έκρυβε τον ενθουσιασμό του. Κρίμα, γιατί θα μπορούσα να συνθέσω διαφορετικά πράγματα από τη στιγμή που θα έβλεπα το φιλμ πιο πολύ με ρεαλιστικό, παρά με ιδεαλιστικό ρομαντικό τρόπο.
Πάντως στο CD υπάρχει η ολοκληρωμένη μουσική, όπως δυστυχώς δεν μπήκε τελικά στο φιλμ»
.

Η συνέχεια εδώ...

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 192

$
0
0
28/9/2019
Μάγκες έχουμε δει κι εμείς τον Eric Burdon live και πριν από 20 χρόνια και πριν από 30 χρόνια (τότε, όταν κάποιοι από σας τον λέγατε γέρο!), που σημαίνει 20 και 30 χρόνια νεότερος κατ’ αρχάς ο ίδιος, και μάλιστα σε γκρουπ με ιστορικούς παικταράδες μέσα (Brian Auger, Aynsley Dunbar κ.λπ.) και πάλι δεν κάναμε έτσι. Όπως κάνετε εσείς οι... ροκάδες του Ηρωδείου, που το ρίξατε μετά στις πράσινες σαλάτες με βαλεριάνα και στα κολοκυθάκια με σος γιαουρτιού.

28/9/2019
Είναι μία από τις πιο απροσάρμοστες, πιο ελεύθερες (σχεδόν αναρχική), πιο hippie και πιο υποτιμημένες ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου. Θάφτηκε στην εποχής της, γιουχαΐστηκε και τοποθετήθηκε από την αρχή μαζί με τα «σκουπίδια». Ακόμη και σήμερα «σκουπίδι» θεωρείται.
Το έχω ξαναγράψει. Ο επόμενος έλληνας σκηνοθέτης που πρέπει να αποκατασταθεί, στους χώρους που αντιλαμβάνονται «τι παίζει», είναι ο Γιάννης Κοκκόλης...
Προσωπικώς τα έχω ξαναγράψει για τον Κοκκόλη (δες στα σχόλια) και θα τα ξαναγράψω. Από τη μεριά μου έχω κάνει, εννοώ, και θα ξανακάνω αυτό που πρέπει... 
Να προσθέσω πως η ταινία δεν έχει πρωτότυπη μουσική, μα μουσική επιμέλεια (από την Σοφία Μιχαλίτση). Μάλιστα κάπου ακούγεται και το “Greece Goes Modern” του Πλέσσα!

27/9/2019
Σήμερα έμαθα από έντυπη πηγή, όχι από το δίκτυο, πως η τουρκάλα τραγουδίστρια και ηθοποιός Ayla Algan, με μεγάλες επιτυχίες στα σέβεντις, είχε ελληνίδα μάνα. Πάντα κάτι θα μένει για να μάθεις... Τραγούδησε και στην Ελλάδα η Algan, όπως τραγούδησε και ελληνικά τραγούδια, σαν κι αυτό. Το «Συγγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ», του Γιώργου Χατζηνάσιου, που είχε πει ο Πάριος το ’73...

27/9/2019
O Σουρής για τους χαφιέδες
[Ρωμηός, 1916]

27/9/2019
ΝΤΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
(από "Το Αιώνιο Παράπονο", πρώτη έκδοση, 1981)

26/9/2019
Δεν ξέρω, τώρα, αν τα παιδιά μαζεύουν γραμματόσημα (νομίζω πως όχι), αλλά όταν ήμουν εγώ παιδί μάζευα, όπως μάζευαν και πολλοί φίλοι μου (ανταλλάσσαμε γραμματόσημα κ.λπ.). Και μάλλον γι’ αυτό εξακολουθώ να σέβομαι το γραμματόσημο και να μην το πετάω στα σκουπίδια (το ξεκολλάω ρίχνοντάς το στο νερό και αφού στεγνώσει, το αφήνω χύμα μέσα σε μια σακούλα, έτσι χωρίς λόγο και αιτία...). Αν και, κάποιες φορές, εδώ που τα λέμε, πληροφορίες από γραμματόσημα τις έχω χρησιμοποιήσει καισε κείμενα.
Τσαντίζομαι λοιπόν όταν βλέπω υπαλλήλους των ΕΛΤΑ (γυναίκες κατά 99%) να βάζουν σελοτέιπ, πάνω στα γραμματόσημα, τάχα για να μη ξεκολλήσουν από τον φάκελο ή από το πακέτο, καταστρέφοντάς τα. Γιατί το σελοτέιπ δεν βγαίνει από το γραμματόσημο, αν πρώτα δεν το καταστρέψει.
Οι κυρίες αυτές, που προφανώς αγνοούν τι σημαίνει συλλέκτης και συλλογή γραμματοσήμων, με κάτι τέτοιες «μαγκιές» λεκιάζουν την ιστορία των ΕΛΤΑ – για να το πω έτσι ψυχρά. Και είναι, εν ολίγοις, απαράδεκτες.

26/9/2019
O Δημήτρης Δανίκας είναι, με διαφορά, ο χειρότερος έλληνας κριτικός κινηματογράφου. Ακόμη και φοιτητές, που έχουν δει 10 ταινίες όλες κι όλες, και γράφουν κριτικές σε φοιτητικά έντυπα ή μπλογκ, λιγότερες βλακείες θα γράψουν απ’ αυτές που αραδιάζει ο Δανίκας. Προσέξτε εδώ τι λέει ο άνθρωπος, για την τελευταία ταινία του Κώστα Γαβρά, την οποία τη θάβει αφού την είδε (έτσι λέει) αναφερόμενος στον ηθοποιό Χρήστο Λούλη:
>>Μιας ταλεντάρας ισοδύναμης ενός Μάικλ Φασμπέντερ (σ.σ. ο Λούλης). Επομένως διπλά ωφελημένος και ευεργετημένος ο Γιάνης Βαρουφάκης. Και επειδή έγινε ταινία. Αλλά και επειδή τον υποδύεται ο απείρως ανώτερός του Χρήστος Λούλης. Αυτό θα πει κ...φαρδία. «Αν έχεις Γαβρά διάβαινε και Λούλη περπάτει»!<<
Τι θα πει το «απείρως ανώτερός του»; Είναι ποτέ δυνατόν ένας ηθοποιός να είναι «απείρως ανώτερος» από εκείνον που υποδύεται; Και ως προς τι ακριβώς είναι ανώτερος; Είναι δυνατόν να συγκρίνεις ανόμοια πράγματα και να αποφαίνεσαι για το ένα ή το άλλο;
Εκτός και αν ο Δανίκας εννοεί πως αν είχαμε τον... Λούλη για υπουργό οικονομικών το πρώτο εξάμηνο του ’15 δεν θα ματώναμε για να πληρώνουμε, μέχρι τελευταία δεκάρα, τους δανειστές (όπως έκανε ο Γιάνης). Ωραίος... (γέλια)

25/9/2019
Ας του σφυρίξει κάποιος του Eric Burdon πως στην Ελλάδα υπάρχουν ακόμη οι Charms, έστω και χωρίς τον Μάικ Ροζάκη και καλό θα ήταν να τους έπαιρνε εκεί στο Ηρώδειο, για σαπόρτ, να λέγανε κι εκείνοι κανα τραγουδάκι...

25/9/2019
Υπάρχουν εκατομμύρια αφελείς, που δεν είναι παιδιά, που νομίζουν ότι ο πλανήτης κινδυνεύει από τα καλαμάκια και τις πλαστικές σακούλες!!
Ο πλανήτης ζει 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια, έχοντας περάσει δια πυρός και σιδήρου. Με εποχές παγετώνων, με τεράστιους σεισμούς, που ανέδειξαν βουνά και έθαψαν ή μετακίνησαν ηπείρους, με μετεωρίτες που τον λάβωσαν, με αντιστροφές μαγνητικών πόλων και με άλλα φοβερά και τρομερά, μπροστά στα οποία ακόμη και μια παγκόσμια πυρηνική μόλυνση είναι και θα παραμένει ένα τίποτα.
Ο πλανήτης έχει τη δύναμη να αναγεννιέται από τις στάχτες του, να αυτοκαθαρίζεται, περιμένοντας τη μία και μοναδική του μοίρα, να καταρρεύσει, όταν πρώτα θα καταρρεύσει ο ήλιος.
Ο άνθρωπος είναι παντελώς αδύναμος στο να κάνει το παραμικρό ανεπανόρθωτο κακό στον πλανήτη. Και υπό αυτή την έννοια το “Save the planet” είναι η πιο μεγάλη απάτη, μια ύβρις, μια αστόχαστη κουβέντα που εξυπηρετεί γελοίους στόχους. Το μόνο που μπορεί να κάνει ο άνθρωπος (ως "σοφός") είναι να αυτοκαταστραφεί. Αλλά αυτό είναι κάτι ασήμαντο, για τον κοσμικό χρόνο. Είναι ένα τίποτα, κάπου στο πουθενά.  
Το σωστό ερώτημα λοιπόν είναι το αν μπορεί ο άνθρωπος, ο homo sapiens να πούμε, να σώσει τον εαυτό του. Όμως και αυτό είναι ήδη απαντημένο...

24/9/2019
Ένα από τα καλύτερα τραγούδια, που είπε ο Eric Burdon μετά το 2000. "Οι παλιές αγάπες"των Πυξ Λαξ με τους αγγλικούς στίχους του Τόλη Φασόη. Ο άνθρωπος ήρθε στην Ελλάδα και βρήκε τη σειρά του. Αυτό να λέμε...

24/9/2019
Διαβάζω, συνεχώς, συνεντεύξεις του Eric Burdon... παντού (κάποιες σε κάτι παιδάκια, που δεν έχουν μισό δίσκο των Animals στη δισκοθήκη τους). Όλες είναι ανούσιες. Προφανώς ο άνθρωπος σκυλοβαριέται, από το μαρκάρισμα που υφίσταται λόγω της συναυλίας του στο Ηρώδειο, την Παρασκευή, και απλώς διεκπεραιώνει μιαν υποχρέωση. 
Όποιος θέλει να διαβάσει αληθινά ενδιαφέρουσα συνέντευξη του Eric Burdon, ας ψάξει να βρει μία που είχε δώσει στον Αργύρη Ζήλο (στον Ήχο), τον Δεκέμβριο του 1988...

SJÖSTRÖM / WACHSMANN / GORDOA / BAUER / NARVESEN τέσσερις αναγνωρισμένοι αυτοσχεδιαστές ζωντανοί στο Βερολίνο

$
0
0
Σημαντικοί μουσικοί συνασπίζονται εδώ, για να παίξουν, να αυτοσχεδιάσουν και να οργανώσουν ήχους, αλλά και για να ηχογραφηθούν, ζωντανά φυσικά, στην GalerieNordτου Βερολίνου, την 23η Ιαν. 2018. Ποιοι είναι αυτοί; Ο φινλανδός σαξοφωνίστας (σοπράνο και σοπρανίνο) HarriSjöström (γνωστός από το CecilTaylorEnsembleκαι το SestettoInternazionale– για άλμπουμ του Sestettoέχουμε reviewστο δισκορυχείον), ο άγγλος βιολιστής και μάστερ των liveelectronicsPhilippWachsmann(γνωστός μας και από την συνεργασία του με τον Φλώρο Φλωρίδη στον Ελλήσποντο της Θεσσαλονίκης στα μέσα του ’80, και φυσικά από δεκάδες άλλα projects, με EvanParker, PaulLyttonκ.ά.), ο μεξικάνος βιμπραφωνίστας EmilioGordoa, ο γερμανός κοντραμπασίστας MatthiasBauer, ο οποίος έχει εμφανισθεί κι αυτός με δεκάδες (μέχρι και με τον MayoThompson) και τέλος ο νορβηγός ντράμερ DagMagnusNarvesen.
Πέντε μουσικοί λοιπόν, που συνευρίσκονται σε μια σκηνή και που αποφασίζουν να συνομιλήσουν ηχητικώς μέσα από μεγάλες κυρίως διάρκειες (εδώ καταγράφονται ένα 23λεπτο trackκι ένα 25λεπτο), οι οποίες διάρκειες μπορούν, όσο να ’ναι, να τους δώσουν το κατάλληλο πλαίσιο και την κατάλληλη ώθηση, προκειμένου να αναπτύξουν τις ιδέες τους. Και αυτό συμβαίνει.
Οι μουσικές του κουιντέτου, ανήκουν οπωσδήποτε στο χώρο του free-improv, αλλά η αποδόμηση είναι λελογισμένη. Δεν έχουμε δηλαδή μια 100% εικονοκλαστική προσέγγιση, αλλά, περισσότερο, κάτι που οριοθετείται και από πιο «χειροπιαστά» μικρο-περιβάλλοντα – εντός των οποίων παρεισφρέουν μελωδικά μοτίβα και πιο τυπικές ρυθμικές ακολουθίες. Ο Wachsmann (βιολί) θα λέγαμε πως ανά διαστήματα αναδεικνύεται στον πιο «συμβατικό» παίκτη της πεντάδος, με τις μελωδίες του να ακουμπούν ακόμη και τα όρια της chambermusic, χωρίς βεβαίως ποτέ να καταπίπτει στο τελείως προφανές και στο εντελώς αναμενόμενο.
Γενικώς, το UpandOutmiraniRecords, 2019] είναι μια παράσταση (η καταγραφή της εννοούμε), που έχει τον τρόπο να διατηρεί το ενδιαφέρον του ακροατή, ακόμη και στα σημεία στα οποία νοιώθεις κάπου... να χάνεται η μπάλα. Εκεί αναλαμβάνουν τα διάφορα εφφέ, ακουστικά και ηλεκτρονικά, που «γεμίζουν» τα κενά με συνεχόμενες παραδοξότητες.
Ένα κλασικό άλμπουμ για το ρόστερ της ιταλικής Amirani (είναι το εξηκοστό του καταλόγου της), μιας εταιρείας που... φυλάει Θερμποπύλες.

ΝΟΣΤΡΑΔΑΜΟΣ το άγνωστο πέμπτο μέλος

$
0
0
Πριν δύο χρόνια περίπου (25 Σεπτεμβρίου 2017) είχα βάλει ένα τεστάκι στο facebook.
Είχα ενθέσει ένα εξώφυλλο από το περιοδικό ΦΑΝΤΑΖΙΟ (τεύχος 194, 14 Νοεμβρίου 1972), στο οποίο εικονίζονταν οι Νοστράδαμος. Και είχα ρωτήσει, τότε, αν γνώριζε κάποιος το πέμπτο μέλος τους, το παιδί που στέκεται ανάμεσα στα δύο κορίτσια, την ChrisKingαριστερά και την Δέσποινα Γλέζου δεξιά. (Στέλιος Φωτιάδης και Ιπποκράτης Εξαρχόπουλος ή Charlieείναι, ως γνωστόν, οι άλλοι δύο).
Όχι μόνον βρέθηκε από τους φίλους το ονοματεπώνυμο του μεσαίου μέλους (το οποίο φυσικά γνώριζα), αλλά αποκαλύφθηκε και μια ιστορία την οποίαν, προσωπικώς, αγνοούσα παντελώς.
Δεν ξέρω γιατί όλα αυτά δεν τα μετέφερα τότε (το 2017) στο δισκορυχείον, όπως κάνω συνήθως με τα postsτου facebookπου έχουν κάποιο διαχρονικό νόημα... τώρα όμως θα επανορθώσω, αντιγράφοντας και τα πιο ουσιαστικά σχόλια με το σχετικό φωτογραφικό υλικό εκείνου του post.
Ferris Costas 
Φέρνει προς τον φίλο μου Μπάμπη Αλέπη, αλλά μου φαίνεται δύσκολο.Αν και το 1974 ήταν φτυστός. 
ChrisStassinopoulos 
OAλούπης είναι.
FerrisCostas 
Ο Αλούπης είναι άλλος. Ο Μπάμπης ήταν τεχνικός κινηματογράφου, ηχολήπτης και μοντέρ και ενίοτε μουσικός. Υποθέτω πως ήταν σε κάποιο γύρισμα για την τηλεόραση. 
ChrisStassinopoulos 
Ο Αλούπης ήταν κιθαρίστας παλαιός και από το ’73 ζει στο Παρίσι. 
Γιώργος Γιαννόπουλος 
Κάτι βρήκα. Κατά 99% λέγεται Γιώργος Αλεξανδρόπουλος, αλλά δεν μου λέει τίποτα το όνομα. Την φωτογραφία (το μπλουζάκι του συγκεκριμένου) τη θυμάμαι αμυδρά από τότε. 
Φώντας Τρούσας 
ΜπράβοΓιώργο. Ήταν συνεργάτης των Νοστράδαμος. Αλλά θα πρέπει να ήταν πολύ στενός συνεργάτης για να φωτογραφίζεται μαζί τους ως πέμπτος. 
Mimis G Vas
Εάν είναι όντως ο Αλεξανδρόπουλος, προϋπήρχε στην παρέα των Νοστράδαμος και ήταν πολύ καλός φίλος με τον Μιχάλη Λαμπρόπουλο, για τον οποίο έγραψε και δύο τραγούδια για ένα γαλλόφωνο single το 1973 νομίζω, λίγο πριν έρθουν πακέτο για να πάρουν μέρος στην δεύτερη line-up των Νοστράδαμος. Μπορώ να μάθω και λίγα παραπάνω από τον Μιχάλη, με λίγη υπομονή, για την ώρα στέλνω το σκανάρισμα από τον σινγκλάκι. 
Φώντας Τρούσας 
Για τον Γιώργο Αλεξανδρόπουλο λέμε Δημήτρη. Το αγνοούσα το δισκάκι αυτό. Ενορχήστρωση ο Gabriel Yared! Αν είναι δυνατόν!Δηλαδή ο Αλεξανδρόπουλος έγραφε και μουσικές, αφού στιχουργός είναι ο Bergman των Aphrodite's Child κ.λπ. 
Mimis G Vas 
Aκριβώς. Και ο Mikaelis δεν είναι άλλος από τον Μιχάλη (Λαμπρόπουλο).
Γιώργος Γιαννόπουλος
http://www.encyclopedisque.fr/disque/40553.html
Encyclopédisque - Disque : Judas 
Mimis G Vas 
Kαι μόλις παρατήρησα ότι έχει απαντήσει σωστά πρώτος και πολλές ώρες πριν τον αγαπητό Γιώργο Γιαννόπουλο, ο Χρήστος Στασινόπουλος. Ο Γιώργος Αλεξανδρόπουλος ή Γιώργος Αλούπης είναι ένα και το αυτό πρόσωπο, είχε προϋπάρξει στους Sounds το 1972 και μετά στη Γαλλία στην ελληνική παροικία. Ακολουθεί η γνωριμία με τους Νοστράδαμος, ο επαναπατρισμός και μια μικρή μουσική καριέρα εδώ και τελικά επιστροφή από το ’90 ξανά στην Γαλλία. So the winner is Chris Stassinopoulos, γιαναείμαστεκαιδίκαιοι. 
Φώντας Τρούσας 
Τώρα ο Mimis G Vasμας λέει πως «Ο Γιώργος Αλεξανδρόπουλος ή Γιώργος Αλούπης είναι ένα και το αυτό πρόσωπο». Εγώ εδώ σηκώνω ψηλά τα χέρια! Δεν έχω δει ποτέ τον Αλούπη, αλλά έχω δει τον Αλεξανδρόπουλο στο ΦΑΝΤΑΖΙΟ. 
Mimis G Vas 
Δια στόματος του συμπαίκτη του Πάνου Καρμπουλώνη από τους Sounds (όπου είχε γράψει τον «Χοντρό»). Έχει πλάκα, γιατί στην Ελλάδα έγινε γνωστός ως Αλούπης και στο εξωτερικό η ελληνική παροικία τον ήξερε ως Αλεξανδρόπουλο, ενώ τελικά είναι ο ίδιος πάντα! Μου το είχε επιβεβαιώσει και ο Μιχάλης Λαμπρόπουλος. 
Φώντας Τρούσας 
Έχει παίξει κιθάρα o Αλξανδρόπουλος / Αλούπης και στο δισκάκι του Σωτήρη Κοματσιούλη δηλαδή. Την «Επιδρομή από τον Άρη» εννοώ. 
Mimis G Vas 
Λογικά ναι! Ήταν στην σύνθεση με Αντύπα, Καρμπουλώνη, Κάρλο Αρτζεντσιάνο (Carletto Argenziano).
Σωτήρης Κοματσιούλης 
Ναι Φώντα, έτσι είναι ακριβώς. Πάντως ο Αλούπης ήταν στη Γαλλία πριν.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΥΒΑΡΑΣ η «μουσική ρητορική» και ως ηχητική εμπειρία

$
0
0
Είναι ένα από τα πιο παράξενα άλμπουμ που έχω ακούσει τον τελευταίο καιρό – για να μην πω τα τελευταία χρόνια. Πρόκειται για το CD«Επί Σκηνής» [Εκδόσεις Κ.Μ. Ζαχαράκης, 2019]του συνθέτη τής avant-gardeΓιώργου Κουβαρά, ένα έργο σύνθετο και πολυδιάστατο, που αναφέρεται εξ ίσου στη μουσική και τον λόγο.
Δεν μπορείς εύκολα να χαρακτηρίσεις αυτό που ακούς, ούτε και να το περιγράψεις. Θα μπορούσε το CDνα αποτελεί το ηχητικό ίζημα μιας θεατρικής παράστασης ή μάλλον πολλών ταυτοχρόνως, ικανές να αναγνωριστούν μέσω των ποικίλων κυμάτων, που άλλοτε συμβάλλουν, άλλοτε συγκρούονται και άλλοτε οδεύουν ασύμβατα προς τον παρεχόμενο χώρο. Αυτά τα επίπεδα τού λόγου (που μπορεί να είναι απαγγελίες ή τραγούδι ή φωνήματα ή προηχογραφημένα σπαράγματα), συνδυάζονται με ήχους, με μουσικές πρωτότυπες ή μη, που εντάσσονται «επιστημονικώς» στο γενικότερο σύστημα, δίνοντάς του ζωή. Ο Γιώργος Κουβαράς, κοντολογίς, ανασταίνει μια παλαιά, μια προαιώνια πρακτική επικοινωνίας του λόγου με την μουσική, γνωστή και ως μουσική ρητορική, η οποία φαίνεται πως αποτελεί μιαν «άγνωστη χώρα» στην σύγχρονη πρωτοπορία.
Όλα εκκινούν από την αδήριτη, από την επιτακτική ανάγκη να «επικοινωνήσουν» ο λόγος με την μουσική. Επειδή φωνητική σήμανση μπορεί να υπάρξει σε κάθε κείμενο, ο προφορικός λόγος αποκτά αυτομάτως μια μουσική οντότητα (με διαφορετικά τονικά χαρακτηριστικά από τη μουσική, διαφορετικές εκφραστικές απαιτήσεις κ.λπ.). Όπως διαβάζουμε και στο ένθετο, στο εισαγωγικό σημείωμα του Θωμά Ταμβάκου:
«H Μουσική Ρητορική (του) δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια γλυπτική του ήχου-χρόνου, μία εν δυνάμει τεχνική σύνθεσης και ερμηνείας, με πολύ ισχυρό, φιλοσοφικό και θεωρητικό υπόβαθρο, μία απελευθέρωση της σύγχρονης μουσικής από τα δεσμά τού κοινότοπου και την ανακατεύθυνσή της στην λογική επικοινωνία».
Πρακτικώς, τι είναι το «Επί Σκηνής» και τι ακριβώς συμβαίνει σ’ αυτό;
Πρόκειται λοιπόν για μια σύνθεση σκηνικής μουσικής ρητορικής, η οποία, όπως διαβάζουμε, είναι εμπνευσμένη από το ομώνυμο ποίημα του Γιώργου Σεφέρη. Αφορά δε: σολίστες μονωδούς (Βαγγέλης Χατζησίμος, Ειρήνη Τζανετουλάκου, Μαριέττα Σαρρή, Λεονώρα Γαϊτάνου, Κωνσταντίνος Ζαμπούνης, Γιώργος Παπαδημητρίου), φωνητικό σύνολο (Magisterium), δύο πολίτες (AbdullahKurdi, B.Z.), πιάνο, τρομπόνι (Αντρέας-Ρολάνδος Θεοδώρου), κόρνο (Άγγελος Σιωράς), μπάσο κλαρινέτο (Παναγιώτης Σιωράς) και βεβαίως ηλεκτρονικά.
Πρώτο trackτο 11λεπτο «Αποσάθρωσις», μια ηχητική δομή που διατρέχεται από ποικίλες στάθμες θορύβων (συνύπαρξη ηλεκτρονικών, φυσικών οργάνων και φωνών, ενίοτε σε εκρηκτικές διατάξεις), μαζί με συνεχείς spokenwordπαρεμβάσεις, ερχόμενες από ποικίλες διευθύνσεις, και κειμένων που διαβάζονται με συγκεκριμένη θεατρική αντίληψη. Συναρπαστικό, το δίχως άλλον, ως άκουσμα, που επιβάλλεται με σφοδρότητα στον μάλλον-ανέτοιμο και αποσβολωμένο ακροατή.
Στο 14λεπτο «Κύριε» υπάρχουν αναφορές στον César Franck (“DieSiebenWorte, JesuamKreuz”) και τον Σεφέρη («Επί Σκηνής»), μαζί με οπερατικά breaks, φωνές, εφφέ, θορυβώδεις παρεμβάσεις, ραδιοφωνικό ή τηλεοπτικό λόγο και γενικώς ένα κολάζ, ένα συνονθύλευμα φωνών, που διαρκώς μετατοπίζει στο χώρο το (εν τέλει) ανύπαρκτο κέντρο ισορροπίας της σύνθεσης.
Το 26λεπτο «Άρια του Ήλιου» διαθέτει J.S. Bach (καντάτα “Jesu, derdumeineSeele”), πάντα Γιώργο Σεφέρη, εφφέ, έξωθεν παρεμβάσεις, λυρικό τραγούδι, μα και... Γιώργο Μπαμπινιώτη (κείμενο από το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, σχετικό με την γλωσσική επικοινωνία). Και δεν είναι, φυσικά, μόνον αυτά, καθότι η δημιουργία μιας επικοινωνιακής βαβέλ (μουσικής και φωνητικής), υψώνει τείχη προς κάθε πρόσφορη κατάταξη. Εμπειρία!
Το άλμπουμ θα ολοκληρωθεί με το 9λεπτο “Transcendental”, που είναι το πιο «εσωστρεφές» track, όσον αφορά στον βασικό στόχο του «Επί Σκηνής», ο οποίος είναι η ανάπτυξη-καταγραφή μιας μουσικής ρητορικής. Η ποίηση του Σεφέρη διατρέχει φυσικά και αυτό το μέρος, αλλά το φωνητικό κολάζ που κατατίθεται εδώ είναι συνεχές και απρόσκοπτο, αέναο θα το αποκαλούσα, χωρίς αρχή, μέση και τέλος. Είναι προφανείς οι φιλοσοφικές διαστάσεις στις οποίες επιχειρεί να αναπτυχθεί το “Transcendental”, όπως και γενικότερα το CD-book«Επί Σκηνής», ένα ηχογράφημα εντελώς διαφορετικό και αυτόνομο απ’ όσα μπορούν να φθάσουν στ’ αυτιά μας σήμερα.
Επαφή: www.zacharakis.gr

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΙΝΓΚ «ηπειρώτικο μοιρολόι»: μια κριτική ματιά σ’ ένα βιβλίο που έκανε μεγάλη εντύπωση τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Αμερική

$
0
0
Πριν μερικούς μήνες (ήταν 6 Δεκεμβρίου 2018) είχαμε κάνει εδώ στο δισκορυχείονμιαν ανάρτηση, η οποία είχε τίτλο «o Christopher King, o Μάκης Μηλάτος, ο κλαριντζής Κίτσος Χαρισιάδης, τα ηπειρώτικα δημοτικά εξ Αμερικής και άλλα διάφορα...». Σ’ εκείνο το κείμενο (https://diskoryxeion.blogspot.com/2018/12/o-christopher-king-o.html) είχαμε ασκήσει μία πρώτη κριτική στο βιβλίο τού Κινγκ Ηπειρώτικο Μοιρολόιδίχως να το έχουμε διαβάσει (το σημειώναμε αυτό), ορμώμενοι από ορισμένα αποσπάσματα (δημοσιευμένα στο διαδίκτυο), που είχαν πέσει στην αντίληψή μας. Η κριτική εκείνη, στο σύνολό της, δεν είχε να κάνει μόνο με το βιβλίο του Κινγκ, είχε να κάνει και με άλλα σχετικά θέματα, ενώ, όσον αφορά στα αποσπάσματα του βιβλίου, γύρω από τα οποία είχαν διατυπωθεί ορισμένες σκέψεις, θα λέγαμε τώρα –έχοντας πλέον την πλήρη εικόνα της εργασίας– πως δεν είχαμε υποπέσει σε κάποιο χοντρό λάθος, δεν είχε υπάρξει κάποια μεγάλη... αδικία. Καλώς είχαν εντοπιστεί όσα σημεία εντοπίστηκαν και καλώς, τώρα, θα επανέλθουμε, για να βαθύνουμε εκείνες τις παρατηρήσεις, όπως και για να προσθέσουμε καινούριες. 
O Αμερικανός Κρίστοφερ Κινγκ (Christopher King) είναι λοιπόν ένας παθιασμένος ερευνητής των παλαιών, ηχογραφημένων μουσικών, εκείνων δηλαδή που αποτυπώθηκαν σε δίσκους 78 στροφών. Εδώ και μια 20ετία περίπου συναντάμε το όνομά του σε πλήθος δίσκων που αφορούν σε προπολεμικές ηχογραφήσεις, blues (Charley Patton) κατ’ αρχάς, μα και country-μουσική των Απαλαχίων (The Red Fox Chasers, The Dixon Brothers), cajun, όπως και παραδοσιακών σκοπών από την Ελλάδα και την Αλβανία στη συνέχεια.
Σε σχέση με τις μουσικές της χώρας μας ο Κρίστοφερ Κινγκ έχει επιμεληθεί τις εξής συλλογές: «Beyond Rembetika: The Music and Dance of the Region of Epirus» [UK. JSP, 2012], «Five Days Married & Other Laments: Song and Dance from Nothern Greece, 1928-1958» [USA. Angry Mom Archives, 2013], «Alexis Zoumbas: A Lament for Epirus» [USA. Angry Mom Archives, 2014], «Why the Mountains are Black: Primeval Greek Village Music 1907-1960» [USA. Third Man Records, 2016] και «Kitsos Harisiadis: Lament In A Deep Style 1929-1931» [USA. Third Man Records, 2018], ενώ έχει κυκλοφορήσει ως γνωστόν πια και το βιβλίο Lament from Epirus: An Odyssey into Europe’s Oldest Surviving Folk Music [W. W. Norton & Company, May 29, 2018], που εσχάτως μεταφράστηκε και τυπώθηκε και στην Ελλάδα υπό τον τίτλο Ηπειρώτικο Μοιρολόι: Οδοιπορικό στην αρχαιότερη δημώδη ζωντανή μουσική της Ευρώπης [Δώμα, Δεκέμβριος 2018]. Το βιβλίο, που έχει κάνει τουλάχιστον άλλη μία ανατύπωση, τον προηγούμενο Μάρτιο (τέσσερις χιλιάδες αντίτυπα συνολικώς), είναι οπωσδήποτε και ένα επιτυχημένο, από εμπορικής πλευράς, μουσικό βιβλίο.  

Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/articles/book_articles/253729/ipeirotiko-moiroloi-mia-kritiki-matia-sto-vivlio-toy-kristofer-kingk

οι BIG NOSE ATTACK δεν παίζουν disco, παίζουν rock

$
0
0
Ελληνικό ροκ ντούο είναι οιBigNoseAttack– μία όχι χθεσινή περίπτωση. Οι Boogieman(φωνή, κιθάρες, μπάσο, σύνθια) και LittleTonnie (ντραμς, κρουστά, σύνθια) ηχογραφούν από το 2011, έχοντας μέχρι σήμερα κάμποσες κυκλοφορίες. Το DeaderthanDisco (2019) είναι η τελευταία τους. Ένα LPτυπωμένο για την IkarosRecords, κλεισμένο σ’ ένα εξώφυλλο, το οποίον, αν δεν ξέρεις την μπάντα, μπορεί να σε παραπλανήσει. Με την ντισκομπάλα, τον τίτλο “DeaderthanDisco”, αλλά και με το ντύσιμο και την υπόδηση του κοριτσιού του εξωφύλλου, μαζί φυσικά με το πατίνι, όλα μα όλα παραπέμπουν στα disco-eighties, στα ελληνικά disco-eighties. Ουδεμία σχέση! Εδώ ακούμε ροκ, με εμφανείς αναφορές σε σχήματα και καλλιτέχνες της δεκαετίας του ’70 όμως.
Μπορεί, λοιπόν, να είναι δύο οι BigNoseAttack, αλλά, ανά διαστήματα, δέχονται και άλλες βοήθειες σε φωνές (Αναστασία Βελισσαρίου), σε τρομπέτες και hornarrangements (Βασίλης Μανθόπουλος) και σε επιπλέον κιθάρες (Κωνσταντίνος Κύρτσης), πράγμα που τους δίνει έξτρα ωθήσεις στην αποτύπωση των ροκ ατμοσφαιρών που τους ενδιαφέρουν.
Έχουν κάτι το... AORτα τραγούδια των BigNoseAttack, αλλά όχι πάντα. Ίσως να ευθύνονται τα φωνητικά γι’ αυτό, πιθανώς ο προσανατολισμός της εγγραφής-παραγωγής ή και η διάθεση του γκρουπ – δεν μπορώ να ξέρω ακριβώς. Φέρνουν στη μνήμη κάποιες φορές, εννοώ, REOSpeedwagonγια παράδειγμα ή Foreigner, αν και στις καλύτερες στιγμές τους πάνε σε πιο blues-rockκαταστάσεις, όπως ας πούμε στο “Changecomingon” ή στο “Bootycall”. Όμως και τα πιο blues-rocktracksορισμένες φορές (“Electricparty”) βγάζουν το ίδιο αίσθημα (το AORεννοώ).
Δεν τα γράφω αυτά, για να μειώσω το γκρουπ, απεναντίας. Νομίζω πως οι BigNoseAttackκάνουν κάτι πρωτότυπο για τα... ελληνικά χρώματα. Φτιάχνουν ωραία τραγούδια, ροκάδικα, για τον πολύ κόσμο. Σαν εκείνα τα ροκ, που χορεύαμε στις ντίσκο εκείνη την εποχή (τέλη ’70-αρχές ’80). Δεν αντλούν από ντούο-μπάντες τύπου TheWhiteStripesκαι TheBlackKeys, δεν το παίζουν ούτε είναι «εναλλακτικοί». Τους νοιάζει πιο πολύ μια mainstreamαποτύπωση, που να μην φείδεται όμως ούτε σε ποιότητα, ούτε σε καλό γούστο.
Κοντολογίς, δεν υπάρχει μέτριο κομμάτι, σ’ αυτό το… εξευγενισμένο blues-rock-funk, που επιχειρούν εδώ να παίξουν οι BigNoseAttack.

THE FANTASTIC TERRORS «σκληροί» Έλληνες, με επιρροές από τα seventies έως σήμερα

$
0
0
Οι FantasticTerrorsείναι ένα καινούριο ελληνικό ροκ σχήμα από την Αθήνα, το οποίον αποτελείται από τους Μανώλη Γεωργακάκη φωνή, μπάσο, Δημήτρη Σκλιβάγκο κιθάρες και Αλέξανδρο Τζάννε ντραμς. Το όνομά τους το πήραν από μια φράση, δυο λέξεις, του EdgarAllanPoe, όπως αναφέρονται στο κλασικό ποίημά του TheRaven(Το Κοράκι).
Οι ομοιότητες, οι αναλογίες ή οι επιρροές των FantasticTerrorsμε τον Poeσταματούν εκεί. Οι φίλοι μας δεν είναι ένα ρομαντικό, πεισιθάνατο, darkwaveκαι τα λοιπά σχήμα. Είναι ακριβώς το αντίθετο, ένα σκληρό, garage, punkτρίο, που παίζει και τραγουδάει στο ξέφωτο και κάπως... αλήτικα. Με δύναμη και με πίστη, πως το κλασικό «βίαιο» και ορμητικό rocknrollείναι εκείνο που χρειάζεται, για να πεις, με τα απολύτως απαραίτητα ακόρντα, riffs, soliκ.λπ., όσα θέλεις να πεις. Εξάλλου, τι προλαβαίνεις να αναπτύξεις και να πεις σε δύο-δυόμισι λεπτά; Και όμως προλαβαίνεις. Όπως προλάβαιναν και οι Kinksνα πουν (πολλά) πριν από 55 χρόνια. Γιατί από ’κει ξεκινούν οι αναφορές των FantasticTerrors, πριν διασχίσουν όλoαυτό το συγκεκριμένο ροκ-σώμα (seventies, eightiesκ.λπ.), που περνά και από το punkκαι από το NWoBHMκαι από το alternativeτων nineties, για να καταλήξει στο σήμερα. Γιατί οι FantasticTerrorsείναι ένα γκρουπ του σήμερα.
Και τα δυο τους τραγούδια, που καταγράφονται εδώ, το “Theyodeler” και το “EmptyrefrigeratorSunday” [Ikaros Records, 2019], είναι αρκετά καλά... αλλά περισσότερα θα πούμε όταν θα κυκλοφορήσει το LPτους.

ACT MUSIC + VISION οι τελευταίες κυκλοφορίες – great gems εδώ

$
0
0
TONBRUKET: Masters of Fog [ACT Music + Vision, 2019]
Δέκα χρόνια βρίσκονται στα πράγματα οι Σουηδοί Tonbruketκαι μέσα σ’ αυτά τα δέκα χρόνια έχουν δώσει έξι απολαυστικά άλμπουμ – το έκτο είναι το “MastersofFog”, που μας παρέχει την αφορμή για όσα θα γράψουμε παρακάτω. Μέλη των Tonbruket, να το υπενθυμίσουμε, είναι οι: DanBerglundκοντραμπάσο, ηλεκτρικό μπάσο, JohanLindströmκιθάρες, pedalsteelκιθάρες, πλήκτρα, MartinHederosπιάνο, σύνθια, βιολί και AndreasWerliinντραμς, κρουστά, ραδιόφωνο. Στο “MastersofFog” ακούμε και κουαρτέτο εγχόρδων (Kvarts) σε κάποια tracks,και βασικά άλλα «περίεργα» μα πάντα ενδιαφέροντα...
Οι Tonbruketείναι ένα συγκρότημα που τοποθετείται σε ίσες αποστάσεις ανάμεσα στην jazzκαι το rock. Αυτό, από μόνο του, τους κάνει ξεχωριστούς. Κυρίως, γιατί η επικοινωνία γίνεται αβίαστα, δίχως αισθητικούς καταναγκασμούς. Συχνά, δε, τούτη η επικοινωνία υποβοηθείται και από τα εφφέ, τα οποία είναι πλείστα και διαφόρων ειδών, σκορπισμένα πότε εδώ και πότε εκεί – όχι τυχαίως, μα κατανεμημένα μέσω ενός σχεδίου, που επιτρέπει στα κομμάτια να αναδεικνύονται ακόμη περισσότερο. Περαιτέρω, στο “MastersofFog” υπάρχει και το πείραμα, οι πιο abstractπεριπλοκές, που φέρνουν τους Tonbruketκοντά και προς την μεριά της jazz-avant, όμως αυτό δεν είναι το βασικό. Αν και ο καθένας που θ’ ακούσει το άλμπουμ είναι σίγουρο πως θα εστιάσει σε διαφορετικά ηχητικά ζητήματα το σίγουρο είναι ένα. Οι PinkFloydαποτελούν μια μέγιστη επιρροή για τους Σουηδούς, όσον αφορά στη rockσύνδεση του γκρουπ, κάτι που γίνεται σαφές από την αρχή – από το εναρκτήριο, φερώνυμο, 7λεπτο track. Υπάρχουν οι Doorsακόμη εδώ (“AM/FM”), το κλασικό progressiverock (“Tonabillity”), βεβαίως και πάντα οι e.s.t. (“ThePavlovamurders”), ενώ κομμάτια σαν το “EntertheAmazonas” δείχνουν τον τρόπο μέσω του οποίου τα ηχητικά εφφέ μπορούν να αναδειχθούν σε μιαν ύψιστη μουσική βάση, πάνω στην οποία θα μπορέσεις να χτίσεις με γνώση και με φαντασία.
Υπάρχουν στιγμές απογειωτικές στο “MastersofFog” και άλλες (λίγες) περισσότερο καθησυχαστικές, ενδοσκοπικές θα τις έλεγα, διανθισμένες όμως με στοιχεία «νέας παραδοσιακότητας» (ακόμη και JohnFaheyανακαλώ), που λειτουργούν με αμέριστο ενδιαφέρον (καταπληκτικό το “Chainruleformula”).
Οι Tonbruketμετά από μια δεκαετία και μετά από έξι άλμπουμ –το ένα καλύτερο από το άλλο– συνεχίζουν να μας εκπλήσσουν!
CARSTEN DAHL TRINITY: Painting Music [ACT Music + Vision, 2019]
Ο δανός πιανίστας CarstenDahlείναι πολλά χρόνια στη σκηνή και τη δισκογραφία. Γεννημένος το 1967, ο Dahlέχει συνεργαστεί με μεγάλα ονόματα της σκανδιναυικής σκηνής (AlexRiel, EdThigpen, MadsVinding, UlfWakenius…), εμφανίζοντας και αξιοπρόσεκτη προσωπική δισκογραφία. Στο “PaintingMusic”, το πιο πρόσφατο CDτου, ο Dahl, μέσα από το piano-trioτου, τους Trinity (NilsBoDavidsenμπάσο, StefanPasborgντραμς), φέρνει στα μέτρα του, στα nordicμέτρα του, το κλασικό αμερικανικό songbook. Διασκευάζει, δηλαδή, JeromeKern (“Allthethingsyouare”), HaroldArlen (“Somewhereovertherainbow”), ArthurSchwartz (“Youandthenightandthemusic”), “Autumnleaves”, μα και MilesDavis (“Solar”, “Blueingreen”), ρίχνοντας ανάμεσα ένα πρωτότυπο, ένα σκανδιναυικό παραδοσιακό, αλλά και μια σύνθεση του NicholasBrodszky, το “Bemylove”, που σαν τραγούδι (στίχοι SammyCahn) είχε γίνει μεγάλη επιτυχία από τον MarioLanza.
Μ’ ένα τέτοιο ρεπερτόριο μια μπάντα τής κλάσης των CarstenDahlTrinityείναι λογικό να διαπρέπει. Και διαπρέπει. Ο απόλυτος προσανατολισμός στο ηχητικό κάλλος, οι χαμηλοί τόνοι, το ρομαντικό-νοσταλγικό-ποιητικό κλίμα, τα παιξίματα, ιδίως στο πιάνο (που αντανακλά και «κλασικές» αναφορές, πέραν των BillEvansκαι KeithJarrett), προσδίδουν στο “PaintingMusic” εκείνο που μαρτυρά ο τίτλος του. Μια ζωγραφική (διάβαζε ιμπρεσιονιστική) ομορφιά.
KALLE KALIMA – KNUT REIERSRUD: Flying Like Eagles [ACT Music + Vision, 2019]
Ένα«άλλο» άλμπουμ, έναδιαφορετικόάλμπουμ, είναιτο“Flying Like Eagles” τωνKalle Kalima (ηλεκτρικήκιθάρα) καιKnut Reiersrud (resonator, ηλεκτρική, lap steel κιθάρες, φυσαρμόνικα). Λέμε για δύο μουσικούς με ήδη μεγάλη και αναγνωρισμένη ιστορία (στο δισκορυχείονυπάρχουν κάμποσα reviewsδίσκων, στους οποίους εμφανίζονται), οι οποίοι συνεργάζονται εδώ με τους PhilDonkinμπάσο και JimBlackντραμς, για την παραγωγή ενός CD… ευρωπαϊκής americana. Τι σημαίνει τούτο; Πως η americanaείναι το βασικό πεδίο δράσης του κουαρτέτου, η οποίας όμως (americana) προσαρμόζεται αισθητικώς στο βορειοευρωπαϊκό περιβάλλον.
Οι Kalima-Reiersrudλοιπόν διασκευάζουν στο “FlyingLikeEaglesBuffaloSpringfield(“Forwhatitsworth”), Eagles (“HotelCalifornia”), τα παραδοσιακά (ινδιάνικα και άλλα) “Strongwind, deepwater, talltrees, warmfire”, “Kiowalullaby”, “Thewayfaringstranger” και “Littleone”, καθώς και το “Hurt” του TrentReznor (που είχαν πρωτοπεί οι NineInchNails).
Το αποτέλεσμα της προσπάθειάς τους είναι πολύ καλό, δηλαδή έξοχο! Οι Kalima-Reiersrudδεν περιφέρονται ασκόπως σε «θολά» ή παρηκμασμένα ηχητικώς τοπία – κάνουν εντελώς το αντίθετο. Οικοδομούν νέα πλαίσια, μελωδικά, αναπτυξιακά (των μελωδιών τους), ηχοχρωματικά, οργανοπαικτικά, τα οποία εκ πρώτης σε ξαφνιάζουν, αφού δεν μπορείς άμεσα να τα ταυτίσεις με την americana. Μπορεί να υπάρχει φυσικά η lap-steelκιθάρα, που «βγάζει μάτι», όμως δεν αρκεί από μόνη της για να αποδώσει τα ιστορικά χαρακτηριστικά του στυλ.
Είναι, λοιπόν, η περιπλάνηση των Kalima-Reiersrudκαι των υπολοίπων μουσικών εκείνη που προσφέρει στο “FlyingLikeEagles” τα δικά του ψυχεδελικά vibes, κάνοντας πασίγνωστα θέματα, όπως το “HotelCalifornia”, να εμφανίζονται κάπως σαν πρωτάκουστα (και τούτο δίχως να εξαφανίζεται η κλασική αρμονική δομή τους).
Σπουδαίοι μουσικοί, που «παίζουν» με όλα τα συστατικά των βασικών σκοπών αναπλάθοντάς τα (τα συστατικά) και δίνοντάς του ένα νέο πρόσωπο, μια καινούρια αίγλη.
Πείτε την fusionτην americanaπου ακούγεται εδώ, πείτε την nordic, πείτε την ιδιωματική, πείτε την όπως θέλετε... όμως, όπως και να την πείτε το σύνολο δεν αλλάζει.
Το “Flying Like Eagles” είναι ένα σπουδαίο CD, οδηγημένο από παικταράδες.
KLAUS PAIER – ASJA VALCIC: Vision for Two / 10 Years [ACT Music + Vision, 2019]
Αυστριακός ακορντεονίστας (και μπαντονεονίστας) είναι ο KlausPaierκαι κροάτισσα τσελίστρια είναι η AsjaValcic– δύο μουσικοί, που συνεργάζονται σε σχήμα ντουέτου από δεκαετίας, και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο ονοματίζουν το τελευταίο άλμπουμ τους “VisionforTwo / 10 Years”. Η δισκογραφική επικοινωνία των Paier-Valcicξεκινά με το CD“À Deux”, το 2009, για να καταλήξει στο παρόν “VisionforTwo”, περνώντας από ποικίλες ενδιάμεσες γόνιμες προτάσεις, στις οποίες προβάλλονταν και εξακολουθούν να προβάλλονται classic, ethnic, jazzκαι folkηχοχρώματα.
Επί του προκειμένου καταγράφονται δέκα πρωτότυπες συνθέσεις, μέσης διάρκειας, οι οποίες διατηρούν αυτήν την βαθιά και κάπως μελαγχολική προσέγγιση τού ντουέτου, που πιάνει κορυφή με το θρηνητικό σχεδόν “Angela” (σύνθεση του Paier).
Υπάρχουν βεβαίως και tracksστο “VisionforTwo”, που ακούγονται... εξωστρεφή στ’ αυτιά μου, αλλά σε κάθε περίπτωση η Paierκαι ο Valcic, έχουν προσαρμόσει το βασικό σώμα των συνθέσεών τους προς μιαν αισθητική-συναισθηματική κατεύθυνση, που εκπέμπει πάντα στιβαρά vibes.
Δεν πρόκειται ακριβώς για μουσικές, τις οποίες θα μετέδιδαν (παλαιά) τα ραδιόφωνα μόνον τη Μεγάλη Παρασκευή (υπάρχει και χαρούμενο «μοσταρτ-ικό» θέμα εδώ), αλλά, οπωσδήποτε, έχουμε να κάνουμε με κάτι, που κυλάει σε «σοβαρούς» τόνους – με τις αναφορές σε Mozart (“Mozartincognito”) και σε Debussy (“DanslespritdeDebussy”), απλώς, να το υπογραμμίζουν.
IIRO RANTALA: My Finnish Calendar [ACT Music + Vision, 2019]
Άσσοςφινλανδόςπιανίστας, μειστορίακαιεκτεταμένηδισκογραφία, όπωςκαιμεκάμποσεςπαρουσίεςστηνACT (μαζίμεMichael Wollny, Viktoria Tolstoy, Ulf Wakenius κ.ά.), οIiro Rantala έχεικαινούριο CD, τοοποίοναποκαλεί“My Finnish Calendar”. Σ’ αυτό το άλμπουμ ο Rantalaγράφει και παρουσιάζει δώδεκα συνθέσεις του για πιάνο, οι οποίες αντιστοιχούν σε κάθε έναν από τους δώδεκα (φινλανδικούς) μήνες του χρόνου. Οι τίτλοι τους είναι προφανείς: “January”, “February”, “March”, “April” κ.ο.κ.
Δεν θα ήταν άστοχο αν λέγαμε πως οι (φινλανδικοί) μήνες είναι εκείνοι που καθορίζουν τις μουσικές του Rantala. Και για να μας βοηθήσει να παρακολουθήσουμε όσα ακούγονται εδώ επιλέγει, ο ίδιος, να σημειώσει μερικά λόγια για κάθε έναν απ’ αυτούς. Χοντρικώς (και με δικά μας λόγια):
Ιανουάριος: Θλιβερός μήνας. Συνδέεται με την αποτοξίνωση από τις γιορτές των Χριστουγέννων. Πολλοί Φινλανδοί απέχουν από το αλκοόλ τον Γενάρη και αυτό δεν τους κάνει πιο ευτυχισμένους. Φεβρουάριος: Χιόνια, χιόνια και πάλι χιόνια. Παιγνίδια με τα χιόνια... Μάρτιος: Οι Φινλανδοί είναι κουρασμένοι από τον παρατεταμένο χειμώνα και ο Μάρτιος είναι ένας μήνας κάπως μεταβατικός. Υπάρχουν πολλά γενέθλια τον Μάρτιο στην Φινλανδία και πολλοί Φινλανδοί ονειρεύονται να περάσουν την άνοιξη στο Παρίσι. Απρίλιος: OΑπρίλιος είναι ο μήνας με τις περισσότερες αυτοκτονίες στη χώρα. Αν έχεις φίλους Φινλανδούς μην ξεχνάς να τους τηλεφωνήσεις τον Απρίλη... Μάιος: Τον Μάιο οι Φινλανδοί προγραμματίζουν το καλοκαίρι τους. Ιούνιος: Ο Ιούνης είναι ακόμη κρύος και βροχερός. Οι μαθητές ξεκινούν τις διακοπές τους και όλοι προσπαθούν να κλείσουν ένα σύντομο ταξίδι στην Ελλάδα, αλλά δεν το καταφέρνουν. Ιούλιος: Τον Ιούλη η Φινλανδία κατεβάζει ρολά. Είναι ο μήνας των διακοπών. Αύγουστος: Μπορεί ο Αύγουστος να είναι ο ωραιότερος φινλανδικός μήνας, από πλευράς κλίματος, αλλά αυτό τον μήνα ξεκινάνε τα σχολεία και ο κόσμος ξαναπηγαίνει στις δουλειές του. Σεπτέμβριος: Ωραία η φύση, και μ’ έναν αδιόρατο ρομαντισμό να κυριαρχεί σε τοπία και ανθρώπους. Οκτώβριος: Οι Φινλανδοί προετοιμάζονται για τον χειμώνα και όλα δουλεύουν προς αυτή την κατεύθυνση. Νοέμβριος: Πέφτει το σκοτάδι. Μια καταθλιπτική κατάσταση. Δεκέμβριος: Τα Χριστούγεννα αποτελούν την κορυφαία οικογενειακή γιορτή των Φινλανδών. Εξάλλου και ο SantaClausείναι Φινλανδός...
Φανταστείτε τώρα τις πιανιστικές μουσικές του Ranatala, που θα έρθουν να «κουμπώσουν» με όλο αυτό το περιγραφόμενο σκηνικό. Καιόχι, δενθαπέσετεέξω...
DAVID HELBOCK: playing John Williams / Piano Works XIV [ACT Music + Vision, 2019]
Οαυστριακόςπιανίστας David Helbock, οοποίοςπέρυσιείχεδώσειτοαξιόλογο“Tour d´Horizon / from Brubeck to Zawinul”, μαζίμετοσχήματουτουςRandom Control (υπάρχεισχετικόreview στοδισκορυχείον), επανέρχεταιτώραμετοπολύιδιαίτερο, σόλο-πιάνο, “Playing John Williams” (τοδέκατοτέταρτοάλμπουμτήςσειράςτήςACT “Piano Works”). Εδώ, ο Helbockμεταφέρει στο πιάνο συνθέσεις τού αμερικανού κινηματογραφικού συνθέτη JohnWilliams, μ’ έναν δικό του, προσωπικό, τρόπο. Και λέμε για μερικές από τις πιο διάσημες δημιουργίες τού κορυφαίου cine-scorer, αφού στο ρεπερτόριο τού Αυστριακού χωράνε «τα πάντα», δηλαδή και ο “HarryPotter”, και oE.T.”, και η «Λίστα του Σίντλερ», και ο «Σούπερμαν», και το “StarWars”, και oIndianaJones”, και η «Διάσωση του Στρατιώτη Ράιν», και το “JurassicPark”, και τα «Σαγόνια του Καρχαρία...
OHelbockείναι μεγάλος διασκευαστής – κάτι που το είχε αποδείξει και στο περσινό του άλμπουμ, όταν είχε αναμετρηθεί υπερ-επιτυχώς με συνθέσεις των AbdullahIbrahim, e.s.t., JoaquínRodrigo, ChickCorea, HerbieHancock, PaulDesmond, KeithJarrett, JoeZawinul... Έτσι λοιπόν, και στο δέκατο τέταρτο “pianoworks”, ο Αυστριακός έχει να προτείνει τις δικές του εναρμονίσεις (για πιάνο) όλων αυτών των πασίγνωστων συνθέσεων τού JohnWilliams, μέσα από τις οποίες (εναρμονίσεις) αναδεικνύεται, από τη μια μεριά, η δική του εκτελεστική δεινότητα και, από την άλλη, η σπάνια μελωδική φλέβα τού αμερικανού συνθέτη.
Ο Helbockγνωρίζει, επίσης, το εξής βασικό. Πως μόνον αν αφήσεις απείραχτο τον πυρήνα των πρωτότυπων θα μπορείς να ελπίζεις στην πλήρη αποδοχή των διασκευών σου (από κοινό και κριτική). Γιατί, αν όλα τούτα τα κλασικά κινηματογραφικά θέματα κομματιαστούν και αποσυντεθούν, δίχως να μπορεί εύκολα και άμεσα να αναγνωριστούν, τότε... γεννάται θέμα.
Βεβαίως και υπάρχει μια προσωπική προσέγγιση εδώ (από την οποία δεν απουσιάζει ο αυτοσχεδιασμός), όμως σε κάθε περίπτωση οι μελωδίες του JohnWilliamsείναι εκείνες που ξέρουμε όλοι, και μάλιστα αναπτυγμένες, δυναμικά, στην πιο καθαρή μορφή τους.
BLACK STRING: Karma [ACT Music + Vision, 2019]
Οι BlackStringείναι ένα σύγχρονο (νοτιο)κορεάτικο ethnic-fusionγκρουπ, που επανέρχεται στα πράγματα, και στην ACT, μετά το “MaskDance” του 2016, μ’ ένα καινούριο άλμπουμ. Η νέα κυκλοφορία έχει τίτλο “Karma” και ακούγονται σ’ αυτήν οι YoonJeongHeogeomungo, JeanOhκιθάρα, ηλεκτρονικά, beatmixing(σ’ ένα track), AramLeedaegeum, yanggeum, tungso, danso, taepyeongso, MinWangHwangφωνή, janggu, κρουστά, taepyeongso, όπως και ο γνωστός μας NguyênLê κιθάρες (σε δύο tracks) σε ρόλο guest. Όλα αυτά τα όργανα με τα παράξενα ονόματα είναι κορεάτικα παραδοσιακά προφανώς (το geomungoείναι zither, το daegeumκαι το dansoείναι φλάουτα από μπαμπού, το yanggeumμοιάζει με dulcimerκ.ο.κ), τα οποία συμμετέχουν, επί ίσοις όροις στις ενοργανώσεις.
Το αποτέλεσμα, η μείξη που επιτυγχάνουν οι κορεάτες μουσικοί είναι εντυπωσιακή! Όλα τα κομμάτια διαθέτουν κάτι... εξώκοσμο στην ανάπτυξή τους (τουλάχιστον για εμάς τους δυτικούς ακροατές, ή έστω για κάποιους, πολλούς, από εμάς), αναδεικνύοντας παραλλήλως και τις τοπικές ηχητικές ιδιαιτερότητες (φωνητικές-ενοργανικές), εντάσσοντάς τες, την ίδιαν ώρα, και σ’ ένα ευρύτερο πλάνο, το οποίο ορίζεται, τακτικά, από την jazzκαι το rock.
Να σημειώσουμε, επίσης, και το εξής (γνωστόν). Πως οι παραδοσιακοί ήχοι τής Άπω-Ανατολής, ενώ είναι προφανώς λαϊκοί, με ισχυρά στοιχεία πνευματικότητας, για το μη εξοικειωμένο δυτικό αυτί μπορεί να ακούγονται και κάπως σαν... avant-garde. (Δεν ήταν τυχαίο, εξάλλου, το ενδιαφέρον των δυτικών συνθετών της πρωτοπορίας, στο... να εντάξουν στοιχεία αυτών ακριβώς των απω-ανατολίτικων ήχων στις συνθέσεις τους από παλαιά, άκου JohnCage, DavidTudor, KarlheinzStockhausenκ.ά.). Και κάπως έτσι το “Karma” ολοκληρώνει τον ρόλο του. Με το να ταράζει τα νερά, προτείνοντας ένα απολύτως πρωτότυπο και σύγχρονο fusion, που δυνητικά ενδιαφέρει απαξάπαντες. Και τον... αβαντγκαρντίστα ακροατή, και εκείνον που ενδιαφέρεται περισσότερο για τους παραδοσιακούς ήχους, και φυσικά όλους τους ενδιαμέσους. 

Η ACT Music + Vision εισάγεταιαπότην AN Music

MAZOHA «Μπάσταρδο»: νέο synth-punk LP

$
0
0
Οι Mazoha, ως Mazoha, έχουν ήδη δύο κυκλοφορίες, το άλμπουμ “TheWeightofExistence  (2017) και το EP«Άσυλο Μηδέν» το 2018, αλλά τώρα έχουν κι ένα βινύλιο, που αποκαλείται «Μπάσταρδο» (2019) και το οποίον τυπώνεται, κι αυτό, για την InnerEar. Γιατί «κι αυτό»; Γιατί πίσω από τους Mazohaβρίσκεται ο Τζίμης Πολιούδης, που ως VaginaLipsέχει ακόμη δύο LPστην πατρινή εταιρεία. Οι Mazohaκαι μοιάζουν και διαφέρουν από τους VaginaLips... αν κι εμείς θα τους αντιμετωπίσουμε ως ένα εντελώς διαφορετικό project.
Στίχος, ελληνικός, στη γλώσσα μας κατ’ αρχάς. Αυτό ως ένα πρώτο δεδομένο. Στίχος: σκληρός, προσωπικός, άμεσος, αδιέξοδος (εκφράζει αδιέξοδα εννοούμε), βασικά απαισιόδοξος (αλλά όχι πάντα – άκου ας πούμε την «Σταγόνα» ή την «Διαδρομή»), αυτοϋπονομευτικός, αστικής προέλευσης και βάσης, που διατυπώνει με σαφήνεια εκείνο που θέλει να «περάσει» ο δημιουργός του. 
Αφήγηση-τραγούδισμα: επαρκής. Πάνκικης απόχρωσης, που δεν μπορεί παρά να παραπέμπει στα greekeighties
Μουσικές: εδώ τα πράγματα είναι ακόμη πιο σαφή, καθώς το synth-punkτου Πολιούδη δεν αφήνει κανένα περιθώριο, ώστε να σκεφθείς ή να προσθέσεις κάτι περισσότερο. Διάφορα συγκροτήματα, γνωστά και λιγότερο γνωστά, έπαιζαν έτσι στην Ελλάδα, στα eighties, ή περίπου-έτσι τέλος πάντων. Οι Κουμπότρυπες Α.Ε. π.χ. ή οι ANTI… – πιο πολύ αυτοί. Αν και τούτες είναι «αναφορές», δεν είναι κάτι παραπάνω. Εννοούμε πως οι Mazohaέχουν τα δικά τους στοιχεία να προτάξουν, το δικό τους σύνολο εν πάση περιπτώσει, που στέκεται «μια χαρά» μέσα σ’ αυτό το... δισυπόστατο περιβάλλον.
Γιατί δισυπόστατο; Γιατί από τη μια μεριά είναι οι στίχοι, που μεταφέρουν αυτό το άγχος, αυτή την εξουθένωση, αλλά από την άλλη είναι οι μουσικές, που είναι ανεβαστικές, χορευτικές, όχι κατηφείς ή dark. Κι αυτή αντίστιξη είναι που λειτουργεί περίεργα, αλλά σε κάθε περίπτωση εποικοδομητικά.
Συγκριτικώς θα έλεγα πως η δεύτερη πλευρά του LP (με τα τέσσερα tracks) είναι μια κλάση πάνω από την πρώτη (χωρίς να είναι κακή ή μέτρια και η πρώτη), με τη «Φόλα» (που συνδυάζει ραπάρισμα, με funk, electroκαι ethnichints) και την «Σταγόνα» (σε πιο synth, μπιτάτη φάση) να τα σπάνε... Και να μένουν έτσι, σπασμένα, για ώρες...
Επαφή: www.inner-ear.gr

SPRING SHOE ελληνο-americana

$
0
0
Αθηναϊκή μπάντα που αρέσκεται να αποδίδει κοντά ή και πάνω στο ύφος του αμερικανικού folk-rockκαι country-rock, όπως και του ευρωπαϊκού rural-rockτων seventies, οι SpringShoeέχουν τώρα έτοιμο το πρώτο τους LP, το LoveisJustaRazorinmyEye[IkarosRecords/ OrfeasMusicStudios/ Creatures, 2019], που περιέχει οκτώ κομμάτια και που γυρίζει στις 45 στροφές (προσέξτε το αυτό, γιατί εγώ το έβαλα να παίξει στις 33 και 1/3 και νόμιζα πως χάλασε το πικάπ!). Μέλη του γκρουπ, όπως διαβάζουμε τα ονόματα από το bandcampκαι το discogs, είναι τα ακόλουθα: JohnnyAfendrasστίχοι, μουσική, ακουστικές κιθάρες, PanosFotakosηλεκτρικές κιθάρες, φωνή, καζού, DimitrisVarouxisμπάσο, JimTsarnosντραμς και ManosOratisφωνή. Το “LoveisJustaRazorinmyEye” έχει ενδιαφέρον ως άκουσμα και αυτό θα επιχειρήσουμε να αιτιολογήσουμε στη συνέχεια.
Το άλμπουμ ανοίγει με το “Breakdown”, που είναι ένα γρήγορο trackμε κιθάρες σε ηλεκτρικό ruralστυλ, καζού και φωνητικά κάπως στριγκά. Καλό για ξεκίνημα. Το “Loveisjustarazorinmyeye” έχει τις ίδιες ruralπενιές, αλλά σαν τραγούδι είναι ακόμη καλύτερο (του πάνε και τα διπλά φωνητικά στο ρεφρέν και αυτό το κάπως «αλήτικο», με τη σωστή έννοια, στυλ). Στο “Dance” το folkκυριαρχεί. Και τα φωνητικά γίνονται πιο... καμπανωτά, ενώ και οι πενιές, και όλο το στυλ, παραπέμπει στο ύφος των outlaw-ballads. Η πλευρά θα κλείσει με το “Sympathise”, το πιο rocktrackαπ’ όλα της πρώτης πλευράς, που θα μπορούσαμε να το τοποθετήσουμε στην παράδοση των CrazyHorse (με ή χωρίς τον NeilYoung), τουλάχιστον μελωδικώς και ερμηνευτικώς.
Το “Letterfrommilesaway”, που ανοίγει την SideB, έχει ωραία ακουστική εισαγωγή, και σ’ αυτό το ύφος, της ακουστικής εν πολλοίς μπαλάντας, συνεχίζει να εξελίσσεται. Πιο ηλεκτρικό το “Itdoesntmatterwhy” «ντυλανίζει», ανήκει δηλαδή στην «ντυλανική» παράδοση, με το “Blessedareallthemadmen” να αναδεικνύεται σ’ ένα από τα ωραιότερα τραγούδια του LP, με πολύ ωραία φωνητική διαχείριση, ανάπτυξη κ.λπ. Ηλεκτρικό, με μιαν αίσθηση haunted, το “Blessed...” είναι ένα περιπετειώδες τραγούδι, που φλερτάρει με διαφορετικά στυλ (εξαιρετικό και το μακρύ στο χρόνο κλείσιμο). Το άλμπουμ θα κλείσει με το “Firingline”, που θα μπορούσε να μοιάζει με μιαν up-tempofolk-rockδιασκευή του “Houseoftherisingsun”.
Για τους fansτης ελληνικής americanaπρώτα-πρώτα και για όποιους άλλους στην πορεία...

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 193

$
0
0
6/6/2019
Πέθανε ο Ginger Baker στα 80 του. Όχι ένας από τους μεγαλύτερους ντράμερ του ροκ. Αλλά ο μεγαλύτερος ντράμερ στην ιστορία της μουσικής. Όχι μόνο του ροκ. Και της τζαζ και των πάντων.
Στο βίντεο δες το πιο συναρπαστικό παίξιμο από ντράμερ. Ό,τι δεν μπορείς να φανταστείς υπάρχει εδώ...
 
Μπορεί να φαίνεται «κάπως» αυτό το... όχι ένας από τους μεγαλύτερους ντράμερ του ροκ, αλλά ο μεγαλύτερος ντράμερ στην ιστορία της μουσικής. Όχι μόνο του ροκ. Και της τζαζ και των πάντων.
Δεν το λέω έστι φορτισμένος ας πούμε από το γεγονός του θανάτου του, ούτε το γράφω με σκοπό να εντυπωσιάσω ή να προκαλέσω. Το πιστεύω πολλά χρόνια.
Ο Ginger Baker δεν ήταν μόνο ένας τεχνικά άψογος ντράμερ (ας το επιβεβαιώσουν και οι ντράμερ αυτό), ήταν ένας άνθρωπος επίσης χωρίς μουσικές παρωπίδες (έπαιξε rock, jazz και free jazz, blues, funk, afro, post-punk, συμμετείχε ακόμη και σε avant εγγραφές ή σε εγγραφές με ηλεκτρονικά κ.λπ.), όντας στα σίξτις μέλος δύο τουλάχιστον κορυφαίων συγκροτημάτων των Cream (που προηγήθηκα όλων σαν ροκ-τρίο, ακόμη και των Experience του Jimi Hendrix) και των Blind Faith.
Υπάρχουν ντράμερ και περκασιονίστες κορυφαίοι, ακόμη και στην κλασική μουσική και φυσικά στην avant-garde. Και φυσικά στην τζαζ (ποιος μπορεί να αμελήσει έναν Buddy Rich ή έναν Elvin Jones;). Κανένας απ’ αυτούς, όμως, δεν θα μπορούσε να επηρεάσει τα πλήθη όπως ένας ντράμερ ενός μεγάλου ροκ συγκροτήματος. Θέλω να πω πως το «μεγαλύτερος» περιλαμβάνει και αυτή τη διάσταση – το να είσαι δηλαδή επιδραστικός στους πολλούς.
Πόσοι ντράμερ ξεκίνησαν να παίζουν ροκ, ή και τζαζ στην πορεία, ακούγοντας τους Cream και βλέποντας τους Blind Faith; Άπειροι. Αν σε αυτά συνυπολογίσουμε και όσα αναφέραμε στην αρχή (περί τέλειας τεχνικής και περί ανοικτών αισθητικών οριζόντων) εύκολα καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως ο Ginger Baker δεν μπορεί να ήταν δεύτερος...

 6/10/2019
Διαβάζω για το βιβλίο τής Όλγας Μπακομάρου «Ωσεί Παρόντες» με τις 26 συνεντεύξεις προσωπικοτήτων (Χατζιδάκις, Χορν, Κατράκης, Ιόλας, Κουν, Τσαρούχης κ.ά.). Χρήσιμο είναι να βρίσκεις μαζεμένα όλα αυτά τα κείμενα, που αφορούν πεθαμένους από χρόνια ανθρώπους, οι οποίοι όπως λέμε «έγραψαν ιστορία», αλλά εγώ –και μιλάω για μένα αυστηρά, δίχως να ξέρω πόσους άλλους μπορεί να εκφράζω– θα ήθελα να δω από την κυρία Μπακομάρου κάτι πολύ πιο ταπεινό και ακόμη πιο ενδιαφέρον. Το λέω, γιατί εξαιρετικές συνεντεύξεις (σαν τις δικές της) του Κουν και του Χατζιδάκι έχω κι άλλες, και του Χορν και του Τσαρούχη (όχι του... Μητσοτάκη σενιόρ δεν έχω και δεν μου λείπουν), αλλά πάντα θα μου λείπουν τα κείμενα που έγραφε η Μπακομάρου κάθε Τρίτη στο ΦΑΝΤΑΖΙΟ, στις αρχές του ’70, για το ελληνικό και διεθνές ποπ-ροκ.  
Μπορεί να είναι χαζούλια (σε κάποιες φάσεις), μπορεί να έχουν και λάθη (δεν πειράζει), αλλά είναι πολύ χρήσιμα –γιατί το «χρήσιμο» είναι εκείνο που μετράει– είναι φώτα-φανάρια μιας ιστορικής εποχής, που πολλοί την αγνοούν (γράφοντας συχνά βλακείες), ενώ άλλοι, που δεν την αγνοούν, δεν θέλουν καν να την θυμούνται. Ελπίζω η κυρία Μπακομάρου να μην ανήκει στους τελευταίους...

5/10/2019
>>Γιατί έκοψες τα ναρκωτικά;
Πώς μπήκες στο τριπ με τα ναρκωτικά;
Το χειρότερο πράγμα που έκανες στη χαρμάνα σου;
Πότε σούταρες τελευταία φορά;<<

Αυτές είναι ερωτήσεις προχωρημένου δημοσιογράφου, σε ροκ μουσικό, που τυγχάνουν και απαντήσεων... Κλάνεις πόμολα και μόνο που τις διαβάζεις...

4/10/2019
[Για το Zodiak, έναν από τους χώρους της αντικουλτούρας στο Δυτικό Βερολίνο, στα τέλη του ’68-αρχές ’69, μέσα στον οποίο θέριεψε εκείνο που αποκάλεσαν αργότερα krautrock]
«Τώρα, όπως και παλιά, η πραγματική αντικουλτούρα υποφέρει αβοήθητη στην παρανομία, εκτός νόμου (σ.σ. το αληθινό underground είναι κατά βάση παράνομο – να το ξέρουν αυτό όσοι νομίζουν ότι... underground είναι απλώς το να βγάζουν κάποιοι δίσκους σε μικρές εταιρείες ή να παίζουν «δύσκολες» μουσικές), μέσα σεπαράνομα σπίτια πριν το δημοτικό συμβούλιο δείξει την πραγματική του στάση απέναντί της, κλείνοντας τα Zodiak, Obdach κ.λπ.».
«Υπήρχαν τότε μπυραριές-στέκια όπως το Zodiak ή το Obdach στην οδό Φαζάνεν κι εκεί ήταν η πρώτη φορά που καταφέραμε να προωθήσουμε την ιστορία σ’ ένα γενικά πιο μαχητικό επίπεδο. Όταν έρχονταν οι μπάτσοι για “επιχείρηση αρετή” μαζεύαμε όλο τον κόσμο απ’ έξω και ξηλώναμε το λιθόστρωτο».
«Στο Zodiak έγινε μια φορά η πρώτη σύγκρουση με τη μαφία του “μαύρου”. Υπήρχαν διάφοροι που σου λέγανε “θες ν’ αγοράσεις ένα κιλό;” και σου δίνανε το κλειδί μιας θυρίδας αποσκευών στο σταθμό “Zωολογικός Κήπος”, και όταν πηγαίναμε εμείς εκεί η θυρίδα ήταν τελείως άδεια. Αρχίσαμε τότε ν’ αναποδογυρίζουμε τα αυτοκίνητά τους μπροστά στην πόρτα τους και να τους βάζουμε φωτιά. Έτσι κι αλλιώς με λεφτά απ’ αυτές τις απάτες τα είχανε αγοράσει».
Από το βιβλίο τού Μπόμυ Μπάουμαν Πώς Άρχισαν Όλα [Ελεύθερος Τύπος, 1986]

3/10/2019
Πέθανε ο σημαντικός πιανίστας και αυτοσχεδιαστής Gianni Lenoci, μόλις στα 56 του (πολύ κρίμα). Έχω γράψει πολλές φορές στο blog για την περίπτωσή του και πριν κανα χρόνο αυτό...
«Ο 55χρονος Gianni Lenoci είναι ένας από τους πιο σημαντικούς, σημερινούς, ιταλούς πιανίστες-αυτοσχεδιαστές. Είναι δε, φρονώ, γνωστός και στην Ελλάδα, αφού έχει συνεργαστεί σε παραστάσεις και στη δισκογραφία με τον Σάκη Παπαδημητρίου και την Γεωργία Συλλαίου (άκου, ας πούμε, το “Nosferatu a Monopoli” από το 2005), όπως και με την ελληνική Plus’ n’ Minus Collective Orchestra στο πλαίσιο των 49ων Δημητρίων, στη Θεσσαλονίκη, το 2014».

3/10/2019
Πέθανε στα 80 του ο Karel Gott, ο πιο αγαπημένος και πιο επιτυχημένος τσεχοσλοβάκος (τσέχος) τραγουδιστής. Με τεράστια καριέρα στην πατρίδα του (ήδη από τα σίξτις) και αγαπητός σε όλες σχεδόν τις κομμουνιστικές χώρες, ο Gott κατόρθωσε να κάνει το ίδιο μεγάλη καριέρα και στη Δυτική Γερμανία όπως και στην Αυστρία, χώρες στις οποίες το «κρουνερίστικο» στυλ ήταν πάντοτε αγαπητό – ακόμη περισσότερο, δε, όταν ανακατεύτηκε με την ποπ διαμορφώνοντας ένα νέο είδος λαϊκού τραγουδιού, το γνωστό μας schlager. 
Ο Gott είχε τραγουδήσει και στην Ελλάδα, καθώς είχε διαγωνιστεί στην 3η Ολυμπιάδα Τραγουδιού (10 Ιουλίου 1970) στο Παναθηναϊκό Στάδιο με το “Hej, hej, baby”, δίχως να καταφέρει να διακριθεί...
[ακούστε πώς λέει και την Ντιλάιλα στα σχόλια]

2/10/2019
Ο κιθαρίστας Μπάμπης Παπαδόπουλος στο Documento:
«Κάποτε το ροκ αποτελούσε ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ και ήταν µουσική του ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΥ. Σήµερα δεν είναι έτσι. Εχει ενσωµατωθεί στους κανόνες της εµπορικής µουσικής και παίζει σε αυτό το πλαίσιο. ∆εν θεωρώ ότι υπάρχει πλέον κάποιο είδος που να θεωρείται πολύ διαφορετικό ή περιθωριακό, εκτός από τις ΑΝΤΕΡΓΚΡΑΟΥΝΤ µουσικές που ούτως ή άλλως δεν µπορούν να ακουστούν από όλους γιατί είναι πιο δύσκολες στο αυτί».
Εκτιμώ τον Μπάμπη Παπαδόπουλο σαν μουσικό. Έχει ιδέες, έχει ξεφύγει από τα ίδια και τα ίδια, δίνει άμεσες και ωραίες κιθαριστικές δουλειές κ.λπ. Δεν έχω ακούσει ακόμη το τελευταίο άλμπουμ του, το «Παραλογές του Άχρηστου», αλλά θα το ακούσω και θα γράψω γι’ αυτό.
Ο Παπαδόπουλος χρησιμοποιεί τη λέξη «ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ» με θετικό πρόσημο, αλλά αυτό δεν με βρίσκει σύμφωνο. Όταν αναφερόμαστε σε κοινωνικά θέματα η «ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ» έχει αρνητική έννοια, όχι θετική. Θα έπρεπε δηλαδή να πει πως «κάποτε το ροκ αποτελούσε ΔΡΑΣΗ». Οι λέξεις χάνουν το νόημά τους, όταν τις χρησιμοποιούμε «έτσι» κι «αλλιώς». Π.χ. εκείνος που θέλει την κατάργηση της απεργίας ΑΝΤΙΔΡΑ, ενώ εκείνος που απεργεί ΔΡΑ.
Όταν το ροκ ΔΡΟΥΣΕ, συμβαδίζοντας με τους αγώνες των νέων (το 1968 π.χ.) δεν ήταν μουσική του ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΥ, ήταν μουσική του ΠΡΟΣΚΗΝΙΟΥ. Ούτε οι ΑΝΤΕΡΓΚΡΑΟΥΝΤ μουσικές είναι εκείνες που είναι οι πιο δύσκολες στο αυτί.
Μετά από 50 χρόνια παρατηρώ πως ακόμη δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε, για μερικά πολύ βασικά θέματα που σχετίζονται με την κοινωνία και την κουλτούρα και αυτό δεν είναι καλό... γενικότερα.

1/10/2019
Βγαίνει ταινία για τον Αποστάτη, στα τέλη του Οκτώβρη, στις αίθουσες!! Άλλοι, για να βρουν αίθουσα για την ταινία τους κάνουν τάμα στην Τήνο...
Έχετε το νου σας, πάντως, μόλις σκάσει στο imdb, να πάμε να την θάψουμε – πριν τη δούμε εννοείται (γέλια).

30/9/2019
Κάθισα χθες, αργά τη νύχτα, και είδα από σύμπτωση, μετά από 20-25 χρόνια, την ταινία Πανικόςτου Σταύρου Τσιώλη από το 1969.
Έπαθα πλάκα, όπως λέμε, από τη ροή της, τη διαχείριση του σασπένς, την εκφραστική λιτότητα, τις επιμέρους τεχνικές αρετές της, τη φωτογραφία του Γιώργου Αρβανίτη, τη χρήση της μουσικής του Καπνίση, τις ωραίες ερμηνείες (ακόμη και ο πιτσιρίκος είναι εκπληκτικός!), όλα δείγματα του ταλέντου ενός πολύ μεγάλου σκηνοθέτη, που θα μπορούσε να αφήσει «εποχή»στις ταινίες κοινωνικής περιπέτειας, στην Ελλάδα, αλλά προτίμησε αντί γι’ αυτό, να «βρει τον εαυτό του», μέσα από το cinema povera (του οποίου δεν είμαι φαν - εκτός αν πρόκειται για τον Τορνέ ας πούμε), αφήνοντας ορφανό ένα είδος κινηματογραφικό, στο οποίο θα μπορούσε να διαπρέψει πανευρωπαϊκώς (για να μην το πάω πιο πέρα).  
Ο αείμνηστος Σταύρος Τσιώλης και τον Ζαν Πιέρ Μελβίλ ακόμη θα τον είχε στο τσεπάκι του, αν είχε τα σωστά σενάρια στα χέρια του. Υποκλίνομαι!

STRANAHAN / ZALESKI / ROSATO ζωντανοί στο Jazz Standard της Νέας Υόρκης

$
0
0
Όταν λέμε Stranahanεννοούμε τον ντράμερ ColinStranahan, όταν λέμε Zaleskiεννοούμε τον πιανίστα GlennZaleskiκαι όταν λέμε Rosatoεννοούμε τον κοντραμπασίστα RickRosato. Οι τρεις τους, άξιοι μουσικοί τής νεοϋορκέζικης σκηνής, συναποτελούν ένα αναγνωρισμένο πιάνο-τρίο με γερές ηχογραφήσεις, όπως την “Limitless” (2013) ή την “Anticipation” (2011), αλλά εμείς εδώ, στο blog, τους έχουμε γνωρίσει μέσα από άλμπουμ άλλων, καθώς και οι τρεις τους συμμετείχαν στο CDτού Rafał SarneckiClimbingTrees[OutsideinMusic, 2018], όπως και στο “MigrationtoHigherGround” [Tapestry, 2014] της JimStranahanLittleBigBand. Σε φάση τρίο οι Stranahan, Zaleskiκαι Rosatoξαναβρίσκονται μετά από χρόνια (τουλάχιστον στη δισκογραφία) και αυτό το γιορτάζουν, οπωσδήποτε, με το παρόν LiveatJazzStandard [CAPRI Records, 2019], το ζωντανά ηχογραφημένο στο κλαμπ JazzStandardτης Νέας Υόρκης, την 7η και 8η Αυγούστου του 2018.
Το άλμπουμ περιέχει έξι ευμεγέθη κομμάτια (το πιο σύντομο στο χρόνο είναι 8:41 και το πιο μακρύ 10:57), πέντε πρωτότυπα και ένα στάνταρντ (το “Allthethingsyouare” του JeromeKern), στα οποία οι τρεις φίλοι μουσικοί αποδεικνύουν με μιας, από το φουριόζο εισαγωγικό “Forecast”, τα πλέον προφανή. Τέλεια επικοινωνία στο πάλκο, παιξίματα γεμάτα λαύρα, που δεν σκεπάζουν τις συνθέσεις, υπηρετώντας τες από την αρχή μέχρι το τέλος, πλήρως ελεγχόμενοι αυτοσχεδιασμοί, με ευφάνταστες αναπτύξεις, μια «ιστορία» που ξεκινά από κάπου και κάπου καταλήγει, και που σε όλο το ενδιάμεσο έχει τον τρόπο να σε κρατάει ενεό, μέσω των συνεχών μελωδικών και ρυθμικών αλλαγών, που αποτελούν αποκυήματα της μεγάλης τζαζ παράδοσης. 
Να, όπως, για παράδειγμα, στο έσχατο “Ontheroad” (σύνθεση του Zaleski), που είναι βγαλμένο από τον «μονκικό» τρόπο σύνθεσης, και που παρέχει ταυτοχρόνως άπλετο χώρο στον μπασίστα Rosatoνα δείξει τον γεμάτο και στυλιζαρισμένο ήχο του. Καταπληκτικό κλείσιμο, όπως και η αρχή, όπως και κάθε ένα από τα τέσσερα ενδιάμεσα tracks, σαν το “Chorale(forFredHersch”), του Zaleskiπάλι, το αφιερωμένο στον σημαντικό FredHersch, ένα κομμάτι πλημμυρισμένο από (ακουστική) ομορφιά και πηγαίο αίσθημα.
Το “LiveatJazzStandard” των Stranahan, Zaleskiκαι Rosatoείναι ένα άλμπουμ... όπως ακριβώς το περιμένεις. Απολαυστικό.

GINGER BAKER (1939-2019)

$
0
0
Υπήρξαν πολλοί μεγάλοι ντράμερ στο ροκ. Υπήρξαν πολλοί μεγάλοι ντράμερ στην τζαζ. Υπάρχουν-υπήρξαν πολλοί μεγάλοι ντράμερ-περκασιονίστες στην avant-garde και στη σύγχρονη μουσική. Κανένας, όμως, απ’ αυτούς δεν συνδύαζε όλα τα επιμέρους προτερήματα του Ginger Baker.
O Baker, που έφυγε χθες από τη ζωή στα 80 χρόνια του, δεν ήταν απλώς ένας ογκόλιθος των ροκ-ντραμς, όπως ήταν ο John Bonham (Led Zeppelin) ή o Keith Moon (The Who). Ήταν επίσης ένας μουσικός χωρίς αισθητικές παρωπίδες, διαπρέποντας σε πολύ υψηλό επίπεδο προς κάθε κατεύθυνση, παίζοντας rock, jazz και free jazz, blues, funk, afro, post-punk, συμμετέχοντας ακόμη σε avant εγγραφές ή σε εγγραφές με ηλεκτρονικά κ.λπ., όντας στα σίξτις μέλος δύο τουλάχιστον κορυφαίων συγκροτημάτων των Cream (που προηγήθηκα όλων σαν ροκ-τρίο, ακόμη και των Experience του Jimi Hendrix) και των Blind Faith.
Υπάρχουν ντράμερ και περκασιονίστες κορυφαίοι, σε κάθε μουσικό στυλ και φυσικά στην τζαζ (ποιος μπορεί να αμελήσει έναν Buddy Rich ή έναν Elvin Jones;). Κανένας απ’ αυτούς, όμως, δεν θα μπορούσε να επηρεάσει τα πλήθη, όπως ένας ντράμερ ενός μεγάλου ροκ συγκροτήματος.
Πόσοι ντράμερ ξεκίνησαν να παίζουν ροκ, ή και τζαζ στην πορεία, ακούγοντας τους Cream και τους Blind Faith; Άπειροι. Αν, τώρα, στην παρουσία του Ginger Baker σ’ αυτά τα σούπερ γκρουπ, που επηρέασαν τους πάντες, συνυπολογίσουμε την τέλεια τεχνική του και τους ανοιχτούς ορίζοντές του, τότε το συμπέρασμα στο οποίο θα καταλήξουμε δεν μπορεί παρά να είναι ένα. Ο Ginger Baker υπήρξε η μεγαλύτερη, η πιο σημαντική μορφή των ντραμς τα τελευταία 60 χρόνια.
Ο πρώτος δίσκος του Ginger Baker (1958) γύριζε στις 78 στροφές
Η καριέρα του ξεκινάει, χαλαρά, προς τα τέλη των φίφτις, όταν στην Αγγλία έχει ακόμη πέραση η trad-jazz (traditional jazz), η jazz της Νέας Ορλεάνης βασικά. Έτσι κάπως ο 19χρονος Baker συμμετέχει στην μπάντα The Storyville Jazzmen τυπώνοντας τους πρώτους δίσκους του (78 στροφών και 10ιντσα LP), το 1958.
Με την αυγή της δεκαετίας του ’60 η παραδοσιακή τζαζ έχει ήδη υποχωρήσει στα ακούσματα της νεολαίας, όπως και το skiffle εξάλλου, που ήταν πιο νεανικό, αλλά κι εκείνο παλιομοδίτικο. Το rhythm n’ blues είναι το νέο είδος που συγκινεί τα παιδιά των λαϊκών συνοικιών, εκείνα που τόσο αδρά αποτύπωσε το free cinema στο φιλμ, κι έτσι κάπως οι Blues Incorporated του Alexis Korner μετατρέπονται σε μήτρα όχι μόνο του rhythm n’ blues, αλλά και του ροκ που σιγά-σιγά κατέφθανε. Αν πούμε πως σ’ αυτή την μπάντα, δίπλα στον Alexis Korner βρέθηκαν τα φιντάνια Jack Bruce, Charlie Watts, Mick Jagger, Davy Graham, Ronnie Jones, Graham Bond και Ginger Baker –ανάμεσα σε πολλούς άλλους– μάλλον τα έχουμε πει όλα.

Η συνέχεια εδώ...

ΚΩΣΤΑΣ ΤΑΧΤΣΗΣ η ανά τον κόσμο περιπλάνηση και η ταπεινή ελληνική γειτονιά ως «καταραμένες αντιφάσεις» [92 χρόνια από τη γέννησή του]

$
0
0
OΚώστας Ταχτσής (8 Οκτωβρίου 1927 – 25; Αυγούστου 1988) υπήρξε ένας πολυταξιδεμένος άνθρωπος, καθώς έζησε για μικρά ή για μεγάλα και πολύ μεγάλα διαστήματα στη Μεγάλη Βρετανία, στην Αυστραλία, στη Δυτική Γερμανία, στις Ηνωμένες Πολιτείες και αλλού. Όπως είχε πει και ο ίδιος τα ταξίδια του δεν συνέβησαν επειδή ένιωθε κάποια φυσική έλξη προς την περιπέτεια, μα για να μπορέσει να ζήσει σε λιγότερο καταπιεστικές, από την ελληνική, κοινωνίες.
«Έφευγα, γιατί ασφυκτιούσα στην Ελλάδα της δεκαετίας του ’50 – πνευματικά, κοινωνικά, πολιτικά, σεξουαλικά. Αν δεν είχα φύγει δεν θα είχα γράψει ποτέ Το Τρίτο Στεφάνι».
Από τη συνέντευξη στο βιβλίο του Η γιαγιά μου η Αθήνα κι άλλα κείμενα [Ερμής, 1979].
Στην ίδια συνέντευξη ο Ταχτσής μιλάει για τη σχέση του με τον περίγυρο, και για το πώς αντιλαμβανόταν την έννοια της ατομικής ελευθερίας.
«Η απόσταση που αναγκάστηκα να κρατήσω σ’ όλη μου τη ζωή απ’ τους ανθρώπους είχε και τις καλές πλευρές της. Μ’ εμπόδισε να αφομοιωθώ απ’ τους αστούς. Συγχρόνως, με βοήθησε να μείνω και ανέπαφος απ’ οποιαδήποτε επιρροή του υπόκοσμου. Παντού κυκλοφορούσα λιγάκι σαν ξένος. Και γι’ αυτό, όλους κι όλα τα ’βλεπα πιο καθαρά, πιο αντικειμενικά... Πάντα ήμουνα κάτι και συγχρόνως δεν ήμουνα. Σα χαμαιλέοντας, έπαιρνα πάντα το χρώμα του περιβάλλοντος. Αλλά μόλις άλλαζα περιβάλλον, άλλαζε και το χρώμα. Θα μπορούσα να ’χω το δικό μου. Αλλά δε μ’ άρεσε. Δε μ’ άρεσε να ’μαι μόνο ένα πράμα και τίποτ’ άλλο. Μ’ ενοχλεί ακόμα και τώρα όταν μου κολλάνε τον τίτλο του συγγραφέα, που τόσοι άλλοι εποφθαλμιούν. Το αισθάνομαι σαν περιορισμό. Σιχαίνομαι τις ταμπέλες, κι απορώ με τους ανθρώπους που κρεμάνε μόνοι τους ταμπέλες στον εαυτό τους. Εγώ νιώθω σαν να μην είμαι μόνο ένας, αλλά πολλοί άνθρωποι συγχρόνως, ή ένας άνθρωπος με άπειρες δυνατότητες. Οποιαδήποτε έμφαση σε μια μόνο ιδιότητα μού περιορίζει την ελευθερία μου».
Στα μέσα του ’80 ο Κώστας Ταχτσής απολάμβανε, σε κάποιο επίπεδο, σε μια διάσταση, τη φήμη του σαν πνευματικός άνθρωπος (ένα χαρακτηρισμό που δεν τον αποδεχόταν oίδιος για τον εαυτό του, αλλά έδειχνε κατανόηση στη χρήση του από άλλους). Εκπομπές για ’κείνον και το έργο του μεταδίδονταν στην τηλεόραση, ο ίδιος διάβαζε κείμενά του στο κρατικό ραδιόφωνο, συνεντεύξεις του φιλοξενούνταν συχνά σε περιοδικά κι εφημερίδες, καθώς, πέραν των λογοτεχνικών θεμάτων, ιδιαίτερη αξία είχαν πάντα και οι κοινωνικές παρατηρήσεις του. Ένας άνθρωπος, που είχε δει, από κοντά, να αναπτύσσονται και να προχωρούν διάφορες ξένες κοινωνίες, είχε ένα λόγο παραπάνω και να κρίνει, και να καυτηριάζει, και να προτείνει. Ή απλώς να λέει τη γνώμη του.
Ήταν η εποχή όπου την ελληνική κοινωνία την απασχολούσε έντονα το άνοιγμα της χώρας προς την Ευρώπη. Και όχι μόνο το οικονομικό, μέσω της τότε ΕΟΚ, αλλά και το κοινωνικό, το πολιτισμικό κ.λπ. Είναι ένα θέμα που και τώρα είναι επίκαιρο. Και πάντα θα είναι. Το πώς βλέπουμε τους άλλους, πώς μας βλέπουν εκείνοι, τι πρέπει να γίνει για να προσεγγίσουμε κοινωνίες που βρίσκονται  πιο μπροστά από τη δική μας, πώς ταξιδεύει ο Έλληνας στις άλλες χώρες, είτε ως τουρίστας είτε ως μετανάστης, πώς μπορεί να υπάρξει σ’ ένα διεθνικό περιβάλλον κ.λπ.

Η συνέχεια εδώ...

TRIO ANTIPODES ένα ιδιαίτερο jazz-trio

$
0
0
Το TrioAntipodesαποτελείται από τους GraydonCramerντραμς, JeffPresslaffπιάνο και KeithPriceηλεκτρική κιθάρα, με το άλμπουμ τους UpsideDownwards [MAPL, 2019] να είναι ηχογραφημένο στην πόλη Winnipegτου Καναδά, την 6η Ιανουαρίου 2019. Γιατί Trio Antipodes; Γιατί τα μέλη του δεν είναι όλοι Καναδοί, και γιατί ο κιθαρίστας και συνθέτης KeithPrice, αν και Καναδός, έχει την έδρα του στο Aucklandτης Νέας Ζηλανδίας. Τέλος πάντων αυτό το άνευ μπάσου τζαζ τρίο είναι ένα σχήμα του καιρού (μας), το οποίο μάς συστήνεται, εδώ, μέσω επτά δικών του κομματιών (όλα συνθέσεις των μελών), που κρίνονται ως ενδιαφέροντα (το λιγότερο).
Εκμεταλλευόμενοι τις μεσαίες και κάπως μεγάλες διάρκειες των συνθέσεών τους, το TrioAntipodesεπιχειρεί να συνδέσει σ’ ένα σώμα ποικίλες τζαζ διαστάσεις – και πιο συγκροτημένα συνθετικώς μοτίβα, κινούμενα πέριξ μιας ρομαντικότητας (ακόμη και κλασικής υφής), αλλά και πιο «ελεύθερα», πιο improv, ικανά να δημιουργούν τις απαραίτητες οπωσδήποτε «εκπλήξεις» (ακόμη και μέσα στο ίδιο track).
Βεβαίως, η απουσία του μπάσου θα μπορούσε να ήταν ένα κάποιο «θέμα», αλλά στην πράξη, το TrioAntipodes, αντιπαρέρχεται τον σκόπελο, καθώς διάφορα ρυθμικά patternsαναπτύσσονται συνεχώς και από το πιάνο και από τα κρουστά, και από συνδυασμούς πιάνου-κρουστών, κάνοντας την απουσία του μπάσου, τελικώς, ένα «μη-θέμα».
Αν και προτιμώ τις μελωδικές διαστάσεις των συνθέσεων τού τρίο (το “Tearsilver” π.χ.), εντούτοις και τα πιο έντονα tracksτού “UpsideDownwards” (σαν το “Thehalfwaytree”) έχουν ξεχωριστό ενδιαφέρον, επειδή συνδυάζουν δυναμικές με ήρεμες αποχρώσεις (συγκροτημένες και «ελεύθερες» στον ίδιο, ποσοτικώς, βαθμό).
Από τα ομορφότερα κομμάτια του CDείναι σίγουρα το 9λεπτο “Urgency, notimmediacy”, που οργανώνεται μέσα σ’ ένα περιβάλλον «ήχου-ECM» (ανακαλώντας στη μνήμη εγγραφές τού BillFrisell).

THE BOY «Παραδουλεύτρα»: το νέο διπλό LP

$
0
0
Δεν μπορείς να προσδιορίσεις τι αισθήματα σου αφήνει το τελευταίο διπλό LPτου TheBoy, η «Παραδουλεύτρα»[Inner Ear, 2019]. Μένεις μετέωρος. Προσπαθείς να συνδέσεις αυτό που ακούς με την καθημερινότητα ενός ανθρώπου, που πλησιάζει τα 40, που μπορεί να είναι, από λίγο έως πολύ, και η δική σου καθημερινότητα – ένα συνονθύλευμα σκέψεων και διαπιστώσεων, που συμπιέζονται από τους τόνους της άκυρης πληροφορίας. Περιφέρεσαι ασκόπως μέσα σ’ έναν κυκεώνα ερεθισμών, δεν σου μένει χρόνος να σκεφτείς τι είναι αυτό που αληθινά σε απασχολεί, και κάπως έτσι κατευθύνεσαι, σαν να έχεις δεμένα τα μάτια, προς παράπλευρα αδιέξοδα. Φως από πουθενά, αλλά ούτε και σκοτάδι. Ένα ημίφως, μια ομίχλη που σκεπάζει σαν σάβανο τα πάντα. Όλα μισά κι ανολοκλήρωτα. Πεθαμένες καταστάσεις.
Αυτόν τον κυκεώνα επιχειρεί ηθελημένα ή άθελά του, δεν ξέρω, να αναπαραστήσει ο Boy, μέσα από τις τέσσερις πλευρές τού τελευταίου άλμπουμ του. Ένα διπλό LP, με  είκοσι τέσσερα tracksκαι με απείρως περισσότερα νοήματα, με στίχους σαν κομματιασμένα μανιφέστα, που ραπάρονται σχεδόν πάντα, ριγμένοι (οι στίχοι) πάνω σε αρχέτυπες, ή λιγότερο αρχέτυπες, μουσικές πλατφόρμες.
Δεν είναι τραγούδια για να τραγουδηθούν, αυτά που γράφει ο Boy– να το ξεκαθαρίσουμε αυτό. Είναι περισσότερο ασκήσεις, πλαίσια, μοτίβα, μέσα στα οποία πρέπει να στριμωχτούν τα λόγια – γιατί τα λόγια, εδώ, είναι σχεδόν το παν.
Όταν γράφεις «τόνους» λέξεων, μ’ έναν ονειρικό, σχεδόν αυτοματικό τρόπο, που δεν αποκρυπτογραφούνται ειδικώς –δεν υπάρχει, εννοούμε, μια λογική συνάφεια, σ’ αυτά που ακούς, ακόμη και μέσα στο ίδιο κομμάτι– τότε το τελευταίο που μπορεί να σ’ ενδιαφέρει είναι να εφεύρεις αρμονίες, να γράψεις μελωδίες, να φτιάξεις τραγούδια του τύπου Α-Β-Α, που θ’ ακουστούν απ’ τα ραδιόφωνα. Όχι ότι έχουν εκ των προτέρων κάτι αρνητικό τα τραγούδια με κουπλέ-ρεφρέν-κουπλέ, αλλά ο Boyδεν κάνει τέτοια τραγούδια, ως γνωστόν θα πω (είτε γιατί δεν θέλει, είτε γιατί δεν του βγαίνει, είτε γιατί δεν τον ενδιαφέρει – δεν έχει σημασία το τι πραγματικά συμβαίνει). 
Ραπ λοιπόν, όχι με την τυπική αισθητική έννοια, ένα πολύ προσωπικό ραπ είναι το κυρίαρχο λεκτικό στοιχείο στην «Παραδουλεύτρα», που έχει όμως κι ένα μουσικό υπόβαθρο. Όχι κάτι το εξωφρενικά προχωρημένο (δεν είναι απαραίτητο κάτι τέτοιο εξάλλου), αλλά πάντως προσεγμένο σε κάθε λεπτομέρειά του. Νομίζω, δε, πως τόσο προσεγμένο, από ηχητικής πλευράς άλμπουμ (και αφαιρώ από το «ηχητική» τη φωνή), δεν έχει ξανακάνει ο Boy. Και είναι θετικό αυτό. Και σημαντικό για ’κείνον κατ’ αρχάς. Γιατί στην «Παραδουλεύτρα» δεν υπάρχει σκέτος στίχος, σκέτος λόγος, σκέτη ποίηση –πείτε το, όπως θέλετε– υπάρχει και μουσική, που ασφυκτιά, βεβαίως, κάτω από το βάρος των λέξεων, αλλά έχει τον τρόπο, ανά διαστήματα, ανά φάσεις, να δείξει κι αυτή το πρόσωπό της.
«Ποίημα», «Βόλτα», «Γρου γρου νιάου», «Λάθος παιδιά», «Τι έκανες για να ’σαι καλά» είναι πέντε από τα δώδεκα tracksτου πρώτου LP, που μπορεί να σε κινητοποιήσουν. Τουλάχιστον εμένα με ανάγκασαν να τ’ ακούσω και να τα ξανακούσω, διαβάζοντας παράλληλα και τα λόγια στο gatefold. Και νομίζω πως αυτός είναι ο μόνος τρόπος για ν’ ακούσεις την «Παραδουλεύτρα» – να κοιτάς συγχρόνως και το κείμενο, έχοντας πάντα το αυτί σου τεντωμένο προς τον δίσκο.
Η τρίτη πλευρά έχει το «Σιμόν Σουλ», που είναι ίσως η πιο ενδιαφέρουσα στιγμή του doubleLP, ένα track, δεν μπορείς να το πεις τραγούδι, που έχει ουσιαστική ηχητική-μουσική ανάπτυξη, με «σωστές» χρήσεις φωνών και κάτι σαν παραληρηματική αφήγηση. Αν και δεν έχει νόημα να ερμηνεύσεις εκείνα που λέγονται –προσωπικώς δεν μπορώ να διατηρήσω μια μόνιμη νοηματική επαφή με όσα ακούω–, το επικοινωνιακό ασυνεχές, που κάπου-κάπως μοιάζει με θρήνο (αν και ούτε αυτό είναι σαφές, για τι ακριβώς θρηνείς δηλαδή) είναι το πρώτο που έρχεται στη σκέψη σου. Και είναι και ασφυκτικό και καθοριστικό, μέσες-άκρες, για ολάκερο το διπλό LP.
Και κάπως έτσι περνάμε και στην τελευταία πλευρά, που δεν μπορεί παρά να κινείται, και αυτή, στις ίδιες πάνω-κάτω ράγες. Ανοίγει με το «Ζωντανό» (ένα από τα tracks, που επίσης ξεχωρίζει), εμπεριέχει το «Άλλη μια μέρα» (ένα από τα… πιο-τραγούδια του 2LP) και ολοκληρώνεται με τον βαθιά συναισθηματικό «Υγρό ουρανό». (Δεν ξέρω γιατί, αλλά αυτά τα τελευταία κομμάτια, και άλλα ίσως, έφεραν κάπως στη μνήμη μου την ισχνή σε ποσότητα τραγουδοποιία του Γιώργου Θεοδωράκη. Το λέω... έτσι για να το πω).
Μια τελευταία παρατήρηση, που δεν στερείται νοήματος. Η νέα πρόταση τού Boyακούγεται μόνο με ακουστικά. Εγώ, προσωπικώς, δεν μπόρεσα να συγκεντρωθώ, όταν άκουσα για πρώτη φορά την «Παραδουλεύτρα» να βγαίνει από τα ηχεία. Ούτε και τη δεύτερη... Έχασα τη σύνδεση. Είναι και αυτό, μάλλον, ίδιον της εποχής. Άλμπουμ, που φτιάχνονται... όχι για να ακούγονται από τα ηχεία. Ok, κανένα πρόβλημα. Αξίζει, λοιπόν, να απομονώσεις κάθε άλλον έξωθεν ήχο, αν θες κάπως να εισχωρήσεις στην «Παραδουλεύτρα»... ένα απολύτως ερμητικό άλμπουμ, που ολοκληρώνεται με τη συμβολή πάρα πολλών ανθρώπων. Κάπως σαν προσκλητήριο... μιας γενιάς; Μάλλον, τελικά.
Επαφή: www.inner-ear.gr

ΛΩΛΑΜΑ – ΛΩΛΑΜΑ ΔΥΟ ροκ ήχοι από το χθες και από το σήμερα

$
0
0
ΛΩΛΑΜΑ: Το Ασημένιο Δέντρο [LabyrinthofThoughts, 2019]
Είχα γράψει για τους Λώλαμα πριν από καιρό (4 Φεβ. 2015) τα ακόλουθα:
«Θυμάμαι τους Λώλαμα από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 και πιο συγκεκριμένα από το τραγούδι τους “Αίνιγμα”, το οποίο ακουγόταν στη συλλογή “FragmentaIV”, που κυκλοφόρησε την άνοιξη του ’92 ως ένθετη στο τεύχος #6 του fanzineΣτις Σκιές του Β23. Εκεί υπήρχε κι ένα μικρό βιογραφικό του γκρουπ, στο οποίο διαβάζαμε: “Οι Λώλαμα ξεκίνησαν σαν τρίο την άνοιξη του ’89. Έδρα τους η Θεσσαλονίκη. Αργότερα έγιναν αλλαγές στο γκρουπ, το οποίο αποτελούν οι Χρήστος Τζιώκος φωνή, Φώντας Γρέδης κιθάρα, Λάμπρος Σαλτσίδης μπάσο και Χρήστος Χατζηαθανασίου ντραμς. Με αυτή τη σύνθεση ηχογραφούν το ‘Αίνιγμα’ και μερικά ακόμα κομμάτια. Έχουν δώσει αρκετές συναυλίες κυρίως στη Θεσσαλονίκη. Απ’ τα καλύτερα κιθαριστικά γκρουπ της σκηνής”»
Να προσθέσουμε πως η μία και μοναδική επίσημη ηχογράφηση των Λώλαμα όσο βρίσκονταν ακόμη εν ζωή (1989-1997), πέραν της παρουσίας τους στη συλλογή τού B23, ήταν ένα 45άρι με τρία τραγούδια τους, που είχε τυπωθεί από την FifthDimensionRecordsτο 1993. Τώρα; Τώρα ένα LPτων Λώλαμα έχει έτοιμο η LabyrinthofThoughts, ένα άλμπουμ που περιλαμβάνει εγγραφές τους από τα μέσα του ’90.
Νομίζω πως από τότε, από τα μέσα των ninetiesεννοώ, ακουγόταν μια φήμη σχετική με την ύπαρξη ενός ολοκληρωμένου άλμπουμ των Λώλαμα (δεν είμαι σίγουρος αυτή τη στιγμή 100%), ένα γεγονός τέλος πάντων το οποίον επιβεβαιώνεται (για μένα τουλάχιστον) οριστικώς μόλις το 2015. Ήταν τότε, δηλαδή, όταν διάβασα για πρώτη φορά στο siteτής LabyrinthofThoughtsπως... «οι Λώλαμα είχαν ηχογραφήσει υλικό για ολόκληρο LP, χωρίς αυτά τα τραγούδια να κυκλοφορήσουν ποτέ».Εκείνα τα τραγούδια του θεσσαλονικιώτικου γκρουπ από τα μέσα του ’90 είναι τώρα έτοιμα (με masteringκαι audiorestorationαπό τον Νίκο Στυλίδη), για να προβληθούν μέσω του LP«Το Ασημένιο Δέντρο», που κόβεται από την αθηναϊκή εταιρεία σε εκατό αριθμημένα αντίτυπα.
Σ’ εκείνη την εγγραφή οι Λώλαμα ήταν τέσσερις, οι: Χρήστος Τζιώκος στίχοι, φωνή, Αστέρης Λιάπης κιθάρες, Βάχρας μπάσο και Σωτήρης Πενίδης ντραμς. Η μπάντα παίζει δυνατά και αποφασιστικά σ’ ένα rock/punk-rockστυλ, χωρίς ακρότητες, κοντά ορισμένες φορές στο πλαίσιο που ανέδειξαν οι Τρύπες (με το πρώτο κυρίως άλμπουμ τους) και το οποίο (πλαίσιο) στήριξαν, επίσης, κάποιες λιγότερο επιτυχημένες από εμπορικής πλευράς μπάντες, σαν εκείνες που ακούγονταν για παράδειγμα στην κασέτα της LazyDogGiveBeesaChance”, το 1985 (New Rose, MootPointκ.λπ.).
Βασικά χαρακτηριστικά των Λώλαμα είναι οι ιδιαίτερες, οι τραβηγμένες ερμηνείες τού Χρήστου Τζιώκου, τα λόγια επίσης, που τα γράφει ο ίδιος και που έχουν συχνά μεταφορικό περιεχόμενο (χωρίς να είναι πάντα, αμέσως, αποκρυπτογραφημένα τα νοήματά τους) και ακόμη οι πολύ καλές κιθάρες του Αστέρη Λιάπη. (Να πούμε ακόμη πως έχει τυπωθεί και βιβλίο με ποιήματα του Τζιώκου από το 2009, στις εκδόσεις UniversityStudioPress, στο οποίο, μάλλον, περιέχονται και τα λόγια των τραγουδιών του).
Υπάρχουν, φυσικά, διάφορα κομμάτια που ξεχωρίζουν από κάθε πλευρά. Από την πρώτη θα διάλεγα «Το ασημένιο δέντρο» και το «Πετάω», ενώ από τη δεύτερη τα «Σφαίρες-στιγμές» (ένα αληθινά αξιοπρόσεκτο τραγούδι) και ακόμη τα «Στα καμαρίνια της υπομονής» και «Μια λεκάνη με νερό», δίχως να υποτιμώ κανένα από τα υπόλοιπα.
Είχαν / έχουν ένα ύφος κι ένα στυλ οι Λώλαμα, και αυτό δεν μπορείς με τίποτα να το αγνοήσεις.
ΛΩΛΑΜΑΔΥΟ: Ακτηνογραφία [Labyrinth of Thoughts, 2019]
Οι Λώλαμα Δύο (Χρήστος Τζιώκος στίχοι, φωνή, Στέλιος Εμμανουηλίδης μουσική, κιθάρα, ούτι, Μπαμπίνος προγραμματισμός, mastering) είναι η μετεξέλιξη των Λώλαμα… ως γνωστόν θα πω, μιας και το σχήμα έχει κυκλοφορήσει ήδη ένα 12ιντσο, το «Σχεδόν Ετοιμόρροπα» [Labyrinth of Thoughts], πίσω στο 2014. Για ’κείνο τον δίσκο είχαμε γράψει στο blogτον Φλεβάρη του ’15, ενώ τώρα επανερχόμαστε μ’ ένα κανονικό πλέον long-playτων Λώλαμα Δύο, που αποκαλείται «Ακτηνογραφία» και που είναι τυπωμένο σ’ ένα CDεκατό αριθμημένων αντιτύπων.
Να σημειώσουμε από το ξεκίνημα πως το «Ακτηνογραφία» είναι ένα παράξενο άλμπουμ ή και πολύ παράξενο, ακόμη και σε σχέση με το «Σχεδόν Ετοιμόρροπα». Ίσως, γιατί η προοπτική τού πλήρους άλμπουμ να ξεδίπλωσε ακόμη καλύτερα τα πιστεύω και τις αρετές αυτού του τρίο, που σε ορισμένες περιπτώσεις δέχεται κι άλλες «βοήθειες» (σε τρομπέτα, βιολί, τσέλο κ.λπ.).
Το άλμπουμ θα το χαρακτηρίζαμε ως ένα... έντεχνο ροκ – κάτι, σε κάθε περίπτωση, τελείως ασαφές και μάλλον «λίγο» εμπρός σ’ αυτό που πραγματώνουν, εδώ, οι Λώλαμα Δύο. Μπορεί, λοιπόν,κάποια στοιχεία να θυμίζουν το παλαιότερο σχήμα (η φωνή, πρώτα-πρώτα, του Τζιώκου, και μετά οι στίχοι του), αλλά οι μουσικές, οι συνθέσεις, είναι εντελώς μετατοπισμένες προς κάτι άλλο, κάτι διαφορετικό – ακόμη και σε σχέση με ό,τι θα μπορούσε να φθάσει αυτή τη στιγμή στ’ αυτιά μας από την ελληνική, κατ’ αρχάς, πραγματικότητα. Ναι, η «Ακτηνογραφία» είναι ένα πολύ ξεχωριστό άλμπουμ – ένα σύγχρονο progressive (έτσι θα το αποκαλούσα) με όλη τη σημασία της λέξης. Και το «προοδευτικό», στην περίπτωσή μας, αφορά και στα λόγια (πάντα ο Τζιώκος έγραφε ενδιαφέροντα λόγια με κρυφό ή πιο φανερό κοινωνικό περιεχόμενο), μα και στις μουσικές, που, και αυτές, ακούγονται εντελώς μα εντελώς ξεχωριστές.
Στα ωραιότερα tracksτου CD, στο φερώνυμο 6λεπτο «Ακτηνογραφία», στο 7λεπτο «Το σκυλί τραγουδά», στο 4λεπτο «Καρδιά» και στο 6λεπτο «Γύρω μου ακτηνογραφίες» θα μπορούσε, ίσως, να ανακαλέσεις την προσέγγιση που έχει στο λαϊκό τραγούδι, και την παράδοση γενικότερα, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, αλλά και πάλι θα μείνουν στοιχεία απ’ έξω – καθότι οι Λώλαμα Δύο ανακατεύουν και το ethnic,και την jazz,και άλλα ακόμη ιδιώματα (το freakyfolkας πούμε). Ο συνδυασμός, δε, της τραγουδο-απαγγελίας τού Τζιώκου με τις ιδιαίτερες ενοργανώσεις, που ακούγονται συχνά ως ενισχυμένες ακουστικές, είναι κάτι το ασυνήθιστο γενικώς και ειδικώς, και τούτο επειδή διατηρούν και την ροκ ορμητικότητα με τον ελληνικό στίχο, από τη μια μεριά, και τους χρωματισμούς των ποικίλων genres, από την άλλη.
Ένα άλμπουμ με πολλή δουλειά πίσω του είναι το «Ακτηνογραφία», μια αληθινή «έκπληξη», από ένα συγκρότημα με ιστορία.
Viewing all 5028 articles
Browse latest View live